Ο Νεοέλληνας. Αυτός που τα γνωρίζει όλα. Αυτός που είναι ειδήμων επί παντός επιστητού.

Μη σλανγκικά, ο Homo Universalis χαρακτηρίζει τον εξιδανικευμένο Αναγεννησιακό άνθρωπο: ερευνητικό και κριτικό πνεύμα, φιλοπεριέργεια, και κυρίως μία τάση για ενασχόληση με κάθε αντικείμενο της τέχνης και της επιστήμης. Χαρακτηριστικά παραδείγματα: Ο ντα Βίντσι, ο Αβικέννας, ο Ισαάκ Νεύτων, ο Γαλιλαίος Γαλιλέι κ.ά.

- Ήρθα στην Ελλάδα διακοπές και έχω δει τον homo universalis σε όλο του το μεγαλείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που φανερώνει εναλλαγή των καταστάσεων. Εμπνευσμένη από το γνωστό παιχνίδι πιλότα, ή αλλιώς μπουρλό. Σημαίνει ότι αυτά που ξέραμε να τα ξεχάσουμε, και ότι πλέον έχει γυρίσει ο τροχός και θα γαμήσει κι ο φτωχός.

Θυμάσαι τότε που ήτανε να έρθει εκείνη η τραγουδίστρια και τελικά την κλείσανε από το άλλο μαγαζί, και τελικά δεν την πλήρωσαν; Τώρα παρακαλάει να την βάλουμε στο πρόγραμμα αλλά τώρα έχουν αλλάξει τα κόζια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που εκστόμισε ο Ηλίας Κασιδιάρης, βουλευτής του λαϊκού συνδέσμου «Χρυσή Αυγή» εναντίον της Ρένας Δούρου. Στην προκειμένη περίπτωση η φράση χρησιμοποιήθηκε για να υποβαθμίσει το πρόσωπο ή τις ικανότητες κάποιου. Στην πράξη, ο χρήστης συμπληρώνει με την δική του ατάκα, ανάλογα με την περίσταση.

- Σε ξέρω κι' από χτες και με μιλάς έτσι;
- Άντε βρε νούμερο που μας το παίζεις και κάποια, μέχρι χτες λεφτά να φας δεν είχες, με πήρες και Luis Vuitton.

Καλοκαιρινό χιτάκι (από Khan, 21/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη της αργκό. Το χρήμα, τα λεφτά. Προέρχεται από τα γνωστά 30 αργύρια.

Όταν βγήκαν οι λάμες ο αργύρης ήρθε με τη μια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ελληνική, όπως το «ασσόδυο», που προσδιορίζει τα φύλλα του παίκτη στο poker.

Όπ, ήρθε και ο ασσόπαπας και το flop έχει άσσο-ντάμα-τρία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυπριακής προελεύσεως. Χρησιμοποιείται και στα ποντιακά. Ο άσχετος. Κυριολεκτικά σημαίνει ανίδεος, εκ του στερητικού α + χαμπάρι, αλλά επειδή δεν ακούγεται ωραία το αχάμπαρος, με τον καιρό έγινε αχάπαρος.

- 13 – (2 + 5)×5 = 30.
- Τι λες ρε αχάπαρε, 5×2 + 5×3 κάνεις πρώτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενστερνίζομαι κάτι το οποίο δεν είναι δικό μου και προσπαθώ να προπαγανδίσω αυτήν την καινούρια κτήση.

- Παλικάρι, αυτή η θέση parking είναι δικιά μου, δεν θα παρκάρεις εκεί...
- Και από πού είναι δίκια σου ρε φίλε, από το μουνί της μάνας σου την έβγαλες;

(από Vrastaman, 21/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Επιτυγχάνω κάτι παταγωδώς.

  2. Αφοδεύω πολλά και δύσοσμα προϊόντα κένωσης. Η πράξη παρομοιάζεται με τον τρόπο ρίψης των βλημάτων όπως πέφτουν από τα βομβαρδιστικά αεροσκάφη, από όπου προέρχεται και η φράση.

  1. Ξα μου, σήμερα στο κίνο 6/6, ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΑ !!

  2. Ποο, ο βρωμιάρης ανέβηκε πάνω και βομβάρδισε, θα μυρίζει ένα μήνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιτυγχάνω σκοπό ο οποίος φάνταζε ακατόρθωτος. Συνήθως αναφέρεται για επιτυχία στον τζόγο (στοίχημα, χαρτιά κλπ.) Αναφέρεται και σαν επιφώνημα αυτοεπιβεβαίωσης χωρίς το ρήμα (βρήκα, βρίσκω)

Παίζω χτες μια τριάδα με τρία ευρώ πήρα 80. Πάλι κόκαλα βρήκα

Got a better definition? Add it!

Published

Φράση της νύχτας όπου χρησιμοποιείται για ανθρώπους οι οποίοι είναι «βρώμικοι» αλλά στην συνέχεια βάζουν μυαλό και γίνονται ξανά ενάρετοι.

Από το γνωστό παλιό καθαριστικό.

Χμμ, δεν βλέπω ντρόγκια... έγινες λουλάκι βλέπω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified