Λήμμα επηρεασμένο σαφώς από τον Ρώσο αριστερό φιλόσοφο Mikhail Bakunin. Είναι ο τύπος αριστερόμαγκα, ο οποίος σε συγκεντρώσεις της κνε απαγγέλει τσιτάτα από Μαρξ, Τρότσκι, Μπακούνιν, φυσικά, έως Κροπότκιν για να εντυπωσιάσει αξύριστες ζεμπιλοφορούσες αριστερών φρονημάτων κορασίδες. Έτσι, ενώ ακούγεται γοητευτικός σε κομματικές πανεπιστημιακές συγκεντρώσεις, είναι πολύ ανιαρός αν βγει ραντεβού και γι' αυτό καταλήγει μπακούρι. Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, ο τύπος αυτός κάνει την μπακουριά ιδεολογία για να δικαιολογήσει πως πάλι είναι ρέστος. Και εν τέλει αναλίσκεται σε φραστικά πυροτεχνήματα του ρωσικού σοσιαλισμού για την αγαμία του, όπως οι αφορισμοί της Κάρι Μπράντσο από την σειρά «συνουσία εις το άστυ».

- Ο 902 κάνει πάρτυ κορίτσια, θα πάμε;
- Μέσα, μόνο μην το πεις στον Ναπολέοντα, θα μας ζαλίσει αν έρθει μαζί μας.
- Ναι ρε, εννοείται ο Μπακούριν θα φάει άκυρο.

Φιλικά Μιχαλιός Μπακούνιν (από GATZMAN, 07/03/11)(από jesus, 09/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, το κουνάβι. Μτφ., ο άσχημος άνθρωπος. Τουρκικής προέλευσης λέξη, χρησιμοποιούμενη στις Σέρρες.

Υπάρχει φήμη ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν είδε τον Σπύρο Μαρκεζίνη είπε: «Α βε, σαν μπουρσούκι είναι αυτός!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλέον βλακώδης, η πιο ανούσια, η βλακιστάτη ευχή στα όρια της ευκοίλιας, της τσίρλας και του εμετού μετά από κατάποση πατσά ανάμικτου χοντροκομμένου με ταμπάσκο και σκορδοστούμπι. Εκστομίζεται πρωτίστως στο facebook από άτομα στερούμενα εγκεφάλου που ξύνουν τη μύτη τους με το δαχτυλάκι του «like» και αν τους υποχρέωναν να γράψουν αφιέρωση στο εμπροσθόφυλλο βιβλίου θα έψαχναν για wall. Κατά ριπάς εκτελούμενη βρωμίζει κατ εμέ τον εορτάζοντα και τον προσβάλλει. Τί έχει να χαρεί ο εν εορτή ων ρε μαλακισμένο βούρλο απ' το όνομά του; Να χαρείς με λίγο καλό μπακλαβά δεκτόν. Αλλά να χαρείς το όνομά σου... πώς ακριβώς; Δώσε καμιά οδηγία, έστω σε pdf ρε γαμώτο! Εκεί που νομίζεις πως η βλακεία έπιασε peak εκεί και ξεπροβάλλει σε νέα δυσθεώρητα ύψη.

Σκηνικό: Ντουβάρι φρεσκοσοβατισμένο, που στην μια γωνιά κατούρησε κόπρος.
Ανίδεος βλαξ παίρνει μπογιά και αναρτά κοτσάνα:
«Χρόνια πολλά Μαριέττα-Λωξάντρα-Μελπομένη μου, να χαίρεσαι το ονοματάκι σου».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανήκων στην ευγενή συνομοταξία των νεκροθαπτών. Άλλως ο κόρακας, το κοράκι. Ηχοποιημένη λέξη από το γνωστό προτρεπτικό επίρρημα «οπαλάκια» από την προτροπή συναδέρφου για να σηκωθεί το φέρετρο.

- Τι δουλειά κάνει ο ... ;
- Οπαλάκιας είναι.

Κρίση στους οπαλάκιες! (από Hank, 14/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπαθής παρέα αποτελούμενη από 3-6 κοπέλες ή αγοράκια με κοινό χαρακτηρηστικό το ότι είναι μόγγολα.

Κοινώς μουχλοτσούτσουνοι σπυριάρηδες φυτούκλες με γυαλαμπούκες. Φοράν παπούτσια στράικ, καρό πουκάμισο και έχουν βγει ραντεβού με γυναίκα μόνο την νηπιαγωγό τους στα «μελισσάκια».

Βγαίνουν όλοι μαζί πάντα και το πέρασμα τους προκαλεί σχόλια στις καφετέριες. Η έκφραση χρησιμοποιείται για να περιγράψει την παρέα αυτή και την αποτύπωση της διελεύσεως της από εμπορικό δρόμο.

Κόψε κίνηση περνάει η ΠΑΕ Μογγολιακός, είναι όλοι ένας κι ένας

η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Μογγολίας (μια χαρά) (από xalikoutis, 18/06/09)mongolian nomads rugby team - κόψτε φάτσες το προφάνουσλυ αγγλικό τεχνικό team (από xalikoutis, 18/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερήλικες κοκέτηδες συνηθίζουν να φορούν το παντελόνι εξαιρετικά ψηλά. Έτσι εμφανίζεται συχνά παππούς να το δένει στο ύψος της μασχάλης.

Το υφασμάτινο αυτό παντελόνι, συνήθως γκρι-ποντικί χρώματος με ρεβέρ στο μπατζάκι που δένει με στενή ζώνη πολύ ψηλά, καταλήγει να γίνεται γιακάς σχεδόν στο μπεζοζαχαρί κοντομάνικο πουκάμισο του γεράκου, γιαυτό και ονομάζεται παντελόνι ζιβάγκο.

Τελευταία παρατηρείται η χρήση του και από νεανίες μαλακίδες (κατά το παλλακίδα), οι οποίοι το συνδυάζουν με κινέζικο σκαρπίνι 3 νούμερα μεγαλύτερο από το πόδι τους.

Δεν μπορώ να το περιγράψω. Σκεφτείτε την εικόνα ενός μπαμπόγερου να πηγαίνει στο ΚΑΠΗ και είμαι σίγουρος πως έχετε πέσει μέσα.

Χαρακτηριστικότερος εκπρόσωπος του παντελονιού-ζιβάγκο (από lxar, 18/06/09)(από Vrastaman, 28/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται από ανθρώπους που ντρέπονται για το επάγγελμά τους και έτσι το παρομοιάζουν με παρκάρισμα πουτσών που, αντικειμενικά για κάθε άντρα, είναι ό,τι χειρότερο να ασχολείται με ξένο παπάρι.

Συνοδεύει σχεδόν πάντα την ερώτηση: «τι δουλειά κάνεις» ;

- Τι δουλειά κάνεις ρε Μήτσο, δεν σε βλέπω καλά.
- Τι να κάνω ρε φίλε! Δουλεύω σε ένα εργαστήριο βιολογικών ερευνών και είμαι ελεγκτής πορδών. Δουλεύουμε μια διαγνωστική μέθοδο για παθήσεις του εντέρου και πρέπει να ταυτίσουμε μυρωδιές κλανιών με συγκεκριμένη πάθηση. Έτσι ανέλαβα εγώ την συσχέτιση οσμής με πάθηση. Δεν λέω καλά τα λεφτά αλλά είναι δουλειά ρε συ; Δεν είναι δουλειά αυτό, πούτσες παρκάρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά από την μασχάλη. Εννοείται ο άνθρωπος που μυρίζει μασχαλίλα απο χιλιόμετρα, ο άνθρωπος που μάλωσε με το σαπούνι.

Πωπώ μπόχα. Μη τον πλησιάζεις αυτόν, σκέτος Πασχάλης είναι.

Ο Χήνος Πασχάλης (από poniroskylo, 14/06/09)Ένας άλλος Πασχάλης (από poniroskylo, 14/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χυλόπιτα που τρώει γνωστός μιλφoμανής όταν τον απορρίπτει πουρογκόμενα. Είναι επαχθέστατη γιατί έχει τη σιγουριά πως το μιλφ δύσκολα να πει όχι αλλά την πατάει επειδή είναι κάφρος.

- Τι άκυρο έφαγε χτες ρε ο Βαγγέλης! Την έπεσε στην κυρα Τζένη την περιπτερού που ήταν στανταράκι πήδημα και έφαγε πουρόπιτα!

(από Vrastaman, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αποδιωκτική σε κάποιον, ένδειξη περιφρόνησης και μειωμένης προσωπικής αξίας για το πρόσωπο αυτό. Δηλωτική απογοήτευσης από το άτομο αυτό προσπάθεια εξοστρακισμού από την ζωή τού εκστομίζοντος αυτήν.

Καλά ρε, δεν ντρέπεσαι μου 'χεις κάνει τη ζωή πατίνι και ζητάς και τα ρέστα; Σάλτα και γαμήσου κ φέρε μου τα ρέστα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified