Επίσης, λέγεται έτσι σκωπτικώς το ομόηχο ΠΑ.ΠΕΙ., ήτοι το Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Εξάλλου, έτσι ονομάζεται και το περιοδικό του Πανεπιστημίου.
Επίσης, λέγεται έτσι σκωπτικώς το ομόηχο ΠΑ.ΠΕΙ., ήτοι το Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Εξάλλου, έτσι ονομάζεται και το περιοδικό του Πανεπιστημίου.
Got a better definition? Add it!
Εμφατικώς η ιδιότητα του να είσαι ομοφυλόφιλος.
Η (α)γωνία του γερμανού μεταφραστή: ο όρος είναι σπάνιος. Τον συνέλεξα από τη νέα ταινία του Νίκου Περάκη Λούφα και Παραλλαγή. Σειρήνες στη Στεριά, ενώ δίνει και λίγα χτυπήματα στον γούγλη. Το πλεονέκτημά του είναι ότι θυμίζει δεσποσύνη, Ρωμηοσύνη και δίνει μια κάποια αίγλη, ή περισσότερο μεγέθυνση, στην ιδιότητα του πούστη προς τον οποίον αναφέρεται.
και εν πάσει περιπτώσει, μικρά και σεμνότυφά μου όντα, ο Καβάφης ήταν και ΠΟΥΣΤΗΣ και η ΠΟΥΣΤΟΣΥΝΗ του επηρέασε το ΓΡΑΨΗΜΟ ΤΟΥ. (Εδώ).
ζητω η αριστερα και η πουστοσυνη!!!! (Εδώ).
ΑΝΤΙΛΑΛΟΎΝ ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΥΣΤΟΣΥΝΗ ΣΟΥ
..μέχρι και τα ψάρια στη λίμνη της Λωζάνης το έχουνε τούμπανο (κι εσύ κρυφό καμάρι) (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Όρος που ήταν δημοφιλής στις αρχές του 20ου αιώνα και τον διασώζει και ο Ηλίας Πετρόπουλος στο Μπουρδέλο. Σημαίνει την ελευθέριο γυναίκα και κατ' επέκταση την συντηρούμενη ερωμένη ή και την πόρνη.
Ο Νίκος Σαραντάκος εδώ την θεωρεί συντετμημένο τύπο του παξιμαδοκλέφτρα, οπότε μιλάμε για μια πάμφτωχη επισφαλή γυναίκα που έκλεβε παξιμάδια, ή που, έστω, της προσέφερε παξιμάδια ο εραστής της για να έχει κάτι να φάει, και κατ΄επέκταση την φτωχή πόρνη.
(Στον ίδιο ιστότοπο παρατίθενται και υποθέσεις για εναλλακτικές ετυμολογήσεις του όρου παξιμάδα, άσχετες από την παξιμαδοκλέφτρα, όπως λ.χ. ότι παξιμάδι είναι η ψωλή ως ξερή, όπως αναφέρει ο ημέτερος Στέφανος στο ομώνυμο λήμμα, ή το πιο ευφάνταστο ότι η παξιμάδα είναι η οιονεί καβατζογκόμενα κάποιου, όπως το παξιμάδι αποτελεί καβάτζα, όταν κάποιος δεν έχει ψωμί. Ειδικά ο όρος παξιμαδό πάντως φαίνεται να είναι σύντμηση).
Η λέξη έχει απλώς ιστορική / νοσταλγική αξία, εκτός κι αν ξαναζήσουμε παρόμοιες εποχές λόγω κρίσης.
(Από το sarantakos.wordpress.com).
«Κύριε τάδε, είσαι δημόσιος υπάλληλος ή αξιωματικός ή τέλος πάντων γνωστής περιουσίας άνθρωπος με τόσον εισόδημα το μήνα… Πού το ηύρες λοιπόν το αυτοκίνητον, την έπαυλιν εις το Γαλάτσι, το τρίπατον σπίτι εις την οδόν Αχαρνών, τις χιλιάδες που χάνεις απαθέστατα εις την χαρτοπαικτικήν λέσχην του Ακταίου, τα διαμαντικά που χαρίζεις εις την ερίτιμόν σου δέσποιναν ή την τάδε υψηλοτάκουνον και τακερόφθαλμον παξιμάδαν;» (Από άρθρο του Άγγελου Τανάγρα στην εφημερίδα Έθνος το 1924).
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα με την οποία ένας άντρας δεν θέλει να κάνει μόνιμη σχέση και να δεσμευτεί, αλλά την έχει για τις δύσκολες ώρες που δεν υπάρχει κάτι καυλύτερο στον ορίζοντα.
- Άντε καβατζοχαρτοπετσέτες, καβατζοσαμπουάν, καβατζοαφρόλουτρο και άλλες τέτοιες...βλακείες, να το δεχτώ... Αλλά καβατζογκόμενα, όσο χρονών και να είναι ο άλλος ... δεν επιτρέπεται, νομίζω!
- Oπως το ειπες ...........νομιζεις
Η ηλικια του μονο για περιπετειουλες ειναι και αυτο εννοω λεγοντας καβατζα
Αλλα και για καβατζογκομενα να ελεγα ποιος δεν το επιτρεπει παρακαλω ;
Τωρα για τα υπολοιπα
ο καθενας οπως τα βλεπει και αφου εσυ θες να τα βλεπεις ετσι
με γεια σου με χαρα σου
- βρε αναστασία κάτσε να του κάτσει η μια και μετά ας ψάχνει και καβάτζες... αν και αν πάρει είδηση η μια τις καβάτζες να ξέρεις ούτε την μια θα έχει μα ούτε και τις καβάτζες. κλειστή η κοινωνία της σχολής. όλα μαθαίνονται. ιδιαίτερα στον γυναικείο κύκλο. αυτές... όλες κάνουν παρέα και είναι με το σεις και με το σας και όλες έτοιμες να υποστηρίξουν και να σφάξουν την άλλη. (Εδώ).
Δες και -μούνα, -γκόμενα.
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο για το μυρμήγκι, δηλαδή για την αντιασφυξιογόνο μάσκα GP-5, που φοριέται από διαδηλωτές που θέλουν να αποφύγουν τις συνέπειες από την χρήση χημικών από τους αστυνομικούς. Το κάτω μέρος της παρομοιάζεται δηλαδή με την προβοσκίδα του ομώνυμου ζώου.
- Ξέρει κανεις που μπορώ να βρω μασκα στυλ μηρμηγκοφαγου στην Αθήνα;; Έχω φαει όλο τον κόσμο και δεν βρισκω.
(Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Μεταξύ φαντάρων έτσι αποκαλείται η 2η ΜΣΕΠ Ίσμαρος, κοντά στην Κομοτηνή, επειδή έχει καλές εξόδους και θεωρείται βυσματική.
Δεν τον χάλασε δέκα μέρες μέσα δέκα μέρες έξω στον Βύσμαρο...
Got a better definition? Add it!
Το ελληνικό αντίστοιχο του αγγλικού frenemy. Πρόκειται για συμφυρμό από τα άσπονδος εχθρός και φίλος. Άσπονδος εκ του στερητικού άλφα και της λέξης σπονδή σημαίνει τον εχθρό με τον οποίο δεν έχουμε κάνει καμία σπονδή, δηλαδή συμφωνία με θρησκευτική επίκληση, οπότε η έχθρα μας δεν ακολουθεί κανένα κανόνα, και όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται σε μία μάχη έως εσχάτων. Οπότε το άσπονδος φίλος είναι μια contradictio in adjecto (που λένε και στο χωριό μου), ένα οξύμωρο σχήμα.
Ο άσπονδος φίλος είναι είτε ένας εχθρός μεταμφιεσμένος σε φίλο, είτε, κυρίως, ένας φίλος και συνεργάτης, που είναι όμως ταυτόχρονα ανταγωνιστής, και όπου εντέλει η ζήλια, ο φθόνος και τα πισώπλατα αδελφικά μαχαιρώματα υπερισχύουν της φιλίας. Μπορεί να ισχύσει για προσωπικές σχέσεις, λ.χ. για μια κολλητή που από ζήλια τρώει τον γκόμενο της φίλης της, αλλά και για επαγγελματικές συνεργασίες ή και για σχέσεις μεταξύ ομάδων, θεσμών, κρατών κ.ο.κ.
Ο όρος δεν αποτελεί ακριβώς σλανγκιά, αλλά κάνει μια επιτυχή καριέρα ως το αντίστοιχο του frenemy, που είναι αρκετά δημοφιλές. Στην Λεξιλογία βλέπουμε έναν ενδιαφέροντα προβληματισμό για το πώς θα μπορούσε να μεταφραστεί ο αγγλικός όρος στα ελληνικά. Θα μπορούσαν να υπάρξουν και λεξιπλασίες, όπως το φίλεχθρος, που θα είχαν το πλεονέκτημα ότι είναι πιο κοντά στο λεξιπλαστικό πνεύμα του αγγλικού πρωτοτύπου. Από την άλλη, το άσπονδος φίλος έχει το πλεονέκτημα ότι έχει προκύψει πιο αυθόρμητα στην ελληνική γλωσσική κοινότητα, αν και έχω την εντύπωση ότι μέρος της επιτυχίας του όρου οφείλεται στην αντίστοιχη επιτυχία του frenemy.
Τέλος, ο Ν. Σαραντάκος εδώ ονομάζει άσπονδους φίλους τις ομόρριζες πολύ συγγενείς λέξεις διαφορετικών γλωσσών, οι οποίες όμως έχουν καίρια διαφορά σημασίας, που καθίσταται επικίνδυνα παραπλανητική κατά την μετάφραση. Λ.χ. όταν το γαλλικό assister à un viol (=βλέπω/ παρακολουθώ έναν βιασμό) μεταφράζεται λανθασμένα ως to assist a rape (=βοηθώ σε έναν βιασμό) ο απλός μάρτυρας καθίσταται συνεργός με επικίνδυνα αποτελέσματα.
Η ταινία του Φίντσερ αγγίζει ένα μάλλον άβολο θέμα για τον Ζούκερμπργκ, τις διενέξεις και τις δικαστικές του περιπέτειες με τους αδελφούς Γουίνκελβος που θεώρησαν ότι τους έκλεψε την ιδέα, αλλά και τις κατηγορίες του φίλου και συνιδρυτή του Facebook, Εντουάρντο Σάβεριν. Ο δεύτερος θεώρησε ότι ο «άσπονδος φίλος του» τον απέκλεισε από το δημιούργημά τους, το οποίο είχε μάλιστα χρηματοδοτήσει στα πρώτα του βήματα. Ο καβγάς στην προκειμένη περίπτωση έγινε για έναν ηλεκτρονικό κολοσσό που αποτιμάται σήμερα γύρω στα 25 δισεκατομμύρια δολάρια. (Εδώ).
Όταν θα βρεθεί κατηγορούμενος για τη δολοφονία του Μπούγκι, άσπονδου φίλου της νεανικής του ζωής και στα πρόθυρα το Αλτσχάιμερ να βυθίσει στο σκοτάδι όλες του τις αναμνήσεις, αποφασίζει να διηγηθεί τη δική του εκδοχή ξεκαθαρίζοντας τους λογαριασμούς του με το παρελθόν και συμπληρώνοντας καρέ - καρέ τα κομμάτια του παζλ της ζωής του. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Η υπερβολική μούφα, το μούφευμα κατά Χότζα. Λέγεται συνήθως στον πληθυντικό: μούφες τρούφες. Πρόκειται για ρίμα με τιραμισουρεαλιστικό εφέ, εφόσον θεωρήσουμε ένα ανυπόστατο ψέμα (μούφα) που επενδύεται και με ένα διακοσμητικό γευστικό γλυκάκι (τρούφα) ή το ομώνυμο μανιτάρι.
Εδώ έχουμε έναν καλό ορισμό: «Η μούφα όπως πιθανότατα θα γνωρίζετε είναι το fake. Το ψεύτικο. Αυτό που αλλιώς φαίνεται κι αλλιώς τελικά προκύπτει. Αυτό που αποδεικνύεται μάπα. Σκέψου όλο αυτό τώρα κι από πάνω μια τρούφα. Δηλαδή μούφα και κάτι παραπάνω. [...] Πώς λέμε «και το κερασάκι στην τούρτα»; Αυτό».
Πάσα: Τζάγκος.
Got a better definition? Add it!
Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού frenemy. Φίλεχθρος είναι, δηλαδή, είτε ένας εχθρός μεταμφιεσμένος σε φίλο, είτε, κυρίως, ένας φίλος και συνεργάτης, που είναι όμως ταυτόχρονα ανταγωνιστής, και όπου εντέλει η ζήλεια, ο φθόνος και τα πισώπλατα αδελφικά μαχαιρώματα υπερισχύουν της φιλίας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για σχέσεις μεταξύ κρατών ή διαφόρων ομάδων και θεσμών.
Βεβαίως το φίλεχθρος είναι αρχαία λέξη. Την βρίσκουμε στον Παύλο Σιλεντιάριο, τον Γαληνό και τον Διογένη Λαέρτιο με την σημασία «επιρρεπής σε έχθρα, αυτός που αγαπά να γίνεται εχθρός» (βλ. λεξικό Liddell-Scott), ενώ υπάρχουν και τα παρόμοια φιλεχθρέω, φιλεχθρία και φιλέχθρως. Ωστόσο, εδώ δεν μιλάμε για αυτήν την αρχαία και μεσαιωνική σημασία που είναι αυτό που λέμε στο χωριό μου love to hate, αλλά για το αμερικλάνικο frenemy.
Το frenemy, λοιπόν, έχει και άλλες μεταφράσεις, βλ. Λεξιλογία, από τις οποίες η επικρατέστερη γουγλικώς είναι το άσπονδος φίλος. Ωστόσο, το φίλεχθρος έχει το πλεονέκτημα ότι βγάζει μια λεξιπλαστική τρεντουριά, οπότε μπορούμε πιο εύκολα να το φανταστούμε στα χείλη κορασίδων εμπνεομένων από την Carrie Bradshaw ή Αμερικανοτραφών αναλυτών εξωτερικής πολιτικής. Και πράγματι, ο γούγλης δείχνει ότι το φίλεχθρος (αν και πολύ σπάνιο) χρησιμοποιείται συνήθως σε κείμενα τ. Πουτσοπόλιταν για να περιγράψουν εφηβικές μπιτσοσύνες, ή στο φατσοβιβλίο ή σε κείμενα εξωτερικής πολιτικής για να σημάνουν σχέσεις όπως αυτές μεταξύ Η.Π.Α. και Πακιστάν ή μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ.
Πάσα: Ιρονίκ.
Αυτός και η αδερφή του είναι “φιλεχθροί” (frenemies)με τη Rocky και τη CeCe στο σχολείο και χορευτές στο Shake it up Chicago. (Εδώ).
ζητώ συγνώμη από όσους πιστεύουν ότι τους αδίκησα, ζητώ συγνώμη από φίλους, εχθρούς και φιλεχθρούς που δεν ξεκαθάρισα από νωρίς τι είμαι και τι θέλω. (Εδώ).
ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΟΛΟΥΣ, ΦΙΛΟΥΣ ΚΑΙ ΕΧΘΡΟΥΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΦΙΛΕΧΘΡΟΥΣ!!! (Εδώ)
ΠΑΝΤΩΣ ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΩΝ ΜΕ ΤΟ ΠΑΚΙΣΤΑΝ ΚΙΚΛΟΦΟΡΕΙ Η ΛΕΞΗ FRENEMY/ΦΙΛΕΧΘΡΟΣ. ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ ΣΥΜΜΑΧΕΣ, ΑΛΛΑ Η ΜΙΑ ΕΞ ΑΥΤΩΝ ΦΛΕΡΤΑΡΕΙ ΜΕ ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥ ΤΟΥ… (Εδώ).
εισάγει τον όρο «φιλεχθροί» για το πώς θα είναι από και πέρα οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Μια τρέντι πράξη (κυρίως) ή ιδιότητα, ή (λιγότερο) το σύνολο των τρέντηδων. Συχνά έχει μια πανηγυρική (που λέω κι εγώ) ή ειρωνικά πανηγυρική χροιά κατά το γκλαμουριά.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗ ΧΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΠΡΩΤΙΑ. ΔΕΝ ΓΑΜΑΝΕ ΠΛΕΟΝ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΚΑΤΙ ΠΑΚΙΣΤΑΝΙΑ. ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΤΡΕΝΤΟΥΡΙΑ ΤΟ ΟΥΑΝ ΝΑΙΤ ΣΤΑΝΤ ΜΕ ΙΝΔΟΠΑΚΙΣΤΑΝΟ ΣΤΗΝ Β.ΕΥΡΩΠΗ. (Εδώ).
Αγανακτισμένοι στο Σύνταγμα.
Καχύποπτος είμαι κι εγώ απέναντι σε αυτές τις ιντερνετοκινούμενες και ιντερνετοοργανωμένες κινητοποιήσεις γιατί μπορεί πιθανότατα να είναι μια εναλλακτική τρεντουριά αλλά από την άλλη ποτέ δεν ξέρεις πως μπορεί να οργανωθεί και να εξελιχθεί κάτι... (Εδώ).
Αραγε τους ειναι τοσο δυσκολο να χωρεσει στο διαλυμενο απο την τρεντουρια μυαλο τους πως στο κοκκινο σταματαμε, δεν πα να οδηγουμε F16 ; (Εδώ).
Got a better definition? Add it!