Το γκέι μπαρ ή άλλο gay friendly μέρος, μπλεστρειδάδικο κ.τ.ό. Εκ του αδερφή και του -άδικο. Δίνει μόνο ένα γούγλισμα, αλλά λέγεται αρκετά στη Μύκονο, όπως μου είπε ο Κύπριος Γνωστός Γνωστού.

Λες εκείνο στο τέλος της μπάνγκλα επάνω, δεν πήγα ποτέ, μου φάνηκε αδερφάδικο με τόσους ξυρισμένους άγγλους που έβλεπα απέξω. (Από μπουρδελοσάιτ).

(από Khan, 04/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο κωλοτούμπας.

Από φωνακλάδικα ποστ στο Ιντερνέτι:

  1. ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ Ο ΕΝΑΣ Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ Ο ΑΤΑΛΕΝΤΕΥΤΟΣ Ο ΚΩΛΟΣΒΟΥΡΑΣ Ο ΑΜΑΡΤΩΛΟΣ Ο ΔΙΑ-ΠΡΑΜΑΤΕΥΤΗΣ Ο ΜΕΣΙΤΗΣ Ο «ΑΝΤΡΑΣ Ο ΜΗ ΧΕΣΩ» Ο «ΠΟΛΛΑ ΒΑΡΥΣ» Ο ΚΑΤΕΒΑΣΤΗΣ ΤΩΝ ΚΟΥΚΟΥΛΩΝ Ο ΚΩΛΟΓΛΥΦΤΗΣ ΤΗΣ ΜΕΡΚΕΛ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΟΪΜΠΛΕ ΟΟΟΟΟΟΟ ΚΑΤΩΒΡΑΚΙΑΣ.....ΣΣΣΣΣΣΣΣΣΑΜΑΡΑΣΣΣΣΣΣΣ ΚΑΙ ΣΩΖΕΙ ΑΥΤΞ ΤΗ ΧΩΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣ.

  2. ΦΑΤΕ ΤΩΡΑ ΕΝΑ ΕΜΠΟΡΙΟ ΕΛΠΙΔΑΣ...ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΛΟΣΒΟΥΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΡΕΦΑΡΕΤΕ ΤΙΣ ΣΥΝΤΑΞΟΥΛΕΣ ΣΑΣ. ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙΩΣ ΕΙΣΤΕ ΣΥΝΗΘΗΣΜΕΝΟΙ ΝΑ ΕΜΠΙΣΤΕΥΕΣΤΕ ΑΝΙΚΑΝΟΥΣ

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς το ροντοσόλ στα καλιαρντά, δηλαδή το γλείψιμο. Το ροντοσόλ ταιριάζει με το κοντροσόλ (=φιλί και γλείψιμο), ενώ το ροσολιμαντέ ταιριάζει με το πιασμαντέ (=μπαλαμούτι και γλείψιμο). Ο Ηλίας Πετρόπουλος το ετυμολογεί από το ροσόλι (=σάλιο), που πιθανόν (όχι σίγουρα) ετυμολογείται από το ομώνυμο ιταλικό ηδύποτο (ιταλιστί rosolio).

1. Εισαι θεόλατσος και μπενάβεις μεσίκ. Τζάσε την καθε καλιάρντω, λούγκρα, και ανεμιαρα και άβελε αποκατε να αβελουμε κοντροσόλ και μπιεσμαν. Αβέλω ροσολιμαντε σε καθε διαθεσιμη μπαροτάτη σερμέλα και πούλη, κουραβέλτα, και να πισελουμε μεχρι πρωιας. Με ντέζι, ο τζασλός για εσενα και νταλκαρέτεκνο.

  1. Kουελοσφαλάετε για φακιροπίπιζες και φλοκαρίσματα ή μόνο ροσολιμαντέ; (Από μπουρδελοσάιτ).

  2. Τζασλός ο Λάτσα μαζί με τον Επιτάφιο και έβαλαν τον Λατσολίθαρο να παίρνει τηλ και να λέει ότι εάν ισάντες κάνετε Σωματείο ιμάντες θα σας κυνηγήσουμε στον γιαγκούλα. Και άρχισαν και μπενάβουν ανθυγιεινά κατσίκα και προβάτα ο βλαχοντάνας γιδοσυντηρητής και η ψαμοσκελού ότι θα βάλουν τα τρόκια να τους περιδρομιάσουν.

Δικέλεις άμα γίνει άλλο Σωματείο θα χάσει ο Φίφα τα τιντέλη τα τουρκόζουμα και την σουλάτσα με το τζους λέσι γιατί θα μειωθούν τα ντουλά. Έτσι τους άναψε χαρχάρα όταν έμαθαν τα Χαρχαρότεκνα ότι δεν θα χαλεματούν όπως πρώτα και ότι θα τζάσουν πολλά μέλη τανάκα να δώσουν τον μπερντέ για τις συνδρομές. Διότι τους έχει γίνει μπαρό και ντέζι το καλάμι και τους βγαίνει όλη η λούγκρα τώρα που δικέλουν ότι χάνουν το σουγκρό.

Τους φαίνεται κουλό ότι κάποιοι που ήταν ατζινάβωτοι και μέχρι τώρα τους αβέλαν μπιεσμάν την πούλη ξύπνησαν και θέλουν να τζάσουν.
Άρχισαν και το ροσολιμαντέ στο Πρόεδρο ότι έγιναν λατσά τεκνά και ότι δεν θα πουν άλλα μουσαντά στους Χαρχαροτεκνούς για αυτόν. Όμως με αυτό το πλευρό να πισελάσται. Τα μουσαντά το καπί και το μη μπενά Τέλος. Από εδώ και πέρα θα έχει ντουπ και νταπ για αυτό μαζέψτε τα λυσαγμάν γιατί θα έχουμε μεγάλες κέντες. (Καλιαρντογράφημα που αναλύει την πολιτική ζωή του τόπου σε στυλ ένας πούστης να μιλήσει αποκατέ).

  1. Προτιμώ πομπίνο-φραπέ και ροσολιμαντέ της σερμέλας μου από γκομενίτσες. Δεν σε μπενάβω ανθυγιεινά όμως. Μου άρεσε το ποστάκι σου πολύ. Καλές γιορτές εύχομαι φίλε. (Στρέιτ μπενάβων τα καλιαρντά αποκατέ).

Να ετυμολογείται άραγε από εδώ; Κουλό το κόβω. (από Khan, 30/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι η ρωσική σαλάτα, εκ του φλόκια και μάλλον του ονόματος της τσαρικής οικογένειας των Рома́нов. Δηλώνει κατ' επέκταση κάθε κατάσταση που είναι υπερβολικά μπερδεμένη σαν ρωσική σαλάτα, που τα συστατικά της είναι ανακατεμένα, ή πιο κυριολεκτικά το μπάχαλο που προκύπτει από τα ματσαφλόκια.

ΗΤΑΝ ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΕΝΑ ΓΑΡΓΑΡΟΤΕΚΝΟ ΠΟΥ ΠΗΡΕ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑΥΣΤΑΘΜΟ ΣΤΗ ΣΑΛΑΜΙΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΙΔΑ ΣΤΟ FERRY ΒΟΑΤ.
ΜΠΗΚΕ ΣΤΑ ΠΑΛΟΥΚΙΑ ΚΑΙ ΒΓΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΑΜΑ Ο ΘΕΟΛΑΤΣΟΣ.
ΠΙΑΣΑΜΕ ΠΑΡΛΑ ΚΑΙ ΗΡΘΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ ,ΜΕ ΤΡΕΛΑΝΕ ΣΤΟ ΡΟΣΟΛΙΜΑΝΤΕ, ΕΙΧΕ ΚΑΙ ΜΙΑ ΦΑΚΙΡΟΠΙΠΙΖΑ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ . ΤΙ ΣΕΡΜΕΛΑ ΗΤΑΝ ΑΥΤΗ ! ΕΙΔΑ ΤΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΛΑΪ. ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΑΤΕΣ Ο ΣΟΛΝΤΑ. ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΑΛΛΑ ΤΙ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ; ΕΓΩ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΠΗΡΑ ΧΟΡΧΟΡΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΥΛΗ ΜΟΥ, ΦΛΟΚΑΡΕ ΣΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΕΓΙΝΑΝ ΦΛΟΚΙΑ ΡΟΜΑΝΟΦ. (Αποκατέ).

(από σφυρίζων, 17/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Καλιαρντής προέλευσης, εκ του φλόκια, σημαίνει εκσπερματίζω, χύνω. Πρβλ. και το κάπως πιο επιτατικό ξεφλοκάρω.

1. Κοίτα, πολλά τουλά δεν έχω αλλά λέω να αράξουμε για λίγο σε καμιά βραχονησίδα και να πισέλω λίγο σε κάνα βράχο να μαυρίσω γιατί απ'την ασπρίλα είμαι σαν πούλη από λεύκανση, εσύ παίξε με τη σκύλα, ρούνες δεν έχουμε γύρω-γύρω οπότε δεν φοβόμαστε κανένα και το ξημέρωμα σαλπάρουμε για Γαύδο που έχει καλά χαλέματα αφού φλοκάρω μοναχός μου για λίγο, τι λες;

2. αβέλω να δικέλω το λατσό σου μουτζό να σου κάνω πομπίνο-φραπέ και να βάλω την σερμέλα μου στο μουτζό σου και να φλοκάρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καυλιάρα στα καλιαρντά, εκ του ψαμός που σημαίνει (γ)καυλωμένος και του β΄ καλιαρντοσυστατικού -σκελού.

1. τζους μωρη ψαμοσκελου..
αντε να βρεις καμια γκαζοζού να σου αβέλει κανα πουλομουσάφιρο..

  1. ΛΩΛΗ: Α μωρή ψαμοσκελού ξέρω τι θες, ένα πομπίνο-φραπέ για να στανιάρεις....(ο Λένος τον αγριοκοίταξε και του είπε να σκάσει.)
    ΓΙΩΤΑ: Τι έχεις καλέ;; γιατί κλαις;; τι σου είπε αυτός;; και φαινότανε γλυκούλης....
    ΑΝΝΑ: άσε με να κλάψω μπας και βρω τον εαυτό μου, γιατί αισθάνομαι χαμένη....πες μου ρε φιλενάδα, πως δεν είχε πάρει κανείς είδηση τόσον καιρό;; κοιμόμασταν όρθιοι;;; (Από καλιαρντογράφημα αποκατέ)

3. Αβέλω καμιά ψαμοσκελού σου φιλη, να της παίξω πομπίνο-φραπέ, να φλοκάρει, αμα εχεις πες μου, να τρενάρω τα εργατικά, να ανεβω. Μονο μη μπενάβεις ανθυγιεινά, γιατι δεν είμαι κανενας επιτάφιος.

  1. Εχασες πολλά Ψαμοσκελού αλλά δεν βλέπω να εβαλες μυαλό ...νομίζεις ότι στο ΧΑΑ θα ικανοποιήσεις το πάθος σου για τζόγο ... σε μάδησε ο Μπάμπης αλλά φαίνεται ότι ο «πόνος» σου αρέσει ...Τζους καλιαρντό γκουγκού...χαχαχαχα
    Jedi, πρώτα θα παραδεχόμουν ότι έκανα μεγάλη γκάφα με το μουαγέν και ύστερα θα διερωτόμουν τι είναι καλύτερο ... να πάρω αυτό που αντιστοιχεί στο 0,52 ή αυτό που αντιστοιχεί στο μηδέν λόγω της διαγραφής των παλιών μετοχών ... αυτό όμως θα το αποφασίσεις εσυ .... και όπως έκανες λάθος με το μουαγιέν είμαι σίγουρος ότι θα κανεις το ίδιο λάθος και τωρα.... και θα ριξεις και αλλο χρημα στο βαρελι διχως πάτο... (Καπιταλοκαλιαρντοσυζήτηση).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ομοφυλόφιλος, συνήθως σαν βρισιά, σπανιότερα και χωρίς υβριστική διάθεση. Συχνά δηλώνει νεαρό ομοφυλόφιλο με ένα κεχαριτωμένο ζενεσεκουά, αλλά γενικά διατηρεί τον μειωτικό του χαρακτήρα.

Στα κομμέ λέγεται στράκι και στα ποδανά στρακιπού. Συνώνυμα: πουστάκι, στάκι, στακιπού, πουστρίδι και ο πουστρίγκος.

  1. Ήμουνα γύρω στα 17 και μόλις είχα πρωτοξεκινήσει στη Συγγρού. Τρελοτραβεστούλα με όλο το θράσος της ηλικίας μου, όλα τα προβλήματα μου φαίνονταν ασήμαντα. Ο κόσμος των τρανς ήτανε πολύ μικρός τότε, πιάτσα, αστυνομία και τσόλια, ούτε η λέξη τραβεστί δεν ήτανε γνωστή, «φούστα-μπλούζα» λέγαμε ή «ντύθηκε». Έμενα σε ένα στενάκι κοντά στο Φιξ, πω πω αγόρια που πέρασαν από το σπίτι! Εκεί κοντά λοιπόν σε μια γραφική ταβέρνα «ο Γέρος του Μοριά», έβλεπα την Σαπφώ, έτρωγε συνήθως μόνη της, καθότανε λίγο και μετά έφευγε. Οι τρανς περνούσαμε και την χαιρετούσαμε «τι κάνετε κυρία Νοταρά μας, πως είσαστε;» κι εκείνη πάντα χαμογελούσε. [...] Μετά από χρόνια είχα ένα φίλο τον Αντωνάκη, χαριτωμένο κουλτουριάρικο πουστράκι, είχαμε γνωριστεί στο ΑΚΟΕ, εκεί στην οδό Ζαλόγγου στα Εξάρχεια. Δίπλα από το ΑΚΟΕ ήταν ένα καφενεδάκι, εκεί μια μέρα τον συνάντησα μαζί με την Σαπφώ, που ήτανε φίλοι και με προσκάλεσαν να καθίσω μαζί τους «έλα να πιούμε ένα τσαγάκι». Ο Αντωνάκης έφυγε ξαφνικά, πολύ μικρός, απ΄τη ζωή. (Από το Trans-late Paola- Συναντήσεις με την Σαπφώ Νοταρά).

  2. - Πώς καψούρευες τα αγόρια Πάολα; - Ξέρεις τι πιστεύω; Δεν νομίζω πως τελικά γουστάρανε το σεξουαλικό μου φύλο αλλά το κοινωνικό μου. Τον μύθο της τρανς Πάολας. Είχα κάτι άλλο ρε παιδί μου εγώ από μικρή. Είχα έναν τσαμπουκά και μια ανεξαρτησία που τους άρεσε. Επίσης εγώ δεν ήμουν και δεν ξεκίνησα σαν πουστράκι αλλά σαν κορίτσι, σαν γυναίκα. Δεν ήμουν μίζερη και στη μέση. Ήμουν από την αρχή ξεκάθαρη και ντόμπρα. Βγήκα και είπα αυτό είμαι. Δεν το έπαιξα και έτσι και αλλιώς. Τότε υπήρχαν αυτές που θα τις βαράγανε και αυτές που θα τις γαμάγανε. Εγώ ήθελα και ήμουν από την αρχή στις δεύτερες. (Η Πάολα περί έρωτος).

  3. «Ψιτ! Ψιτ! Πουστράκι! Πουστράκι, τελειώνετε κατάλαβες; Τελειώνουν τα πουστράκια» (Από το σεξιστικό παραλήρημα του βουλευτή της Χρυσής Αυγής Ηλία Παναγιώταρου έξω από το θέατρο Χυτήριο τον Οκτώβριο του 2012).

Προσφιλές στην ιδιόλεκτο του ραπερά Alitiz. (από Khan, 10/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουστάκι στα ποδανά.

1. Οσο για το πηδημα επειδη εισαι στακιπου πρεπει να γινω και γω δηλαδη;

2. χαζος .... κοντος ευτυχως που δεν ειμαι και στακιπου θα ειχε δεσει το γλυκο.

3. δες αν σου άφησε κανένα καρότο στο ψυγείο εκείνο το στακιπου ο Γαβρίλος σας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραδοξολογική ρηματική λεξιπλασία που προσπαθεί να αποδώσει τις σχέσεις αγάπης- μίσους. Και αυτό που λέμε love to hate (αγαπάμε να μισούμε), αλλά κυρίως τις σχέσεις που ταυτόχρονα αγαπάς και μισείς ένα πρόσωπο ή και αντικείμενο, κατάσταση κ.ο.κ. (Από ό,τι βλέπω στο αρκετά μικρό δείγμα του γούγλη το συναίσθημα αυτό φοριέται σε κοριτσάκια, χιπστέρια και Κύπριους).

  1. Το Clannad το αγαπομισώ θανάσιμα για το Gainax Ending του. (Μού 'πανε πώς είσαι μάνγκα).

  2. αγαπομισώ ταξίδια, ψιλοαγαπώ χειμώνας, αγαπω μακαρονια, agapw mprokolo, μπλιαξ καπνισμα, misw patatakia. (Κοριτσίστικα χιπστεροσυναισθήματα εδώ)

  3. giati ise teliaaa zilefko seeee alla katava8os agapw seee xxxxxxxxxxxxxxx. hahahha ne je ego agapomiso se btw pios/a; (Κυπριακά συναισθήματα εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που φοριέται πολύ τελευταία, όπως άλλωστε και η πραγματικότητα που περιγράφει, πρόκειται για τον υπουργό/ πολιτικό/ μέλος της κυβέρνησης κ.ά. που έχει ως λύση δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν το να βάζει όλο και περισσότερους και μεγαλύτερους φόρους. Ως προς την μεταφορά που βρίσκεται στην βάση της έκφρασης, η τουκανίστρια Βίκυ θεωρεί ότι φορομπήχτης είναι αυτός «που η φορολογία του είναι τραυματική σαν να μπήγει κάποιος το σπαθί ή το μαχαίρι στις σάρκες των φορολογουμένων» (δες). Νομίζουμε όμως ότι δεν θα ήμασταν εκτός πραγματικότητας αν το ετυμολογούσαμε από το μπήχτης.

1. Βουλευτής ΠΑΣΟΚ: ''Φορομπήχτης του θανατά ο Στουρνάρας''.

2. Αντεργατικός, αντιλαϊκός και φορομπήχτης για τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου.

3. Αττίλας ο φορομπήχτης.

Got a better definition? Add it!

Published