Εκ του λατινικού speculator, ήτοι ο υπασπιστής, διεκπεραιωτής ή κατάσκοπος, ή και με την αρνητικότερη έννοια, ο χαφιές, ο παρατρεχάμενος, κλπ. πάντοτε κάποιου ανωτέρου, αξιωματούχου.

Στη νέα ελληνική, ως ρήμα, χρησιμοποιείται με την έννοια του καιροσκοπώ τυχοδιωκτικά, παραμονεύω, κατασκοπεύω κάποιον για προσωπικό όφελος και κέρδος.

Ως οικονομικο-σλάνγκ έννοια, αντικατοπτρίζεται σχεδόν απόλυτα στην πρακτική αυτού που λέμε «βιομηχανική κατασκοπία». Το ουσιαστικό «σπέκουλα», ως πιο φρέσκια χρηματιστηριο-σλάνγκ έννοια, χρησιμοποιείται ως άμεσο συνώνυμο της κερδοσκοπίας.

«...και σαν δεν έφταναν τα επώδυνα μέτρα της κυβέρνησης, οι γνωστοί χρηματιστηριακοί οίκοι, σπεκουλάρωντας, προχώρησαν σε νέα υποβάθμιση της δανειοληπτικής ικανότητας της χώρας...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε καταστάσεις χαμηλών επιδόσεων, αποδόσεων, πεσμένου ήθους, ψυχολογικής κόπωσης και δυσπραγίας. Αφορά σε μεγάλο ποσοστό σύγχρονων ανθρώπων που η απόδοσή τους στην καθημερινή εργασία, αλλά και στις υπόλοιπες καθημερινές ασχολίες είναι αρμονική συνάρτηση του χρόνου, με τοπικό ελάχιστο στο μέσο του χρονικού διαστήματος (δηλ. Τετάρτη μεσημέρι) και αυξάνει με την χρονική απόσταση από το σουκού. Στο δε σουκού ακολουθεί διαφορετική συνάρτηση, ανάλογα με το αν, πότε και πόσο καλά πηδήξαμε.

Γενικά κολλάει όπου τα προϊόντα δεν είναι τα επιθυμητά, λόγω χαμηλής απόδοσης.

  1. Πήγαμε στο La Mounien για φαγητό και παρήγγειλα τη σπεσιαλιτέ με τις πιπεριές, αλλά οι πιπεριές ήσαν σαν την πούτσα μου Τετάρτη μεσημέρι και το φαγητό γενικά ανάλατο. Μετά ρώτησα κι έμαθα ότι ο Μποτρέφσκι έκανε μείωση στον σεφ.

  2. Τι γίνεται, δεσποινίς Μάρα; Έχετε ένα ύφος σαν την πούτσα μου Τετάρτη μεσημέρι! Σε μία ώρα πρέπει να έχετε τελειώσει το ραπόρτο! Αλλιώς, καήκατε κι απόψε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δονητής, στην νεότερη σεξουαλική αργκό, διότι μέσω αυτού, υπό προϋποθέσεις καλής σκηνοθεσίας, μπορεί να εξαπατήσει ο πεσμένος ανήρ την γυνή, ως προς την επίδοση.

Επίσης, η πολλά υποσχόμενη εμφάνισή του ψεύδεται ότι παρέχει τον απόλυτο οργασμό ενώ δεν συγκρίνεται με τον οργασμό που απορρέει από σύμπραξη αληθινού έρωτα, με αγκαλίτσες και φιλάκια και ζουζουνίσματα.

Δεν είμαι σίγουρος δε εάν είναι και τζιβιτζιλο-αργκό...

Τα παραπάνω απορρέουν από μία σύντομη βόλτα από τα σεξ-σόπ και ουδεμία σχέση δεν έχουν με αληθινά πρόσωπα ή καταστάσεις (πεσμένος, ζουζουνίσματα, κλπ.).

Περιγραφή μεταξύ φίλων: «Μ@$#κα, θες να σου περιγράψω τι έκανα χτες με το πιτσιρίκι; Το ξεφτίλισα... Αφού το έπαιρνα για 2 ώρες χέρια-πόδια μέσα, μετά κουράστηκα, πείνασα και παραγγείλαμε πίτσες... Και αφού ήρθαν οι πίτσες, με το ένα χέρι της έμπηγα τον ψεύτη και με το άλλο έτρωγα πίτσα! Κι αυτό εκεί, καθόταν στον καναπέ μία ώρα και έσπαζε! Ούτε για κατούρημα δε με σταμάτησε!»

Δες και γαμπρός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνευ εξαιρετικής σημασίας εις την σήμερον, αφού προσδιορίζει τον πρηξαρχίδη, σπασαρχίδα, ενοχλητικό, περιττό τύπο.

Διαθέτει, όμως, εξαιρετική ιστορική σημασία, αφού προσδιορίζει τους πρώτους χριστιανούς ζηλωτές, οι οποίοι έσπαγαν ολόκληρα -ή μόνο τα τμήματα- των γεννητικών οργάνων από τα αγάλματα των πολυθεϊστών, ορίτζιναλ παγάνων...

Έτσι, το λειτούργημα του πουτσοσπάστη στους πρώτους μετα-ρωμαικούς αιώνες, ήταν και πολύ χάι να 'ούμε και παρείχε με σιγουριά το επίτευγμα μιας θέσης στον Παράδεισο...

Αν αναλογιστεί κανείς ότι πολλοί από δαύτους ήσαν και ευνούχοι (ναιναι... δεν ήτο μόνον προνόμιον των ανατολίτων), προκειμένου να δηλώσουν την ολοκληρωτική άρνησή τους προς τα επίγεια αγαθά, τότε, εκτός από πουτσοσπάστες καλούνταν και «πουστοκόφτες»...

Άπασαι αι εκφράσεις «μην μου σπας τον πούτσο άλλο», «...κόβω τον πούτσο μου ότι....» κλπ. έλκουν την προέλευσή τους από τις συνήθειες των ενδόξων προγόνων μας της υστερορωμαικής αρχαιότητος...

- Αδελφέ, πρέπει να έλθεις ένα βράδυ στον εσπερινό... Θα νοιώσεις την απόλυτη κατάνυξη... Αυτός ο πατήρ Νάκος είναι πράγματι φωτισμένος άνθρωπος... Ε, φτάνει πια... Όλο στο φουστάνι έχεις το νου σου... Εγώ προσπαθώ ένα χρόνο να σε σώσω από την αμαρτία και συ μου το γαμάς... - Κύριλλε, ένα χρόνο προσπαθείς να μου σπας τον πούτσο...»

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 22/07/10)(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 22/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οντολογικοσλάνγκ όρος αναφερόμενος σε πρόσωπα, πράγματα ή καταστάσεις θεωρούμενες ως γεγονότα, ένεκα ψευδαίσθησης, αυθυποβολής, ή τυφλής πίστης του συλλογικού ασυνειδήτου, απορρέουσας από την έντεχνη και συνεχή προβολή τους ως πραγματικότητες.

Αναλυτικός ορισμός: Κάτι που γίνεται αποδεκτό σαν γεγονός παρά το ότι δεν είναι ή μπορεί να μην είναι, μία υπόθεση ή αυθαίρετος ισχυρισμός που αναφέρεται και επαναλαμβάνεται τόσο συχνά ώστε από τον πολύ λαό να εκλαμβάνεται ως αλήθεια.

Μετάφραση από το αγγλικό «factoid».

Αν αναρωτιέστε γιατί αυτό να μπει στο σλανγκ: διότι είναι ένας αδόκιμος, νεοεισηχθής «made-up» όρος, ακόμη κι αν επινοήθηκε από πανεπιστημιακούς κύκλους.

Θείος: Γεια σου, λαντ! Τι νέα από το λόγγο;

Ανιψιός: Γεια σου θείε ΜακΛήρ! Άσε, οι αγρότες σκιάχτηκαν το πρωί, αφού λένε πως αντίκρισαν τη Νέσυ, να έχει βγάλει το κεφάλι από τη λίμνη στην όχθη και να προσπαθεί να φάει ένα κοπάδι κατσίκες...

Θείος: Πφφφ, αυτό το «γεγονοειδές» της θέασης του τέρατος έχει επηρεάσει πολύ κόσμο και βλέπουν ό,τι θέλουνε, οι αγράμματοι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική, μάλλον, παιδική προστακτική της μαρίδας, απευθυνόμενη σε ψηλό τύπο, άρτι αφιχθέντα επί του πεδίου των παιγνίων.

Επίσης, απαντάται και ως μπασκετο-καζούρα, από τον κόουτς προς τα τσικότσεντερ-φόρια που εξέχουν από το υπόλοιπο τημ, σαν μια πούτσα στο Αιγαίο.

Τέλος, εκστομίζεται ως χιουμοριστική φιλοφρόνηση από έκθαμβους θαμώνες κωλόμπαρων, μόλις αντικρίσουν το νέο, ημίγυμνο, κατάξανθο πουλέν με το 20-ποντο...

Κυρ-Τάσος: - Πώς το είπαμε, ρε Μπάμπη, το ψηλό;
Μπάμπης, assbartender: - Λουντμίλλα...!
Κυρ-Τάσος: - Λουντμίλλα, έλα δω κούκλα μου να σε πώωωω!
Λουντμίλλα: - Νjεεεεε, τι θέλjεις;
Κυρ-Τάσος: - Κατέβα να φάμε, μωρό μου!
Όλοι παρέα: - Ούχαχααχαχαχα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράσις χορτοσλάνγκ-τεκεδοσλάνγκ, αναφερόμενη στην φούντα, προϊούσα γυριστροπαρέας.

Απαντάται στην απελπισία του κύκλου, που αδημονώντας για «την άφιξη του παπά, με τα άμφια, για να τελέσει το ευχέλαιο», απευθύνεται στον στρίφτη που την καθυστερεί για αδιευκρίνιστους λόγους. Ο ίδιος, με τη σειρά του απαντά με την εν λόγω για να παινέψει το αριστούργημά του ως προς την γεύση και την μαεστρία της στρεπτικής κατασκευής, παραλληλίζοντάς το με την πεντανόστιμη, στριφογυριστή χορτόπιτα, σπεσιαλιτέ της Σκοπέλου.

1ος στον 2o: Άντε ρε, μία ώρα... Δεν την παλεύω ρε... Ανοίγεις φύλλο για σπανακόπιτα;
2ος στον 1o: Μην αγχώνεσαι, ξέρω τι κάνω... Θα σ' την κάνω σκοπελίτικη και θα γλείφεις τα δάχτυλά σου...
3oς στον 1ο: Αγχώσου, ρε... (άσχετο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράσις αναφωνούμενη από απηυδησμένο, όταν εν μέσω φουρτούνας προβλημάτων έρχεται κάτι απροσδόκητο, στον βαθμό του ξεκάρφωτου, και επιβαρύνει τα πράγματα.

Επομένως, όταν η κατάστασή τινός είναι tres mounis που προσπαθεί να τη συμμαζέψει και του έρχεται ο άσχετος (εν προκειμένω, ο Ινδός) και του λέει τα δικά του, σε διάλεκτο «urdu», προφανώς δυχεραίνονται ακόμη περισσότερο τα πράγματα.

Boss: - Σούλα μου, αύριο ξεκινάμε τον απολογισμό. Πρέπει να τον υποβάλουμε σε μία εβδομάδα στο Υπουργείο. Α, και μεθαύριο έρχονται αιφνιδιαστικά οι έξπερτς από την Κομισιόν. Με πήρε ο Σάκις και μου το σφύριξε. Πρέπει να ετοιμάσεις τα Πρωτόκολλα ΠΑ.ΠΑ.ΡΕ. και την αναλυτική έκθεση μέχρι αύριο το απόγευμα!
Σούλα:
- Δε μας φτάναν τα αιδοία, ήρθανε κι απ' την Ινδία...

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιροσλάνγκ αναφερόμενο στο διάσημο κολπάκι - «εφέ» του αστέρος της μπάλας ο οποίος προσπαθεί να την διατηρήσει στον αέρα χωρίς αυτή να «σκάσει» στο έδαφος, με επαναλαμβανόμενες κρούσεις - «γκελ», με το πόδι, το κεφάλι, τους ώμους και όποιο άλλο μέλος του σώματος πλην των χεριών...

Έτσι, εκ παραφθοράς του λόγου και δεδομένης της παρομοιάζουσας με την πτήση των αγγέλων πορείας της μπάλας, από τα «γκελάκια» προκύπτουν τα «αγγελάκια»....

Σημειούται ότι, όπως λέει και ένας αστικός μύθος, ο μεγάλος αστήρ Ρονάλντο (του οποίου το ταλέντο, δυστυχώς δεν απολαύσαμε όσο θα θέλαμε, ένεκα πρόωρων τραυματισμών του) ξεκίνησε τα πρώτα του μεροκάματα ως φτωχός πιτσιρικάς, κάνοντας πολύωρα και αξιοθαύμαστα αγγελάκια στις παραλίες Ιπανέμα κλπ.

Κόουτς του ερασιτεχνικού: «Άσε τα αγγελάκια, ρε κωλόπαιδο και βάλε τη μπάλα κάτω να βγάλεις καμιά πάσα! Δε σε πήραμε για να μας ζαλίζεις!...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή σαλταπίδας.

Χρησιμοποιείται, τελευταίως, για να προσδιορίσει τον «κωλοτούμπα», δηλαδή εκείνον που αλλάζει γνώμη τελευταία στιγμή ή που εξαπατά συστηματικά με υποσχέσεις προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του, χωρίς να εφαρμόζει αυτά που υποσχέθηκε αρχικά, κλπ. Ευρύτερα, όπως είναι προφανές, χρησιμοποιείται ως πολιτικός λίβελος, κυρίως από τη μαχητική δημοσιογραφική πένα (μέχρι να «τα πάρει» και αυτή και ησυχάσει).

Η προέλευση δεν είναι σαφής και η χρήση του όρου δεν συνδυάζεται ετυμολογικά με το πρωταρχικό νόημα. Οπωσδήποτε συναντάται ως επώνυμο σε διάφορες περιοχές της χώρας, το οποίο, προφανώς προέρχεται από κάποιο παρατσούκλι.

Σε ελεύθερη απόδοση, το παρατσούκλι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ο «πηδηχτούλης» ή ο ιδιαίτερα αλτικός αθλητικός τύπος, ή και μεταφορικά ο άτακτος, ο ασταθών πεποιθήσεων, ο απατεωνίσκος, ο κατεργαράκος κλπ.

Επίσης, δεν θα πρέπει να λησμονήσουμε την αναφορά σε ομώνυμο χαρακτήρα, από το 100ο διήγημα «Η τελευταία μαύρη γάτα» του δικού μας, Ευγενίου Τριβιζά!

- «...ο μεγάλος ο σαλταπήδας, έκανε μεγάλη »κωλοτούμπα«, ενώ υποσχέθηκε αρχικά την επανίδρυση, προέβη σε διορισμούς...»

- «...ο διάδοχος μεγάλος σαλταπίδας, μετά τα προεκλογικά 4 όχι στο συνταξιοδοτικό, τώρα εφαρμόζει τα 4 ναι, εντελώς ανερυθρίαστα...»

"Ο Σαλταπήδας" από τους Γκρόβερ (από MXΣ, 15/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified