Έκφραση σεξουαλικού περιεχομένου. Αναφέρεται σε κάποιον που έστω και θεωρητικά γνωρίζει τους τρόπους με τους οποίους θα πρέπει να εκτελεστεί η συνουσία, έτσι ώστε να αποδώσει τα μέγιστα ικανοποιώντας την εκάστοτε θηλυκή παρτενέρ!

Μέσα στο club:
- Τι έγινε ρε, πού εξαφανίστηκε ο Αλέξης με την άλλη πάλι;
- Άσ΄τα ρε, έφυγε πριν λίγο και μου είπε ότι πάει σπίτι να βάλει αργά και δυνατά!
- Κατάλαβα! θα το καψουρέψει πάλι το μωράκι του..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε άτομο το όποιο αδυνατεί να εκφραστεί ή να κρατήσει τον ειρμό του σε μια απλή συνομιλία, με αποτέλεσμα να δυσανασχετούν οι συνομιλητές του.

Γκαρσόνι σε ταβέρνα.

- Γεια σας πατριώτες, τι θα πάρετε;
- Φερτέ τα αναψυκτικά πρώτα.
- Τι είναι αυτά;
- Πε συ, αυτός δε ξέρει ελληνικά ρε πως θα συνεννοηθούμε;
- Τι ελληνικά ρε, αυτός δε ξέρει σκέψη…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από τη σύζευξη των λέξεων λιώμα (σε κατάσταση βαριάς μέθης) και του Λουμίδη, γνωστής εταιρείας παραγωγής καφέ.

Αποδίδεται σε άτομα που κατανάλωσαν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και για τα οποία καθίσταται απαραίτητη η άμεση κατάποση του.

  1. - Τι έγινε ρε χθες πόσο ήπιατε πια;
    - Άστα ρε γύρισα σπίτι λιωμίδης, δεν έβλεπα μπροστά μου πάλι. Ευτυχως μού' φτιαξε η Μαρία φραπέ και συνήλθα.

  2. Στο τηλέφωνο:
    - Έλα Νίκο το' χεις ένα πότο στο στέκι;.
    - Ναι μέσα, άλλα μη γίνουμε λιωμίδηδηδες παλι όμως ε;
    - Ναι ρε μην ανησυχείς, σήμερα λευκό και ποίηση.

  3. - Χθες μού' δωσε ο Αλέξης από το ποτό του και έγινα λιομίδης ρε με δυο γουλιές.
    - Ε ναι ο Αλέξης τον έχει χτίσει το Λουμίδη

Βλ. και λιουμίδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για ομάδα ανθρώπων, συνήθως φίλων, που λόγω καλής διάθεσης και χημείας μεταξύ τους αναλώνονται σε κραιπάλες, ξενύχτια, απερίσκεπτη κατανάλωση αλκοόλ κτλ. Με λίγα λόγια αυτοί που έχουν μεγάλα αποθέματα αντοχής στις βραδινές τους εξόδους.

Συνήθως αποτελούνται από 3 με 4 άτομα. Όταν αποτελούνται από 4 αρσενικούς, τότε αποκαλούνται και ως οι 4 φανταστικοί.

  1. - Μεγάλε σήμερα κανόνισα μπουκάλι παραλιακή, πάρε και τους άλλους και πάμε για ζημιά.
    - Τι, να φέρω καμιά γκόμενα δηλαδή;
    - Όχι ρε, μαλάκας είσαι; Μόνο οι δυνατοί σήμερα...

  2. Έχοντας βγει τέσσερα ζευγαράκια στο bar:
    -Λοιπόν πίνουμε τα ποτά μας, στέλνουμε τις γυναίκες στα σπίτια τους και μένουν μόνο οι δυνατοί;
    -Ηρέμησε...

  3. - Έλα ρε μαλάκα Νίκο ντύσου γρήγορα, μας περιμένουν ο Αλέξης και ο Θοδωρής στο Αkanthus.
    - Τι, μόνο οι δυνατοί σήμερα ρε;
    - Όχι φίλε. Σήμερα οι 4 φανταστικοί!

Only the Strong (1993) (από poniroskylo, 23/07/10)

Σχετικό: σκληρός

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλάζω επίπεδο, γίνομαι καλύτερος.
Χρησιμοποιείται για οποιαδήποτε φάση που παρατηρείται βελτίωση-πρόοδος.

  1. — Έλα το βράδυ ρε να σε παίξω ένα pro.
    — Αφού όλο χάνεις!
    Μεγάλε, προπονήθηκα από τότε. Έχω ανέβει τσάκρα.

  2. — Πώς έγινε έτσι το Κατερινάκι ρε παιδιά!
    Ανέβηκε τσάκρα, άσ' τα.
    — Και τώρα μας το παίζει κυρία, κατάλαβα...

τσακρα! (από MXΣ, 29/04/10)

Σχετικά: περνάω σε άλλη σφαίρα, λεβελιάζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειπωμένο από τον μετρ της σλανγκικής!

Όρος που θυμίζει τον ισπανό πολιτικό Χοσέ Λουίς Ροδρίγκεθ Θαπατέρο,του ονόματος του οποίου και παίρνει την κατάληξη, προσδίδοντας στον όρο μια μελωδική χροιά.

Αναφέρεται στον τζαμπατζή, δηλαδή σε αυτόν που κάνει τον ανήξερο την ώρα της πληρωμής.

  1. - Παιδιά ξηλωθείτε, είναι 30 ευρώ το άτομο.
    - Περιμένουμε τον Κώστα ρε, είπε είχε μια δουλειά και θα έρθει.
    - Κατάλαβα την έκανε με ελαφρά πάλι.
    - Εναι ρε, κλασικός τζαμπατέρο ο Κωστάκης!

  2. - Νίκο, Αλέξη, μου χρωστάτε από χθες λεφτά.
    - Τι λες, αφού πληρώσαμε όλοι!
    - Αφήστε τα αυτά, ξέρω τι τζαμπατέρο είστε..

(από Khan, 02/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παλιά στο κουρμπέτι, η γυναίκα της πιάτσας, η πεπειραμένη.

Συνήθως είναι μεγάλης ηλικίας, σε αρκετές περιπτώσεις χωρισμένη ή και με παιδί, αλλά παρ΄όλα αυτά διατηρεί τη γοητεία της έμπειρης γυναίκας.

Επιλέγει συνήθως τεκνά για τις ερωτικές της περιπτύξεις.

- Μάγκες προχθές χτύπησα ένα πουρό που με χαλβάδιαζε 40 χρονών!
- Έλα ρε! Φόρτωσες δηλαδή;
- Ναι ρε σου λέω, μου 'κανε ένα κρεβάτι άλλο πράγμα! Τρελάθηκα. Η μέγαιρα του sex!

Η μυθική άρπυια, με σώμα πτηνού και κεφάλι γυναίκας. (από allivegp, 01/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι ξεφτίλα, γίνομαι ρόμπα.

Πηγάζει από το λεγόμενο χου-νέρι, δηλαδή τη δυσμενή κατάσταση στην οποία υποκύπτει κάποιος.

- Άσ' τα ρε τι έπαθα. Αγόρασα ένα παγωτό και μου έπεσε όλο πάνω μου, μπροστά σε όλους!
- Έγινες χου δηλαδή ε;...
- Ναι ρε, έτρεχα να κρυφτώ!

Τhe Who (από allivegp, 03/05/10)(από HODJAS, 03/05/10)

Βλέπε και χου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα.

Χρησιμοποιείται απαξιωτικά για το αδύναμο φύλο και ειδικότερα για αυτές που έχουν περιττά κιλά.

Επίσης χαρακτηρίζει τη γκάμα αυτή των γυναικών που, ενώ αρχικά υπήρξαν καλλίγραμμες, στη συνέχεια έβαλαν κιλά η φούσκωσαν απότομα, σαν να έτρωγαν όντως φασολάδα για πολύ καιρό.

Λέγεται και «φασόλι».

  1. - Λοιπόν μάγκες, κανόνισα έξοδο το βράδυ με την Εμανουέλα και μια φίλη της!
    - Μην κάνεις καμιά μαλακία ρε, την είδα χθες στο λεωφορείο και έχει γίνει σκέτη φασολάδα.
    - Φτου! καλά θα της δώσω άκυρο.

  2. - Ψήνεται κανείς για ποτό το βράδυ;
    - Ναι εγώ. Έχουμε κάνα γυναικωτό να πάρουμε, ή μόνο άντρες;
    - Χθες γνώρισα δυο να τις πάρω; Αλλά είναι φασόλια και τα δυο, σ' το λέω.
    - Ε τότε άσ' το, βγαίνουμε και μόνοι μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που παίρνει το όνομα της από τον γνωστό ποδοσφαιριστή Frédéric Oumar Kanouté, προσδίδοντας στον όρο την κάνω μια διαφορετική αλλά και αστεία κατάληξη.

Χρησιμοποιείται σε ποδοσφαιρόφιλους πιο συχνά για ευνοήτους λόγους.

- Πώω άργησα να πάω στο ραντεβού!
- Ε και τι κάθεσαι, σήκω γρήγορα.
- Καλά, την κανουτέ, θα τα πούμε το βράδυ ΕΧΕΙ και ματς..

(από Khan, 04/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified