Στην γλωσσα των αλογομούρηδων, όπως και το γαϊδούρι, σημαίνει το αουτσάϊντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.
- Κοίτα τον κωλόφαρδο! Πόνταρε σε μουλάρι και κέρδισε!
Στην γλωσσα των αλογομούρηδων, όπως και το γαϊδούρι, σημαίνει το αουτσάϊντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.
- Κοίτα τον κωλόφαρδο! Πόνταρε σε μουλάρι και κέρδισε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όνομα - παρατσούκλι κατά τους αλογομούρηδες, για το αργό άλογο, που δεν έχει καμιά ελπίδα να κερδίσει. Χρησιμοποιείται και απο τους οδηγούς αυτοκινήτων όταν πρόκειται για αργό - δυσκίνητο ή παλαιό αμάξι.
- Έκανα κόντρα με ένα φτιαγμένο Punto αλλά έφαγα τη σκόνη του. - Εμ τι πας και συ να συναγωνιστείς με τον Αστραχάν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το άτομο που συχνάζει τακτικά και παίζει πολλά λεφτά στον ιππόδρομο. Ξέρει τα ονόματα των αλόγων πιο καλά και απο των παιδιών του.
Ρε τον Βαγγέλη! Εχω να τον δω 2 μήνες τώρα. Πού τον χάνεις πού τον βρίσκεις, πάλι στον ιππόδρομο θα είναι! Μεγάλος αλογομούρης!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δείχνει το άτομο που περνά πιο πολύ χρόνο στο γυμναστήριο παρά στο σπίτι του προκειμένου να φτιάξει το ιδανικό σώμα για λόγους υγείας, για να πάρει μέρος σε κάποιο διαγωνισμό (σπανιότερα), ή για να το εκθέτει σε κοινή θέα στη παραλία το καλοκαίρι με ανάλογες αξιώσεις (συχνότερα).
Το όνομα προέρχεται απο τον Arnold Schwarzenegger
διάσημο bodybuilder-ηθοποιό και νυν κυβερνήτη της California των Η.Π.Α.
- Θα έρθει απόψε μαζί μας για ποτάκι ο Δημήτρης;
- Αποκλείεται, πάλι στο γυμναστήριο θα πάει. Θέλει λεει μέχρι το καλοκαίρι να έχει φτιάξει σώμα!
- Α, την έχει δει και πολύ σβάρτσος!
Βλ. και σφίχτης, σφίχτερμαν, μπονταίος, πρησμένος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο υπερβολικά γυμνασμένος, σε αντιαισθητικό βαθμό, που για να πετύχει τέτοιο αποτέλεσμα έχει πάρει μπόλικα αναβολικά.
-Κοίτα τον πρησμένο που βγαίνει απο τη θάλασσα! Έχει ένα ύφος «εδω είμαι κορίτσια»... -Ναι, κοίτα όμως που περπατάει και σαν χεσμένος!
Σχετικά: Κ.Δ.Ο.Α., κορμαρίων, μποντέος / μπονταίος, μποντιμπιλντεράς, ντούκι, σβάρτσος, σφίχτερμαν, σφίχτης, τίγκας, τίγκατρον, τρίπατος, φουσκωτός, χτιστός.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η γυναίκα με το ανύπαρκτο στήθος.
- Βγήκες με την Μαρία;
- Ναι, καλά περάσαμε, αλλά ρε παιδί μου από στήθος τίποτα, εντελώς πλάκα..
Βλ. και παντόφλα, κόντρα πλακέ, απλώστρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο άνθρωπος μειωμένης αντίληψης, που δεν καταλαβαίνει απο γράμματα και δεν είναι φίλος της γνώσης.
Μεγάλο ντουβάρι ο Βασιλείου! Τον ρώταγε ο καθηγητής για την άλωση της Κωνσταντινούπολης και αυτός έλεγε για την επανάσταση του 1821!
Got a better definition? Add it!
Published
Η νεαρή σε ηλικία κοπέλα, όμορφη και προκλητική, δεν περνάει ποτέ απαρατήρητη.
- Κοίτα την μουνίτσα στο διπλανό τραπέζι! Όλο χαμόγελο και νάζι...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όπως και η μουνίτσα, είναι η κοπέλα μικρής ηλικίας που η παρουσία της αναστατώνει τα αγόρια.
- Έκατσαν δίπλα μας στην παραλία 2 καυλίτσες και τους πιάσαμε κουβέντα με το Γιώργο. Κανονίσαμε για ποτάκι το βράδυ!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εννοούμε το δυνατό και με κορυφαίες επιδόσεις αυτοκίνητο.
- Αποφάσισα τι αμάξι θα αγοράσω.
- Ποιο;
- Τη BMW την Μ3.
- Πώ πω φίλε, φοβερό εργαλείο θα πάρεις!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified