Φράση που ακολουθεί την οδυνηρή διαπίστωση ότι το αγόρι βγήκε αγορίνα. Τσάμπα τα κεράσματα του πατέρα στο μαιευτήριο όταν έμαθε ότι έκανε γιο...

  1. Και καλά εμένα φίλε μου, χεσμένο με έχεις, τον δόλιο τον πατέρα σου που κέρναγε τρεις μέρες στο μαιευτήριο όταν έμαθε ότι έκανε αγόρι δεν τον σκέφτεσαι που θα βρει αυτούς που κέρασε να πάρει τα λεφτά του πίσω;

  2. Tι να πω ρε. Κρίμα τα ουίσκι που κέρναγε ο πατέρας του στην Οκλαχόμα όταν έμαθε οτι έκανε γιο

  3. Κρίμα τον πατέρα του που κέρναγε στα καφενεία κι έλεγε «έκανα γιο ρε!».

Azis εκ Βουλγαρίας (από malakia, 24/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξ' ορισμού, ο χαρακτηρισμός πρέπει να εξαντλείται στο γυναικείο φύλο (άντρας και άκαυλος δεν συνάδει, διότι ως γνωστόν, όταν ο άντρας θέλει να πηδήξει...). Για του λόγου το αληθές, ρωτήστε τον Γούγλη ποιο γένος προτιμά και συγκρίνετε τα αποτελέσματα.

Αλλά ας γυρίσουμε στα της άκαυλης. Όπου, άκαυλη είναι αυτή που καυλώνει δυσκόλως.

Πρακτικά και συμπυκνωτικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι άκαυλη είναι κάθε γυναίκα που εφευρίσκει δικαιολογίες για να αποφύγει την σωματική επαφή. Σε αυτή την περίπτωση, για να καυλώσει (τρόπος του λέγειν), θα πρέπει να εξασφαλίσει πρώτα κάποιες ελάχιστες απαιτούμενες συνθήκες. Αυτές ποικίλουν από γυναίκα σε γυναίκα (πχ: απόλυτο έλεγχο επί του αρσενικού, σεβασμό και άλλα πειστήρια αφοσίωσης, αφρικανικών διαστάσεων εξοπλισμό, κτλ,κτλ..). Όχι σπάνια, μια άκαυλη γυναίκα μπορεί να προβάλει ένα αυστηρό διαννοουμενιλίκι που υποκρύπτει βεβαίως μια προσπάθεια υποκατάστασης της ακαυλοσύνης της από μία επίπλαστη εγκεφαλικότητα..

Το είδος που απαντάται πιο συχνά, είναι η άκαυλη γυναίκα που, αν και δίνει ευχαρίστως φίφα, ωστόσο δεν προσφέρει ποτέ το αιδοίο της για τα περαιτέρω. Απλώς συμμετέχει κατά το ήμισυ, έτσι για να ευχαριστήσει τον γκόμενο για την προσοχή που της έδειξε.

Δευτερευόντως υπάρχει και η άκαυλη γυναίκα που εξιτάρεται τηλεφωνικώς ή ιντερνετικώς με ευκολία, αλλά για συνάντηση από κοντά δεν το συζητά καν. Εδώ θα πρέπει να υποπτευθεί κανείς ότι είναι (ή αισθάνεται) κάπως σαύρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρατσιστική αναφορά σε άτομο αλβανικής καταγωγής με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Χρησιμοποιείται σε ουδέτερο γένος, ώστε να καλύπτει και τον αλβανό και την αλβανίδα. Μπορεί να αναφέρεται και για μη αλβανό, που έχει όμως τα χαρακτηριστικά των συμπαθέστατων κατά τ' άλλα γειτόνων: κουτοπονηριά, αλεπουδόφατσα, απλυσιά, αλμπάνικο σεξαπίλ...

Αυτά κι άλλα πολλά συνιστούν ένα αλμπάνι.

  1. Αλμπάνι πήδηξες ρε και είσαι και περήφανος; (σχόλιο ανώνυμου σε σεξοσάιτ σε ερωτική ιστορία με θέμα «Η εμπειρία μου με την αλβανίδα γειτόνισσα»)

  2. Καλή γκόμενα η Φουρέιρα αλλά μου είπαν οτι είναι αλβανίδα. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, πάντως εμένα δεν μου κάνει για αρτίστι αλμπάνι...

  3. Τα αλβανικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για ακύρωση της πρόσφατης συμφωνίας για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και άλλων θαλασσίων ζωνών μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας. Για δές που ξύπνησαν και τα αλμπάνια.. (από γνωστό φορούμιο)

Συνώνυμα: αλβανό / αλμπανό, νόζις, νόζης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το αντίστοιχο του ελληνικού «γουστάρω», ή αν προτιμάτε περιφραστικά, «μου αρέσει».

Έχει έρθει στο προσκήνιο χάρη στην εφαρμογή του Φατσοβιβλίου που επιτρέπει στους χρήστες να κάνουν like ή εν προκειμένω, να αρέσκουν τις δραστηριότητες των «φίλων» τους.

Υπάρχει δε και η πασίγνωστη για τους μικρότερους κυπριακή ιστοσελίδα «Αρέσκω» όπου μπορούν να διαλέξουν ανάμεσα σε εκατοντάδες εκφράσεις εκείνη που θα τους αρέσκει, ώστε να την κοτσάρουν περήφανα στον τοίχο του Φατσομπουκίου τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται ευρύτατα από τους Πατρινούς, αλλά και από τους δυτικοελλαδίτες γενικότερα. Υπάρχει και η ορθογραφία Μοιραλέικα, αλλά δεν είναι ετυμολογικά σωστή.

Η ερμηνεία είναι απλή και δεν θέλει πολλή φαντασία. Όπως συμβαίνει με τα αρχίδια καπαμά και τα αρχίδια μέντολες αναλόγως και εδώ πρόκειται για μαλακίες, για τρίχες, για γελοιότητες.

Ας κοιτάξουμε τώρα και την προέλευση της έκφρασης.

Πολλοί θεωρούν ότι είναι εφεύρεση του πάλαι ποτέ βουλευτή Αχαΐας, Μένιου Κουτσόγιωργα, ο οποίος την έκανε γνωστή πανελληνίως. Για την ιστορία, όταν γνωστός εκδότης ζήτησε από τον Κουτσόγιωργα να σχολιάσει τις φήμες για το σκάνδαλο Κοσκωτά, εκείνος απαξίωσε το ζήτημα, με τον χαρακτηρισμό 'αρχίδια Μιραλέικα'.

Στην πραγματικότητα όμως, άλλη είναι η καταγωγή της έκφρασης. Και συγκεκριμένα, το ένδοξο Μιράλιο ή Μιράλι, μικρό χωριό λίγο έξω από την Πάτρα.

Τι το ξεχωριστό έχουν τα απίδια των Μιραλιωτών; Ό,τι και τα Καλαβρέζικα, φαντάζομαι!

(Από τον Ιστό)

''Τό Πανεπιστήμιο πρώτα είναι χώρος
εκπαίδευσης καί μετά παραγωγής πολιτικής.
Όλα τ΄άλλα είναι αρχίδια Μοιραλέικα
(τό κατά Κουστόγιωργα 1ο,ψαλμός 6ος
στίχος 5ος).

Αναστάσης.''

βλ. και μπαρούφα (-ες)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μακρόσυρτο, γκρινιάρικο καντήλι που συνοδεύεται από την χαρακτηριστική γκριμάτσα ''στραβωμένο-στόμα-λίγο-πριν-το-εγκεφαλικό'' (ούτως ώστε να βγαίνει το ''αααα'' πιο παχύ και πιο δραματικό).

(Ετυμολογία: α στο διάολο=> ασταδιάλο => ασσστεεάααλο)

- Γυναίκα; Πιάσε ένα μπυρόνι να πιούμε!
- Αχ, ρε Κώστα μου, τελείωσαν οι μπύρες από χθες και ξέχασα να πάω στο σούπερ-μάρκετ..
- Μα τίποτα να μην υπάρχει σε αυτό το σπίτι; Αηδία καταντήσαμε. Ασστεεάααλο πια...

βλ. και ασταδιάλα, ασταδγιάλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η όμορφη, πλήν μικροκαμωμένη γυναίκα.

Είναι ένα αγγλικό σλάνγκ που έχει ενσωματωθεί και στην ελληνική. Για την ιστορία, η έκφραση ''pocket Venus'' είναι εφεύρεση της Αγκάθα Κρίστι, από το μυθιστόρημα 'Ταξιδιώτης για την Φρανκφούρτη'.

Στερεοτυπική Αφροδίτη τσέπης μπορεί να θεωρηθεί η Kylie Minogue.

Συνώνυμα: κοντοπούτανο, πινεζοπούτανο, τάπα.

1.Ιζαμπέλλα Κογεβίνα, Αφροδίτη τσέπης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τοποθετώ διάφορα πράγματα σε αποθηκευτικούς χώρους και για να βουλώσω τρύπες. Προσοχή, και όχι για απλούς, ταπεινούς λόγους συντήρησης.

(Δες παράδειγμα.)

Α: Στα επείγοντα νοσηλεύεται η γνωστή τραγουδίστρια Γιάννα Ζήση..
Β: Θα έβαλε πάλι κανένα μπουκάλι στο ...ψύγείο της.

παράξενα ευρήματα

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χρόνια άπαρτος και γι'αυτό ανωμαλιάρης, που την βάζει ανεξέταστα σε κάθε πιθανή τρύπα, αγνοώντας ότι τέτοιες μεθόδοι είναι ενίοτε βλαπτικές..

Δευτερευόντως, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εσχάτη προσβολή σε επαρχιώτη τύπο, ή σε αμόρφωτους και ανίδεους.

Μερικά συνώνυμα είναι τααιγοκμπήκτης, κατσικομπήχτης, γιδογάμης, κατσικαρέας, κτλ. Εναλλακτικά, υπάρχει και ο γαϊδουρογάμης.

1.Πολιτικός διάλογος σε φρούμιο:

- Πραγματικά ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΑ ΜΠΕΝΝΥ ή και ΓΑΠ ξανά
(για τους οποίους οι φανατικοί ξέρουν τις απόψεις μου),
παρά Τσίπρα ή Αλέκα ή Κουβέλη ....
- Ρε γιδοσπρώχτη, ακόμη να φύγεις από τα χειμαδιά;

  1. Κρητική μαντινάδα:

Σου συνιστώ επίσκεψη στον Ομαλό να κάμεις,
μπορεί για σένα να βρεθεί κανένας γιδογάμης.

(από Vrastaman, 15/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτή που πριν χωρίσει με τον γκόμενο Α, έχει ήδη εντοπίσει τον γκόμενο Β.

Κατά την τακτική της μαϊμούς δλδ, προτού πηδήσει απ'το ένα κλαδί, έχει ήδη πιαστεί από το επόμενο.

Θα λέγαμε ότι είναι φανατική σχεσάκιας, που παραμένει σε έναν τελειωμένο δεσμό, απλώς για την ασφάλεια του πράγματος ενώ παράλληλα ψάχνει τρόπο να τον κάνει κορνούτο.

-Τώρα που βεβαιώθηκα ότι ο Αντρέας ενδιαφέρεται για σχέση, λέω να χωρίσω το Μιχάλη. -Ε, είσαι μεγάλη μαϊμού!

Βλ. και τσίτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified