Σε πλήρη ανάπτυξη: μας πιάνει κωλοπρεμούρα.

Ξαφνικό, έντονο και όψιμο μπρίζώμα / κωλοπιλάλα προκειμένου να ολοκληρωθεί κάτι για το οποίο μέχρι πρότινος έπεφτε το κωλοβάρεμα τση της αρκούδας.

Επίσης, η υστερόβουλη και ανειλικρινής σπουδή να προβληθεί κάποια θέση ή να ολοκληρωθεί κάποια πράξη επειδή πουλάει, άσχετα εάν την γράφουμε εκεί που δεν πιάνει ήλιος.

Εκ του ιταλογενούς πρεμούρα και του γαμοσλανγκοπροθήματος κωλό-.

1.
ΑΝΕΒΑΙΝΕΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΣΑΣ ΕΧΕΙ ΠΙΑΣΕΙ ΚΩΛΟΠΡΕΜΟΥΡΑ ΔΙΑΣΡΕΒΛΩΝΕΤΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΤΕ ΝΑ ΠΕΙΣΕΤΕ ΤΟΥΣ ΑΦΕΛΕΙΛΕΙΣ! ΚΑΤΑΝΤΑΤΕ ΓΕΛΟΙΟΙ!

2.
ο Δένδιας και όλο του το σκυλολόϊ,έχει τελευταία μια κωλοπρεμούρα με τους ρομά. Τί σκατά θέλει ο κατήγορος των μπουκαλιών μπύρας ; Προφανώς να αρπάξει ψηφαλάκια από την χρυσαυγίτικη φάρμα ασπόνδυλων και να ικανοποιήσει τα μισανθρώπινα ένστικτα τόσο τα δικά του,όσο και του αφεντικού του μονόφθαλμου βουτυρομπεμπέ Σαμαρά.

3.
Εσυ Ποπαρα μου δεν γουσταρεις τους Ελληνες γιατι εισαι βολεμενο μουνόπανο και σε επιασε ο πονος και η κωλοπρεμουρα για τους αλλοδαπους. Να τους παρεις ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιδιότητα του να είσαι ακραία γκάου, μαλάκας και γύφτουλας (bête et méchant, που λένε και στο χωριό μου).

Εκ του κάφρος (< αραβ. qafir, ο άπιστος, μη μουσουλμάνος. Βλ. και την ρατσιστική ταξινομία kaffir για τους μελαψούς αγγλοσάξονες τση Ν. Αφρικής) και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -λίκι (< τουρκ. -lık που προσδιορίζει ιδιότητα).

Σλανγκοπρεπέστερα αλλά σπανιότερα: η καφρικιά.

1.
Τα ψευτονταηλίκια και το καφριλίκι στην Ευρώπη δεν περνούν. Στην Ελλάδα μπορεί να μην έχει μείνει τίποτα όρθιο στο ελληνικό ποδόσφαιρο, στην Ευρώπη όπως οι νόμοι εφαρμόζονται και η UEFA έκανε απλώς το αυτονόητο τιμωρώντας τον ΠΑΟΚ.

2.
Καφριλίκι: Αντιθατσερικό «πάρτι» στην Τραφάλγκαρ. Τέσσερις ημέρες πριν από την κηδεία της Μάργκαρετ Θάτσερ εκατοντάδες πολίτες, πολιτικοί αντίπαλοι της «Σιδηράς Κυρίας», πραγματοποίησαν χθες βράδυ μεγάλη συγκέντρωση στην κεντρική πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου, για να γιορτάσουν το θάνατό της.

3.
ΚΑΙ ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΣΗ ΑΚΡΟΔΕΞΙΩΝ ΣΕ ΜΑΓΑΖΙΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ...ΤΟ ΚΑΦΡΙΛΙΚΙ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΙΣΤΩΝ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων που αποκαλούνται τοιουτοτρόπως:

Α' μεγάλη κατηγορία
1.
πρεζάκιας - Συνώνυμα: (...) 8. φιξάκιας / ξάκιας (από το φιξάκι = ένεση, ποδανιστί ξάκιφι)

Β' μεγάλη κατηγορία
2. Αν βάλετε έναν άπειρο ποδηλάτη με το καλύτερο τούμπανο δισκοφρενάτο ποδήλατο κι ένα τυπάκι της Bondex να κάνουνε μια κοντρίτσα στην Αθήνα της μεσημεριανές ώρες της κίνησης, θεωρώ πως περισσότερο ασφαλής (και γρηγορος) θα είναι ο φιξάκιας

3.
Aρέσουν στα κορίτσια οι φιξάδες; Μπαα! Απλώς τους κάνει εντύπωση το χωρίς φρένα ή τα ποδήλατα που έχουν ωραία χρώματα!

Γ' κάπως μικρότερη κατηγορία
4.
κανονικά έπρεπε να είμαι επίτιμος καλεσμένος που έμαθα στους ΦΙΞάδες να φτιάχνουν μπύρα...αλλά εντάξει, είμαι υπεράνω ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες δαγκωνιάρηδων:

Με επιμελή εκπαίδευση και κοινωνικοποίηση, είναι εφικτό να μετριαστεί η δαγκωνιάρικη φύση ρατσώνε σκύλωνε με γενετική προδιάθεση (βλ. Πιτ Μπουλ, Τσιουάουα, Τσόου-Τσόου κ.ά.). Αντιθέτως, όσο κι αν χτυπιούνται χίλιοι κασιδιάρηδες, είναι σχεδόν αδύνατο να μεταμορφώσεις ένα Μπίγκλ ή ένα Γκόλντεν Ριτρίβερ δαγκωνιάρικες μηχανές. Το αυτό ισχύει και δια τα πετούμενα: οι παπαγάλοι Αμαζονίου είναι από την φύση τους πιο τζωραίοι από ένα εκ γενετής χουχουλιάρικο Κοκατού.

Τα πιράνχας, οι κορκόδειλοι και τα γατιά απλά δεν εκπαιδεύονται.

1.
Δειλά – δειλά, με τη δειλία σκουληκαντέρας, σκάνε ανύποπτα αγγελίες που ζητούν “δημοσιογράφους με… κεφάλαιο”! Πλαφόν τα 1000 ευρώ. Τα οποία, όπως (σου) εξηγούν, σου επιστρέφονται όταν το περιοδικό, το site, το εφημεριδάκι τοίχου κάνει… απόσβεση, αλλά εσύ σε κάθε περίπτωση θεωρείσαι “συνεργάτης”.(...) Κι όσο κι αν «δαγκώνει» η απόγνωση, στη γωνία υπάρχουν, πιο «δαγκωνιάρηδες», με “κορυφαία” sites που προσφέρουν προοπτικές μόνιμης απασχόλησης….

2.
Ο Μένιος ο γαιδαράκος που φιλοξενείται και αυτός εκεί !! Μπορεί να είναι δαγκωνιάρης αλλά είναι ένας γλύκας δεν συμφωνείται ;

3.
Δαγκωνιάρης σκύλος και μωρό... Λοιπόν ήρθε η ώρα να σας γράψω τον πόνο μου. όπως ανέφερα και στις συστάσεις, ο Ιβάν μας είναι «ηλικιωμένος» τσόου, τον έχουμε από μωρό...πριν 7 μήνες γεννήθηκε η κορούλα μας, οπότε τώρα έχουμε 2 μωρά - 1 δίποδο και ένα τετράποδο (...) ... τι θα γίνει όταν αρχίσει το μωρό να μπουσουλάει / περπατάει; scr: δε μπορούμε να τον έχουμε συνεχώς απομονωμένο, δεν έχουμε κήπο :-| ποιός μας εγγυάται ότι δε θα κάνει καμία κίνηση που ο σκύλος θα την εκλάβει ως απειλή;... ούτε που να σκεφτώ τη συνέχεια..

Got a better definition? Add it!

Published

Οι σουργελέ ψηφιακές αυτοφωτογραφίες που βγάζει το κάθε λογής ανασφαλές τσόλι για να τις αποστείλει ως γυμνήματα ή να τις αναρτήσει στα φατσομπούκια και τα ινσταγκράμια εις άγραν likeιστικής ναρκισσιστικής επιβεβαίωσης του εγώ. Στην πιο ουγκ δε εκδοχή, οι αυτοφωτογραφιζόμενοι μορφάζουν δίκην πάπιας (ντάκφεϊς).

Επιστημονικές μελέτες επιβεβαιώνουν ότι η αποστολή σέλφι στην πραγματικότητα αποξενώνει τους ρόμπες-αποστολείς στα μάτια των φίλων τους.

Εκ του αγγλικάνικου selfie, που ανακηρύχτηκε λέξη της χρονιάς για το 2013 από το έγκυρο κατά τα λοιπά λεξικό τση Οξφόρδης. Σε τι κόσμο θα φέρουμε τα παιδιά μας, Νίκο Τσιαμτσίκα;

1.
Ανεβάζεις σέλφι, το δέχομαι. Μην κανεις από μόνη σου χάσταγκ πριτι, για το θεό, ασε να το αποφασίσουν οι άλλοι.

2.
Ας είμαστε ειλικρινείς. Το τέλειο σέλφι, το σέλφι το σωστό, το πρόστυχο, το έξυπνο, το ξεσηκωτικό, είναι δύσκολη ιστορία

3.
Οι φορές που ένιωσα λίγο ένας μικρός γλυκός μαϊντανός (...) Όταν προσπάθησα να βγάλω σέλφι, εμένα με φόντο τους ανεμόμυλους, έχοντας δίπλα μου άλλα 6 άτομα να κάνουν το ίδιο. Και οι 2 ήταν Κινέζοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικός σλανγιωτατισμός τση εκφράσεως κάνω την πάπια.

Ορισμένοι μπαμπάδες νέας κοπής το εκφέρουν συνεκδοχικά κι όταν αι θυγατέραι των (ή, Θεός φυλάξοι, οι υιοί των) βγάζουν σέλφι με ντάκφεϊς.

Εναλλακτικά, όταν κάποιος καγκουρόσαυρος κάνει μοντιφιές στην Nissan του.

Αγραμματιστί: ποιώ την νήσσαν.

Λαμπυριζούσης και σελαγιζούσης της νυκτός, περίπου στα 400 π.Χ. οι Γαλάται επεχείρησαν αιφνιδιαστικήν επίθεσιν ίνα καταλάβωσιν την αιωνίαν πόλιν (Roaming).

Αι καλοθρεμμέναι χήναι του Καπιτωλίου, λαβούσαι πρέφαν τι διημείβετο, επάτησαν τας τσιρίδας, με αποτέλεσμα να αφυπνισθώσιν οι ημικαθεύδοντες φλουροί (εκείνα τα χρόνια επετρέπετο να φυλώσι σκοπέτο καθιστοί και τον ψιλο-έπαιρναν) και να απωθήσωσιν τς εισβολείς.

Έκτοτε εις την πρωτεύουσαν της αυτοκρατορίας, αι χήναι ετιμώντο δεόντως υπο των Ρωμαίων ως σωτήρες της πόληώς των, ενώ εμισούντο βαθέως υπό των Γαλατών, οίτινες τας κατέσφαζον ευκαιρίας δοθείσης και εκατασκεύαζον η-πατέ φουα γρά με το ήπαρ των ινα τας εκδικηθώσιν (εν συνεχεία το εσυνήθισαν και τους ήρεσεν).

Ότε μετεφέρθη η πρωτεύουσα του ιμπέριου εν Κωνσταντινουπόλει (330 μ.Χ.), ο Κωνστάντιος ο Α΄ (ο Ξηρός) μιμούμενος τας συνηθείας της Ρώμης, εκτός του ότι διήρεσεν ομοίως αύτην εις 14 περιοχάς, διετήρη τάφρον με ιερά παπάκια (διότι δεν τους ηυρίσκοντο παρεπιδημούσαι χήναι) πλησίον του παλάτσου, ίνα κρώζωσιν και να ειδοποιεί η ακάθιστος (πλέον) φρουρά τον Πρωτοκουβικουλάριον διά τυχόν κίνδυνον (Συμεών Πικραμένος τ. ζ΄ σελ. ιθ΄ στιχ. κγ΄).

Όπως παρατηρεί ο Λεπενδρηνός στα 1178, η πόλις της Θεσσαλονίκης ως δευτέρα της αυτοκρατορίας, εμιμήθη εν συνεχεία τα μεγαλεία της πρωτευούσης και εκατασκεύασεν χαβούζαν με παπάκια πλησίον της Αχειροποιήτου, η χρησιμότης των οποίων όμως είχεν από μακρού λησμονηθεί, προϊόντων των αιώνων.

Πράγματι, μνημονεύει ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης ότι «… ο Μανουήλ Κομνηνός ως ηδέως ηρέσκετο πλατσουρίζειν μετά νησσών πολλών λουόμενος…», έθιμον το οποίον και εξεπόρτισεν (export) εις Εσπερίαν ο Αλδουίνος των Νορμανδών.

Ούτω πως, η τάφρος εφυλάσσετο υπο βλοσυρών Τσιφίτ-μπασήδων (Εβραίων), οίτινες ουχί μόνον ωλιγωρούσαν ως προς την δίαιταν των πτηνών από καρμιριά, αλλ’ επωφελούντο πωλούντες το σιτηρέσιόν των και ενθυλακούντες το αντίτιμον.

Ως εικός, αι νήσσαι (παπάκια) τω προαναφερθέντι μόδω σκαιώς μεταχειρισθείσαι, εμουλάρωσαν (τρόπος του Ленин) και ότε επλάκωσαν οι Νορμαντέζοι το 1185, αύται έκαναν τη γκορόιδα…

(Χότζας, εδώ)

Ένα από τα περίφημα ντακ-φέισιζ της Σώτης Τριανταφύλλου. (από Khan, 10/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατενίζω το αντικείμενο ή υποκείμενο του πόθου μου ωσάν ξερολούκουμο και ξεροχύνω από τα μάτια.

Βλ. επίσης: ζαχαρώνω, τρέχουν τα σάλια μου, μουνοσαλιάρης, παθαίνω μουνόπλακα, ό,τι πρέπει για τα κάρβουνα...

Αγγλιστί: to feast one's eyes on something.

1.
Τι Corsa OPC και λοιπά κουβαδάκια... αυτό είναι αυτοκίνητο. Ξερογλείφομαι και δεν είναι για τα κοψίδια (Τσικνοπέμπτη γαρ)...

2.
Τραγουδιστής καρφώνει το βλέμμα του στα οπίσθια της Μαρία Μενούνος και ξερογλείφεται

3.
O Γ.Μπουτάρης ξερογλείφεται για στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ. Θα του τη δώσει;

4.
ΒΙΝΤΕΟ: Ψάρι επιτίθεται σε γάτα που ξερογλείφεται!

Got a better definition? Add it!

Published

Δεν αναφερόμεθα στον πληθυντικό του κλειδιού, αλλά στην κακόβουλη συνήθεια ορισμένων να βγάζουν τα απωθημένα τους γδέρνοντας αυτοκίνητα με κλειδί ή κατσαβίδι.

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες (συχνά αλληλοεπικαλυπτόμενες) λεβέντηδων που προβαίνουν σε κλειδιές ή κατσαβιδιές:

  • Οι αγάμητες κοπμπλεξάρες: η κλιμακούμενη οικονομική κατάρρευση και η κυρίαρχη ιδεολογία του λαϊκισμού απενοχοποιούν και τροφοδοτούν τον φθόνο προς τους λιγότερο αναξιοπαθούντες που ακόμα κυκλοφορούν με τσίλικα τουτούνια (βλ. πρώτο παράδειγμα).
  • Οι κακώς εννοούμενοι βιτζιλάντες (μασκοφόροι και μη): αυτάρεσκα τιμωρούν όσους νταλάρες σταθμεύουν παράνομα ή απερίσκεπτα, παρεμποδίζοντας πεζούς, αμέα, κ.ταλ.. Στην πράξη ξεπερνούν σε γυφτιά τα θύματά τους κατά πολλά κιλά μαλακίας (βλ. δεύτερο παράδειγμα).

Καταγράφουμε για λόγους πληρότητας τις περιπτώσεις θυμάτων κλινικής ιδιωτείας που λόγω δεισιδαιμονίας κάνουν κλειδιές στα γίδια τους τα αμάξια για το μάτι.

Εκ του κλειδιού και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -ιά.

1.
Αν σε ένα όχι ιδιαίτερο αυτοκίνητο όπως το δικό μου (sx4) γίνονται αυτές οι ζημίες, οι οποίες πλέον δεν με πολυενδιαφέρουν αφού το έχω πάρει απόφαση, σε ένα καλλίτερο και ακριβότερο αυτοκίνητο τί θα γίνονται; Κλειδιές, ξυσίματα, βαθουλώματα. Αξίζει να δίνεις μια περιουσία και να φθείρεται κακόβουλα και μη από ζώα χωρίς ίχνος συνείδησης;

2.
Στο πρόβλημα των κάφρων που παρκάρουν λες και βρίσκονται στην στάνη τους, η λύση είναι μια και βρίσκεται στις τσέπες όλων μας. Τα κλειδιά του σπιτιου!!!!!!!!!!!!! Λύση δοκιμασμένη και σίγουρη. Μην κουράζεσαι, μετά από μια ''κλειδιά'' στην λαμαρίνα ούτε να το σκεφτεί να το ξαναπαρκάρει εκεί. Όλα τα άλλα είναι ημίμετρα, δυστυχώς

3.
Στο εξωτερικό δεν κάνουν κλειδιές (δεν έχει κακοήθεις Έλληνες που λεν να ψοφήσει ο γάιδαρος του γείτονα) και έχουν συνήθως κλειστά παρκινγκ για αυτό είναι ενάντια στις κουκούλες και φυσικά δίκιο έχουν! Στην Ελλάδα πιστεύω δεν ζηλεύουν το καλό αυτοκίνητο, αλλά τον εργατικό ιδιοκτήτη που το προσέχει ασχέτως κόπου. Απόδειξη όταν είναι τρακαρισμένο και ρυπαρό, κανένας δεν το γρατσουνά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες ελληναράδων:

  • Σε αντιδιαστολή με το πάντα αρνητικό ζενεσεκουά του ελληνάρα, ο ελληναράς (όπως κι ο πουτσαράς) ενίοτε εμπεριέχει τη θετική αύρα του πολύ Έλληνα: μπεσαλής, φιλόξενος, φιλότιμος, πατριώτης, ψυχάρα, κ.ταλ.
  • Συχνότερα όμως ο ελληναράς ταυτίζεται με ότι αρνητικό στερεότυπο αποδίδεται στον ελληνάρα: εγωιστής, φωνακλάς, κλανιάρης, φραπέλληνας, σοβινιστής, κρατικοδίαιτος, κ.ταλ.Βλ. την ενδιαφέρουσα συζήτα στα λεξιλόγια.

1.
Ωραίος ο Τσίπρας που πιθανότατα δεν έχει πατήσει ποτέ το πόδι του στην Ακρόπολη να το παίζει τώρα πιο Έλληνας από τους άλλους. Ολοι οι υπόλοιποι είναι ανθέλληνες και προδότες και αυτός είναι ο Ελληναράς, ο πατριώτης που δεν πουλάει την Ακρόπολη. Η αναίδεια σε όλο της το μεγαλείο.

2.
Με 250 χιλιάρικα γίνεσαι Ελληναράς.

3.
Σφακιανάκης: Ο… Notis ο Ελληναράς, είναι πολιτικό ον και ψηφίζει… Χρυσή Αυγή!

  1. ελληναρ|άς <-άδες> [ɛlinaˈras] SUBST
  • ελληναράς (σοβινιστικός άνθρωπος): chauvinistischer Grieche
  • ελληναράς (με θετική σημασία): echter/richtiger Grieche
  • ελληναράς (ειρωνικά): toller Grieche

(γερμανός μεταφραστής, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσπαθώ να γαμήσω ανεπιτυχώς, αερογαμώ κι αεροψεκάζω aux noces du Karaghioze δίκην εφαψάκια.

Βλ. επίσης: αερογάμης, αερόπιπα, ξεροκαβλώνω, ξεροπούτσι, ξεροχύνω, το γαμοσλανγκοτέτοιο ξερό-. Παίζει κι ως ιδιωματισμός της ορεινής Αρκαδίας (βλ. β' παράδειγμα).

Αγγλιστί: dry humping.

1.
Όσο για τα πορνίδια αυτά, κανόνισε να βγούμε για καφέ - αν έχεις επαφές μαζί τους. Θα τις στρώσω χαρακτήρα. Τέτοιες γυναίκες μου το παίζουν παρθενοπιπίτσες,ενώ έχουν πάρει όλο το Κωλονάκι (:Ρ) και την Γλυφάδα. Ο λόγος που είναι ξυνομούνες ανοργκάσμικ πουτανογαμιόλες είναι επειδή το ξερογαμήσι που κάνανε απέβη άκαραπο - όπερ μεθερμηνευόμενον εστί, δεν βρήκαν δουλειά και τις έχει βγει το όνομα.

  1. Σιγά μη μπορούν να κάνουν τίποτα, έτσι ξερογαμιόνται.
    (Δημήτριος Σπ. Τσαφαράς, Λαγκαδινό Λεξικό, εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη 2013)

Ο διάσημος σχετικός πίνακας από την Βικτωριανή εποχή. (από Khan, 02/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published