Συλλογική ονομασία αναφερομένη στο γνωστό αθλητικογραφικό δίδυμο Καρπετόπουλος-Πανούτσος.

Έχει σαφή πλεονεκτήματα έναντι άλλων, επίσης συλλογικών ονομασιών του ιδίου αθλητικοδημοσιογραφικού ζεύγους, του τύπου Καρπετοπανούτσοι, Πανουτσοκαρπετόπουλοι και τα συναφή, διότι:
- είναι συντομώτερον
- είναι καρποφόρον και (ανα)παραγωγικόν
και τέλος
- είναι πλέον διεισδυτικόν

Διότι ως γνωστόν «τα εις -ουτσος ουσιαστικά είναι ανδρείας σημαντικά π.χ. Ανδρούτσος, Πανούτσος πλην των Γιούτσος και Πούτσος, άτινα σημαίνουν: "έμπαινε!"»
[εκ της γραμματικής Τζαρτζάνου].

- Θυμάσαι πού έπαιζε ο Βουνοτρυπίδης;
- Νομίζω στα Τρίκαλα. Πάρε καλού-κακού το Καρπούτσο να το σιγουρέψεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτεινόμενος τίτλος περιοδικού «αφόσον» γίνει νομιμοποίηση των ουσιώνε από την κυβέρνηση. (Κατ' αντιστοιχίαν προς τα «Μαστορέματα»).

Επίσης έτσι ονομάζονται οι ρεματιές κοντά στα «Μαστουροχώρια».

«Μόνο στα Μαστουρέματα: - Φτιάξτε μόνοι σας τους καλύτερους home made αργιλέδες !
- Όταν καπνίζει ο λουλάς... Τι προσέχουμε.
- Πάτα τόνε κι άναφ' τόνε. Πέντε Tips για... ένα αργιλέ αφράτο. »

«Κάτω στα μαστουρέματα εγώ θα σ' ανημένω τσαι θά'χω τσ' ένα τρίφυλλο ζια χάρη σου αναμμένο»
Μαντινάδα Ζωνιανών

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

μπέος (ο)

Εναλλακτική ονομασία για το «πέος». Χρησιμοποιείται ενίοτε λόγω αγνοίας, αλλά, κυρίως, προκειμένου να προσδώσει κύρος και αντριλίκι, αλλάζοντας το γένος του ουδέτερου και άχρωμου: «το πέος». Επιπλέον η χρήση του «μπ» αντί του «π» επιτείνει την ένταση των ανωτέρω (όπως λέμε ΜΠΑΟΚ).

Επίσης είναι πιθανό να προέρχεται από την (ευφωνική) μετατροπή του «ν» σε «μ» προ του «π» (στον πέο μου->στο μπέο μου). Τέλος, η (υφέρπουσα) αναφορά στον ομώνυμο πρόεδρο, του προσδίδει ένα επί πλέον βάρος.

Ό,τι και να του πω τα γράφει στο μπέο του!

Τα 'χω ρίξει όλα ένα μπέο.

(από Khan, 26/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτεινόμενος τίτλος πρωινής μουσικής εκπομπής της «νέας» ΕΡΤ οψέποτε αύτη ήθελε λειτουργήσει.
Εις τον παιγνιοκατάλογον (βαρβαριστί playlist) να περιλαμβάνονται άσματα εγερτήρια του τύπου: «Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους», «Ήλιε, ήλιε αρχηγέ»,«Ντιμπι-ντιμπι- ντιμπιντάι», «Μεγιεμελέ-μεγιεμελέ» και τα τοιαύτα.
Την παρουσίασιν δε της εκπομπής να αναλάβουν εκ περιτροπής:
- Η κυρία Ζωή Κωνσταντοπούλου.
- Η κυρία Ρενα Δούρου.
- Η κυρία Ελένη Αυλωνίτου. Εις περίπτωσιν καθ' ην αδυνατούν αι ως άνω, λόγω ανειλημένων υποχρώσεων, να μεταδίδονται ηχογραφημένα αποσπάσματα τηλεοπτικών διαξιφισμών των, με πολιτικούς αντιπάλους των.
Πιστεύω ότι η εκπομπή θα επιτύχει υψηλότατα ποσοστά ακροαματικότητος, ενώ παραλλήλως θα λύσει και το πρόβλημα της εγκαίρου πρωινής προσελεύσεως εις τους τόπους εργασίας και τα σχολεία. Ταυτοχρόνως, θα επιλύσει και το σοβαρότατον πρόβλημα πολλών γονέων, συζύγων κλπ. διά την πρωινήν έγερσιν των τέκνων, συζύγων και λοιπών «μαχμουρλήδων». Υπάρχει και άλλη εκδοχή, θαλασσινή αυτή τη φορά, που περιγράφεται στο δεύτερο παράδειγμα.

(Απόσπασμα τηλεφωνικής επικοινωνίας του μέλλοντός μας):
- Τι να σου πώ Σούλα μου! Ούτε στα πιό τρελά μου όνειρα! Σώθηκα με τα Μουσικώματα! Τώρα σηκώνονται τα χρυσά μου αμέσως, με την πρώτη τσιρίδα της Ζωής!
- Κι εγώ Νίτσα μου, είχα πάθει φαρυγγίτιδα με το Γιάννη. Τώρα με το που ακούει τη Ρένα, πετάγεται σαν ελατήριο! Αλλά και η Ελένη δεν πάει πίσω. Τι τίμπρο, τι μέταλλο!

Καλοκαίρι, γλυκοχάραμα, μπουνατσα, χαρά θεού. Ψαρεύουμε τσαπαρί στ'ανοιχτά και στη διπλανή βάρκα ο φίλος μου ο Γιώργος με το ράδιο στη διαπασών.
- Χαμήλωσέ το ρε Γιώργη, θα φύγουνε τα ψάρια!
- Τι λες ρε Μήτσο, αυτά μουσικώνονται! Δεν βλέπεις που τα πιάνουμε τώρα πιό ρηχά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με βάση την παροιμία : «Να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει», που υποδηλώνει κάτι το εξαιρετικό, συνήθως «περί την βρώσιν» (κυριολεκτικώς ή μεταφορικώς π.χ. μαμά τεκνατζού).

Στην «προκυμαία» περίπτωση όμως, αναφερόμεθα στους γνωστούς, κωδικούς, που αποκλείουν την πρόσβαση (σε κινητά και κάρτες αγορών ή αναλήψεων) στα πλέον αξιαγάπητα μέλη των οικογενειών μας, προς αποφυγήν «πτωχευτικού γεγονότος».

Υπάρχει όμως και άλλη ανάγνωση:
«Το πιν' η μάνα; Του παιδιού να μη δίνει.»
Εδώ ο ποιητής αναφέρεται σε «ουσίες κι οινοπνεύματα» και θέλει να πει ότι, ανεξαρτήτως των έξεων που μας διακατέχουν, οφείλουμε να προστατεύουμε τα παιδιά μας από αυτές.

- Είδες το λογαριασμό του κινητού σου;
- Τον είδα, αλλά δεν τά'κανα εγώ τα τηλέφωνα. Το καμάρι μας τα ΄κανε.
- Πόσες φορές στο 'χω πει; Το pin η μάνα του παιδιού να μη δίνει!

- Τι έγινε ρε Καίτη; Η Μαιρούλα πάλι πιωμένη ήρθε στο μάθημα.
- Δεν είναι τίποτα Λένα μου. Δυο ποτηράκια στο φαγητό ήπιαμε.
- Πόσες φορές στο 'χω πει: Πίν' η μάνα; Του παιδιού να μη δίνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με τον «μαρξιστικολενινιστικό» όρο «δικτατορία του προλεταριάτου» για τον οποίο, ξοδέψαμε ώρες ατέλειωτες σε αμφιθέατρα, πηγαδάκια και «ζυμώσεις», με ύφος μεγάλων θεωρητικών, έχοντας φυλλομετρήσει κάποιες κομματικές φυλλάδες, απ' όπου είχαμε αποστηθήσει τα sos: κάποια τσιτάτα των κλασσικών, στα οποία είχε γίνει η σχετική κοπτοραπτική για να βολεύουν στη περίσταση. Εκεί κάπου στο τέλος της δεκαετίας του '80 ή στις αρχές της επόμενης δεκαετίας διάβασα τον όρο αυτό, αλλά δε θυμάμαι πού και από ποιόν.

Πιστεύω όμως ότι περιγράφει ακριβώς αυτά που βιώσαμε τις τελευταίες δεκαετίες: Την κυριαρχία της μικρότητας, της κακογουστιάς, της κακοήθειας σε συνδυασμό με το νεοπλουτισμό, το κιτς και τη γκλαμουριά. Χαρακτηριστικό δείγμα η «δημαρχέσα».

- Είδατε τις φωτογραφίες της «δημαρχέσας»;
- Η δικτατορία του κατιναριάτου σ' όλο της το μεγαλείο.

Φαιοκόκκινο κατυν-αριάτο. (από Khan, 26/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που πάει με το αυτοκίνητο, ακόμα και για... κατούρημα, ο αυτοκινητοκένταυρος.
Εμπνευσμένο από το τραγούδι «των Κολοκοτρωναίων», όπου: «...καβάλα παν στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε...».

Θεωρείται σκόπιμο να προστεθούν μερικές μεταφράσεις του ονόματος, όπως:
πρωκτόλιθος (καθαρεύουσα)
λάπυγος (αρχαία) εκ του λάας (βράχος) και πυγή. Εδώ μπορεί να αναφερθεί και ο όρος «εγχειρίδιον λαπυγικόν» ήτοι σουγιάς κολοκοτρωναίικος
πωποκοτρώνης ( επί το μικροαστικώς σεμνότερον)
rock-ass (αγγλικά) ή εξελληνισμένο ροκάς
rock bottom (αγγλικά)

Γέμισε η παραλία κολοκοτρωναίους. Τσαλαπατήσανε τα κρινάκια της αμμουδιάς με τις ρόδες τους, για να βάλουν τα ρημάδια τους κάτω απ' τ'αρμυρίκια. (Πραγματική εικόνα σε παραλίες προσβάσιμες σε αυτοκίνητα).

Παραθέτω την πλήρη μετάφραση τουτραγουδιού «Να 'τανε το εικοσιένα» που είχα κάνει το 1970, μαθητής της 6ης γυμνασίου. Ήταν η νεανική αντίδραση στον εξαναγκασμό της χούντας να γίνονται όλα τα μαθήματα στην καθαρεύουσα.

Το εικοσιέν

Μοι επανέρχονται εν προς εν έτη δόξης λαμπρά
ας επανήρχετο το εικοσιέν, έστω στιγμιαίως.
Να διατρέχω έφιππος την πλατείαν άλω,
μετά δε του Πρωκτολίθου να έπινον οίνον.

Να μάχομαι καθ' εκάστην εις τας επάλξεις
και το ξίφος μου να ερυθροπυρούται,
κατα τας αστεροέσσας δε νύκτας
να εναγγαλίζομαι οθωμανίδα νεαράν.

Πρώτος όλων να ορχούμαι εις τας ατραπούς του Μωρέως
όπισθέν μου δε οι Μανιάται και οι Ψαριανοί
και ότε τρωθείς γείρω εις τους οπωρώνας
να με ραίνουσιν ία, χείρες και ουρανοί.

Επωδός (Να μάχομαι...κλπ.) [βλ. και σχετικό σχόλιο στο λήμμα μουνγουόκινγκ]

rock bottom prices (μετάφραση : τιμές κολοκοτροναίικες)

Σύγχρονοι γκλετσαναστάτες κολοκοτρωναίοι ξηγιούνται γκλέτσικα στην πρόσφατη παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2015 στη Λαμία. Τουκανιστικό φετίχ η επιγραφή "Επανάσταση" στον τοίχο παρακείμενης οικίας. (από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπό του αιδοίου ελαυνόμενος, κοινώς μουνάκιας. Όπως λέμε ιππήλατος άμαξα, κωπήλατος λέμβος, ατμήλατον πλοίον.

Ως γνωστόν η ελκτική δύναμις του αιδοίου είναι άπειρος, κοινώς «σέρνει καράβι».

Ο Γιάννης είναι δια βίου μουνήλατος: Σ' όλη του τη ζωή κυνηγάει το μουνί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων σφοδράν ερωτικήν επιθυμίαν (κοινώς Κέντρο Άμεσης Βοήθειας Λεκανοπεδίου Αττικής K.A.B.L.A.) δια τας λέξεις και συνεκδοχικώς δια τον λόγον, γραπτόν τε και προφορικόν, ως οι πλείστοι των συμμετεχόντων εν τη ιστοσελίδι ταύτη.

Αμήν.

Μαζευτήκαμε εδώ όλοι οι λεξίκαυλοι και κάνουμε διανοητικές αλλαξοκωλιές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο - παραποίηση του αρχαίου γνωμικού :«Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον» [είναι αδύνατο ν' αποφύγουμε τη μοίρα μας].
Αναφέρεται σε φαγητά (π.χ. ρύζι, μακαρόνια,όσπρια, κιμάδες κλπ. ) που, από κάποιο καπρίτσιο της μοίρας ( π.χ. πιανω με τις ώρες το τηλέφωνο) πετρώνουν (το γνωστό φαινόμενο της «ορυζοπηξίας», κιμαδοπηξίας κλπ.) σε βαθμό που να μην τρώγονται.

Χθές μας έκανε το τραπέζι η πεθερά μου. Δεν έφταναν όλα τ' άλλα, είχα και τον Τάκη:
«Γιατί δεν έφαγες το πιλάφι της μαμάς; Δε σ' άρεσε;»
«Δε λέω, νόστιμο ήταν Τάκη μου, αλλά να, πώς να στο πώ; Το πετρωμένον φαγείν αδύνατον».

- Δοκίμασες τα γιουβαρλάκια;
- Ναι αμέ! Ό,τι πρέπει για γκολφ. Εσύ;
- Ά πα πα! Το πετρωμένον φαγείν αδύνατον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified