Further tags

Χαρακτηρισμός ο οποίος προέρχεται από το μπασκετικό alley-oop, ή αλλιώς (στα ελληνικά), χουπ.

Οι χούπηδες ισχυρίζονται πως είναι μπασκετικοί φίλαθλοι και μιλάνε μεταξύ τους με καθαρά μπασκετικούς όρους, όπως: πικ εν ρολ, άλεϊ ουπ, τρανζίστορ, μπακ κορτ κτλ.

- Πάμε μπασκετάκι σήμερα ρε μαλάκα; Έχω 2 εισιτήρια στις κεντρικές θύρες απέναντι από τα επίσημα.
- Άσε ρε μαλάκα, θα κάτσουμε μαζί με όλους τους χούπηδες... Θα πάω να καθίσω στο πέταλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

εκ του Χουπ (Hoop): είναι το στεφάνι της μπασκέτας.

Στην διάλεκτο του πεζοδρομίου σημαίνει παίζω μπάσκετ. Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις του Street BasketBall: παιχνίδι μπάσκετ σε εξωτερικό χώρο.

Σημείωση: οι μπασκέτες έχουν σιδερένιο φιλέ για να μην κόβεται.

- Πάμε μπασκετάκι σήμερα ρε μαλάκα; Έχω 2 εισιτήρια στις κεντρικές θύρες απέναντι από τα επίσημα.
- Άσε ρε μαλάκα, θα κάτσουμε μαζί με όλους τους χούπηδες... Θα πάω να καθίσω στο πέταλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε ομάδα πολλών χοντρών ανθρώπων που τριγυρνούν / κάθονται / χλαπακιάζουν μαζί. Προέρχεται από το αμερικάνικο «dream team», την ομάδα του μπάσκετ στους ολυμπιακούς του 1992.

- Ρε συ, θα έρθουν απόψε οι Σαχλεπίσογλου με την παρέα τους στο πάρτυ!
- Ωχ... δε χοντρήμ τημ... δεν θα μείνει μπουκιά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται συχνά στην αθλητική ορολογία για να δηλώσει την επιτυχία σε κάτι τρεις φορές, σε τρεις συνεχείς προσπάθειες. Πρωτοεμφανίστηκε τον 19ο αιώνα για να περιγράψει παρόμοια επιτυχία στο κρίκετ (βλ. εδώ εδώ). Γράφεται με παύλα (χατ-τρικ) ή χωρίς.

Κυριολεκτικά στην Ελλάδα χρησιμοποιείται όταν κάποιος ποδοσφαιριστής βάλει 3 γκολ σε ένα παιχνίδι... Μεταφορικά έχει πολλές ενδιαφέρουσες χρήσεις, με πιο ενδιαφέρουσα βέβαια αυτή για το σεξ, όπου γίνεται και αναφορά στο σκοράρισμα (παράδειγμα 3).

  1. (Από εδώ)
    Τα... συγχαρητήρια περίπου 2.000 οπαδών που βρέθηκαν στο γήπεδο του Βύρωνα δέχθηκε ο Σωτήρης Νίνης στο φιλικό του Παναθηναϊκού με τον Αθηναϊκό, στο οποίο οι «πράσινοι» επικράτησαν με 6-0, χάρη σε χατ-τρικ των Πετρόπουλου και Χριστοδουλόπουλου.

  2. (Από εδώ)
    Κυριακή σήμερα. Η μέρα του Ήλιου (Sun Day που λένε και οι αγγλόφωνοι). Αποφάσισα λοιπόν να επιλέξω έναν «ποδοσφαιρικό» τίτλο, γιατί οι Κυριακές, εκτός από την γνωστή μελαγχολία τους, έχουν και ποδόσφαιρο. Για τους αγνοώντες τον όρο, «χατ-τρικ» κάνει ένας ποδοσφαιριστής όταν βάλει 3 γκολ. Έτσι λοιπόν, αν ο Προκόπης Παυλόπουλος ήταν ποδοσφαιριστής και τα υπουργεία ήταν γκολ, θα δικαιούτο τον όρο επαξίως.

  3. - Το ΠΣΚ θα βγω με τρία διαφορετικά γκομενάκια, όλα πρόθυμα και αξιαγάμητα...
    - Πας για χατ τρικ δηλαδή;
    - Ναι! Δευτέρα ετοιμάσου για λιώσιμο σπίτι σου... Θα σου πω ιστορίες...

Χατ-τρικ Παυλόπουλου, με τον έλεγχο τριων υπουργείων... (από Cunning Linguist, 01/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελούν φανταστικά-κοροϊδευτικά συμπληρώματα διατροφής ευρέως διαδεδομένα στους κύκλους που συχνάζουν επίδοξα μπιλντέρια.

Αποδίδεται (η χρήση τους) με έναν ειρωνικό τόνο, σε αυτούς που καυχιούνται ότι «έχτισαν» το εν λόγω σώμα τους περνώντας αμέτρητες εργατοώρες στα γυμναστήρια, ενώ μια βδομάδα πριν είχαν το σώμα του Παναγιώτη (σώμα γνωστού τυροπιτούλη).

Εικάζεται λοιπόν ότι η απότομη αλλαγή αυτή οφείλεται στο κούμπωμα των ουσιών αυτών από τον εκάστοτε τσαρώφ των gym.

Πιάνοντας το χέρι του φίλου μας

- Τι έγινε μωρή ξεφτίλα, τουμπάνιασες σε μια βδομάδα μέσα; Τι πήρες, κοκταίηλ απο πρισμενολ και πριξτίν πάλι;
- Ρε μαλάκα ξεκόλλα, γαμιέμαι δυο μήνες στα βάρη!
- Έλα τώρα... μεταξύ μας μεταξά..

(από notheitis, 19/05/10)

Βλέπε και σταρχιδιαμόλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ποδήλατο-μινιμαλιά, αποψιλωμένο από κάθε περιττό καβλιτζέκι: μονοτάχυτο, χωρίς ελεύθερο και (στην πιο ρεντ μπουλ εκδοχή του) χωρίς φρένα. Οι επιβαίνοντες αυτού αποκαλούνται φιξάδες.

Το συνήθως πολύχρωμo φιξάκι είναι το απόλυτο αστικό ποδήλατο με άποψη. Η οδική συμπεριφορά του διαφέρει παρασλάγγης από ό,τι γνωρίζαμε. Ελλείψει ελεύθερου δεν ρολάρει (όσο κινείσαι γυρνάνε τα πετάλια), πράγμα που αρχικά ξενίζει - ειδικά όταν τρέχεις σε κατηφόρα. Σού επιτρέπει ωστόσο να το οδηγήσεις και με την όπισθεν και να κάνεις κάθε είδους ποστιλίκια που κλείνουν το μάτι στην καγκουροφροσύνη.

Ελλείψει φρένων, τα πράματα είναι σκούρα. Ή επιβραδύνεις το πετάλι ή σκιντάρεις: μετατοπίζεις δηλαδής το κέντρο βάρους σου στον μπροστινό τροχό (μειώνοντας την πρόσφυση του πίσω τροχού) και μπλοκάρεις τον πίσω τροχό κοντράροντας τα πετάλια με τα πόδια σου. Στη συνέχεια επαναφέρεις το κέντρο βάρους σου στον πίσω τροχό, προκαλώντας ολίσθηση («skid»). Διαδικασία γρήγορη και επαναλαμβανόμενη, μέχρι να σταματήσει το πουτσύλατο ή να φας το κεφάλι σου (whichever comes first, που λένε και στα βραστοχώρια). Οι πιο ντικάφ φιξάδες πάντως τοποθετούν μπροστινό εφεδρικό φρένο, μην τρελαθούμε.

Τα φιξάκια πρωτοφορέθηκαν σε μεγάλα αστικά κέντρα παγκοσμίως από ψαγμένους κομιούτορες και ταχυμεταφορείς. Μοιραίως ξεφύτρωσε και στην χώρα μας η σχετική υποκουλτούρα, με όλα τα συμπαρομαρτούντα.

Εκ του αγγλικάνικου fixie.

1.
Να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος (αν οδηγείς φιξάκι)

2.
Πλήθος πολύχρωμο μαζεμένο, αλλιώτικα ποδήλατα, πιό χρωματιστά και πιο όμορφα, ξέρετε το γεγονός ότι τα φιξάκια είναι μόδα και έχουν άλλο κοινό, οδηγεί τους κατασκευαστές να τολμήσουν χρωματικά.

3.
Το να έχεις φρένα στο fixie είναι φλωριά, γι'αυτό οι περισσότεροι φιξάδες δεν διαθέτουν φρένα.

4.
Aρέσουν στα κορίτσια οι φιξάδες; Μπαα! Απλώς τους κάνει εντύπωση το χωρίς φρένα ή τα ποδήλατα που έχουν ωραία χρώματα!

Πως να σκιντάρεις (από σφυρίζων, 18/11/13)Τυπικό φιξάκι (από σφυρίζων, 18/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη μπασκετική ορολογία, σημαίνει κλέβω τη μπάλα από τον αντίπαλο - αρκετά όμοια με την κανονική σημασία της κλοπής. Παρ' όλα αυτά, ο όρος χρησιμοποιείται συνηθέστερα στο μπάσκετ για το κλέψιμο μέσα από τα χέρια του αντιπάλου, την ώρα δηλαδή που ντριμπλάρει.

Χρησιμοποιείται σε αυτό το context για να υποδηλώσει ότι τον έκανες ρόμπα με αυτό το κλέψιμο - σε αντίθεση π.χ. με ένα κλέψιμο που προέρχεται από παρέμβαση σε απρόσεκτη πάσα.

Το ίδιο το κλέψιμο αναφέρεται φυσικά ως «φέρμα».

Αν μου πουλήσεις εξυπνάδα κάνω φέρμα, τη μπάλα και φεύγω στην επίθεση σφαίρα. (Tang-Ram)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγεται από την λέξη τσαχπίνης και την πορτογαλική κατάληξη -inio (μετάφραση -ούλης) που δηλώνει καταγωγή ή στυλ βραζιλιάνικο.

Χαρακτηρισμός για ποδοσφαιριστές που, ενώ φαινομενικά μιλάν στο τόπι, επί της ουσίας δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα, με τα παρακάτω γνωρίσματα. Η θέση τους βρίσκεται κοντά στη γραμμή του πλαγίου άουτ (σλανγκιστί «ασβέστης»), θεωρούνται διεμβολιστές και ωραίοι ντριπλέρ, και πάντα μα πάντα είναι κάτω του μετρίου και του αναμενόμενου.

Συνήθως κατάγονται από την Βραζιλία, αλλά όχι πάντα. Καθυστερούν όσο δεν πάει άλλο το παιχνίδι της ομάδας τους και, τις περισσότερες φορές, αντί να περνάν τον αντίπαλο τρώνε σαβούρντες περιμένοντας μάταια το κοράκι να σφυρίξει. Δεν δίνουν πάσα ούτε από το δεξί πόδι στο αριστερό. Τα βάζουν με τον κακό προπονητή που δεν τους εμπιστεύεται και οι περισσότεροι λένε για αυτούς «Αν είχε μυαλό αυτός θα έκανε καριέρα».

- Έμαθες τον καινούριο Βραζιλιάνο εξτρέμ που πήρε η ομαδάρα;
- Ναι μωρέ, σιγά τα λάχανα. Άλλος ένας τσαχπίνιο που θα μας ζαλίσει τα ούμπαλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Οι ποδοσφαιρικοί ελιγμοί. Και ομοίως οι φιγούρες, οι πιρουέτες σε χορό και πάλη.

  2. Τα νάζια, οι κόνξες, οι ακκισμοί, τα σκέρτσα, τα καμώματα.

Από την τουρκική λέξη çalim.

Ασίστ: acg.

Τελικά τσαλιμάκια ήταν η συμπεριφορά του Πέρι! Τον γούσταρε τον γερομπινέ κι ας ήταν βίαιος. Μέχρι την Κυρήνεια έφτασε και δεν άντεξε να πάει παραπέρα, του έδωσε ραντεβού στην Αμμόχωστο.

Got a better definition? Add it!

Published

Από το γαλλικό tourbillon που σημαίνει ανεμοστρόβιλος, δίνη.

Ο stratos98 έχει ήδη καταγράψει την συνηθέστερη σημασία της λέξης - τον περιστροφικό μηχανισμό που υπάρχει σε ορισμένα ρολόγια με σκοπό να αντισταθμίσει την επίδραση της βαρύτητας. (Φωτό 1.)

Πέραν τούτου, τουρμπιγιόν λέγεται και ένα σύστημα τακτικής στο ποδόσφαιρο - ήταν στις δόξες του στην δεκαετία του 1950. Η καινοτομία του τουρμπιγιόν ήταν ότι οι επιθετικοί, πέντε τότε, άλλαζαν συνεχώς θέσεις μεταξύ τους. Αυτή η διαρκής κίνηση σε συνδυασμό με τις γρήγορες, μακρινές μπαλιές - επίσης πρωτοποριακό πράγμα για την εποχή - δημιουργούσε μεγάλη σύγχυση στους αντίπαλους αμυντικούς που, μεταφορικά, περιφέρονταν σαν χαμένοι μέσα στη δίνη του κυκλώνα. Τουρμπιγιόν έπαιζαν, μεταξύ άλλων, οι εθνικές ομάδες της Γερμανίας και της Ουγγαρίας που συναντήθηκαν το 1954 στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βέρνης. (Φωτό 2 και παρ.1). Θεωρείται πρόδρομος του ολλανδικού Total_Football της δεκαετίας του '70. Αντιδιαστέλλεται, ευφυώς, με το τουρλουμπούκι.

Tourbillon λέγεται επίσης και ένα κάστρο κοντά στην Σιόν της Ελβετίας και το στάδιο της ίδιας πόλης. Καμία σχέση, όμως.

Στην τρέχουσα, η λέξη χρησιμοποιείται - σπάνια - για να χαρακτηρίσει συμπεριφορές απροσδόκητες έως αλλοπρόσαλλες, με απότομες εναλλαγές, που αιφνιδιάζουν και μπερδεύουν τον άλλον. (Παρ.2 και Παρ.3)

Σπανιότερα ακόμη, χρησιμοποιείται για να δηλώσει την ζαλάδα από αλκοόλ. (Παρ.4)

Στη Θεσσαλονίκη, η λέξη προφέρεται ΝΤουρμπιγιόν.

  1. ... Αλλά εκεί που οι Γερμανοί ήσαν καταπληκτικοί ήτο εις την επίθεσιν. Οι πέντε κυνηγοί, τροφοδοτούμενοι συνεχώς από τα χαφ και τα μπακ, έπαιζαν ένα γρήγορο «τουρμπιγιόν» με μακρυνές μπαλλιές που «εγονάτισε» την ασταθή άλλωστε Αυστριακήν άμυνα...

Τότε περίμενα την αντεπίθεσι των Ούγγρων. Πράγματι οι Ούγγροι φιλοτιμηθέντες άρχισαν το «τουρμπιγιόν» των.

(Από εδώ, ένας νεαρός τότε Γιάννης Διακογιάννης γράφει στην «Αθλητική Ηχώ» τις εντυπώσεις του από το Μουντιάλ του 1954).

  1. ο Βγενόπουλος κάνει ένα διπλό τουρμπιγιόν και στέλνει το μήνυμα στον Αντωνίου ότι αυτός πρέπει να προσέχει και όχι ο κόουτς. (Από εδώ).

  2. Δε θα μου το παίξεις τουρμπιγιόν mounitsa (Από εδώ)

  3. καλα ε..εχθες ειχα ενα κεφαλι τουρμπιγιον μετα τις τεκιλιτσες, πςφτω στο κρεβατι και μετα απο 5 λεπτα ρεικι συνηλθα!!!!!. (Από εκεί).

Μηχανισμός τουρμπιγιόν για ρολόι (από poniroskylo, 14/03/11)Εθνική Γερμανίας 1954 - από τους πρώτους διδάξαντες το τουρμπιγιόν (από poniroskylo, 14/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified