Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.
Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.
Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.
Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.
Δες και λιάρδα.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που είναι μεθυσμένος.
- Ήρθε μέσα στο μαγαζί ο Νίκος και ήταν τελείως γκολ.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που κάνει τζούρα. Από τον Σέρβο προπονητή μπάσκετ Βλάνταν Τζούροβιτς, του Πανιωνίου και άλλων ομάδων. Σχηματίζεται κατά το δεντηβρίσκοβιτς και άλλες εμπνεύσεις εκ Γιουγκοσλαβίας.
- Ωχ, θα μας φέρεις κι εκείνον τον τζούροβιτς στην παρέα;
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για τον άνθρωπο που βρίσκεται υπό την επήρρεια παραισθησιογόνων ουσιών. Εμπνευσμένο από τον αμυντικό της ΑΕΚ Ντάνιελ Μαϊστόροβιτς (ψιλοτρελός... πχ. έριξε ένα ξύρισμα στη μέση ενός αγώνα).
- Ρε αυτός μου έλεγε κάτι κουφά χθες.
- Ε όχι μόνο χθες... αφού είναι μονίμως μαστούροβιτς!
Βλ. και σχετικό λήμμα μαστουρώνω
Got a better definition? Add it!
Τα «συμπληρώματα διατροφής» είναι συμπληρώσεις της διατροφής με ειδικές ουσίες, προκειμένου να γίνει κάποιος σφίχτερμαν, σβάρτσος κ.τ.ό. Ορισμένες από αυτές τις ουσίες είναι παράνομες και αν ανιχνευθούν, επέρχονται κυρώσεις στον αθλητή. Χαρακτηριστική έκφραση: τα ληγμένα του Τσέκου.
Τα συμπληρώματα διαστροφής είναι όταν ένας μερακλής, πέρα από το σεξ ημών το επιούσιον βάζει και μια διαστροφική λεπτομέρεια στην σεξουαλική ζωή του, to spice up things a little. Και από αυτά τα συμπληρώματα πολλά είναι παράνομα, και αν ανιχνευθούν επέρχονται κυρώσεις. Λ.χ. στον παντρεμένο που έχει σεξ με την γυναίκα του και συμπλήρωμα διαστροφής με κάποια πορνοδιαστροφική μαλακοπουτανιάρα ή εναλλακτικώς με μια σεξοπορνοδιαστροφική μαλακοπουτσογλείφτρα.
Η έκφραση χαλκεύθηκε από τον Τζίμη Πανούση για να περιγράψει τα φαινόμενα, όπως του προπονητή Τσέκου, που έδινε ειδικά συμπληρώματα διατροφής στους αθλητές για τα χρυσά, και στους σβάρτσους για να κάνουν το κομμάτι τους.
Αυτί της γής: Τά 'μαθες; Περνάει κρίση ο γάμος του Επαμεινώνδα και της Ευανθίας.
Φίλος: Για πες όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες.
Α.: Ανιχνεύθηκε ο Επαμεινώνδας να παίρνει συμπληρώματα διαστροφής. Δεν τού 'φτανε το σεξ με την Ευανθία (λίγη του πέφτε η σαραντάρα του -ηντάρη γερομπισμπίκη;), ήθελε και συμπληρώματα διαστροφής με την γραμματέα του την Λάουρα! Τελικά, όμως, ανιχνεύθηκε! Πήγε η Ευανθία στον γραφείο και τον βρήκε δεμένο με λουρί από την Λάουρα να κάνει το σκυλάκι της και να γαβγίζει! Τώρα άφησε την διαστροφή και ψάχνει την διατροφή που θα πληρώνει στην Ευανθία, σαν βγει το διαζύγιο!
Got a better definition? Add it!
Κοροϊδευτικά, τα διάφορα στεροειδή, αμφεταμίνες και λοιπά αναβολικά που καταναλώνουν τα ντούκια.
Επίσης χρησιμοποιείται για να δηλώσει ταινίες που «βρωμάνε τεστοστερόνη» σε στιλ Rambo.
(Στο γυμναστήριο)
- Πω τον τυπά! Μαλάκα, με γυμναστική και διατροφή μόνο δεν γίνεσαι έτσι.. θα πνίγεται στις μπρουταλίνες!
(Στο σινεμά)
- Τί να δούμε ρε 'σεις:
- Ψήνεστεγια ROCKY;;;
- Πωωω! Μπρουταλίνη! Μέσα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η τεστοστερόνη για τους μπίλντερς. Οι εν λόγω κύριοι (και κυρίες βεβαίως βεβαίως) έχουν αναπτύξει μια ιδιότυπη steroid slang για να συνεννοούνται μεταξύ τους για θέματα τα οποία η μέχρι ξεράσματος υποκριτική ελληνική κοινωνία αρνείται να συζητήσει, επιμένοντας να παραχώνει τη σκόνη κάτω από το χαλί και να μπουκώνει το κεφάλι της στην άμμο ωσάν τη στρουθοκάμηλο...
Η τέστο διατίθεται και σε oral μορφή (χάπι), δραστικότερη όμως είναι σε μορφή ενέσιμη (injection, λέγε με και σουτάρισμα). Ως η κατεξοχήν ανδρική ορμόνη, η τέστο μεταμορφώνει σε μάγκα και το μεγαλύτερο μπουχέσα. Σε κάνει να πρήζεσαι, να γαμάς σαν πούστης, να μην κουράζεσαι κλπ. Προσοχή στα o.d.
– Tι νέα ψηλέ;
– Φίλε χτύπησα κάτι γαμάτες πρωτεΐνες και μέχρι το καλοκαίρι με βλέπω να 'χω τουμπανιάσει...
– Μ' αυτό το πλευρό να κοιμάσαι. Αγορίνα μου στο 'χω ξαναπεί: χωρίς τέστο, χαΐρι δε θα δεις ούτε σε δέκα χρόνια, που να χτυπάς τον κώλο σου κάτω.
– Έλα ρε μαλάκα, τα παραλές..
– Αν είναι να συνεχίσεις μ' αυτά τα μυαλά, καλύτερα κόφ' τα βάρη και γύρνα το στο πλέξιμο...
Got a better definition? Add it!
Τζι έιτς είναι η Αυξητική Ορμόνη (Growth Hormone) στη συνθηματική γλώσσα των μπίλντερς, αλλά και των άλλων αθλητών, των λεγόμενων «ευγενών» αθλημάτων.
Η τζι έιτς δεν συγκαταλέγεται στα steroids, είναι μια κατηγορία μόνη της. Αυξάνει όχι μόνο τη μυική μάζα αλλά και τα οστά, ενώ μετριέται σε μονάδες. Ιδιαίτερα αγαπητή στους κολυμβητές, καθώς μεγαλώνει τα άκρα (μεγαλακρία) και τα κάνει σαν βατραχοπέδιλα, μονίμως ενσωματωμένα. Λέγεται π.χ. ότι αυτός που πήρε σβάρνα τα παγκόσμια ρεκόρ κολύμβησης στην τελευταία ολυμπιάδα (δε θυμάμαι τώρα πως τον λένε) πρέπει να χτυπάει ίσαμε 12 μονάδες αυξητική ημερησίως.
G.H. is magic. Ογκώνει, γραμμώνει, ξανανιώνει, 3 σε 1 κι όλα αυτά συγχρόνως, χωρίς να χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία «παίρνω όγκο σαβουριάζοντας και μετά κάνω γράμμωση αυξάνοντας τις πρωτεΐνες και κόβοντας τα υπόλοιπα». Δεν έχει παρενέργειες όπως τα steroids (που αν δεν ξέρεις να τα κουμαντάρεις, παίζει να σου πέσει και το πουλί και να χρειάζεσαι γερανό για να το σηκώσεις).
Η τζι έιτς είναι φρούτο της δεκαετίας του ’80. Σήμερα παρασκευάζεται χημικά, στην αρχή όμως την έπαιρναν από νεκρά έμβρυα (πιο δραστική αλλά και πιο επικίνδυνη λέγεται). Τέτοια έπαιρνε κι ο Αντρέας ο Παπαντρέας κάποτες και γαμούσε κι έδερνε. Ήδη στο Αμέρικα είναι κοινή πρακτική για όσα γερόντια επιθυμούν να παραμείνουν κοτσονάτα.
Γενικά παίδες έχετε υπόψη πως ο άνθρωπος όπως τον ξέραμε αλλάζει. Τα όρια ανάμεσα στο «φυσικό» και το «τεχνητό» γίνονται όλο και πιο ρευστά (τα γράφω αυτά και σαν ένα είδος hommage στον γίγαντα Jean Baudrillard).
- Φίλε παίζει να έχω κάνει και 40 κύκλους φαρμάκι συνολικά, τζι έιτς όμως δεν έχω βάλει. Παίζει κι ένα ιστορικό ζάχαρου στην οικογένεια και το ψιλοφοβάμαι.
- Στ’αρχίδια σου, έτσι κι αλλιώς γράμματα είσαι.
Got a better definition? Add it!
(η περισσότερο γνωστή σημασία)
Κόκες, πρέζες και σχετικά παράγωγα. Σε αντίθεση πάντα με το χασίς που είναι σε στερεή μορφή (πρεσαρισμένο / πατικωμένο / σοκολάτα) ή χόρτο.
(η λιγότερο γνωστή σημασία)
Μποντιμπιλντεράδικα συμπληρώματα διατροφής σε μορφή σκόνης, που διαλύονται σε νερό, γάλα ή χυμό. Οι πιο γνωστές σκόνες είναι οι περιβόητες πρωτεΐνες, που διακρίνονται βασικά σε «όγκου» (περιέχουν πολλούς υδατάνθρακες, τη λεγόμενη σαβούρα), «γράμμωσης» (οι λεγόμενες καθαρές), «ενδιάμεσες» (ή «ογκογράμμωσης», με λίγους υδατάνθρακες).
Υπάρχουν κι άλλες σκόνες: κρεατίνες, γλουταμίνες και άλλες ειδικές «φόρμουλες», σχεδόν όλα με την κλασική κατάληξη -ίνη.
Οι σκόνες αυτές είναι κατά βάση ακίνδυνες, εκτός βέβαια κι αν κάποιος αρχίσει να καταπίνει καθημερινά υπερποσότητες, οπότε θα πάει μάλλον για μια ξεγυρισμένη πλύση στομάχου. Οι σκόνες, καθ' όλα νόμιμες και εγκεκριμένες από ΕΟΦ κι έτσι, προσφέρουν μεγάλα περιθώρια κέρδους στον έμπορα, σε αντίθεση με τα πολύ πιο αποτελεσματικά και πολύ πιο επικίνδυνα steroids. Αυτά τα παίρνει κανείς στην ξεφτίλα, π.χ. μια ενεσούλα τέστο θα σου κοστίσει το πολύ 2,5-3 ευρώ.
Καμιά φορά, σπάνια πλέον, παίζει να σου πασάρει κανείς και μουφάτζικες σκόνες, που αντί για πρωτεΐνη είναι τίγκα στη ζάχαρη (παρόμοιοι τρόποι νοθείας εφαρμόζονται ως γνωστόν και στις πρέζες / κόκες). Τότε λέμε ότι πιάστηκες μαλάκας, διότι σου πούλησαν αλεύρια.
Στίχοι: Καββαδίας Νίκος
Μουσική: Μικρούτσικος Θάνος
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί
όταν από τη βάρδια του τη βραδινή σχολούσε
στην κάμαρά μου ερχότανε γελώντας να με βρει
κι ώρες πολλές για πράγματα περίεργα μου μιλούσε
Μου 'λεγε πώς καπνίζουνε στο Αλγέρι το χασίς
και στο Άντεν πώς χορεύοντας πίνουν την άσπρη σκόνη
κι έπειτα πώς φωνάζουνε και πώς μονολογούν
όταν η ζάλη μ' όνειρα περίεργα τους κυκλώνει
Μου 'λεγε ακόμα ότι είδε αυτός μια νύχτα που 'χε πιει
πως πάνω σ' άτι εκάλπαζε στην πλάτη της θαλάσσης
και πίσωθε του ετρέχανε γοργόνες με φτερά
σαν πάμε στ' Άντεν μου 'λεγε κι εσύ θα δοκιμάσεις
Εγώ γλυκά του χάριζα και λάμες ξυραφιών
και του 'λεγα πως το χασίς τον άνθρωπο σκοτώνει
και τότε αυτός συνήθιζε γελώντας τρανταχτά
με το 'να χέρι του ψηλά πολύ να με σηκώνει
Μες στο τεράστιο σώμα του είχε μια αθώα καρδιά
κάποια νυχτιά μέσα στο μπαρ Ρετζίνα στη Μαρσίλια
για να φυλάξει εμένα από έναν Ισπανό
έφαγε αυτός μια αδειανή στην κεφαλή μποτίλια
Μια μέρα τον αφήσαμε στεγνό απ' τον πυρετό
πέρα στην ʼπω Ανατολή να φλέγεται να λιώνει
θεέ των μαύρων, τον καλό συγχώρεσε Γουίλ
και δώσ' του εκεί που βρίσκεται λίγη απ' την άσπρη σκόνη
Got a better definition? Add it!
Καταρχήν, είναι η αναβολή του μάγκα. Συνήθως πρόκειται για αναβολή στρατεύσεως: λόγω σπουδών, λόγω οικογενειακών προβλημάτων, λόγω αγχωδών εκδηλώσεων, στο τέλος παίρνεις το γιώτα σου το ψεχολογικό και ησυχάζεις μια κι όξω. Δεν θα επεκταθούμε όμως άλλο σχετικά. Εν προκειμένω, άλλη σημασία θα μας απασχολήσει δια μακρών.
Αναβόλα = Ντόπα, Στεροειδή Αναβολικά.
Το παρόν, κατόπιν διαταγής επώνυμης σλανγκίστριας, προτίθεται να λειτουργήσει ως λήμμα-ομπρέλα, κατατοπιστικό εφ' όλης της ύλης άρθρο, που θα εκθέτει συνοπτικώς τα δημοφιλέστερα στεροειδή και τις συνθηματικές / σλανγκικές ονομασίες τους.
Διευκρίνιση: η παρουσίαση, ενδεικτική και ουδόλως εξαντλητική βεβαίως βεβαίως, θα περιοριστεί σ' εκείνες τις παλιές καλές ντόπες που μεγάλωσαν γενιές και γενιές μπιλντεράδων αλλά και άλλων αθλητών, π.χ. του στίβου (στιβικοί / στιβάδες), του μπάσκετ ή της άρσης βαρών. Αυτά ήξεραν, αυτά εμπιστεύονταν. Τα τελευταία χρόνια όμως το πράμα έχει ξεφύγει, σκαρώνονται διαρκώς νέες υπερ-ντόπες που γαμάνε και δέρνουνε, με περίεργα ονόματα-γλωσσοδέτες (π.χ. τετραϋδρογεστρινόνη ή THG, αυτό που λένε ότι πότιζε ο Τζέκος τους Κεντεροθανάσηδες), που δεν ανιχνεύονται απ' τα αντιντόπινγκ τεστ. Γι' αυτά δεν δύναμαι να σας διαφωτίσω, ψάχτε αλλού αν γουστάρετε. Πάμε λοιπόν.
Ντέκα, η (πληθ. οι ντέκες). Διασημότατη και πολυαγαπημένη, θεωρείται την σήμερον ολίγον πασέ. Steroid slang για το φάρμακο «Deca-Durabolin», εμπορική ονομασία για την δεκανοατική νανδρολόνη (nandrolone decanoate). Λαμβάνεται δι' ενέσεως. Η μοριακή δομή της ουσίας ομοιάζει με της τέστο, η ντέκα είναι όμως πολύ πιο ήπια, ενδείκνυται και για αρχάριους αναβολικάκηδες. Σε τουμπανιάζει, όχι όμως μόνο με καθαρό μυικό κρέας: σου βάζει και υγρά. Αν το παραχέσεις στη δόση, παίζει να βρεθείς με βυζάκια. Συνδυάζεται συνήθως με Ντιάνα ή γουινστρολάκι. Πουλιέται και στο Ελλάδα, πλέον με το brand name της Norma. Αν έχεις κονεδάκι με φαρμακοτρίφτη είσαι τζετ, αλλιώς ψάχνεις από ντηλερά της μαύρης.
Γουίν ή γουινάκι ή γουινστρολάκι ή γουίνυ (winny, όχι το αρκουδάκι). Slang για το φάρμακο Winstrol (εμπορική ονομασία της ουσίας στανοζολόλη). Ενέσιμο, για χρόνια το έβγαζε η ισπανική φαρμακευτική Zambon, εξ ου και απαντούσε και ως ζαμπονάκι. Υγρό κάτασπρο σαν γάλα, που τσούζει όταν βαράς ενδομυικά, σε αντίθεση με ντέκα, που είναι ελαιώδες υποκίτρινο διάλυμα κι ούτε που νιώθεις το βάρεμα. Το γουινάκι δεν κάνει παπάδες, χτίζει όμως καθαρούς συμπαγείς μύες, χωρίς νερά και περιττά πρηξίματα, ιδανικό για γράμμωση. Λίγο προσοχή στην τοξικότητα μόνο, μη σου μείνει το συκώτι στο χέρι, κατά τα άλλα είσαι κομπλίτα. Παίζει και σε χαπίδι, με το brand name Στρόμπα (Stromba).
Ντιάνα, το (προφέρεται ντι-άνα). Dianabol, εμπορική ονομασία της ουσίας Μεθανδροστενολόνη (Methandrostenolone). Χάπι. Παράγωγο τεστοστερόνης, εξαιρετικά αναβολικό και ανδρογονικό, με τις γνωστές παρενέργειες: γυναικομαστία, διαταραχές της λίμπιντο, οξυθυμία, εφίδρωση, ακμή, διακοπές στη λειτουργία των όρχεων, τριχοφυΐα στο σώμα + καράφλα στο κεφάλι και άλλα όμορφα. Απλά γαμάει μανούλες, ο Σβαρτς έχει δηλώσει πως μ' αυτό φτιάχτηκε: το έπαιρνε το χειμώνα για όγκο, το καλοκαίρι την έβγαζε με γουινστρόλ. Οι κακές γλώσσες λένε πως και τα ρεκόρια του Πύρρου με ντιανάκι γίνανε.
Μπολντό, το (Boldenone Undecylenate). To all time classic κτηνιατρικό αναβολικό: το δίνουν στα μοσχάρια για να τουμπανιάσουν και να φτάσουν στο πιάτο μας μια ώρα αρχύτερα, το δίνουν στα άλογα κούρσας για καλύτερες επιδόσεις. Από εκεί άλλωστε ξεκίνησε η ντόπα, πρώτα εφαρμόστηκε στα ζώα και μετά πέρασε στους ανθρώπες. Ενέσιμο, ήπιο φαρμακάκι γενικά, θες γενναίες δόσεις για να την την ακούσεις. Τίμιο, δίνει καθαρό κρέας χωρίς πολλές παρενέργειες και ντράβαλα.
Πρίμο, το. Primobolan, εμπορική ονομασία της ουσίας Μεθενολόνη (Methenolone Enanthate). Σε ενέσιμο αλλά και χαπίδι. Όπως υποδηλοί και το brand name, εξαιρετικά ήπιο αναβολικάκι με αμελητέες παρενέργειες. Το προτιμούν οι γυναίκες, οι νέοπες και οι κωλώστρες, που θέλουν να μπουν στην αναβόλα και να γίνουν φέτες αλλά κλάνουν πατατάκια μη πάθει τίποτα η υγειούλα τους. Τσου ρε Λάκηδες μη σας πατήσω!
Εφέδρα, η. Μαγκιόρικα η εφεδρίνη. Δεν ανήκει στα αναβολικά στεροειδή, αλλά σε μια άλλη ομάδα φαρμάκων, γνωστά ως συμπαθητικομιμητικά. Σε βάζει στην τσίτα, ανεβάζοντας παλμούς καρδιάς και θερμοκρασία σώματος, βοηθώντας έτσι στο κάψιμο του λίπους. Νταξ, μπορεί να προκαλέσει κανά ψιλοτρέμουλο, καμιά ταχυκαρδία, εφίδρωση ή ζαλάδα, αλλά γενικά κανείς δεν έπαθε τίποτα με λίγη εφέδρα. Κλασικός συνδυασμός-δυναμίτης για κάψιμο λίπους είναι η τριπλέτα εφεδρίνη-καφεΐνη-ασπιρίνη.
Αυτά και πολλά άλλα.
Μεγάλη αρρώστια φίλε η αναβόλα! Έτσι και μπεις μια φορά, δεν ξεκόβεις εύκολα. Όσο χτισμένος και να γίνεις, όσο και να γραμμώσεις, ποτέ δε θα 'ναι αρκετό, θα θες πάντα κι άλλο, κι άλλο. Πολλά παιδιά έχουνε καταστραφεί απ' το φάρμακο, είναι όμως κι άλλοι που ήξεραν να το κουμαντάρουν και τους βλέπεις σήμερα στα πενήντα τους και στα εξήντα τους μια χαρά τζόβενα...
Got a better definition? Add it!