Εκτός από το γνωστό και κυριολεκτικό καμάκι, (αυτό ντε που χρησιμοποιούν διάφοροι κακοί για να σκοτώνουν φάλαινες) και το ποιητικό (αυτό το ηλιακό του Ρίτσου με το οποίο η αθάνατη Ρωμιοσύνη καμακώνει τον εχθρό), υπάρχει και το ανά την υφήλιο διάσημο καμάκι του Έλληνος, το οποίο αποτελεί τρόπο εξεύρεσης γκόμενας διά της μεθόδου την-πέφτω-σε-όλες-κι-όποια-κάτσει.

Το καμάκι είναι παράγωγο προϊόν της τουριστικής ανάπτυξης που γνώρισε η χώρα μας τα τελευταία 30 περίπου χρόνια. Ανυποψίαστες τουρίστριες (όχι αναγκαστικά απ' αυτές τις διψασμένες του Τζιμάκου), οι οποίες έρχονταν στην Ελλάδα για τον ήλιο, τη θάλασσα, το ψάρι και την εξαιρετική μελιτζανοσαλάτα, βρίσκονταν ξαφνικά πλευρισμένες από τραγικό κατά τεκμήριο τυπάκι, το οποίο με ατάκες που διασώζονται μέχρι σήμερα μόνο ως ανέκδοτα και πενιχρές έως ανύπαρκτες γνώσεις ξένων γλωσσών προσπαθούσε να τις «καμακώσει», δλδ να τις καβατζώσει για πάρτη του και βέβαια να τις περτσινώσει.

Λόγω της σεξουαλικής ένδειας εκείνων των πέτρινων χρόνων, το καμάκι πολλές φορές, πιστό στην κυριολεκτική του αποστολή, χτυπούσε θηλυκά του γενικού τύπου όρκα ή Φάλαινα Άντερσον...

Υπό αυτή την έννοια, το καμάκι υπάρχει μεν ακόμα στα νησιά μας, αλλά όπως δεν υπάρχει πλέον ψάρι στη θάλασσα (κατά ομολογία των επαγγελματιών), έτσι και το άθλημα αυτό δεν έχει το αποτέλεσμα που είχε σε άλλες δεκαετίες. Λίγο ότι μας έμαθαν οι τουρίστριες, λίγο ότι πλέον (όπως θα δούμε και παρακάτω) τη βρίσκουν κι αλλιώς, έκοψε η μαγιονέζα.

Το καμάκι πλέον έχει αλλάξει επίπεδο και αφού διάγουμε την εποχή της πληροφορίας και ο δαιμόνιος Έλληνας δεν μπορούσε να μείνει πίσω, έχουμε διάφορες μορφές ηλεκτρoνικού καμακιού.

Ξεκίνησε με το chat. Εφαρμογές IRC (Internet Relay Chat) στους υπολογιστές, μέσω των οποίων το επίδοξο e-καμάκι (αν δεν είναι εντελώς e-tard) μπαίνει σε θεματικά «δωμάτια» και προσπαθεί να γνωρίσει γκομενάκια και να ρίξει κατά βάση κανέναν e-πούτσο και ΑΝ είναι μάγκας και τυχερός να γνωρίσει το προαναφερθέν γκομενάκι irl (in real life) και να πέσει και κανονικός πήδουλας.

Μετά ήρθε το φατσοβιβλίο που λέει κι ο θεάνθρωπος και το πράγμα έγινε πιο διαδραστικό, ιντεράκτιβ επί το ελληνικότερον. Φωτογραφίες, γκρουπς, ιστορίες, όλα για το ίδιο και γνωστό προαιώνιο λόγο: το Μουνί (κατά την θεωρία πάντα του μουνισμού).

Με την τρελή ανάπτυξη των κινητών, ένα ακόμη είδος e-καμακίου ευδοκιμεί πλέον: μέσω bluetooth. (σ.σ. δεν περιορίζεται μόνο στους φιλοκυβερνητικούς παράγοντες - απλή σύμπτωσις). Ανοίγουμε bluetooth και ψάχνουμε τι παίζει εδώ γύρω. Παρά την περιορισμένη εμβέλειά του, σε χώρους με πολύ κόσμο και χαζές γκόμενες που έχουν βάλει τ' όνομά τους ως όνομα συσκευής για τις ανάγκες του bluetooth, κάτι γίνεται.

1 - Κυριολεκτικό
- Ρε Μήτσο, πιάσε το καμάκι γιατί αυτό το γουφάρι θα μας γαμήσει μέχρι ν' ανέβει. Να 'σαι έτοιμος μόλις σου πω.
- Νταξ αφεντικό.

2 - Ποιητικό / Ηλιακό
... κι αντριεύει και θεριεύει και καμακώνει τον εχθρό με το καμάκι του Ήλιου

3 - Σλανγκικό
- Do you have weather for a coffee;
- Are you serious;!
- No, I'm Greek.

4 - Διάφορες καμακερές ατάκες (και δυστυχώς για τους επίδοξους γαμίκους οι αντ-ατάκες), όπου Α=άντρας και Γ=γυναίκα.

A: Eχουμε συναντηθεί κάπου εμείς;
Γ: Ναι, γι αυτό δεν πηγαίνω πια εκεί.

Α: Είναι αυτή η θέση κενή;
Γ: Ναι και αυτή που κάθομαι εγώ θα είναι επίσης κενή αν καθίσεις εδώ.

Α: Λοιπόν, θέλεις να έλθεις στο σπίτι μου;
Γ: Μμμμ, δεν ξέρω. Χωράνε δύο άνθρωποι κάτω από την ίδια πέτρα;

A: Σπίτι σου ή σπίτι μου;
Γ: Και στα δύο. Εσύ σπίτι σου και εγώ στο δικό μου.

Α: Θα ήθελα να σου τηλεφωνήσω. Ποιο είναι το τηλέφωνό σου;
Γ: Είναι στον κατάλογο.
Α: Ναι αλλά δεν ξέρω το όνομά σου.
Γ: Και αυτό είναι στον κατάλογο.

Α: Έλα λοιπόν, αφού για τον ίδιο λόγο ήρθαμε σε αυτό το μπαρ σήμερα.
Γ: Σωστά, ας βρούμε λοιπόν καμιά γκόμενα.

Α: Ξέρω πώς να σε ευχαριστήσω, μωρό μου.
Γ: Τότε ευχαρίστησε με, αφήνοντας με μόνη μου.

Α: Θέλω να σου δωρίσω τον εαυτό μου.
Γ: Συγγνώμη, αλλά δεν δέχομαι φτηνιάρικα δώρα.

Α: Μπορώ να μαντέψω ότι με θέλεις.
Γ: Ωωωωω, ναι, έχεις δίκιο. Σε θέλω φευγάτο.

Α: Αν σε δω ποτέ γυμνή, θα πεθάνω ευτυχισμένος.
Γ: Ναι αλλά αν σε δω ποτέ εγώ γυμνό, θα πεθάνω από τα γέλια.

Α: Το σώμα σου είναι σαν ιερός ναός για μένα.
Γ: Λυπάμαι αλλά δεν έχει λειτουργία σήμερα.

Α: Θα μπορούσα να σου δώσω τα πάντα.
Γ: Ωραία, ας ξεκινήσoυμε από τον τραπεζικό σου λογαριασμό!

Α: Θα μπορούσα να πάω ακόμη και στο τέλος του κόσμου για χάρη σου.
Γ: Ναι, αλλά θα μπορούσες να μείνεις εκεί για πάντα;

(από τη #1 πηγή άχρηστων πληροφοριών - το διαδίκτυο)

Το κυριολεκτικό (από acg, 08/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από το όνομα του οδηγού της φόρμουλα 1, Μίχαελ Σουμάχερ.

Αναφερόμαστε στον οδηγό που την έχει δει πιλότος και τρέχει μαλλιοκούβαρα. Μπαίνει στις στροφές με τις μπάντες και με τις πόρτες ενώ η αδρεναλίνη του είναι μόνιμα στο κόκκινο. Ένα σύννεφο σκόνης σηκώνεται από όπου περνάει, ενώ είναι ικανός να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμα του.

Συχνά «χαίρει» της εκτίμησης περαστικών που τον παρασημοφορούν με φάσκελα, όταν τον δουν μπροστά τους. Αυτός όμως, τους έχει συνδεμένους με κέντρο, και ζώντας στην καρακοσμάρα του, συνεχίζει την πτήση του. (βλ. Παράδειγμα 1). Άλλες φορές δε, εντυπωσιάζει με τις ικανότητες του, τους φίλους του. (βλ. Παράδειγμα 2)

  1. - Φάε ρε το μαλάκα το Σούμι. Πώς τρέχει έτσι το άτομο;
    - Δε λες που παραλίγο να μας σκοτώσει.

  2. - Σωστός Σούμι ο Μήτσος. Δεν κατάλαβα για πότε φτάσαμε στην Πάτρα!

Μίχαελ Σουμάχερ (από GATZMAN, 28/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η λέξη του λήμματος δεν αναφέρεται σε αυτούς τους τσοχανταραίους. Πρόκειται για διαφορετική περίπτωση.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η λέξη σχηματίζεται από τις λέξεις τσόχα και αντάρα.

Η λέξη τσόχα παραπέμπει στην πράσινη τσόχα και κατ' επέκταση σε σχετικά μ' αυτή τυχερά παιχνίδια όπως: χαρτοπαίγνιο (31, black jack, Θανάσης, πόκερ, κ.λπ.), ρουλέτα, κ.λπ. Τα τυχερά αυτά παιχνίδια μπορούν να γίνουν σε σπίτια, σε λέσχες, σε καζίνο, κ.λπ.

Η λέξη αντάρα αναφέρεται στη μανία ορισμένων προκειμένου να πάνε στο πεδίο της μάχης (χαρτοπαίγνιο) για να ποντάρουν τεράστια ποσά, καθώς και στα διαρκή χτυπήματα τους με στόχο το μπαγιόκο, το ρεφάρισμα και την αποφυγή του φαλιρίσματος. Μιλάμε για την... αντάρα!

Οι τσοχανταραίοι εφαρμόζουν τις στρατηγικές τους και κάνουν τις σχετικές λαμογιές τους, με στόχο να εξέλθουν τροπαιούχοι απ' το πεδίο της μάχης.

Σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, η πίεση και η αδρεναλίνη είναι σταθερά καρφωμένες πάντα στο κόκκινο. Είτε τους πάρουν τα σώβρακα, είτε κερδίσουν, αυτοί συνεχίζουν στη μαστούρα τους.

Άρα, σύμφωνα με τα παραπάνω, ως τσοχανταραίους στη συγκεκριμένη περίπτωση, χαρακτηρίζουμε τους μανιακούς των αναφερόμενων τυχερών παιχνιδιών, οι οποίοι, όπως και οι παλιοί τζοχανταραίοι, δε διστάζουν σε τίποτα προκειμένου να εκπληρώσουν την αποστολή τους (να πάνε, να παίξουν, να νικήσουν).

Βεβαίως, στα παράνομα χαρτοπαίγνια, οι τσοχανταραίοι (μανιακοί χαρτοπαίκτες) φοβούνται μην τους πιάσουν στα πράσα οι τζοχανταραίοι (μπασκίνες).

Μέγας τσοχανταραίος, ο Nick the Greek.

Συνώνυμη λέξη: τζογανταραίοι (εκ των λέξεων τζόγος και αντάρα).

-Που είναι ο Βρασίδας;
-Έχει πάει ο μαλάκας μαζί με κάτι άλλους τσοχανταραίους να ακουμπήσουν περιουσίες πάλι στην πράσινη τσόχα. Θέλει λέει να ρεφάρει για να πάρει ένα πανάκριβο μενταγιόν στη Λίλιαν, αλλά με την γκίνια που τον δέρνει τελευταία, θα χάσει και τη Λίλιαν αλλά και όλη του την περιουσία. -Του είναι πιστή η Λίλιαν;
-Μπα. Απ' ότι μαθαίνω, από τα ίχνη όπου αφήνει το αμαρτωλό σε διάφορα λήμματα, έχει πάρει, όχι απλά το Βρασίδα, αλλά και τα δέντρα.

(από GATZMAN, 23/12/08)(από GATZMAN, 23/12/08)Οι τσοχανταραίοι στην αντάρα της μάχης (από GATZMAN, 23/12/08)Ταινία"Χαρτοπάικτρα".Μια ταινία με πολλούς τσοχανταραίους και τζοχανταραίους (από GATZMAN, 23/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην Αλεφάντειο διάλεκτο, μαντουμαδόρος καλείται ο αμυντικός ποδοσφαιριστής που διακρίνεται για την ικανότητά του στο μαν-του-μαν παιχνίδι, δηλαδή στο στενό μαρκάρισμα του αντιπάλου παίχτη σε όλα τα μήκη και πλάτη του γηπέδου καθ' όλη τη διάρκεια του αγώνα.

- Και του λέω του προέδρου: Έχεις τις χαφάρες σου, τα μπακ σου φοβερά ν΄ανεβαίνουν, πάρε και δυο μαντουμαδόρους παιχταράδες στο κέντρο της άμυνας να καταπίνουν τους αντιπάλους. Με θεριά πας να παίξεις στη Ευρώπη, όχι με τ΄Άσπρα Χώματα! Δηλαδή ο Χάπελ που έπαιζε με Μάγκατ και Κάρστενμάγιερ και πήρε το Κύπελο το '84 και παραμιλάγανε όλοι, άσχετο θα τον βγάλουμε;

Νίκος Αλέφαντος (από allivegp, 14/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστικός ρόλος, τυπικά του νεότερου μέλους μιας ήδη καθιερωμένης παρέας εργασίας ή/και ομαδικού σπορ. Σύνθεση των λέξεων φέρε και ρε, αποτελεί τίτλο και ταυτόχρονα κάλεσμα/διαταγή.

Η φράση ακούγεται πολύ συχνά στην αγωνιστική ιστιοπλοΐα ανοικτής θαλάσσης, όπου ο φερερές καλείται να εξυπηρετήσει το υπόλοιπο πλήρωμα για τους εξής βασικούς λόγους:

  • Είναι ψαράς οπότε εξ ορισμού δεν τοποθετείται σε θέση που απαιτεί συνεχή παρακολούθηση κατά τη διάρκεια του αγώνα.
  • στον αγώνα απαγορεύεται στο πλήρωμα να κινείται ασκόπως (μετατόπιση βάρους), συνεπώς ο φερερές δρα ως αντιπρόσωπος.
  • Εφόσον ο φερερές έχει συγκεκριμένη θέση, αυτή συνήθως είναι στο «πιάνο» (ή pit) όπου λόγω γεωγραφίας, είναι στο πιο κατάλληλο σημείο για να μπαίνει μέσα στο σκάφος και να φέρνει πράγματα.

Ο φερερές είναι συνήθως γυναίκα καθώς η σωματική διάπλαση (μικρό βάρος, ευελιξία), αποτελεί επιπλέον λόγο για την επιλογή.

Στις αρμοδιότητες του φερερέ κατά τη διάρκεια του αγώνα, περιλαμβάνονται η on-call προετοιμασία και παράδοση γκαϊφέ, φαγητού και ποτών, το νετάρισμα και η παράδοση πανιών στο κατάστρωμα για τις αλλαγές καθώς και ειδικές εργασίες που απαιτούν σβελτάδα και ελαφρύ άτομο (αν δεν είναι διαθέσιμος ο πλωριός).

Συνώνυμο (σχετικής επαγγελματικής ομάδας): Ντελιβεράς, πιτσαφέρνης.

Αντίθετο: Τσίμπα!

- Καλά στον αγώνα το ΣΚ σκίσαμε…
- Άντε ρε. Με το καινούργιο το πλεούμενο;
- Ναι ρε συ, πολύ γρήγορο μιλάμε
- Μάστα. Και τι θέση σε βάλανε;
- Εεεεε...
- Α κατάλαβα, φερερές ε;
- ....

(από Desperado, 28/07/09)(από Desperado, 28/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Λέμε τώρα... Έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου να πάρω την απόφαση να τερματίσω τη συγκεκριμένη επαγγελματική δράση μου. Μπορεί να κάνω κάποιο άλλο επάγγελμα, ακόμα και στο χώρο του αθλητισμού. Θα μπορούσα ακόμα...ακόμα να ασχοληθώ και στον χώρο του ποδοσφαίρου (π.χ: προπονητής). Αλλά...αλλά ένα μόνο επάγγελμα έχω αποφασίσει να μην κάνω. Δε θα ξαναγίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Ε...εντάξει, ερασιτεχνικά μπορεί να ασχολούμαι. Άλλο αυτό!

Όταν εκφέρω τον όρο, εννοώ πως σταματώ να ασχολούμαι επαγγελματικά με το κλότσημα της στρογγυλής θεάς, αφού σημειολογικά τα εργαλεία κλοτσήματος της, τα παπούτσια...ντε τα αχρηστεύω κρεμώντας τα (και καλά). Ε...και ας μην το κρύψωμεν άλλωστε. Τα κρεμασμένα παπούτσια δεν κλωτσάνε...

  1. Την απόφαση του να κρεμάσει τα παπούτσια του ανακοίνωσε επίσημα την σήμερα ο Γιάννης Γκούμας. Ο πρώην αμυντικός του Παναθηναϊκού τόνισε πως παρά τις προτάσεις που είχε αποφάσισε τελικά να σταματήσει, ενώ μεταξύ άλλων ευχαρίστησε και τον κόσμο του τριφυλλιού, λέγοντας πως «είμαι πλέον ένας από αυτούς». Δες

  2. Μετά από μια σπουδαία καριέρα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ο Νίκος Μαχλάς αποφάσισε να κρεμάσει τα παπούτσια του. Δες

Η κρεμασμένη φανέλα του Ζιντάν (από GATZMAN, 26/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος από τη slang των ορειβατών.

1. Μιλάμε για έναν ρόλο που ανατίθεται σε έναν έμπειρο ορειβάτη. Ο ρόλος σκούπα ανατίθεται συνήθως στον υπαρχηγό μιας ορειβατικής ομάδας. Ενώ ο αρχηγός βρίσκεται συνήθως πρώτος, ο άνθρωπος σκούπα βρίσκεται στο τέλος της ομάδας εποπτεύοντας την κίνηση των μελών της ομάδας με στόχο να βεβαιωθεί ότι δεν θα μείνει κανείς πίσω. Έτσι, σκανάρει τον χώρο σαρώνοντας την κίνηση των μελών της ομάδας, βοηθώντας όσους τραυματίζονται, όσους δυσκολεύονται κλπ, λες κι είναι σκούπα που σκουπίζει και καλά τα άτομα της ομάδας προς την ορθή κατεύθυνση.

Συνεπώς το άτομο αυτό πρέπει να διαθέτει ικανότητες και εμπειρία από συμμετοχές σε ορειβατικές αποστολές, εμπειρία στις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης ανάβασης, εμπειρία στις συγκεκριμένες συνθήκες ανάβασης (π.χ:διαδρομή ανάβασης, κλιματολογικές συνθήκες, κλπ), ώστε να μπορεί να χειριστεί ενδεχόμενες αντιξοότητες. Επίσης πρέπει να έχει αυξημένες επικοινωνιακές ικανότητες, αίσθημα αλληλεγγύης προς τους άλλους, καθώς και την απαιτούμενη εμπειρία για την προσφορά των υπηρεσιών του σε γκρουπ ορειβατών με παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτό που συζητάμε (π.χ: πλήθος ατόμων, ηλικίες ορειβατών, ορειβατική εμπειρία ατόμων, κλπ).

Για τη συγκεκριμένη περίπτωση, βλ. παρ. 1.

2. Εδώ η ομάδα χωρίζεται σε υποομάδες. Η ορειβατική υποομάδα που ανεβαίνει τελευταία, η υποομάδα σκούπα, ανεβαίνει με πιο αργό ρυθμό από τις άλλες, με στόχο να ελέγχει σαρώνοντας τον γύρω χώρο μήπως και βρει ταλαίπωρους ορειβάτες της ομάδας που, στην προσπάθεια τους να ανέβουν, έμειναν πίσω, τραυματίστηκαν, έχασαν τον δρόμο τους, κλπ. Αυτούς τους κατευθύνει, σκουπίζοντας τους και καλά, προς την ορθή κατεύθυνση (βλ. παρ. 2).

  1. Αν δεν έχομε φτάσει στα Γιάννενα, ας πούμε ως τις 9 το βράδυ, σημαίνει ότι κάποιος ξέμεινε, ή χάθηκε, ή τραυματίστηκε, ή … Συνειδητοποίησα πως οι περισσότεροι αγνοούμε πως γυρίζουμε πίσω ευχαριστημένοι και ασφαλείς χάρη στη σκούπα. Χάρη σ’ αυτόν που κλείνει την πορεία: δίνει κουράγιο σ’ εκείνον που ξέμεινε, κουβαλάει ένα σακίδιο παραπάνω, μένει χωρίς μπατόν, βρίσκει το μονοπάτι (αφού οι άλλοι έχουν φύγει εδώ και ώρα),... Ελάχιστοι έχομε κατανοήσει ότι η ευχαρίστησή μας στο τέλος οφείλεται στη λόξα του Γιάννη του Γιώτη να κάθεται τελευταίος
    Δες

  2. Χωριστήκαμε σε τρεις ομάδες. Με την πρώτη έφυγαν οι «έμπειροι» ορειβάτες. Ανεβαίνουν γρήγορα και σε ορισμένα σημεία τρέχοντας. Με την δεύτερη και πολυπληθέστερη ήμασταν και εμείς. Θα φθάναμε στο καταφύγιο «Αποστολίδης» σε οκτώ περίπου ώρες... Με την τρίτη θα έφευγαν οι τελευταίοι, οι οποίοι θα ανέβαιναν πιο χαλαρά σε δέκα περίπου ώρες. Κάνοντας και την απαραίτητη σκούπα αν έμενε πίσω κάποιος από τους προηγηθέντες. Και στις τρεις ομάδες υπήρχαν έμπειροι ορειβάτες, με φορητούς ασυρμάτους, οι οποίοι γνωρίζουν τον Όλυμπο σαν το σπίτι τους. Δες

(από GATZMAN, 28/10/09)(από GATZMAN, 28/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τον αρχηγό, το συντονιστή μιας ομάδας ή ενός project. Κυριολεκτικά σημαίνει τον προπονητή αθλητικής ομάδας. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτός που έχει το γενικό πρόσταγμα και αυτός ο οποίος θα ακούσει τα μπινελίκια σε περίπτωση αποτυχίας ή ακόμη και ατυχίας.

Στην αργκό μπορεί να συναντήσετε και τα πιο σοφιστικέ «κότσης» και «κότσας», που έχουν και μια δόση «κότσια» (guts, αρχίδια). Πάντως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με το «κώτσος», που έχει τελείως διαφορετική σημασία. Γενικά ο όρος θεωρείται επαινετικός και φανερώνει την αποδοχή του υποκειμένου από την ομάδα.

  1. Γεια σου ρε κόουτς!

  2. Κόουτς, έχουμε πρόβλημα! Οι πολυπλέκτες τα 'παιξαν. Μόνο εσύ μπορείς να σώσεις την κατάσταση. Θα 'ρθεις λίγο;

  3. - Το κάνω με τον παλιό τρόπο και δε γαμιέται, βαρέθηκα!
    - Αν σε πιάσει ο κόουτς θα σε σκίσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά γραμμωμένος τυπάς. Λέγεται και για μεμονωμένους μύες, π.χ. σφαγμένοι δικέφαλοι, σφαγμένα τετρακέφαλα κ.ο.κ.

Συνώνυμα που έχουν καταχωρηθεί:

  • φέτες. Παράγωγα: φετόνι, φέτας, φετιασμένος, φέτα Δωδώνης, φέτες καλοριφέρ
  • άγριος, αγριεμένος
  • στεγνός
  • ερπετό
  • τούμπανο (που συνήθως εκτός από γράμμωση έχει και σεβαστό όγκο).
  • χαρτί, κατά τον ορισμό του χρήστη anemelos. Αν και γενικότερης σημασίας, ο όρος ενδείκνυται σε μποντιμπιλντεράδικο context, καθότι παραπέμπει στο πολύ λεπτό τσιγαρόχαρτο με το οποίο μοιάζει το δέρμα των σφαγμένων.

    Συνώνυμα που δεν έχουν ακόμη καταχωρηθεί:

  • κομμάτιας (υπάρχει αλλά όχι με αυτή τη σημασία)

  • κομματιασμένος
  • γραμμένος (συντομευμένος τύπος του γραμμωμένος, παραπέμπει και στο γνωστό έγραψες!)
  • γράμματα / γράμματας (ομόηχο με το γάμα τα)

    Γιατί σφαγμένος; Μα, διότι ο πολύ γραμμωμένος άνθρωπας, που δεν έχει μείνει σταλιά λίπους επάνω του και όλοι του οι μύες διαγράφονται με ακρίβεια, είναι και καλά σαν να τον έχεις σφάξει και κατόπιν να τον έγδαρες. Να αφαίρεσες δλδ όλη την πέτσα και να έχεις πλέον μπροστά σου, φάτσα-φόρα, το θαύμα που λέγεται ανθρώπινο μυικό σύστημα. Κυριολεκτικά, ένα μάθημα ανατομίας.

Οι μπίλντερς χρησιμοποιούν τον όρο σφαγμένος και με μιά άλλη σημασία, διακριτή από την προκείμενη: σφαγμένος είναι και ο εγχειρισμένος, ο χειρουργημένος. Πολύ συχνά βέβαια συμβαίνει, ένας σφαγμένος-χειρουργημένος να είναι ταυτόχρονα και σφαγμένος-γραμμωμένος! Ένα σφαξιματάκι (λιποαναρρόφηση, αφαίρεση από το μαστό όγκων από γυναικομαστία κλπ) μπορεί να βοηθήσει πολύ στην απόκτηση της επίζηλης γράμμωσης.

Info: Tα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ της μοδός οι εκθέσεις «γλυπτικής» με υλικά πτωμάτων. Ανθρώπινοι και μη ιστοί (κυρίως μύες, αλλά και σπλάγχνα, κόκαλα, μάτια κλπ), καταλλήλως διατηρημένα, συνδυάζονται σε παράδοξες φρανκενσταϊνικού τύπου συνθέσεις. Η όλη φάση ξεκίνησε ως αμφιλεγόμενη καλλιτεχνία κι έτσι, πολύ σύντομα όμως εξελίχθηκε σε περιοδεύοντα shows, που αποφέρουν χρυσάφι. Λέγεται πως τα πτώματα παρέχονται από εκτελεσμένους καταδίκους που εμπορεύεται η κινεζική κυβέρνηση. Όποιος θέλει να δει μερικούς ορίγκιναλ τέτοιους σφαγμένους, μπορεί να ρίξει ένα βλέφαρο εδώ.

  1. - Μαλάκα μου που λες, ξεκίνησα γυμναστηριάκι φουλ. Παίρνω και πρωτεΐνες! Ως το καλοκαίρι θα είμαι σαν τον Αλέκο!
    - Welcome to the real world αγορίνα μου! Ο άνθρωπας γυμνάζεται απ' τα 13 του, έχεις δει πόσο σφαγμένος είναι; Εσύ τώρα βγήκες απ' τ' αυγό σου και θες να μας γαμήσεις κιόλας;

  2. - Και για λέγε καλή μου, πώς τα πάτε με το καινούργιο γκομενάκι σου το σφίχτη; Φαντάζομαι θα σ' έχει ζαλίσει να μιλάει για κρεατίνες και αμινοξέα και άλλα τέτοια κουλά.
    - Όχι ρε συ, είναι κουλ. Μόνο καμιά φορά όταν με γαμάει, μου λέει πόσο σφαγμένη κοιλιά έχω και πόσο τον καυλώνει. Είναι καλό τώρα αυτό;
    - Ε ναι βρε ζώον, αφού έκανες τόσα χρόνια ενόργανη. Ας μου το 'λεγε και μένα κανας άντρας αυτό και τι στον κόσμο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική κουβέντα που βγήκε και στον υπόλοιπο κόσμο.

Σημαίνει: Μου λείπει η κατάλληλη πείρα και εμπειρίες, μου λείπουν οι γνώσεις που μαθαίνει κανείς πάνω στη δουλειά και δεν μπορεί να τις βρει σε βιβλία ή συμβουλευόμενος έναν γνωστό. Δεν πατάω γερά στα πόδια μου, δεν είμαι ακόμα «ψημένος» στο αντικείμενό μου.

Δεν σημαίνει το ίδιο με το έχω χάσει επεισόδια. Τα επεισόδια συνήθως αφορούν συμπτωματικές γνώσεις - εδώ έχουμε να κάνουμε με ελλείψεις που επηρεάζουν την απόδοση στην δουλειά μας. Αν και δεν επιβεβαιώθηκε από το internet ή προσωπικό μου άκουσμα, θεωρώ πολύ πιθανό να αφορά και άλλες καταστάσεις που απαιτούν εμπειρίες, όπως για παράδειγμα στις ανθρώπινες σχέσεις γενικά.

Στο ποδόσφαιρο, ένας παίκτης μπορεί να έχει ταλέντο, μπορεί να έχει διάθεση, ορμή ή ό,τι άλλο, αν δεν έχει στην πλάτη του αρκετά ματς, ιδίως σε σοβαρές διοργανώσεις ή/και απέναντι σε δύσκολες ομάδες, όλο το δυναμικό του μπορεί να υποχωρήσει μπροστά σε έναν εμπειρότερο αντίπαλο. Συνήθως η έκφραση λέγεται όταν ένας παίκτης επιστρέφει από ανάρρωση ή μόλις έχει μεταγραφεί σε ομάδα ανώτερης κατηγορίας και συμπεριφέρεται ακόμα σαν ψαράς.

  1. Αρχική χρήση (σχεδόν κυριολεξία), από εδώ:
    [...] o PABLO όταν το μυαλό του είναι συγκεντρωμένο μόνο στην μπάλλα και δεν παρασύρεται από νεύρα και μαγκιές είναι απλά ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ!!!!!! [...] Για το γεγονός ότι πούλησε μπάλλες φταίει πρώτον το γεγονός ότι του λείπουν ματς και ρυθμός και δεύτερον Λίνο (εκτός 1-2 προσπάθειες) και Ιβιτς ήταν σε άλλο γήπεδο.

  2. - Πώς τα βλέπετε τα στελέχη τώρα σαν επιθεωρητής;
    - Ρε Πάτση εντάξει, καλός κι ο Τάσος, καλή κι Νανά πάνω στην Θεσσαλονίκη, κι ο άλλος ο μαλάκας, ξέρεις ποιος, νταξ, την ξέρει τη δουλειά. Αλλά όλοι αυτοί για προϊστάμενοι το πολύ. Δεν μπορείς τον άλλον να τον προσλαμβάνεις σήμερα, αύριο να τον κάνεις προϊστάμενο και μεθαύριο να του δίνεις μαγαζί, πώς θα γίνει δηλαδή, θα του λείπουνε ματς, θα τον κάνουνε κουμάντο οι πελάτες. Τους λέει μια παπαριά ο πελάτης κι αυτοί κωλώνουνε, και δώσ' του εισηγητικά της πούτσας και δώσ' του χαμένες προθεσμίες. Δε λέω, βάλε και το καλό το μουνί για βιτρίνα αλλά βάλ' του από πάνω κάποιον που να τό ’χει. Τεσπά, μαλακίες. Εσύ τι λέει; Γαμείς καθόλου;
    - Εεε... ναι. Τι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified