Selected tags

Further tags

Ποδοσφαιρική σλανγκορολογία. Αναφέρεται σε άστοχο σουτ το οποίο πήρε υπερβολικό ύψος, φτάνοντας την πτηνόσφαιρα, γεγονός για το οποίο, ο επίδοξος σκόρερ κινδυνεύει να λιντσαριστεί, όχι μόνο από έξαλλους απογοητευμένους οπαδούς της ομάδας του, αλλά και από οργισμένους ακτιβιστές της Greenpeace.

Χρήση: «Το σουτ / η μπάλα πήγε στα πουλιά» ή πιο απλά σκέτο: «στα πουλιά».

- Καραμήτρος με τη μπάλα... Καραμήτρος... Καραμήτρος... κάνει ό,τι θέλει στο χώρο του κέντρου... Καραμήτρος... Καραμήτρος λίγο έξω από τη περιοχή... ΤΟ ΣΟΥΤ ΚΑΙ.... στα πουλιά....

Επίσης δες και στο γάμο του Καραγκιόζη, καντήλι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντρικό φαντασιακό σεξολυμπιακό αγώνισμα.

12 δωδεκάδες αντρών, που πέρασαν στον τελικό (και μην ρωτάτε πως, εμείς πάντως είμαστε μέσα), παρατάσσονται σε παράλληλες σειρές, καθισμένοι σε αναπαυτικές σεζ λονγκ, αραχτοί και λάϊτ.

12 Λίλιαν , Σουζάνες, Ντέμπορες, Τζέσικες, Λόλες και ό,τι άλλο εμπίπτει στην κατηγορία μανουλομάνουλο, στέκονται ανά μία στην αρχή της κάθε αντρικής δωδεκάδας, φορώντας την στολή της Εύας π.Α (προ Αμαρτήματος).

Με το μπαμ του αφέτη, σκύβουν επί τη σκυτάλη. Οι άντρες μπορούν μόνο να τις παροτρύνουν να «σκυταλοδρομήσουν» γρήγορα, καθώς κάθε άλλη βοήθεια απαγορεύεται.

Νικήτρια όποια, αφού παραλάβει και ξετελέψει 11 σκυτάλες στην σειρά, ξετελέψει πρώτη και την δωδεκάτη σκυτάλη.

Η παραλλαγή κατά την οποίαν 12 Λίλιαν τσιμπουκοδρομούν επί μίας και μόνης σκυτάλης, ελέγχεται ως υπέρ του δέοντος φαντασιακή.

- Ρε συ, τι χείλια είναι αυτά που έχει το Λελάκι!
- Είδες ρε; Aυτή είναι για τσιμπουκοδρομίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νικώ, κερδίζω.

Από την λέξη «ρόμβος».

Κάποια παιδικά παιχνίδια (όπως το κουτσό), είχαν έναν ρόμβο που σημείωνε το νικητήριο τέλος της διαδρομής και όποιος έφτανε εκεί πρώτος έκανε ρόμβο-ρόμπο-ρούμπο.

Ρούμπος = η επιτυχία, η νίκη.
Σε ρούμπωσα = σε νίκησα.

Ε, να έχουμε και μία σεμνή λέξη για την νίκη μας. Είπαμε σλανγκ, αλλά αν μας καλέσουν για γκολφ και νικήσουμε, μην πλακώσουμε τον άλλον στα «σου έσκισα τα βάρδουλα ρε πούστη», «σου γάμησα τα πρέκια ρε παπάρα», δεν σηκώνει, θα ξεφτιλιστούμε σε τέτοιο «κωλομεγλειφάτο» περιβάλλον. :-) Ενώ ένα «σας ρούμπωσα» αγαπητέ μου, αφήνει άλλες εντυπώσεις.

- Ποιος κέρδισε στο τάβλι ρε;
- Εγώ ρε, τον ρούμπωσα τον Κώστα.

(από vip, 23/03/09)(από Βασίλης-7, 28/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, οι λάσπες στα ποντιακά.

Στην Θεσσαλονίκη, τσαμούρια αποκαλούνται οι οπαδοί του Απόλλωνα Καλαμαριάς από τους υπολοίπους, δηλαδή από τους γύφτους, τα σκουλήκια και τις γριές.

Το παρατσούκλι προέκυψε από το γεγονός ότι εκείνα τα χρόνια (πάλι καρφώθηκα...) η Καλαμαριά ήταν εκτός Θεσσαλονίκης, και ως εξοχή ήταν τίγκα στη λάσπη. Επειδή στην Καλαμαριά ήταν και είναι τόπος που κατ' εξοχήν πήγαν κι έμειναν οι πρόσφυγες από τον Πόντο, αντί να λέμε τους οπαδούς της τοπικής ομάδας «λασπούρια», τους λέμε τσαμούρια. αατα

- Ου βρωμοσκούληκο! Σκουλήκια βρωμερά που ζείτε μες στο χώμα...
- Άι ρε σκατόγυφτε...
- Καλά ρε,τι κάφροι είστε... Είναι επίπεδο αυτό;
- Ρε, ρε... Μιλάν' όλοι, μιλάν' κι οι κώλοι. Ρε τσαμούρι, εσύ από τις μεγάλες ομάδες, τι είσαι;

Το γηπεδο του Απολλωνα οταν φτιαχνοταν - ποοοοολλη λασπη ρε παιδακι μου... (από acg, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλη αλήθεια! (στο ποδόσφαιρο).

Μτφ. χρησιμοποιείται κατά κόρον από αρσενικά. Επισημαίνει μια κατάσταση κατά την οποία το αρσενικό έχει συνευρεθεί με αμφιβόλου ηθικής θηλυκό, το οποίο τυγχάνει να είναι άτομο φιλικό με το περιβάλλον του. Στατιστικές μελέτες δείχνουν πως το αποτέλεσμα της συνουσίας αυτής κρίνεται άκρως αισθησιακό και ερεθιστικό και ακολουθείται από πλήρεις οργασμούς συνήθως κι από τις δύο πλευρές...

Έκφραση που δηλώνεται από αυθεντίες στο χώρο του ποδοσφαίρου και κατ' επέκταση και στον ερωτικό τομέα. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως προτροπή προς την συγκεκριμένη ενέργεια σε άτομα στα οποία ισχύει η ρήση «πολλά μουνιά τριγύρω σου, στον πούτσο σου κανένα» και αμφιταλαντεύονται για το αν είναι σωστό να ακολουθήσουν αυτό που τους λέει το «κεφάλι» τους.

- Πολλά μουνιά τριγύρω σου, στον πούτσο σου κανένα, ρέιιι!
- Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα. Εσύ γαμάς δηλαδή;;
- Άμα δεν «μπαζώσεις» δεν χτίζεις σπίτι, ρέιιι!!
- Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι... Θα πάω να ψωνίσω μία απ' τις φτηνές...
- Τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά , ρέιιι!!! Άσε τις πουτάνες και πιάσε τις φακλάνες που γυρνάς!

... Ρέιιιιιιι!!!

(από Don_Kilotis, 26/03/09)κ μια δικια μου. καλουλα ητανε. (από jesus, 26/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αθλητικώς, η άνετη επικράτηση, η συντριβή του αντιπάλου. Εννοείται ότι το παιχνίδι δεν ήταν ματς, αλλά βόλτα χωρίς αντίπαλο.

Μεγεθυντικό: Υγιεινός περίπατος.

Με 25 πόντους διαφορά η ΤΣΣΚΑ έκανε περίπατο έναντι της Παρτιζάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται για να κοροϊδέψουμε κάποιον φίλαθλο μιας ομάδας η οποία έχει αποκλειστεί στην Ευρώπη κι επομένως το μόνο που του μένει είναι να παρακολουθεί τους αγώνες των άλλων ομάδων που αγωνίζονται ακόμα στην Ευρώπη, από έναν καναπέ.

- Είστε κωλόφαρδοι που προκριθήκατε στους 16!!
- Γαυράκι δεν πειράζει, πάλι καναπέ φέτος, να βλέπεις την Πανάθα.

Got a better definition? Add it!

Published

Οι επίσημοι που κάθονται στις αντίστοιχες εξέδρες των ποδοσφαιρικών αγώνων. Λέγονται έτσι επειδή κάθονται ακίνητοι και σοβαροί, ενώ το πλήθος γύρω τους ωρύεται και χτυπιέται. Ο όρος παραπέμπει και στις μαρμάρινες θέσεις των επισήμων στα αρχαία θέατρα.

Δες τα μάρμαρα ρε μαλάκα! Το γήπεδο καίγεται και αυτοί κουλ! Ρε ουστ!

(από ironick, 07/04/09)Δες τα μάρμαρα ρε μαλάκα! Η εξέδρα καίγεται και αυτοί κουλ! Ρε ουστ! (από Vrastaman, 07/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Το γκολ, στο ποδόσφαιρο. Είθισται να συντάσσεται με το ρήμα πετάω.

  1. Το πέταξε το τεμάχιο και σήμερα ο Αντεμπαγιόρ....

  2. ...τους είχαμε μωρέ, αλλά προς το τέλος μαλακιζόμασταν και μας το κολλήσανε το τεμάχιο και πήραμε τα @@ μας ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστιοπλοϊκός όρος που σημαίνει το μεν σοφράνο την προσήνεμη πλευρά του σκάφους, το δε σταβέντο την υπήνεμη.

Δεν χρησιμοποιείται καθόλου ως ιδίωμα από άσχετους με την ιστιοπλοΐα, χρησιμοποιείται όμως ευρέως από τους ιστιοπλόους, είτε για να εξηγήσουν π.χ. πώς να τεντώνουν την σοφράνο πλευρά του πανιού και να καμπυλώνει έτσι η σταβέντο, είτε (και εδώ είναι το ζουμί) να περιγράψουν με ποιο τρόπο κουτούπωσαν το γκομενάκι στην καμπίνα τους μετά από μια μακρά και τρικυμιώδη πορεία μέσα στο Αιγαίο πέλαγος (και όσοι έχουν ταξιδέψει έστω και μια φορά με ιστιοπλοϊκό καταλαβαίνουν τι θέλει να πει ο γερο-καπετάνιος).

  1. Ανάθεμα αν ξέρουν να ξεχωρίζουν το σταβέντο από το σοφράνο και την πλώρη από την πρύμνη.

  2. Όσοι έρθουν σύντροφοι στο ταξίδι μου, να έχουν στο νου τους τα παρακάτω και να συμμετέχουν στο ταξίδι σαν πλήρωμα και καπετάνιοι μαζί. Να κρατούν, μαζί μου, ευλαβικά τη ρότα τού σκάφους, να φουντάρουν το σίδερο, να δένουν τις πρυμάτσες στην μπίντα τού λιμανιού, να αγαντάρουν στα δύσκολα, να μαζεύουν τούς τυχόν ναυαγούς από σταβέντο, και να ρίχνουν τις στροφές τής μηχανής όταν το σκάφος πλέει σοφράνο...

  3. Με έφαγε το γκομενάκι να το πάρω μαζί μου ως την Ικαριά. Μόλις μπήκαμε Ικάριο της άλλαξα τα φώτα στην καμπίνα. Όλο σοφράνο σταβέντο την είχα.

Stavento: Όμορφη. (από Hank, 11/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified