Ποδοσφαιρικό, εμπνευσμένο από την ξερή. Ο άσχετος αμυντικός.

- Καλό το σέντερ μπακ του Πανακρατηριακού;
- Μπά, δεν κόβει μπάλα ούτε με βαλέ...

Got a better definition? Add it!

Published

Συνδυασμός κινήσεων πλήκτρων και μοχλού προ της χορηγίας κερμάτων στο παίγνιο μπούμπλε-μπούμπλε, με σκοπό την απόκτηση βελτιωμένων ιδιοτήτων (παπουτσάκι, μαστιχούλα), τα οποία ανακτώνται αυτομάτως, ασχέτως του εάν χάσεις μπαρμπαδάκι.

Εάν ενθυμούμαι καλώς το power up για το παπουτσάκι ήταν:
αριστερός μοχλός αριστερά και επάνω (τρις) + άλμα!
για τη δε μαστιχούλα:
δεξιός μοχλός δεξιά-αριστερά (δις) και φούσκα!

Μεταφορικά εχρησιμοποιήτο και ως ερμηνευτικό εργαλείο για απρόσμενες επιδόσεις κάποιου.

Αρχικά:
- Έλα γρήγορα να κάνουμε power up πριν μας δει ο Μάριος και μας την λέει πάλι.

Μεταφορικά:
- Ρε συ, τι κάνει το πουλί; το ένα χλατςμετά το άλλο!
- Έκανε power up και έγινε χεράς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιο δυνατό χαρτί στο πόκερ. Λέγεται για τρελές ευκαιρίες, για κάτι πολύ καλό που τυχαίνει σε κάποιον.

- Πω ρε είδες τον Τάσο, πώς την έριξε εκείνη την ξανθιά θεογκόμενα;
- Είδες; Φλος ρουαγιάλ ο Τάσος...

Φλος ρουαγιάλ (από poniroskylo, 09/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση υποχωρητικότητας, η οποία έχει τις ρίζες της στην χαρτοπαιχτική ορολογία (παραίτηση λόγω πρόβλεψης καλύτερου χαρτιού από τον αντίπαλο, το οποίο συνεπάγεται μικρότερες απώλειες για τον παραιτηθέντα, αγγλ. pass), ήτοι βλέπω το σημείο σου και αναγνωρίζω την ανωτερότητα των επιχειρημάτων σου, οπότε κάνω πίσω δικαιολογημένα.

Πολλές φορές λέγεται και σκέτο «πάσο», χάριν συντομίας.

- ..και δεμελές... Λίτσα ή Σούλα;
- Σούλα χαλαρά! Ω ρε Ισπανία...!
- Πάσο...

Got a better definition? Add it!

Published

Γνωστό σχολικό παιχνίδι και ως «παλαμάκια».

Πώς παίζεται:

5 άτομα τουλάχιστον σχηματίζουν έναν κύκλο. Ένα τυχαίο άτομο χτυπάει μια φορά τις παλάμες (σα χειροκρότημα), ο διπλανός του (πχ από τα δεξιά) χτυπάει κι αυτός τις παλάμες του -και πάει λέγοντας, εκτός και αν χτυπήσει παλαμάκια δυο φορές, οπότε αλλάζει η φορά. Αν όμως χτυπήσει παλαμάκια κάποιος που δεν είναι η σειρά του, τότε το κλαίει. Οι υπόλοιποι του σκάνε σύννεφο, σφαλιάρες ή οποιαδήποτε τιμωρία ορίσουν από πριν.

Περιτεύει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από την πόκα. Τα βλέπω - ή, σε βλέπω - στην πόκα σημαίνει «ακολουθώ» το ποντάρισμά του προηγούμενου παίκτη.

Το «ακολουθώ» είναι σε εισαγωγικά, διότι εννοεί την ακολουθία στο ποσό (και όχι κάποιο ανέβασμα), αλλά επίσης διότι σλανγκοποιεί την έκφραση εκτός της πράσινης τσόχας. Όπου, Τα βλέπω σημαίνει σε ακολουθώ, συμφωνώ, τα λες καλά, μαζί σου.

Άλλος ένας όρος που ξεφεύγει σε ποκαδόρους, όπως το πάσο, ή το ντούκου...

  1. - Λέω σήμερα να πάμε από Θησείο μεριά....
    - Πάλι; - Εσυ ρε Πάνο, τι λες:
    - Εγώ σας βλέπω σε ότι αποφασίσετε. - Εντάξει, πάσο από μένα, πάμε Θησείο.

  2. - Λοιπόν συνεχίζουμε για ορεινή Αρκαδία;
    - Μέσα, ας το εξαντλήσουμε, αφού φτάσαμε ως εδώ, και ακόμα δεν νύχτωσε. Εσύ Μήτσο;
    - Τα βλέπω... εγώ θα χαλάσω την παρέα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιπαιχτική έκφραση, έναντι μακράς εις μάτην αναμονής τινός.

Ιδίως στο τάβλι, έχει την σημασία της ματαιοπονίας του αντιπάλου που περιμένει να απεγκλωβιστεί από εξάπορτο ή κωλυσιεργεί να την πουλέψει στη φεύγα (αφού κατά το δημώδες του φεύγα η μάνα ποτέ δεν έκλαψε).

Συναφείς κοροϊδευτικές εκφράσεις: Βάλε τα καλά σου, ετοιμάσου, περίμενε τον αγύριστο κλπ.

Η έκφραση ανάγεται στην παλιά συνήθεια του τραταρίσματος των μουσαφιρέων με γλυκό του κουταλιού (νεραντζάκι, συκαλάκι, σταφύλι, κυδώνι κλπ) όπου, κατά το τελετουργικό, καλούνταν να πουν μιαν ευχή προς τον αμφιτρύωνα μπουκωμένοι με το γλυκό, π.χ. «Και στις χαρές σας!» και καπάκι να πιουν απνευστί το νερό (κάνοντας ένα χαρακτηριστικό «άααχ!»).

Το ξύσιμο του αυτιού ή το διακριτικό ρέψιμο που ακολουθούσε, σηματοδοτούσαν την υποχρεωτική μετάβαση των γυναικών στην κουζίνα προκειμένου να επακολουθήσει «σοβαρή συζήτηση» μεταξύ των ανδρών...

  1. (Στην δημόσια υπηρεσία):
    Υπάλληλος Α:
    - Εσείς τί περιμένετε;
    Διοικούμενος:
    - Να μιλήσω στον κύριο προϊστάμενο για μια υπόθεσή μου...
    Υπάλληλος Α:
    - Έχει συμβούλιο ο κύριος προϊστάμενος και θ’ αργήσει. Εξ άλλου έχει πάει μια παρά τέταρτο.
    Διοικούμενος:
    - Δεν πειράζει, θα τον περιμένω.
    - Τί να σας πω, αν δε βαριέστε...
    Υπάλληλος Β που βάζει το σακάκι του:
    - Εγώ λέω να περιμένετε λίγο ακόμα. Να, τώρα θα βγάλουμε και νεραντζάκι!

  2. (Τάβλι):
    - Δε μου λες, αυτά τα πούλια εκεί πότε θα τα βγάλεις έξω; Τί τα κλωσάς που έχω αρχίσει το μάζεμα;
    - Περιμένω να φέρεις εξάπαντος, να σε πιάσω.
    - Άνοιξε το τριώδιο! Καλά περίμενε συ, τώρα θα σου βγάλω και νεραντζάκι...
    - Τώρα θα φέρεις μικρομέγαλο!
    - Εξάρες! Μην ανησυχείς εσύ! Παραπάνω από διπλό δεν πάει...

Σ.Σ. 1. Εξάπαντος = έξι-πέντε, όταν ο αντίπαλος είναι μαζεμένος με μια πόρτα στον άσσο στο σπίτι του παίκτη και ο τελευταίος μαζεύει κι έχει από δυο πόρτες στο 6 και στο 5 αφήνει δυο πούλια ανοιχτά, αν έχει πάνω από δυο πούλια στο 5 αφήνει ένα στο 6, αν έχει πάνω από δυο πούλια στο 6 αφήνει ένα στο 5 κλπ κι ο αντίπαλος παίζει να τον τσακώσει. 2. Μικρομέγαλο = μικρό και μεγάλο ζάρι π.χ. 6-3, έσχατη ευκαιρία ώστε ή να γκελάρει το ένα και να μείνει ανοιχτό ή να μείνει περιττός αριθμός στα πίσω και με την επομένη ν’ αφήσει κλπ.
3. «Παραπάνω από διπλό δεν πάει» = σκωπτική έκφραση (όπως και το «μέχρι διπλό πάει»), που δήθεν «καθησυχάζει» τον αντίπαλο ότι αποκλείεται να το χάσει τριπλό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ολ τάιμ κλάσσικ κατα τα σέβεντις και την ένδοξη δεκαετία, που ακουγόταν στα ουφάδικα και τα ποδοσφαιράκια όταν γίνονται ομηρικές μάχες μεταξύ δύο παικτών ποδοσφαιραq ή τριμπάλου μπιλιάρδου (Γαλλικού).

Στις περιπτώσεις αυτές πλήρωνε μόνον όποιος έχανε και ποτέ ο νικητής. Έτσι μετά από κάθε σετ του παιχνιδιού, ο νικητής με περισσή περηφάνια και με στεντόρια φωνή, και καλούα μονολογούσε: «ο χάνων χύνει».

Υστεριόγραφο: Ολόκληρη η έκφραση ως πρωτοσλανγκίζουσα ήταν: «Ο χάνων χύνει μέταλλο» (κοσάρι). Αφ' ης στιγμής όμως αντικειμενικοποιήθηκε ως αυτόνομος σλανγκισμός, κόπηκε το «μέταλλο» ως ευκόλως εννοούμενον.

- Ρε πστ τι κωλοφαρδία έχεις σήμερα; Κόντρα στο μπανιστήρι και μέσα;
- Χα χα, θα σου περάσει, ο χάνων χύνει!

το μέταλλο (από perkins, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσθήκη στον άλλο ορισμό σχετικά με την προέλευση του όρου.

Προέρχεται από τα διάφορα χαρτοπαίγνια (όπως π.χ. το στούκι) όπου, όταν έρθει η σειρά κάποιου να πάρει φύλλο, έχει δικαίωμα να το κάψει, δηλαδή να μην το χρησιμοποιήσει και να τραβήξει ένα καινούργιο.

  1. Άρα καμένο χαρτί είναι εκ πρώτης το εντελώς άχρηστο φύλλο, αυτό που δεν έχει καμία πιθανότητα να οδηγήσει σε κάτι θετικό.

  2. Επίσης ο τελειωμένος, η ανίατη περίπτωση.

  3. Σχετική έκφραση: καμένος από χέρι

Προέρχεται από την περίπτωση που κάποιοι πολύ χαρντκόρ τζογαδόροι, κυρίως για λόγους εντυπωσιασμού και σπασίματος του τσαμπουκά των συμπαικτών τους, όταν έρθει η σειρά τους να πάρουν φύλλο, καίνε το πρώτο από χέρι, δηλαδή καίνε το φύλλο που θα τους πέταγε η μάνα ενώ βρίσκεται ακόμα στα χέρια της, χωρίς να το δουν.

Σημαίνει λοιπόν ότι κάτι είναι καταδικασμένο εξ' αρχής, πριν ακόμα ξεκινήσει. Να μη συγχέεται με το «καμένος» «από χέρι», που είναι μεν παρεμφερές, αλλά όχι εντελώς ίδιο. Βλ. παράδειγμα 3 για ειδοποιό διαφορά.

  1. Εικοσιμία: Η μάνα μοιράζει πρώτο φύλλο (κλειστό) στον Αντρέα. Ο Αντρέας το κοιτάει. «Το καίω» λέει. Η μάνα το παίρνει κλειστό, το βάζει στην άκρη και του δίνει καινούργιο.

  2. - Ρε, μην ασχολείσαι με τον Κάστορα! Είναι καμένο χαρτί.
    - Τι να κάνω ρε Κώστα; αφού τον λυπάμαι...

  3. Το εγχείρημα ήταν «καμένο από χέρι» (δηλαδή ξέραμε από την αρχή ότι θα αποτύχει).

Ο Μήτσος είναι «καμένος» «από χέρι» (δηλαδή το 'χει κάψει εντελώς).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απ’ το ιταλικό trappola: παγίδα, απάτη.

Στη συντριπτική πλειοψηφία των παιχνιδιών με τράπουλα ακολουθείται στην αρχή κάθε παρτίδας η εξής πασίγνωστη διαδικασία:

α) Ανακατεύεται καλά η τράπουλα (κοινώς, τα χαρτιά / φύλλα) από τη μάνα / κρουπιέρη / ντίλερ,

β) Κάποιος από τους υπόλοιπους παίκτες κόβει την τράπουλα, συνήθως σχεδόν στη μέση, δημιουργώντας δυο δεσμίδες και

γ) Η μάνα ενώνει ξανά, αλλά με αντίστροφη σειρά, τις δεσμίδες σε μία, από την οποία μοιράζει στους παίκτες όσα φύλλα και με όποιο τρόπο απαιτεί το εκάστοτε παιχνίδι.

Η τύχη, τουλάχιστον για τους περισσότερους, δεν είναι κάτι στο οποίο μπορείς να εμπιστεύεσαι κάτι με ασφάλεια. Και τα παιχνίδια με την τράπουλα δεν είναι πάντοτε αθώα, ούτε έχουν πάντα σκοπό τη διασκέδαση. Επειδή υπάρχουν μεγάλα μαστόρια στο ανακάτεμα της τράπουλας, το κόψιμο των χαρτιών είναι ουσιαστικά δήλωση του παίχτη που κόβει πως συμφωνεί στη συνέχεια της παρτίδας, ορίζοντας αυτός κι όχι η μάνα, μαζί με την τελική σειρά των φύλλων, την τύχη όλων της ομήγυρης. Από το σημείο αυτό και μετά, θεωρητικά, οι πιθανότητες νίκης είναι αντίστοιχες των ικανοτήτων του καθενός, όμως υπάρχει κι αυτό το «καμένος από χέρι» που βάζει τα πράγματα στη θέση τους.

Εξού, μακριά από την πράσινη τσόχα, οι εξής φράσεις που όλες κυκλοφορούν συνηθέστερα στο γ’ ενικό:

Ανακατεύω την τράπουλα / ανακατεύω τα χαρτιά

Περιγράφει τη θεσμοθετημένη -ρητά ή όχι- δυνατότητα που έχει ο επικεφαλής (ο πραγματικός κι όχι ο κατ’ επίφαση) μιας ομάδας να την αλλάζει, ανακατατάσσοντας τα μέλη της σε άλλες ή νέες θέσεις, άρα και με διαφορετικές αρμοδιότητες και καθήκοντα. Συχνά αντικαθιστά κάποια απ’ αυτά, -άλλοτε σαν τιμωρία, άλλοτε σαν τακτική- βάζοντας στη θέση τους άλλα, που μπορεί και μέχρι τότε να μην ανήκαν σ’ αυτή. Υπονοούνται αφ’ ενός μεν η προφανής πρωτοβουλία των κινήσεων αλλά και μια αναμενόμενη αυθαιρεσία από τη μεριά του επικεφαλής κι αφετέρου, πως θα υποστεί κριτική για τις επιλογές του από τους υπόλοιπους που του την έχουν στημένη.

Αν δεν αναφέρεται σε κάποιο πρόσωπο αλλά σε κάποιο συμβάν, τότε εννοείται μια συνήθως ανεπιθύμητη αλλαγή που γίνεται από ανάγκη προσαρμογής σε νέα δεδομένα οπότε υπονοείται πως κάποιοι το τρώνε και ζορίζονται.

Κόβω την τράπουλα

Περιγράφει τον απόλυτο έλεγχο που έχει κάποιος, κάνοντας φανερά κι ενεργά κουμάντο κάποιους άλλους που απλώς ακολουθούν ή εκτελούν.

Mοιράζω την τράπουλα / μοιράζω τα χαρτιά

Περιγράφει κάποιον που εν είδει θεού, δρα τελείως αυθαίρετα γιατί μπορεί, έχοντας πλήρη έλεγχο του παιχνιδιού που ο ίδιος έχει στήσει. Ενίοτε δρα παρασκηνιακά από μια θέση οργανωτική, συντονιστική αλλά ίσως όχι ηγετική. Οι υπόλοιποι ουσιαστικά είναι πιόνια ή μαριονέτες.

Σε συνδυασμό, οι εκφράσεις επιτείνουν το αυθαίρετο της δράσης του ατόμου. Χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τα ΜΜΕ για πολιτικούς, προπονητές, επιχειρηματίες, managers και παραγκο-παράγοντες κάθε είδους και διαμετρήματος.

1.
Ανακατεύει την τράπουλα ο Χιμένεθ. Στην σημερινή προπόνηση της ΑΕΚ, ο Μανόλο Χιμένεθ, άλλαξε τα σχέδια της Πέμπτης (5/5), δοκιμάζοντας ενδεκάδα τελικού, με Δέλλα στην άμυνα. Συνέχισε φυσιοθεραπεία ο Σκόκο.

2.
Δεν υπάρχει κλίμα προγραμματικής ή πολιτικής σύγκλισης της αριστεράς. Το κάθε κόμμα προσπαθεί απλά να καλλιεργήσει τον κήπο του. Τώρα έχουμε και την καινούργια προσπάθεια του Μπερτινότι, που προσπαθεί να συναντηθεί με τα κινήματα. Αλλά φαίνεται ότι ανακατεύει τα χαρτιά μόνος του. Ο Μπερτινότι αρνείται να διαλύσει το κόμμα του, άρα δεν μπορεί να επανιδρύσει τίποτα. Μέχρι τις εκλογές η αριστερά και η κεντροαριστερά δεν πρόκειται να πούνε τίποτα.

3.
Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η κρίση, ανατρέποντας κοινωνικές και οικονομικές ισορροπίες, ανακατεύει την τράπουλα και στο πολιτικό επίπεδο. Αυτό είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού και στην ελληνική περίπτωση, έστω κι αν η κατάληξη των σχετικών διεργασιών είναι άδηλη.

4.
Ο Γ. μου λοιπόν αρχηγός, μπροστάρης, κόβει την τράπουλα εκ πρώτης όψεως. Εκείνος αποφασίζει τι παιχνίδι θα παίξουμε, μιλάει πρώτος, ηγείται.

5.
Μοιράζει την «τράπουλα» ο Μαρινάκης με το ρευστό που διαθέτει!! Ο νέος μεγαλομέτοχος του Ολυμπιακού παίζει μόνος του στην «παρτίδα» και μοιράζει φράγκα δεξιά κ αριστερά εκμεταλλευόμενος την έλλειψη διάθεσης αλλά και την ανυπαρξία των υπολοίπων!

6.
Υπάρχει η μαφιοκρατία που θέτει τους δικούς της όρους, οι λέσχες Μπίλντερμπεργκ, οι Σόρος και τα Νταβός. Υπάρχουν και οι ανεξέλεγκτοι μη εκλεγμένοι σύμβουλοι, αυτοί που κρύβονται πίσω από τις κουρτίνες όταν συνεδριάζουν τα υπουργικά συμβούλια, όπως ο Κίσιντζερ – οι ΥΠΕΞ στην Αμερική έρχονται και παρέρχονται, ο Κίσιντζερ όμως εκεί, απέθαντος και κατσικωμένος στις πτέρυγες τού Λευκού Οίκου, μοιράζει τα χαρτιά.

7.
Ποιος είναι ο Πφιτς; Αποτελεί την κλασική μορφή του πιστού υπηρέτη που προοιωνίζεται ωστόσο την έλευση της νέας κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Διότι θυμοσοφικά περιπαικτικός, ο υποτακτικός ακόλουθος αναδεικνύεται σε πραγματικό πρωταγωνιστή που κόβει και μοιράζει τα χαρτιά, καθώς κλονίζει με την ανατρεπτική του ματιά την ασφάλεια των παραδεδομένων.

(το 4 από περιοδικό, τα λοιπά από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified