Further tags

φιλοσοφικότα, (η)

Η φοιτήτρια, ή η απόφοιτος της φιλοσοφικής. Δεν είναι υποτιμητικό, ή βρισιά.

  1. -μαλάκα μου συνεχίζεις ακάθεκτη!!
    -παντα. δεν ωρροδω προ ουδενος!
    -με ποιους κάνεις παρέα ρε κωλόπαιδο τελευταία; Τι λέξεις είναι αυτές; Δεν ντρέπεσαι λιγάκι;
    -once a φιλοσοφικοτα, always a φιλοσοφικοτα :Ρ
    -Δεν πειράζει. Σ'αγαπάμε και έτσι, να ξες. ΕΔΩ

  2. -Και ολοκληρωματα... (ελπιζω να το εκτιμησουν οι θετικαριοι)
    -λολ, το εκτιμουν κι οι φιλοσοφικοτες που συμπαθουν τα μαθηματικα παντως :Ρ (εδώ)

  3. -πες τους ρε έντυυυυυ. με βρηκαν φιλοσοφικοτα κ με δουλευουν
    -φιλοσοφικότα είναι η ψαγμένη κότα σαν να λέμε; :Ρ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των φοιτητής και της γαμοσλανγκοτέτοιας (ετικετοποιήσιμης;) κατάληξης -(α)μπουρας, που ο σύσσλανγκος εδώ ετυμολογεί από το berrü = άντρας στα αλβανικά (ας επιβεβαιώσουν ή διαψεύσουν οι επαΐοντες).

Ο φοιτητάμπουρας, επομένως, είναι ο φοιτητής που είναι αλητάμπουρας, κοπριτάμπουρας, αρχιδάμπουρας, ενίοτε χλιδάμπουρας όταν πηγαίνει σε πάρτι της ΔΑΠ, είναι μέλος των συλλόγων Σ.Κα.Πα.Π. και Σπα.Πα.Πε., δεν είναι επιμελής, αναλώνεται είτε σε παρτάκια με επίπεδο-ΔΑΠεδο είτε στην αριστεροχαρά της ένταξης σε πολιτικές νεολέρες, όπου μπορεί να διαπρέψει και ως σταλινογαμπρός και γενικώς ευχαριστιέται τα νιάτα του ή και τα άντα του αν είναι απαταιώνιος φοιτητής.

  1. Άει μωρή τσουτσού που θες και χαρτομάντιλα, κάτσε διάβασε.... μια ζωη φοιτητάμπουρας. (Εδώ).
  2. Στην εξεταστική οι φοιτητές διαβάζουν.Εγώ ως φοιτητάμπουρας βλέπω Daria. Άντε και καλό σεπτέμβρη. (Εδώ).
  3. Πάει τώρα ο μπάι κιούριους φοιτητάμπουρας με φάτσα κυπρίου κεμπαμπτζή και κακάδι στο μούσι (ομάζ αυτό, ξέρει ποιος) να κάμει τον καμπόσο σε ποιόν; Στον Βόλφγκανγκ τον Σόιμπλε. Έλα μουνί στον τόπο σου. (Εδώ).
  4. Συριζαίος άεργος φοιτητάμπουρας: με τα capital controls επιτέλους υποφέρει ο Βαρδινογιάννης όπως υπέφερε ο λαός τόσα χρόνια. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος συμμαθητή/συμφοιτητή που ευδοκιμεί στις εξεταστικές περιόδους. Πρόκειται για τον τύπο που συνεχώς κάνει προβλέψεις για το περιεχόμενο των θεμάτων που θα εξεταστούν και επαναλαμβάνει συχνά τη φράση "θα πέσει". Ο θαπεσάκιας πέφτει κατά κανόνα έξω στις προβλέψεις του αλλά αυτό δεν τον πτοεί στο να συνεχίσει την εκνευριστική του συνήθεια.

  1. -Διάβασες το κείμενο 46; Σοσάρα να ξέρεις, αυτό θα πέσει!
    -Άσε ρε θαπεσάκια της κακιάς ώρας, σε είδαμε και στην ιστορία πόσο μέσα έπεσες..
  2. Για να μην αγχωθείς την προηγούμενη μέρα των πανελληνίων απόφυγε την επαφή με τη μάνα σου και τους αμέτρητους θαπεσάκιες που θα σου την πέσουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που συναναστρέφεται σχεδόν αποκλειστικά δασπίτες, δηλαδή μέλη της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ. Συνάπτουν στενές φιλικές σχέσεις, ακόμη και ερωτικές.

Πολιτική ορθότητα και αποστάσεις από ακραίες τοποθετήσεις, κονφορμισμός και γενικότερη λατρεία προς και από το κοπάδι, ψυχή τε και σώματι. Συνήθως συγγενής κατάσταση με σημαντικό επιβαρυντικό παράγοντα το θετικό οικογενειακό ιστορικό.

Πιο πωρωμένη βερσιόν των απλών δασπόφιλων, άλλωστε στην κλασική πλέον κατάταξη των ειδών κατά Καθηγητή Όακ η εξέλιξη είναι η εξής: δασπόφιλος (λέβελ 1) > δασπόβιος (κώλος και βρακί & προσωπική σχέση με δασπίτη) > δασπίτης (επίσημα εγγεγραμμένο μέλος στην ΔΑΣΠ)

- Άσε, μεγάλε, βγήκε η κυτταρολογική. Έμπλεξες με δασπόβια...
- Όχι, ρε φίλε. Πώς τα πετάς έτσι; Με τι στοιχεία; Θα πιαστούμε δηλαδή, πρόσεχε!
- Δυστυχώς, δε σου λέω ψέμματα. Ανέβασε φώτοζ από το Dream City αγκαλιά με τουλάχιστον τρεις διαβόητους δασπίτες της σχολής. Αν κοιτάξεις το προφίλ της αυτό δεν είναι κάτι νέο. Γίνεται κατά συρροή εδώ και χρόνια.
- ...
- Λυπάμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φίλα προσκείμενος, ακόμη και ψηφοφόρος των πανεπιστημιακών φοιτητικών παρατάξεων της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ.

Κλάριν, γιαλαντζί αριστεροί, δεξιοί που δεν βγήκαν από την ντουλάπα, οπαδοί, χαζογκόμενες και άλλες γλάστρες, γενικώς αγράμματοι. Οι αυριανοί δεξιοί.

Οι Πολλοί, το κοπάδι, ο απολιτίκ σωρός των φοιτητών σήμερα που κρατιούνται μαζί από τις δυνάμεις συνάφειας του καθωσπρεπισμού, του αναλφαβητισμού, της πολιτικής ορθότητας και του φόβου της παρέκκλισης από το κοπάδι. Θα πάνε μια στο τόσο στα πάρτυ της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ σε μπουζούκια και κλαμπ (ανάλογα με το αν ακούν το «ελληνικό» ή το «ξένο» είδος «μουσικής»). Γιατί; Ε, γιατί πρέπει μια στο τόσο. Θα πάνε και στην Μύκονο, την Αράχωβα ή το Μπάνσκο για σκι. Συμπαθούν τους δασπίτες γιατί είναι καλά παιδιά και δημοφιλείς. Βασικά επειδή είναι δημοφιλείς. Και δεν είναι των άκρων, αφού δεν χρησιμοποιούν πολυσύλλαβες λέξεις ούτε πολιτικολογούν - άλλωστε οι Ιδεολογίες πεθάνανε και είδατε που μας οδηγήσανε.

Στην κατάταξη των ειδών κατά Καθηγητή Όακ η εξέλιξη είναι η εξής:
δασπόφιλος (λέβελ 1) > δασπόβιος (κώλος και βρακί & προσωπική σχέση με δασπίτη) > δασπίτης (επίσημα εγγεγραμμένο μέλος στην ΔΑΣΠ)

- Πωω, ρε Στιβ, κι εσύ πήγες να μπλέξεις με την δασπόφιλη; Αναμενόμενο να φας χίος... - Σωστός. Και πάλι καλά να λες! Με φαντάζεσαι να βγαίνω με την παρέα της με τους δασπίτες; - Σε βοήθησε ο Χριστούλης μου φαίνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο φοιτητικό ιδίωμα, ο φοιτητής από πέμπτο έτος και πάνω, σε αντιδιαστολή με τον πρωτοετή που χαρακτηρίζεται ως μπουμπούκι.

Ε, θα 'τανε στο γραφείο κανά δυο δέντρα και τέσσερα-πέντε μπουμπούκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο φοιτητικό ιδίωμα μπορεί να δηλώσει τον πρωτοετή φοιτητή, σε αντίθεση με αιώνιο φοιτητή προχωρημένου έτους, που αποκαλείται δέντρο.

Περάσαμε μια βόλτα και από τα γραφεία της ΔΑΠ να δούμε τι μπουμπούκια έχουν σκάσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λανθασμένα, το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου μηχανικού.

Εδώ επικρατεί μεγάλη σύγχυση. Αρχικά, όλοι οι απόφοιτοι του Πολυτεχνείου (αρχικά ήταν μόνο ένα, το Μετσόβιο, αλλά σήμερα υπάρχουν περισσότερα πολυτεχνεία, όπως επίσης και πολυτεχνικές σχολές στα πανεπιστήμια) έχουν την ιδιότητα του μηχανικού: ηλεκτρολόγος μηχανικός, χημικός μηχανικός, μηχανολόγος μηχανικός κοκ. Η ιδιότητα του μηχανικού δίνει κάποια δικαιώματα, όπως να χτίζεις κτίρια πέραν κάποιου μεγέθους, να φτιάχνεις ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις κλπ. Η σύγχυση προκλήθηκε αφενός γιατί στο μυαλό πολλών μηχανικός = αυτός που ασχολείται με μηχανές (δηλ. αυτό που κανονικά λέγεται μηχανολόγος) και γιατί παλιότερα (ως τη δεκαετία του 1970) υπήρχε στο Πολυτεχνείο ενιαία σχολή ηλεκτρολόγων - μηχανολόγων (σήμερα έχουν διαχωριστεί), οπότε κάποιος όντως αποκαλούταν ηλεκτρολόγος - μηχανολόγος (σκέτο, χωρίς το μηχανικός).

Μου κάνει πιο πολύ για μπαμπαδισμός, λόγω της συσχέτισης με περασμένες δεκαετίες, αλλά λέγεται και από νεότερες γενιές.

- Ο γιος μας, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος, έγινε πιτσαδόρος, ας όψεται το ΠΑΣΟΚ! (από αξέχαστο προεκλογικό σποτάκι της ΝΔ)

Υπήρχε καλύτερη Ελλάδα και τη θέλαμε... (από earendil_ath, 20/09/12)Won\'t you please help me, I\'m screwed you see. (από Galadriel, 21/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(ουσ., προσβλητικό) Ο φοιτητής αυτός, που κυριότερο χαρακτηριστικό του είναι ότι ψηφίζει πλαίσια της ΔΑΠ στις συνελεύσεις της σχολής του.

Μπορεί να είναι είτε δηλωμένος Δαπίτης, είτε και καλά ανεξάρτητος και «έχω σιχαθεί τις παρατάξεις στο Πανεπιστήμιο». Έχει και καλά φιλελεύθερες απόψεις και υποστηρίζει πάνω από όλα την ομαλή λειτουργία του Πανεπιστημίου σε ανοικτές συζητήσεις. Ψηφίζει ΔΑΠ όχι γιατί πραγματικά τη στηρίζει, αλλά γιατί και καλά αυτό τον εξυπηρετεί σε (όλως τυχαίως) κάθε συγκυρία.

Γενικώς, είναι και καλά οτιδήποτε, και καλά κουλτουριάρης, και καλά φιλοσοφημένος, και καλά δραστήριος, και καλά μέσα σ' όλα τα προάγουν την πρόοδο της χώρας και της νεολαίας, αλλά όταν είναι μόνος του, ακούει κρυφά από τα ακουστικά του Νίκο Βέρτη και Χαρά Βέρα. Όταν η παρέα είναι ανάλογη, κυκλολοφορεί με γυαλί ηλίου Gucci, ροζ μπλουζάκι πόλο με σηκωμένο το γιακά και καρό βερμούδα και παραγγέλνει φρεντοτσίνο σε καφετέριες της παραλιακής. Είναι τότε που προβάλλεται το πραγματικό εγώ του, σαν λυκάνθρωπος κάτω από γεμάτο φεγγάρι.

Κρατάει στο χέρι του την τελευταία λέξη της τεχνολογίας στα κινητά, παίζει φανατικά τίτσου, συζητάει κατά 95 % με τους φίλους του για μπάλα ή για αμάξια, και το βράδυ του δεν είναι ποτέ ικανοποιητικό αν δεν έχει κλείσει μπουκάλι σε μπάρα σε γνωστό μαγαζί με νεολαία. Με λίγα λόγια, είναι το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του Ελληνάρα.

Κοινή συζήτηση μεταξύ δύο δάπαρων:
- Φιλαράκι, πάμε σήμερα Κίσφις; Έχω κλείσει μπουκάλι βοτκίτσα, θα πω και σε δύο μωρά να έρθουνε, θα περάσουμε πολύ κυριλέ!
- Ναι ρε, γουστάρω! Πήρα κι ένα γαμάτο ροζ μπλουζάκι χθες 200 ευρώ, θα το φορέσω, ε;

Από την αντισυγκέντρωση της ΟΝΝΕΔ στην Κοραή για "Ανοικτά Πανεπιστήμια". (από Khan, 25/11/13)(από xalikoutis, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεοϊδρυθείσα φυλή φοιτητών στο Α.Τ.Ε.Ι. Αθήνας.

Οι άμοιροι αυτοί φοιτητές που κατονομάζονται από τους συναδέλφους τους ως ΧίΠιδες είχαν την ατυχία να μην περάσουν κάποιο εργαστήριο (μαύρη και αποφράδα η ημέρα εκείνη). Λόγω του πλήθους των φοιτητών που υπάρχει σε κάθε σχολή, ο κομμένος σε κάποιο εργαστήριο συνάδελφος είναι αναγκασμένος να ξαναδώσει το μάθημα, χωρίς όμως να του επιτρέπουν να το ξαναπαρακολουθήσει, επειδή ο αριθμός των ατόμων στις αίθουσες είναι αυξημένος (δεν του έφτανε που κόπηκε, δε θα παρακολουθήσει κιόλας...)

Ο όρος ΧίΠιδες προκύπτει από τα αρχικά Χι-Πι ή αλλιώς Χ.Π. που σημαίνουν Χωρίς Παρουσία ή Χωρίς Παρακολούθηση. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι δεν χρειάζεται να κάνει παρουσίες, οπότες κάτι είναι και αυτό αφού του δίνεται η ευκαιρία να στρώσει τον κώλο του και να διαβάσει μπας και περάσει πριν να τον καλέσουν ξανά για φαντάρο.

ΔΑΠίτης: Τι έγινε ρε;
ΚΝίτης: Άσε με έκοψε γαμώ την κινησιολογία μου γαμώ. Εσύ;
ΔΑΠίτης: Και μένα με έκοψε η καριόλα...
ΠΑΣΠίτης: Βρε καλώς τους ΧίΠιδες. Άντε με το καλό του χρόνου πάλι βλαστάρια μου.
ΚΝίτης: Καλά και συ τα τρία μου θα πάρεις, δε χαμπαριάζει αυτή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified