Further tags

Ο γνωστός ρέιβερ (raver στα αγγλικά) που χορεύει σαν τρελός, χοροπηδάει και κουνάει χέρια-πόδια σαν το κατσίκι.

... θα τον βρείτε σε όλα τα μεγάλα club που παίζει mainstream & dance μουσική.

(από jesus, 05/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλάχος Έλληνας που έφυγε μικρός από το χωριό του και πήγε στην Αμερική.

Προέρχεται από την βλαχο-ελληνο-αμερικάνικη προφορά που έχει και δεν μπορεί να μιλήσει καλά ούτε ελληνικά αλλά ούτε και αμερικάνικα-αγγλικά.

Όλοι οι ελληνοαμερικάνοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Aμάλγαμα ρεμπεσκέ και Montesquieu. Δηλαδή ένας ρεμπεσκές με γαλλική εσάνς, που είναι oisif κι έτσι άμα λάχει να 'ούμ.

Ο ρεμπεσκές είναι ο αργόσχολος, ο αλήτης, το άτομο χωρίς διάθεση για εργασία, ο ρέμπελος, ο αχαΐρευτος, ο ανεπρόκοπος. Κατά τον Μπάμπη είναι αγνώστου ετύμου, αλλά μέχρι να τοποθετηθεί το Πονηρόσκυλο, ποτέ δεν ξέρεις.

Από την άλλη, ο Charles-Louis de Secondat, baron de La Brède et de Montesquieu ήτο ένας από τους Διαφωτιστές, les philosophes, ο πιο αριστεροκράτης απ' όλους, έμεινε στην Ιστορία για την διάκριση των τριών εξουσιών -την οποία όμως είχε ήδη κάνει ο Αριστοτέλης- και για το έργο «Περσικές Επιστολές». Γενικά οι Γάλλοι έχουν λίγο την τεμπελιά, είναι αργόστροφοι, δεν έχουν το αγγλοσαξονικό μοντέλο, οπότε ταιριάζει το rebesquieu, αν και, εκτός από το ΔΠ όπου το έβαλε ο the inq, δεν το έχω ακούσει αλλού. Τέσπα είναι και 14 juillet και είναι ωραία ευκαιρία να γιορτάσω τα 220 χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης και τα 800 μου λήμματα.

- Le type n'entend pas le Christ, il est complètement Diderot!

Ceci n\'est pas rebesquieu! (από Dirty Talking, 14/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προπονητής των οπισθίων!

Πήρε έναν προπονητή η Έβερτον, Χοσέ Μουνίνιο μάς βγήκε!

Got a better definition? Add it!

Published

Σύνθετη λέξη, προερχόμενη εκ των λέξεων «νέος» και «Λέοπαρντ».

Ο όρος αποτελεί απαξιωτικό ή χιουμοριστικό χαρακτηρισμό ενός νέοπα που υπηρετεί σε μονάδες τεθωρακισμένων, που χρησιμοποιούν άρματα μάχης Λέοπαρντ (Leopard).

Ο όρος εκφέρεται συνήθως από κάποιον παλιό φαντάρο, από κάποιον μονιμά που έχει ακόμα να δει...πολλές... μα πολλές ολυμπιάδες μέχρι να απολυθεί, ή από κάποιον που είχε κάνει τη θητεία του σε τέτοιες μονάδες.

  1. (Χιουμοριστική χρήση)
    Καλή θητεία νέοπαρντ!!! Να περνάνε γρήγορα οι μέρες και να γυρίσεις άρτιος στην κοπελιά και στους δικούς σου!
    Δες

  2. (Απαξιωτική χρήση)
    3 μέρες πριν φύγω με αγγαρέψανε να πάρω κάτι νέοπαρντ να κουβαλήσουμε λέει καλώδια και εκεί τσακώθηκα και τους τα έχωσα με την εξουσία της παλαιότητας και της μισής σαρδέλας μου. Δες

(από GATZMAN, 02/06/09)Μαύρος Λόχας vs Νέοπαρντς. Αφιερωμένο στον Γκατζ. (από Jonas, 02/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελπίζω να καλύπτω ένα κενό στην περιγραφή της φαινομενολογίας / ανθρωπολογίας της καθημερινής ζωής με αυτήν την λεξιπλασία (ή μήπως είναι νεολογισμός;).

Μπιρκενστόκος είναι ο άρρην θιασώτης των σανδαλιών Birkenstock που έχουν μια μακρά αλλά όχι και τόσο ενδιαφέρουσα ιστορία (αν εξαιρέσεις ίσως την ιδέα του Konrad Birkenstock, εγγονού του ιδρυτή της δυναστείας, που έφτιαξε το πρώτο σανδάλι που μιμούνταν τη δομή και τις γραμμές ενός υγιούς ποδιού - εκεί δίνω ένα σπεκ).

Ωστόσο ο μπιρκενστόκος είναι κάτι παραπάνω από ένας προσεκτικός ως προς την κυκλοφορία των κάτω άκρων του ανθρωπότυπος. Έχοντας εκλεκτικές συγγένειες με τον διχάλα 1-4 (λήμμα που οφείλετε να συμβουλευτείτε), ο μοδάτος αυτός στόκος προτιμά το δημοφιλέστατο στις γυναίκες μοντέλο Gizeh, που ανήκει στην εύγλωττη κατηγορία thong sandals, το οποίο - στις γυναίκες επιμένω - μετά το πρώτο ξένισμα που μας προκάλεσε, άρχισε να εκλύει τις ποδολατρικές τους φερομόνες φορεμένο κατά συρροή από μικρά ποδολογικά κομψοτεχνήματα.

Στους άντρες όμως; Δεν μιλάμε φυσικά εδώ για τους ασπροκάλτσες, αλλά για τους φορώντες τα συγκεκριμένα σανδάλια (ή τα «αντρικά» Medina) που ανήκουν σε μια ή και στις 2 παρακάτω κατηγορίες:

α) περιποιημένους ή απεριποιήτους ακομπλεξάριστους στρέι σύγχρονους καλλιτεχνο-ηθοποιούς Σπανιώληδο-υγιεινιστές που αγαπούν τόσο πολύ τον εαυτό τους
β) αδερφάρες που μπορούν να φορούν ακόμα και τα εντελώς κλατσαρέ Madrid.

Και όλ' αυτά γεννούν αβίαστα το ερώτημα: αξίζει για ένα κράξιμο να κάνει κανείς μια όχι και τόσο επιτυχημένη λεξιπλασία με τη μάλλον μη κατάλληλη αλλά λογοπαιχτικά πρόσφορη λέξη στόκος; Και να ακούγεσαι και σε μερικά σημεία του παραπάνω κειμένου ως fashion-gestapo;

- Τι φοράει ο τύπος...
- Birkenstokος είναι....
- Δε λέω για τα σανδάλια, για τη μαύρη παντελόνα λέω...

gizeh (από xalikoutis, 26/05/09)medina (από xalikoutis, 26/05/09)madrid (από xalikoutis, 26/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απ το γαλλικό ''je t' aime'', δηλώνει το έτερόν μας ήμισυ (την περίοδο που το έχουμε σε εκτίμηση).

Συνώνυμα, λέξεις όπως: η έτσι, το αμόρε, το αίσθημα.

Στείλτε τώρα μήνυμα με το ονοματεπώνυμό σας και κερδίστε μια διπλή πρόσκληση για να πάρετε το ζετεμάκι σας στην συναυλία του Carlos Santana!!!

Gainsbourg & Birkin: Je t\'aime! (από Hank, 04/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό fuck και με γαλλική προφορά, είναι μια φράση που χρησιμοποιείται συχνά από άντρες στην θέα μιας γυνής που δεν θα τους χάλαγε να πηδήξουν.

Είναι δυο φίλοι σ' ένα πάρτι και ξαφνικά σκάει τύπισσα, ούτε πανέμορφη, αλλά ούτε άσχημη... Ο πρώτος σκουντάει τον διπλανό του δείχνοντας διακριτικά το θηλυκό... Και ο δεύτερος απαντάει...
- Μμμ!... Fuckable...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Ιταλός, υποτιμητικά.

Από την χαρακτηριστική βρισιά τους: «va fan culo», δηλ. «α γαμήσου».

- Α, εγώ με ξένους δεν πάω. - Γιατί, οι Ιταλοί, ας πούμε, είναι ωραίοι γκόμενοι.
- Σιγά μη μπλέξω με βαφακούλο να με κάνει τάρανδο, τι λες!

Got a better definition? Add it!

Published

Παραφθορά εκ του αγγλικού post-op, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από σύντμηση του post-operation, δηλαδή μετά την εχγείρηση. Όπου βέβαια «εγχείρηση» δεν είναι ούτε σκωληκοειδής απόφυση, ούτε αμυγδαλές, αλλά η αφαίρεση του κάτω συστήματος, της οικογένειας ολόκληρης, μπαργαλάτσου και αρχιδόμπαλων συμπεριλαμβανομένων. Στην θέση τους προφανώς προστίθεται ψωλότσεπη, η επονομαζόμενη και χοάνη, για τους μη μυημένους μουνί.

Το τραβέλι που έχει κάνει το μεγάλο βήμα είναι πλέον ποστόπι, ενώ οι άλλες οι κραγμένες είναι απλά pre-op και άρα έχουν ακόμη ένα στάδιο μέχρι να χαρακτηρισθούν εντελώς τελειωμένες.

Η έκφραση χρησιμοποιείται τόσο για να περιγράψει κυριολεκτικά άτομο της κατηγορίας Αναΐς από το Παναής, όσο και για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά κάποιον που είναι εντελώς φλωρόκουπας και συμπεριφέρεται σαν να μην έχει αρχίδια και τσαγανό.

Το ποστόπι μόνο καταχρηστικά μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως ζμπούτσαμ, στον πούτσο μου λουλούδια και θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια, μπορεί όμως θαυμάσια να λέει στο μουνί μου το ιδιότροπο και, αν είναι της περιοχής, μουνί απ' τα Καλάβρυτα.

Απαντάται ενίοτε και στην εισέτι υποτιμητικότερη εκδοχή η ποστόπα, οπότε και συντάσσεται αποκλειστικά με το «ου μωρή».

Προσοχή: Να μη συγχέεται με το τυφλοκόπι. Καμμία σχέση...

  1. - Τι θεόμουνο είναι αυτή η Τζίλντα ρε μεγάλε...
    - Νννναι... Τώρα που είναι ποστόπι εννοείς, διότι πριν από λίγο καιρό ήταν ψωλαρέος με βυζιά.
    - Τι λες τώρα;!!

  2. - Και πώς να της το πω δηλαδή; Θα πάω έτσι εκεί και θα της το ξεφουρνίσω; Θα με πάρει με τις πέτρες. Πώς να το κάνω; Φοβάμαι...
    - Πω πω ρ' αδερφάκι μου, τι ποστόπι είσαι 'συ; Grow some balls ρε μαλάκα! Κι άμα σου πει και τίποτα, ρίξε και κανά δυό ψιλές να κουλάρει το μουνί της λάσπης και του αγρού...

  3. - Σιγά μην πάω να του κάνω θέμα του κυρίου Σκορδοπούτσογλου. Δεκαπέντε τοις εκατό μείωση μισθού δεν είναι και τόσο άσχημα υπό αυτές τις συνθήκες της παγκόσμιας κρίσης και...
    - Ου μωρή ποστόπα! Ου ρε! Χεζμεντέν έτσι; Νταξ ρε μαλάκα, θα πάω μόνος μου να καθαρίσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified