Πέθανε, αλλά επειδή υποσχεθήκαμε αιώνιες ζωές και άλλους παπάδες, απαγορεύεται να χρησιμοποιήσουμε αυτήν τη λέξη.

Το εκοιμήθη στην τελική συμβαδίζει και με τη μακαριότητα.

  1. Εκοιμήθη στις 5 τα ξημερώματα της Παρασκευής ο πρώην Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας, Αυγουστίνος Καντιώτης, σε ηλικία 104 ετών.

  2. - Γιωργάκη, πρέπει να σου πω ότι ο πατέρας σου εκοιμήθη στις πεντέμισι το πρωί.
    - Γιατί κοιμήθηκε τόσο αργά, ρε παππού; Πάλι στα μπουζούκια είχε πάει;
    (© Πιτσιρίκος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας προέκυψε από το γαλλικό vampire αλλά η ετυμολογία του δεν είναι ξεκάθαρη (κάποιοι το φτάνουν στο Τατάρικο ubyr: «μαγεύω» κι άλλοι στο Σλάβικο pij: «πίνω» που μπορεί να έχει κι ελληνική προέλευση ή και από πρωτο-ινδο-ευρωπαϊκή ρίζα που σημαίνει «πετώ».)

Ενώ η ίδια η λέξη χρησιμοποιείται σαν συνώνυμο των βρικόλακας και αιμ(ατ)ορουφήχτρα σαν πιο εύπλαστη αποτελεί τη μήτρα των: βαμπ, βαμπίρι, βάμπιρος, βάμπιρας, βαμπιρέλ(λ)α, βαμπιρέλος, βαμπιρίζω, βαμπιράκι, βαμπιρίνα, βαμπιρικός, βαμπιρισμός, βαμπιροφονιάς, βαμπιρολογία κι ενός σωρού άλλων σύνθετων.

Κυριολεκτικά σημαίνει:

  • Ένα Νοτιο-αμερικάνικο είδος αιμοβόρου νυχτερίδας,
  • το μυθολογικό εκείνο νυχτόβιο ον (νεκροζώντανος ή απέθαντος άνθρωπος ή υπερφυσική οντότητα) που απομυζεί την élan vital των θυμάτων του (κυρίως απομυζώντας το αίμα τους αλλά όχι μόνο). Κάτωχρο, με ανεπτυγμένους πλην αποκρυπτόμενους κυνόδοντες, με υπερφυσικές ικανότητες, αισθήσεις και δυνάμεις, αλλά και ιδιάζουσες υπερευαισθησίες, στη σημερινή του μορφή (εντόνως σεξουαλικό), αποτελεί απόγονο της λαϊκής κουλτούρας των Βαλκανικών λαών αν και συναντάται στις λαϊκές δοξασίες παγκοσμίως αποτελώντας έμπνευση για κάθε είδους έργο τέχνης.

Όσο για τα χαρακτηριστικότερα παράγωγα:

Η βαμπ είναι όρος που προέρχεται από τους κριτικούς κινηματογράφου και τα κινηματογραφόφιλα σινάφια (σύντμηση του αγγλοαμερικανικού vampiress: θηλυκό βαμπίρ).

Περιγράφει μια έκδοση της femme fatale σαν μια αισθησιακή πλην σκληρή, πλανεύτρα γόησσα που καταστρέφει χωρίς ενδοιασμούς (κυρίως οικονομικά και ηθικά) με την ακαταμάχητη σεξουαλική σαγήνη της τους άντρες που πέφτουν στα νύχια της.

Στη σημερινή εποχή της απομυθοποίησης και της αποθέωσης του ξέκωλου, χρησιμοποιείται και σαν ενδυματολογικός όρος που αφορά στην εμφάνιση κάποιων που πολύ θα ήθελαν να είναι, αλλά απέχουν κάτι έτη φωτός ακόμη κι απ’ τα δαχτυλιδάκια καπνού της Gilda.

Για όσες «τους τρώνε όλα τα δαχτυλίδια και τους έχουν να κοιμούνται στα σανίδια» υπάρχει το «βαμπίρ» σκέτο χωρίς την άλω της βαμπ.

Το βαμπιρέλα προέρχεται το ομότιτλο κόμικ όπου ηρωίδα ήταν μια σέξι βρικολακίνα. Σήμερα μαζί με το βαμπιρέλος χρησιμοποιούνται σαν δηλωτικά του φύλλου ενός βαμπίρ συνήθως με μια σατυρική, υποτιμητική κι απαξιωτική χροιά για τους ήρωες σχετικών ταινιών.

Παρεμπιπτόντως: αν και η σεξουαλικότητα των βαμπίρ ξεχειλίζει, δε σημαίνει πως είναι και σαφώς καθορισμένου είδους στυλάκι «αίμα να ‘ναι κι απ’ όπου να ‘ναι» κατά το «τρύπα να ‘ναι κι όπου να ‘ναι».

Το βαμπιρίζω σημαίνει (i) ξαγρυπνώ / βρικολακιάζω αλλά χρησιμοποιείται πολύ λιγότερο, (ii) συμπεριφέρομαι / ντύνομαι / βάφομαι σαν βαμπίρ και αφορά συνήθως τους νεαρούς λάτρεις της σχετικής παραφιλολογίας που απολαμβάνουν και μέσω κινηματογράφου και τηλεόρασης, (iii) (σαν μεταβατικό) σημαίνει την δράση του βαμπίρ σε κάποιο... θύμα τόσο κυριολεκτικά(!) όσο και μεταφορικά σαν εκμεταλλεύομαι / απομυζώ / ρουφάω.

Μεταφορικά όπως και το «βρικόλακας» σημαίνει αυτόν:

  • που ξαγρυπνά (μπορεί και συστηματικά αλλά όχι απαραίτητα υποφέροντας από αϋπνία),
  • που νυχτοπερπατά περιφερόμενος άσκοπα,
  • που δουλεύει βράδυ ή νυχτερινή βάρδια, που χτυπά σερί γερμανικά,
  • που εκβιάζει ή εκμεταλλεύεται κάποιον άλλον.

Πιο σλαγκικά:

  • (σε σινάφια «μετα / παρα -φυσικά» / εσωτεριστικά) «βαμπίρ» / «βαμπίρια» (αυτοαπο)καλούνται οι οπαδοί διαφόρων δοξασιών που έχουν να κάνουν με έναν τρόπο ζωής (από αντίληψη των πραγμάτων μέχρι εμφάνισης και κουλτούρας) σχετικό με τη βαμπιρολογία και το βαμπιρισμό,
  • (από τους αιμοδότες) οι αιμολήπτες νοσοκόμοι (βλ τον ορισμό του GATZMAN εδώ),
  • τους δημοσιογράφους και τα τηλεοπτικά κανάλια που τρέχουν όπου αίμα για να πουλήσουν θέαμα και πόνο χειραγωγώντας με τρομοκρατία ή μελόδραμα το κοινό.
  • αυτόν που παραμένει σε μια θέση / πόστο (συνήθως εξουσίας οποιουδήποτε είδους) παρά το περασμένο της ηλικίας του και για πάρα πολλά χρόνια, εμποδίζοντας τους νεώτερους και τους νεωτεριστές προς όφελος (συνήθως οικονομικό και νομής εξουσίας) ενός οπισθοδρομικού κατεστημένου – προσωπικής αυλής. Πολύ κοντά στο δεινόσαυρος. Ειδικότερα: «βαμπίρ / βρικόλακας της πολιτικής» αποκαλείται ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (βλ μήδι εδώ κι εδώ). [Πρωτοδημοσιεύτηκε σε άρθρο του Δελαστίκ στο «Πολιτικό Καφενείο» στις 06/11/2008] Κι επειδή αμαρτίες γονέων παιδεύουσει τέκνα, η Ντόρα αποκαλείται «βαμπιρέλα»,
  • οι τοκογλύφοι (ανέκαθεν και σε πολλές γλώσσες), οπότε σαν εξέλιξη σήμερα: οι παντός είδους εκπρόσωποι του οικονομικού κατεστημένου δηλαδή αφεντικά και πλουτοκράτες, οι τράπεζες και λοιποί κερδοσκόποι, οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί (ΔΝΤ, ΕΚΤ, κ.ά.), οι πολυεθνικές εταιρίες (π.χ. πετρελαϊκές), οι εκπρόσωποί τους (τροϊκανοί, κυβερνήσεις και καθεστώτα όχι απαραίτητα εμφανώς δικτατορικά), οι αντιπρόσωποι και τα εκτελεστικά τους όργανα (εφορείες, κλπ) κι όσοι εμμέσως στηρίζουν το όλο οικοδόμημα (ΜΜΕ, μπλογξ κ.ά).

(Μια σημείωση: Ο Ανδρουλάκης στο βιβλίο του «Gap: Βαμπίρ και κανίβαλοι» (2004) χαρακτηρίζει έτσι τη γενιά των baby boomers. Καθ’ ημάς πρόκειται για τη γενιά του Πολυτεχνείου. Ότι χρησιμοποιείται είναι γεγονός, αλλά διατηρώ επιφυλάξεις ως προς το ευρύ της χρήσης και κατανόησής του όπως και της μελλοντικής πορείας του σαν σλαγκ καθ’ αυτού. Για να μην παρεξηγηθώ ως προς το σλαγκικό: Για μένα είναι φανερό πως υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ του «βαμπίρ»: τοκογλύφος (σχεδόν δόκιμο) και του «βαμπίρ»: διαπλεκόμενος (αν μη τι άλλο) μπλογκίστας. Εξάλλου πρώτος ο François Quesnay (1694 –1774) παραλλήλισε την κυκλοφορία του χρήματος με αυτήν του αίματος, ενώ σήμερα αναλύεται οικονομολογικά ο βαμπιριστικός / παρασιτικός χαρακτήρας του καπιταλισμού και η Goldman Sachs αποκαλείται «βαμπίρ των αγορών» σχεδόν απ’ όλους. Προφανώς, η αργκό έχασε έναν όρο της που τον κέρδισε η υπόλοιπη γλώσσα ενώ παράλληλα απλώνεται σε άλλα παρεμφερή πεδία - εξού κι ο πλούτος του λήμματος).

  • κράτη που αιματοκυλούν λαούς ολόκληρους (π.χ. Ισραήλ)
  • (σε σινάφια ασθενοφόρων, τροχαίας, αστυνομίας) τα άτομα εκείνα που ελκύονται από το μακάβριο και υπνωτισμένα παρατηρούν (ή και σχολιάζουν) με αρρωστημένη λαγνεία τραυματίες ή και πτώματα σε τόπους ατυχημάτων (π.χ. κάποιοι απ’ όσους μαζεύονται γύρω από τρακαρισμένα αυτοκίνητα ντεμέκ μήπως μπορέσουν να βοηθήσουν ή κάποιοι απ’ τους επισκέπτες της εξαιρετικής μεν απρόσμενα υπερπετυχημένης δε έκθεσης ανατομίας «Bodies»).

Να τονίσω πως σε πλείστες περιπτώσεις θα μπορούσε να χρησιμοποιείται χαλαρά το βρικόλακας ή και τα δράκος και λάμια αλλά νομίζω πως είναι προφανές πως υπάρχει αγγλοαμερικανική επιρροή στο όλο φαινόμενο.

  1. «…Πραγματικά πιστεύεις ότι μπορείς να καταργήσεις το θάνατο, με την συμμετοχή σου σε κάποιο δαιμονικό σχεδιασμό; Ίσως να σε ‘καναν να πιστεύεις ότι μπορείς να το αποφύγεις. Απ' ότι ξέρω στα βαμπίρια έτσι λένε. Αλλά πες μου γνώρισες κάποιον να ξέφυγε; Ακόμη κι εμείς που ελπίζουμε στην αιώνια ζωή, γνωρίζουμε ότι θα πεθάνουμε και προσδοκούμε ανάσταση νεκρών…»

  2. «..Εάν ασχολείται με τον εσωτερισμό, τη μεταφυσική κ.α. είναι σε θέση να ξεχωρίσει τους αόρατους συντρόφους - οδηγούς από τα ενεργειακά βαμπίρ, παντός τύπου. Ο άνθρωπος που δεν έχει αντιστάσεις, δεν είσαι σε θέση να το κάνει αυτό, με αποτέλεσμα να αφήνει να εισχωρούν στη ζωή του οντότητες οι οποίες λειτουργούν αρνητικά απέναντί του, τον καθοδηγούν και τον βαμπιρίζουν. Είναι η κλασική περίπτωση των ψυχασθενών, που τους ακούμε να ομιλούν μόνοι και να δρουν μη φυσιολογικά...»

  3. «Λίγο, τους λέω, γιατί σας ξέρω καλά εσάς του αιματολογικού, στην πραγματικότητα είστε βαμπίρια, και μετά τις εξετάσεις κάθεστε και τα πίνετε! Γέλασαν πολύ τα βαμπίρια. Αλλά δεν με λυπήθηκαν. Μου το πήραν το αιματάκι μου (…) Ευχαριστώ και (…). τα παιδιά στο βαμπιρολογικό, τους ακτινολόγους και όλους τους εργαζόμενους που παρά τον πολύ κόσμο και τις καθυστερήσεις, (…) μας έκαναν να αισθανθούμε άνετα….» (αιμοληψία στο ΑΧΕΠΑ)

  4. «…τα κανάλια που χρόνια παρακαλάμε να δείξουν κανένα αγώνα τώρα θυμήθηκαν τους αγώνες μόνο και μόνο για να αποδείξουν πάλι τι βαμπίρ είναι...»
    (αναφέρεται σε ατύχημα με νεκρό ανήλικο, σε πίστα αγώνων)

  5. «…Εάν γινόταν μία εθελουσία έξοδος τώρα, ας πούμε με καλούς όρους, όσοι θα φεύγανε θα ήταν οι απογοητευμένοι (εμού συμπεριλαμβανομένου) και οι καλοί. Τα βαμπίρια θα μένανε εκεί ακίνητα ή αν φεύγανε θα δημιουργούσανε συνθήκες απολύτου ελέγχου...» (αναφέρεται στην ηλικία συνταξιοδότησης μελών ΔΕΠ)

  6. «…Επίσης, επειδή όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν πεθάνει, αυτό το βαμπίρ προσπαθεί να αλλάξει και την ιστορία της Αποστασίας του 1965...»

  7. -«Ν. μην το παρακάνεις με τους χαρακτηρισμούς· στο φινάλε η Ντόρα ήταν αξιοπρεπέστατη χτες στην ήττα της. Μακάρι να ήταν όλοι έτσι και να μην έψαχναν δικαιολογίες στις ορδές των νεφελίμ.
    -Φίλε Ν., με φειδώ τα κοπλιμάν στη βαμπιρέλα. Η ανωτερότητα και το σπόρτινγκ σπίριτ ενέκυψαν αίφνης ψες…» (Σχολιάζουν της στάση της Μπακογιάννη μετά τα λυπηρά γι’ αυτήν αποτελέσματα των εσωκομματικών εκλογών)

  8. «Α!, τώρα τα βαμπίρια της μπλογκόσφαιρας θα σκούξουν ότι κι ο Ασάνζ είναι… δεξιός. Κακή χρονιά γεμάτη θανατικό, καρκίνο κι άπειρες μεταστάσεις εύχομαι στους banksters, στον ΓΑΠ, στη συμμορία του, στο ΔΝΤ και σ’ όλα ανεξαιρέτως τα λαμόγια….» (Αναφέρεται στην εκδικητικά βιτριολική τρίλια του Julian Assange για την Bank of America, ξεσκεπάζοντας ειρωνευόμενος όσους θεωρεί πως εξυπηρετούνται απ’ τα βαμπίρια της μπλογκόσφαιρας).

  9. «Ο Αρχιεπίσκοπος Οργανισμού Λαμπράκη και Τέως Ελλάδος εξακολουθεί ανερυθρίαστα να προκαλεί. Την μια συγχρωτίζεται με τα βαμπίρ του τόπου σε ανθρωπιστικά galla σε ναούς και νοσοκομεία (oh, how sweeet...) ή εμφανίζεται εκτάκτως σε δηλώσεις συμπαράστασης σε έναν εφοπλιστή που απήχθη, και ….»

  10. «Είναι προφανές ότι αυτή τη γενιά τη προορίζουν για σουβλατζίδικα και McJobs. Έχουν πέσει τα βαμπίρια στα λεφτά και δε μένει τίποτα για υποδομές προς τη νέα γενιά….»

  11. «Η βουλή προσκυνά τα «βαμπίρ» της τρόικας... Στρος-Καν και Όλι Ρεν θα μιλήσουν με όλες τις τιμές για να πείσουν ότι η «κατοχή» που μας επέβαλαν θα μας σώσει.»
    (Τίτλος κι υπότιτλος πρώτης σελίδας εφημερίδας)

  12. «Ο Νεοφιλελευθερισμός και η Σχολή του Σικάγο ηθικοί αυτουργοί αυτής της τρέλας, πέθαναν στις 15-09-2008 με την κατάρρευση στην Αμερική της Lehman Brothers. Στην Ευρώπη και στην Αμερική όμως, τριγυρνάνε ακόμα βαμπίρ και απειλούν να βάλουν ταφόπλακα στα Εθνικά μας Κράτη…»

  13. «…Στην ίδια γραμμή ο καραγκιόζης του ΙΟΒΕ με τις μελέτες του κώλου περί “ανοίγματος επαγγελμάτων και αύξησης του ΑΕΠ”, αλλά και η βαμπιρίνα Ξαφά [πρώην στέλεχος του ΔΝΤ] (την οποία σημειωτέον ξεφτίλισε κανονικότατα και με το γάντι χθες ο Βαρουφάκης στο Σκάι)»

  14. «…Μας νοιάζουν όλοι αυτοί που δεν αντέχουν άλλο να τους πίνει το αίμα η γενιά των γονιών μας, η γενιά των σημερινών εξηντάρηδων πάνω κάτω, που βαμπιρίζουν γαντζωμένοι στην καρέκλα ενώ ξέρουν πως ο χρόνος τους τελείωσε. Baby boomers ή θρυλική Γενιά του Πολυτεχνείου, δεν υπολόγισαν συλλογικά τις επόμενες γενιές. Έκαναν την Παιδεία μας κενό γράμμα. Άδειασαν τους κουμπαράδες των Ταμείων. Σπατάλησαν, μόλυναν, και τώρα έχουν και το θράσος να μιλούν για απείθαρχους, ατίθασους νέους ή κουκουλοφόρους…»

  15. «…Τα βαμπίρ [εννοεί τους Ισραηλινούς] ετοιμάζονται να ανοίξουν το φρέαρ της αβύσσου. Το θέμα είναι να μην εμπλέξει το Έθνος μας ο λούστρος των ραβίνων σ’ αυτή την τελετή…» (αναφέρεται στον δήθεν επαπειλούμενο πόλεμο στη Μ. Ανατολή)

(Όλα από το δίχτυ)

  1. Ακούς; Δώσε σήμα στους πυροσβέστες και το ΕΚΑΒ. Να ξέρουν: Δυο στο τιρ τρεις στο πεζώ. Ο ένας οδηγός τη βγάζει δε τη βγάζει. Στείλε κάνα δυο ακόμη για την κυκλοφορία. Ναι, άρχισαν μαζεύονται και τα βαμπίρια. Γαμώ το φελέκι μου, άρχισαν τις φωτογραφίες!! Όβερ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει πως, όσα γκαφρά και να μαζέψει κανείς σ’ αυτόν τον κόσμο, όταν τα κακαρώσει θα «φορέσει» το φέρετρο και στην άλλη ζωή δεν θα πάρει μαζί του μία.

Είναι μια υπενθύμιση για το τι δεν είναι σημαντικό στη ζωή: να έχεις λεφτά αισθήματα και να κάνεις τη ζωή τη δική σου και των άλλων πατίνι, όσο κι αν είναι το χαρτί.

Άλλωστε, τα σημαντικότερα πράγματα στη ζωή είναι δωρεάν...

- Μαστοράκο μου, μόνο μια χάρη να μου κάνεις, κι εγώ στο γάμο σου νερό με το κόσκινο...
- Τι είναι ρε Παυλάκη;
- Θα μου τη κάνεις τη δουλειά βερεσέ;
- Να σου την κάνω ρε φίλε. Σφίξαν οι κώλοι;
- Γάμησέ τα κι άφησέ τα... Είμαι στον λάκκο με τα κωλοδάχτυλα κι έχω και τον σπιτονοικοκύρη να με απειλεί για δυο νοίκια. Λες και τά 'χει ανάγκη ο Σκρουτζ...
- Το ξύλινο παλτό δεν έχει τσέπες να του πεις του Σπαγκάϊ Λάμα. Νεκροφόρα με κοτσαδούρα έχεις δει ποτέ;
- Σταμάτα να μιλάς και φίλα με καρντασάκι! Ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο κώλος μας...

(από patsis, 21/04/09)(από Jonas, 29/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το πρώτο (γνωστότερο, δημοφιλέστερο και περισσότερο χρησιμοποιούμενο) μέρος της παροιμίας: Του κώλου τα εννιάμερα - του πούτσου τα σαράντα.

Background / παρασκήνιο: Τα «εννιάμερα» και τα «σαράντα» είναι μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι τελετές που γίνονται στην μνήμη νεκρών και αφορούν σε τρισάγια και επιμνημόσυνες δεήσεις. Τρισάγιο γίνεται στο τριήμερο («τριήμερα») και στις εννιά ημέρες («εννιάμερα») από τον θάνατο του νεκρού, ενώ επιμνημόσυνη δέηση ψάλλεται στο «σαρανταήμερο» ή «στα σαράντα» (δηλαδή στις σαράντα ημέρες), στους τρεις μήνες («τρίμηνα»), στους έξι μήνες («εξάμηνα») και στο χρόνο (ετήσιο) από τον θάνατο καθώς και στα τρία χρόνια από την κηδεία.

Στο θέμα μας: Τα «εννιάμερα» γίνονται πριν τα «σαράντα». So, όταν τρώμε κόλλυβα για τα «εννιάμερα» του κώλου, ήδη τρώμε τα κόλλυβα για τα «σαράντα» του πούτσου. Τουτέστιν, πρώτα πεθαίνει ο πούτσος και μετά ο κώλος κι αυτό το ξέρει ο κόσμος όλος.

Επικρατεί, ο πιο θλιβερός θάνατος να είναι ο πρώτος, δηλαδή αυτός του πούτσου. Η θλίψη μας για τα «σαράντα» του πούτσου είναι μεγαλύτερη, κατά πολύ, από αυτή για τα «εννιάμερα» του κώλου.

Συνεπώς, η έκφραση «του κώλου τα εννιάμερα» αναφέρεται σε γεγονότα των οποίων η σημασία κρίνεται ως μικρή σχετικά, δεδομένου ότι υπάρχουν άλλα πολύ πιο σημαντικά για να κλάψει κανείς...

Και εδώ έρχεται και δένει ο παρών ορισμός με τον προηγούμενο (σπεκ στους προλαλήσαντες), όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων:

«Χρησιμοποιείται ... για να δηλώσει κάτι ... ανάξιο λόγου, με μια δόση αγανάκτησης ή επιδεικτικής αδιαφορίας.»

-Αυτός ο Κώστας όλο με gucci και armani τριγυρνάει ρε Ελένη, στάνταρ είναι πολύ φραγκάτος.
-Του κώλου τα εννιάμερα είναι μωρή μαλάκω, φραγκάτος και τρίχες, γιαυτό πηγαίνει στην δουλειά με το παπάκι; Μαϊμούδες είναι τα gucci, ξεκόλλα με τις θεωρίες.

(από Vrastaman, 05/02/09)(από pavleas, 05/02/09)(από Galadriel, 05/02/09)(από pavleas, 09/02/09)

Βλ. και Τ.Κ.9 (ταυ κάπα εννιά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified