Ο Καναδός Justin Drew Bieber γεννημένος την 01/03/1994 (τουτέστιν μόλις ενηλικιώθηκε) είναι από το 2009 διεθνώς υπερπετυχημένος ποπ (τι άλλο) τραγουδιστής, τραγουδοποιός και ηθοποιός.

Το κοινό του είναι ορμονόπληκτα γουαναμπί πιπινάκια της ίδιας πάνω - κάτω (κυρίως κάτω) ΕΣΣΟ. Τα οποία βρίσκονται, βεβαίως – βεβαίως, στο πεοσκόπιο των εξίσου ορμονόπληκτων γουαναμπί γαμιάδων συμμαθητών, συναθλητών και γενικά των πέριξ γαμικών αρσενικών δυνάμεων.

Από τη μια λοιπόν, ο Justin με το μπέιμπυ – φέις και την αντίστοιχη φωνή, σαν ταλαντούχος, πάμπλουτος και διάσημος από τότε που μάλλιασε η δική του, επισείει ταυτοχρόνως φθόνο και θαυμασμό.

Απ’ την άλλη, η κατηγορία «είναι πούστης» αποτελεί πάγια τακτική αναντάμ παπαντάμ κάθε πούστη άντρα σ’ ολόκληρο τον πλανήτη, στον πόλεμο για την κατάκτηση του εξκάλιμπερ κάθε αξιαγάμητης.

Κάπως έτσι, προέκυψε στα εφηβικά σινάφια ο πολύ κοντά στο φλωρόπουστας όρος: σαν λογοπαίγνιο του Bieber (μπιμπερό) συν το «πούστης» (στο υποτιμητικότερό του) που, δυστυχώς, αφορά πλέον όχι μόνο το συγκεκριμένο σελεμπριτόνι, αλλά κάθε έφηβο που φατσικά τουλάχιστον, απηχεί το ίδιο φλώρικο στυλάκι, ως προς το λουκ, αν μη τι άλλο.

Επιπλέον, στα χείλη πιο ψαγμένων μουσικά, πάντα της ίδιας ηλικιακά συνομοταξίας, απηχεί και μια απέχθεια για όσους γουστάρουν μια ξενέρωτη πλην πιασάρικη ποπ, υπεύθυνη για τον μουσικό εκμαυλισμό πολλών εφήβων.


Με προτροπή του Nick Sinister απ’ το ΔΠ, αφιερωμένο στην τρόικα alexismpolis – ΜΧΣ - Vrastaman για το αποφασιστικό stimulus στα εδώ σχόλια.

- ♪♪♪♪♪♪Μπέιμπε, μπέιμπε, μπέιμπε ΩΩΩ!! Μπέιμπε, μπέιμπε, μπέιμπε, ΩΩΩ!! ♪♪♪
- Σκάσε πια και μας τα ‘πρηξες με τ’ άπαντα του μπιμπερόπουστα!!
- Θα το πω στη μαμά που λες έτσι τον Justin!! - Αϊ παράτα μας με τον γκέουλα.
- Δεν είναι!!
- Είναι!!
- Δεν είναι είπα!!!
- Γιες σι ιζ!!
- Μαμάάάά!!

ν\'αγιάσ΄του χεράκισ\' ντουλάπαμ\'! (από MXΣ, 23/03/12)(από Vrastaman, 23/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την Ιταλική λέξη zonta που σημαίνει σφήνα.

Χρησιμοποιήθηκε από τους Έλληνες ράφτες και τις Ελληνίδες μοδίστρες στην επιδιόρθωση και ανακαίνιση των ρούχων, όταν «προσέθεταν» ένα κομμάτι ύφασμα για να μεγαλώσουν/φαρδύνουν το αρχικό ρούχο. Κατόπιν το πήραν και άλλες κατηγορίες επαγγελμάτων, σιδηρουργία, βυρσοδέψες κλπ., πάντα με την έννοια του «προσθέτω» στο αρχικό υλικό.

Στην 10ετία του '60, έγινε συνώνυμο των εμβόλιμων σκηνών πορνό σε κάποιους κυρίως συνοικιακούς και απόμερους κινηματογράφους. Στην κανονική ταινία, προσέθεταν καμμιά δεκαριά μέτρα από άλλη ταινία, έβαζαν τσόντα δηλαδή, και ο κόσμος άρχισε να πηγαίνει ειδικά γι' αυτές τις εμβόλιμες σκηνές, τις τσόντες.

Μάλιστα όταν ο κινηματογράφος ήταν σχετικά άδειος, το φιλοθεάμον κοινό φώναζε:

«Δείξε τσόντα, θα πεινάσεις»

- Τσόντα ρεεεεε
- Χασάπη, δείξε τσόντα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναγραμματισμός της φράσης suck my dick (ρούφα το μόριο μου) με σκοπό να περάσει απαρατήρητη και να μην επισύρει αντιδράσεις από τον αποδέκτη της ενώ επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χαριτωμενοπροστυχιά με σκοπό το άμεσο πέρασμα από χαζοχαρούμενη στιγμή σε πεολειχία.

Βλ. κι εδώ.

- Επικίνδυνοι ελιγμοί, κράνος περασμένο στον αγκώνα, κομμένη Sebring, λυπάμαι αγαπητέ δεν μου αφήνετε περιθώρια πρέπει να σας κόψω κλήση, τι λέτε ;
- Ντακ μάϊ σικ...
- Δεν κατάλαβα
- Εννοώ το αφήνω στην κρίση σας κύριε όργανο.

- Μωράκι μου....
- Τι είναι τζουτζούκο μου;
- Its been a long time, will you.... ντακ μάϊ σικ;
- Χαχαχα είσαι χαζούλης, το ξέρεις ; .
. .
- Σλουρπ μμμ σλουρπ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο του ονόματος των γνωστών ηρώων της Marvel για να δηλώσει τους ομοφυλόφιλους. Αγγλικής προελεύσεως λέξη εκ του ex (πρώην) και men (άντρες). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον ενικό για να δηλώσει τον έναν ομοφυλόφιλο (προφάνουσλυ).

Η έννοια της λέξεως ενισχύεται από τη φράση-ατάκα της τελευταίας ταινίας X-Men: First Class (Πρώην Άντρες: Η πρώτη Γενιά): «Mutant and proud!» (Μεταλλαγμένοι και περήφανοι!). Η φράση αυτή αν συγκριθεί με το (σ)λόγκαν των διαφόρων gay parades «Gay and proud!» (ομοφυλόφιλοι και περήφανοι), κάνει εμφανή την ομοιότητά της και προβληματίζει το θεατή για τα μηνύματα που περνούν οι χολυγουντιανές παραγωγές μέσω της μεγάλης οθόνης.

Κάπου στο Γκάζι δύο μυστήριοι τύποι προχωρούν συζητώντας:
- Και του λέω του Χαραλάμπη «Ξυρίσου βρε! Πώς θα σε κυκλοφορήσω έτσι στην παραλία;!»
- Κατάλαβε τον και συ λίγο, δε χρειάζεται να δείξεις τα νύχια σου!
- Ε, μα και αυτός με τόση τρίχα πλέκει πουλόβερ!

Διερχόμενοι βαρυμαγκίτες:
- Μάγκες σύρμα... πλακώσανε οι X-men... τοίχο τοίχο και προσεκτικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καραλεσβία του κερατά, που κάνει και τους πιο ματσό άντρες να δείχνουν φλώροι.

- Που λες φίλε, είχαμε βγει για καφέ με τον Τάσο και την κοπέλα του την Όλγα πριν κάτι μέρες και κάποια στιγμή πέρασε μια γνωστή της και μας χαιρέτησε...
- Α ναι, για πες; Καλό κομμάτι;
- Άσε, σκέτος λεσβιάθαν ήταν.

Καλώ και εγώ το Πάσχα μα δείχνει κατειλημμένο  (από GATZMAN, 23/04/11)

για τον ξένο μεταφραστή: λογοπαίγνιο με το λεσβία και το όνομα Λεβιάθαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος της μπουρδελιάρικης ιδιολέκτου. Προκύπτει από τα στρίπερ (stripper), τρύπα και τρίπα- τριπάκι. Πρόκειται, επομένως, για την χορεύτρια σε στριπτητζάδικο, το παιδί του σωλήνα. Γράφεται και ως τρύππερ, τρίπερ, τρίππερ.

Κατ΄ αρχήν, ανταποκρίνεται στην ανάγκη χάλκευσης ενός όρου που να αντιστοιχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Το γαλλικό στριπτιζέζ είναι μπαμπαδοπαππουδισμός που θυμίζει Belle Epoque και Toulouse-Lautrec. Το stripper είναι αμερικλανιά που θυμίζει Demi Moore και Las Vegas. Παραπέμπει σε κιτσογκλαμουράτο αφραπάζ με βλαχάρες Αμερικάνες σιλικονάτες, και όχι στο περιβάλλον φτωχού πλην τίμιου φραπενέ με βιοπαλαίστριες που μοχθούν για το φραπέ ημών το επιούσιον (μιλάμε εξάλλου για τελείως διαφορετικούς σωματότυπους από τα αμερικανικά ευαγή ιδρύματα, συνήθως κυριαρχούν ουκρανάιζερ και τσοκολάτες και όχι οι Αμερικλανοειδείς μπαγκατέλες). Βεβαίως το χορεύτρια είναι υπερβολικά ευφημιστικό, το λικνιτζού λόγιο και το παιδί του σωλήνα άβολο. Οπότε έχει πλέον καθιερωθεί ως κυρίαρχος όρος το τρύπερ, τουλάχιστον στο γνωστό μπουρδελοσάη.

Δεν μπορώ να αποφύγω την ντιριντάχτα προσπέλαση του όρου. Όταν η στρίπερ ορίζεται ως φραπεδιάρα ορίζεται από αυτό που προσφέρει, από την ανάγκη ή, έστω, την κατάφαση. Όταν ορίζεται ως τρύπερ ορίζεται από αυτό που δεν προσφέρει, από την ουτοπική επιθυμία.

Πράγματι, η τρύπα είναι το μόνο που δεν προσφέρει μια στρίπερ. Μπορεί να επιδαψιλεύει φραπέ, ποδοφραπέ, βυζομαλακία, σε οριακές περιπτώσεις μπουκιτσί (με την κρίση βέβαια όλα επαναδιαπραγματεύονται), γκουφουέ γλωσσόφιλα, και γενικά να βγάζει μια διαθεσιμότητα σε όλο το σώμα πλην του αιδοίου. Συνήθως, αν δεν πρόκειται για full nude ούτε καν το δείχνει. Το αιδοίο της κωλοτριβάδος, λοιπόν, καθίσταται κυριολεκτικά η μαύρη τρύπα, που ρουφάει αλλά και συνιστά την αλυσιτελή και πολυδάπανη επιθυμία του στριπτητζόφιλου. Με όρους του Roland Barthes, θα έλεγα ότι το φραπέ είναι το studium, ενώ η τρύπα είναι το punctum της λικνιτζούς, η οποία ορίζεται από την ουτοπία (γαμήσι με στρηπτιτζού) την πυροδοτούσα το τριπάκι της διαλεκτικής της επιθυμίας.

Για τον Έλληνα αγαπούλη, πρόκειται πραγματικά για τριπάκι και όχι μόνο για χαβαλέ ή για κολακεία του ανδρικού εγωισμού, όπως στην Εσπερία, ή για μπριζόλιασμα όπως αλλού. Ο Έλληνας κυνηγάει την τρύπα της τρύπερ και αυτή έχει εκπαιδευτεί σε μία διαλεκτική όπου πάντα τάζει όλο και κάτι περισσότερο για να κρατάει τον αγαπούλη στην πρίζα, ενώ η τρύπα ολοένα και αναβάλλεται. Νταξ μπορεί και να γαμήσεις στρηπτιτζού αν είσαι ωραίος, πλούσιος και στυλάτος, όπερ άτοπον, γιατί τότε δεν θα είχες πατήσει στο φραπενείο ιν δε φερστ πλέης. Ή αν την πρήξεις τόσο πολύ, ώστε στο τέλος αυτή (και το μαγαζί από πίσω) να ενδώσει στο στυλ, «άντε να σου κάτσω, να δούμε ρε μαλάκα επιτέλους τι θα καταλάβεις», όπερ ξυνουσία τις ξινή. Ο αμετανόητος, ωστόσο, στρηπτιτζόφιλος δεν χαλιέται, αφού η τρύπερ του έδωσε το ωραίο τριπάκι (για να παραφράσω τον Καβάφη). Υπάρχει, εξάλλου, πάντα και το Μετάξι για σβήσιμο.

Καβουρευθέντα στον βούρκο εγκρίτου μπουρδελοσάη:

  1. - Το γεγονος ειναι οτι οι περισσοτεροι εχετε δημιουργησει ενα στερεοτυπο για τις στριπερ. Εχετε αποδωσει χαρακτηριστικα σε αυτες και τις εχετε ομαδοποιησει. [...] Αλλο πραγμα οι Ρωσσιδες, Ρουμανες κλπ που εχουν στον χορο 2-3-5 χρονια και παραπανω. Αλλο η τρυπερ που δουλευει σε μαγαζια τυπου Ανατολη- Λιντο - κουκλες. Και αλλο η τρυπα που ερχετε απο Εσθονια- Λετονια κλπ εχει μαξιμουμ 1-2 μηνες εμπειρια και δουλευει σε ποιο χαλαρα μαγαζια. Οχι οτι οι δευτερες ειναι αθωες. Αλλα δεν εχουν αποκτησει ακομα την εμπειρια και το στυλ ψυχρου εκτελεστη.
    Στην πρωτη περιπτωση για να παιξεις και να επιβιωσεις οι πιθανοτητες ειναι μικρες. Και θελει γερα αντερα για να μπορεσεις να τα βγαλεις περα.
    Αλλο το επιπεδο δυσκολιας να παιξεις με τρυπερ εμπειρη (ΠΧ Ρουμανα με 3 χρονια στα κωλομπαρα) και αλλο με τρυπερ που εχει ερθει μεσω πρακτορειου και δεν ξερει ακομα πως να παει απο το παγκρατι στο συνταγμα.

- Τρύπερς, η λέξη τα λέει όλα. Τα λοιπά περί νύχτας, μέρας, απογεύματος, κατηγορίες, λίγκες κλπ τα προσπερνώ. Πληρώνονται για να δείχνουν κώλο και βυζιά (και παραπάνω...), το ίδιο κάνει είτε το κάνουν 3 χρόνια ή μέσω πρακτορείου και δίμηνα ανά περιοχή.

  1. οι τρυπερ σου βγαζουν τα κυνηγετικα σου ενστικτα..
    ως γνωστον του κυνηγου & του ψαρα το πιατο,σπανιως γεμιζουν..

  2. προφανως εχεις μπουκωσει απο την ελλειψη τρυπεροθεαματος..

  3. οχι ρε..το εχω κοψει πλεον..εχω κανει ταμα στην αγια τρυπερ την σωληνου,να ξαναγαμησω οταν ξανασηκωσουμε κουπα..

  4. άντε μη σε βάλω κ πληρώσεις κ τα τρυπεροκεράσματα...(τα σεμνά..μη φοβάσαι, δε θα σε φαληρίσω...

Ημερήσιος τρύπερ (από allivegp, 02/01/11)(από Khan, 05/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται σε πιπίνια λυκειακής ηλικίας, απαραιτήτως ενδεδυμένα με σταράκια ανεξαρτήτως χρώματος, που εντυπωσιάζουν με την γλουτιαία περιοχή τους και κάνουν τον ανδρικό πληθυσμό να τις παρατηρεί από τη μέση και κάτω...

- Μαλάκα τσέκαρε ένα σταράκι που περνάει...
- Πωπω, σκέτο κωλ σταρ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικό επιφώνημα θαυμασμού, συνήθως για την εμφάνιση μίας γυναίκας.

Για να πετύχει πρέπει πρώτα το επιφώνημα να αρχίσει με ένα μακρόσυρτο «Πσσσσσσς» (όπως λέμε «Πσσσσς σκίζεις»), και μετά να ακολουθεί ένα «Ω-λα-λααά» όπως λέμε «Ω λαλααά, τη γκόμενα είσαι εσύ!!»

  1. - Σου αρέσει αυτό το φόρεμα;;
    - Πσσσσσς ω-λαλααά είναι πολύ ωραίο!

  2. - Πως σου φαίνομαι για απόψε;
    - Πσσσσσς ω-λαλααά φοβερή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το pin-up girl σλανγκίζεται στα ελληνικά για να δηλώσει το κορίτσι που τον πίνει.

Ό,τι και να λέμε τα πίναπ γκερλς θα είναι πάντα στην μόδα.

(από Dirty Talking, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που διακρίνεται για την εκρηκτική παρουσία της και την υπερσεξουαλικότητα της.

- Πω πω πω. Κοίτα ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει μέρα μεσημέρι.
- Τι κόμματος και κουραφέξαλα. Αιδοιεσέλ κανονικό. Θα μας τρελάνει η τύπισσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified