Further tags

Το επίμονο και ρουφητχό τσιμπούκωμα, από κορίτσι που ξέρει από καλό λάδι. Ο όρος αποτελεί μετάπλαση του γνωστού «μπιμπερό», με επίδραση του «πίπα».

Όταν τα πέταξε χαλάστηκα λιγάκι, αλλά όταν άρχισε το πιπερό, τα είδα όλα σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published

Μπουρδέλο τρίτης γενιάς. Η πρώτη ήταν το κλασικό μπουρδέλο (Φυλής κιέτσ'), η δεύτερη το «στούντιο» (όχι για ηχογράφηση), και η τρίτη το και καλά «σπα» (< Spa), όπου υποτίθεται ότι πας για μασάζ, αλλά ρίχνεις και κανα μπούτσο άμα σκάσεις κάτι παραπάνω!.

- Αντώνη, εδώ πιο πάνω είναι ένα σπα πρώτης τάξεως! Περιποίηση έξτρα, μόνο 1674 Ευρώ! Δίνει και κωλαράκι άμα γουλάρεις.
- Καλά, τόσο σάπιος είμαι ρε καραγκιόζο, να πά' να τα σκάσω για να ρίξω μια ξερόπουτσα; Δεν παίζω μια βαρβάτη παχιά καλύτερα, να κρατήσω και τα φράγκουλα, να φανταστώ και ό,τι γκόμενα μ' αρέσει;

Έτοιμος, αγόραρε; (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 17/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει το τι εικόνα παρουσιάζει μια γκόμενα/-ος στο κρεβάτι (κλίνη) σε αντιδιαστολή προς την εικόνα που παρουσιάζει στην υπόλοιπη ζωή της/του, όταν φορά τα ρούχα και τις κοινωνικές συμβάσεις. Τα δύο αυτά δεν συμπίπτουν πάντα, όπως φαίνεται και στα θυμόσοφα ρητά του λαού μας μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι, ψηλό μουνί για παρέλαση, κοντό για κρεβάτι κ.ά.

Προφάνουσλυ, αποτελεί λολοπαίγνιο που συναντάται κυρίως σε γιατρούς και ψυχολόγους, καθώς η δόκιμη σημασία του όρου αναφέρεται στην κλινική εικόνα ενός ασθενούς ή θεραπευομένου. Ομοίως χρησιμοποιούνται και τα κλινική έρευνα, κλινική περιγραφή. Πρβλ. και τις κλινικές αρετές.

- Κοίτα, μπορεί το Λίλιαν να είναι τσολιάς, αλλά η Λάουρα έχει καλύτερη κλινική εικόνα!
- Γιατρέ μου, πόσα ξέρεις! Έχεις κάνει μεγάλη κλινική έρευνα βλέπω...

Got a better definition? Add it!

Published

Λεξιπλασία που προκύπτει από τη παραφθορά της λέξης κουλούρι για να δηλώσει τον ανδρικό ή γυναικείο πρωκτό. Δεν πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη δεδομένου του σχήματος του κουλουριού (στρογγυλό με τρύπα στη μέση) αλλά και της ίδιας της υπόστασης του ως διατροφικό προϊόν, δηλαδή ενός εξαιρετικά δημοφιλούς εδέσματος που όλοι σπεύδουν να το ζητήσουν και να το καταναλώσουν. Σημειωτέον πως το κωλούρι είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο ανδρικό κοινό, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως δεν χαίρει εκτίμησης και από το γυναικείο.

Για λόγους υγείας και υγιεινής, το κωλούρι είναι καλύτερο σκέτο, δηλαδή χωρίς γέμιση. Αν και αυτό πάλι είναι θέμα καθαρά γούστου και -πάνω απ' όλα- βίτσιου.

- Τι είναι αυτό που θα σας κάνει να θέλετε να συζητήσετε με μια κοπέλα; κ ποιο χαρακτηριστικό είναι αυτό που σας κάνει να την γουστάρετε τρελά; πάντα ήθελα να μάθω...

- Το σπίτι που μένει και σε ποιά περιοχή, το αυτοκίνητο που οδηγεί, το ρολόι π
που φοράει, αν έχει δικιά της επιχείρηση και αν δίνει κωλούρι. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το πρωκτηδόν σεξ σε τοπίο με φυσική ομορφάδα, λόγγους, ραχούλες, κάνα δυο γιδοπρόβατα με τα κουδούνια τους να ηχούν, κάνα βοσκό να παίζει τη φλογέρα του (ή, αν κρυφοκοιτάζει, να παίζει το πουλί του) κ.ά. Συχνές φράσεις κατά την τοιαύτη συνουσία: «κουδούνισέ μου τον», «έλα να ακούσεις πώς παίζει η φλογέρα μου», «θέλω να σ' αρμέξω αγελαδίτσα μου» κ.ά.

  2. Ο κατσικογαμισμός, το συνουσιάζεσθαι μετά μηρυκαστικού του ιδίου ή αλλότριου κοπαδιού (στη δεύτερη περίπτωση πας μέσα για φθορά ξένης ιδιοκτησίας).

  3. Ό,τι και το 2, αλλά περιορισμένο στο να γαμάς τον κώλο του βοός (βους + κώλος).

  1. Έλα να κάνουμε ένα βουκωλικό, Μήτρο'μ, να θυμηθούμε το χωριό.

  2. Τον έπιασα, που λες, πάνω στο βουκωλικό με την κατσίκα μου. Θα τον αφαλοκόψω τον θεομπαίχτη!

  3. «...μετά το όργωμα, οι παππούδες του χωριού συνήθιζαν να επιδίδονται στο βουκωλικό, ένα έθιμο που ανάγεται στην ομηρική εποχή (όπως τα πάντα στον τόπο μας) και αποδεικνύει την αδιάσπαστη συνέχεια του Γένους...» (από το έργο του Α. Τεκέλογλου «Πώς το έκαναν οι παλιότεροι», εκδόσεις Αργκώ, Αθήνα 2006, σ. 666).

Αρκάς, Ξυπνάς μέσα μου το ζώο - Παιχνίδια για δύο (από patsis, 07/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγαπώ, αλλά με σεξουαλική ή ειρωνική διάθεση. Λογοπαιγνιακός σλαγκοόρος που προέρχεται από σύμφυρση του «αγαπώ» και του «γαμώ», καθότι τα δύο έχουν κάποια κοινά φωνήματα, αλλά και μοιράζονται κάποιες σημασίες (βλ. π.χ. στίχους όπως «Έλα ν' αγαπηθούμε». Μη μου πείτε ότι εννοεί «έλα να νιώσουμε αγάπη ο ένας για τον άλλον». Πότε; Τώρα δα να τη νιώσουμε;).

Το ρήμα «αγαμώ» και ασυναίρετο «αγαμάω» (που ακούγεται ακόμα καυλύτερα), δίνει τα εξής παράγωγα:

αγάμη, αγαμημένος /-η, αγαμητός (και όχι «αγάμητος»), αγαμητικός /-ιά, αγαμησιάρης /-α κ.ά.

Έχει ιδιαίτερη φάση όταν η προηγούμενη λέξη λήγει σε -α, οπότε μόνο το «μ» μένει να κάνει τη διαφορά από το «γαμώ» και τα παράγωγά του. Π.χ. «θ (-α/α-) γα[μ/π]ηθούμε».

Μόνο από το http://www.poiein.gr/archives/7660/index.html αντλήσαμε τα εξής παραδείγματα:

Αγαμημένη
Αγάμησέ με σού είπα
Σ’ αγαμώ μού είπες
Μ’ αγαμάς σού έλεγα
Σ’ αγαμώ μού έλεγες
Κι αγαμηθήκαμε
Το γάμμα τής αγάπης έφαγε ολόκληρο το πι
και την έκανε ολόκληρη αγάμη
Ω αγάμη αγάμη
Ω αγάμη μου
αγάμη μου
Αγαμημένη μου
Αγαμημένε μου
Αγάπη και αγάμη ένα μαζί

Θέλετε κι άλλα;!;

να αγαμηθούμε απ\' την αρχή... (από Khan, 19/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπουρδελοξενοδοχείο. Συχνά θα ονομάζεται με κάποιο αρχαίο ελληνικό ή αιγυπτιακό όνομα, όπως «Όσιρις», «Τουταγχαμών», «Καλυψώ», «Άλκηστις», «Άρτεμις», «Κλεοπάτρα» κ.ά., το δε οικοδόμημα θα είναι είτε ετοιμόρροπο νεοκλασικό, είτε σε στυλ πολυκατοικίας ανατολικού μπλοκ.

— Τελικά τι έκανες με τη Μίνα;
— Την πήγα σε γαμοτέλ και περάσαμε αξέχαστα!

Να ένα γαμοτέλ τύπου "μπλοκ" (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 20/05/10)

Δες και γαμο-.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υμνητικό προσωνύμιο του γαλατικού παγανιστικού θεού «Bargalatsos», ο οποίος, κατά τη μυθολογία, εισέβαλλε ορμητικά στα μουνάκια των κοριτσιών άμα τη ενηλικιώσει των και τα γονιμοποιούσε.

Λογοπαίγνιο με την ονομασία του μεσαιωνικού όπλου που αποτελούταν από ένα μεγάλο κορμό δέντρου που κατέληγε συνήθως (αλλά όχι πάντα) σε ομοίωμα κεφαλής κριαριού, και χρησίμευε για να σπάνε τις καστρόπορτες («πολιορκητικός κριός»). Ο κορμός αντιστοιχεί στον κορμό του πέονος, ενώ η κεφαλή κριαριού αντιστοιχεί στην πεοκεφαλή.

— Θυμάσαι την πρώτη νύχτα που έκανες έρωτα, καλή μου Γελλοουσαμπμαρίνα;
— Θυμάμαι... Ήταν τα 18α γενέθλιά μου. Αποκοιμήθηκα γλυκά, όταν ήρθε στον ύπνο μου ο «Πολιορκητικός Κρύος» –μεγάλη η χάρη του. Από τότε δεν ησύχασα ποτέ, θέλω συνέχεια σεξ!

(από Αλάριχος Τεκέλογλου, 20/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο/λεξιπλασία με τον αγγλικό όρο homosexual και το «ωμός». Αναφέρεται σε άτομο μπρουτάλ, χωρίς συναίσθημα, παραδομένο στην ικανοποίηση των ορμών του. Η φιλοσοφία του είναι «κρέας θα μπει, κρέας θα βγει και το βούτυρο δικό σου».

Σούλα: Αχ για πες καλέ Μπία, τί έγινε με τον Νώντα τελικά;
Μπία: Καλός είναι μωρέ αλλά πολύ ωμοσέξουαλ το παλικάρι: βγάζει τόσο συναίσθημα όσο περίπου ένας νεροβούβαλος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια σημαντικότατη ιδιότητα που περιλαμβάνεται στο προφίλ του τέλειου άνδρα, του άνδρα του σωστού, μαζί με το αλαβάστρινο απολλώνιο κορμί, το εξαπάκετο, όπου η γκόμενα τρίβει πάνω του το τυρί για την μακαρονάδα, και το θεληματικό πηγούνι.

Πάσα: Χότζας, ένα είναι το σλανγκρ, και ο Χότζας ο προφήτης του!

Γνωρίζεις τον γκόμενο της ζωής σου στο Facebook. Η φωτογραφία τα λέει όλα. Νέος, ωραίος, ψηλός, αρρενωπός, θεληματικό τσουτσούνι, φέτες οι κοιλιακοί. Σου ζητάει το MSN σου για να κάνετε chat. Εσύ μην ξέροντας τι είναι το MSN αναρωτιέσαι αν αυτό είναι το πολυτιμότερο πράγμα που έχεις και αν πρέπει να το δώσεις.

Ρίτα Σακελλαρίου: Νέος, ωραίος, πράσινα μάτια... (από HODJAS, 29/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified