Further tags

Ο όρος προέρχεται, από τη λέξη Λούξεμπουργκ (Λουξεμβούργο) και παραπέμπει στο ομώνυμο δουκάτο, που έχει ως αρχηγό, τον Μέγα Δούκα Ερρίκο του Λουξεμβούργου. (που είναι δε, ο τελευταίος μέγας δούκας, στον κόσμο).

Αλλά... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.

Αναφερόμαστε εδώ, στο δουκάτο μιας αντρικής οικογένειας, αλλά και στον αρχιδούκα του (δούκα των αρχιδιών), τον Λούτσεμπουργκ (λούτσος... στο πιο αριστοκρατικό).

Ο Λούτσεμπουργκ έχει ως υπηκόους δυο όρχεις και διατηρεί τον τίτλο του ανώτατου άρχοντος, των σλανγκικών κάτω χωρών.

Ο αρχιδούκας, δεν θα μπορούσε να μην είναι τζέντλεμαν. Και εννοείται, πως όταν βλέπει κυρία σηκώνεται. Το σαβούρα βίβρ στο αίμα του. Ας μην... το κρύψωμεν άλλωστε.

Κι όταν κάποια τον φέρει στα ντουζένια του, τότε αυτός, ξεχνάει την ευγενική του καταγωγή και είναι σε ετοιμότητα για να κάνει λούτσα, άνευ διασπερματεύσεως, αυτήν που κατόρθωσε να ανυψώσει καταλλήλως το ανήθικον του κατόχου του.

Η χρήση του όρου γίνεται, είτε για να προσδώσουμε χιούμορ στο λόγο μας, είτε στα πλαίσια πειράγματος.

- Η Εριέτα, είναι γόνος αριστοκρατικής οικογένειας. Μην πας και μιλάς για λούτσους μπροστά της, όπως έκανες την προηγούμενη φορά. Θα σε παρεξηγήσει.
- Ε τότε θα το πιάσω στο πιο αριστοκρατικό.
- Μπράβο!
- Δε θα ξαναμιλήσω μπροστά της για [λούτσο].
- Μπράβο!
- Θα μιλήσω για τον αρχιδούκα του Λούτσεμπουργκ, τον Λούτσεμπουργκ... χε χε χε - Γκρρρ!
- χε χε χε...

(από GATZMAN, 02/05/09)O Ερρίκος σε αναμνηστικό νόμισμα του 2004 (από GATZMAN, 02/05/09)Η πόλη του Λουξεμβούργου (από GATZMAN, 02/05/09)Με σλανγκική ματιά φαίνονται, το πέος κι οι όρχεις  (από GATZMAN, 02/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοαναφορικώς, η μάνα του καβουροσλανγκόσαυρου, η κυρία καβουρίνα. Ή ο Υπερθετικός του τοιούτου σλανγκόβιου οργανισμού. Το κοινό είναι ότι και των δύο ειδών οι καβουρομάνες διακρίνονται για την καθήλωσή τους στο πρωκτικό στάδιο ανάπτυξης. Οι σλανγκικές καβουρομάνες απλώς είναι ενίοτε και διασκεδαστικές, ενώ οι κοινές καβουρομάνες σχεδόν ποτέ...

- Κάνεις αυτοαναφορική προσθήκη στο λήμμα «καβουρομάνα»; Ε, είσαι μεγάλη καβουρομάνα ρε Ντέρτι, πάει και τελείωσε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που το παίζει σε στυλάκι Μπομπ Ντύλαν και είναι μονίμως ντίρλα.

How many beers has a man to drink, before they call him Bob Dyrlan; The answer my friend is blowing in the wind, the answer is blowing in the wind...

DYRLAN (από sexpeer, 29/04/09)Bob Dyrlan και John Lennon (από Vrastaman, 30/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπάμπης (και όχι Μπάμπι, πρώτον τι φταίει το ελαφάκι να παρομοιαστεί με άνθρωπο και δεύτερον η προφορά τού -μπ- δεν είναι η ίδια), Μπάμπης λοιπόν είναι ο Μπαμπινιώτης.

Το υποκοριστικό αυτό προσδίδει, στην αναφορά μας στον γνωστό καθηγητή, είτε λαϊκο-παρεΐστικη διάθεση (γεια σου ρε Μπάμπη με τα ωραία σου!), ή υποτιμητική (μην ακούτε τι λέει ο Μπάμπης, θα σας πω εγώ). Ή, απλά, χρησιμοποιείται για λόγους συντομογραφίας, παραλλασσόμενο με το καφκικό «Μπ.»

Καθημερινά πια αναφερόμαστε στον Μπάμπη, είτε συμφωνούμε μαζί του είτε όχι, απλά επειδή έχει καταστεί σύμβολο της πιο πρόσφατης απόπειρας για την διευθέτηση των γλωσσολογικών προβλημάτων της ελληνικής.

Παρακαλούμε όπως μην αρχίσει βερμουδιάρικο σεντόνι κι εδώ. Απλώς έπρεπε να γίνει η καταχώριση του λήμματος.

Ξαναδιαβάστε την τελευταία παράγραφο καλού-κακού...

Ο Χαλικού αποκαλύπτει... (από Hank, 22/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που στερείται νεύρου, ζωντάνιας, έντασης, αλλά σλανγκιστί και αυτός που στερείται όλα τα παραπάνω, επειδή βασικά στερείται Ευρώ! (άλλωστε κατά Μπαμπινιώτη, η σωστή ορθογραφία είναι «Ευρό» και όχι «Ευρώ»). Κατά το «άφραγκος», δηλαδή...

- Πώς τον βρήκες τον Χαρίλαο;
- Τι να σου πω; Πολύ άνευρος μου φάνηκε! Πού είναι εκείνη η ζωντάνια, το μεράκι, το έξω καρδιά που είχε άλλοτε; Μάλλον τον έχει επηρεάσει η οικονομική στύση! Μπικικίνια γιοκ, και είναι τόσο θλιμμένος, που ούτε μαλακία δεν μπορεί να τραβήξει από την πίκρα!

Βλέπε και άευρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που έχει κάτι λάγνο στην κίνησή του, που γέρνει ελαφρώς, που την κουνάει την παντόφλα, ο ζουζουνέλος, αυτός που το πισωγλεντάει δηλαδή.

Από επεισόδιο των «Απαράδεκτων», λογοπαίγνιο με το όνομα του τραγουδιστή/συνθέτη των 80s/90s Κώστα Χαριτοδιπλωμένου που, όπως και να το κάνουμε δηλαδή, έχει και πολύ τσαχπίνικο επώνυμο!

- Γνώρισα χθες τον φίλο της Γιώτας, τον Κωνσταντίνο... Τον ξέρεις;
- Χάχα, αν τον ξέρω λέει;... Και πώς σου φάνηκε;
- Καλό παιδί, αλλά κάπως χαριτοδιπλωμένος νομίζω...
- Μόνο; Αυτός είναι κοπέλα τελειωμένη ρε, τον παίρνει καδρόνι και τον βγάζει ροκανίδι να πούμε!
- Αλλά είναι όμως καλό παιδί...
- Καλό παιδί, πάνω απ' όλα! Α, το σωστό να λέγεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «γκέο βαγκέο» ήταν παιδικό παιχνιδιάρικο επιφώνημα όπως το «Αμπεμπαμπλόμ τουκιθεμπλόμ», ή το «πού θα πας εκεί στην Βόρειο Αμερική, να δεις και τον Ερμή, που παίζει μουσική» κ.ο.κ. Λεγόταν συνήθως όταν ένα παιδί «την έφερνε» σε ένα άλλο, είχε κάτι που το πρώτο παιδί ζήλευε κ.ο.κ. Λόγω της ομοιότητας με την λέξη« γκέι», σλανγκίζεται για να δηλώσει τον ομοφυλόφιλο. Ιδίως, τον πούστη που λέγεται και Βάγγος, Βαγγέλης, Βάγγελας ή Βάγγουρας, όπως ο γνωστός γκέι ήρωας του the Slang & the Restless. (Παρεμπίπταμπλυ, ένα σύνηθες όνομα για γκέουλες).

Ασίστ: Πανούλης.

Πέρι (προς Βάγγουρα): Γκέο βαγκέο, Βάγγο, εγώ έχω γκόμενο απ' το Αμπιτζάν κι εσύ δεν έχεις! Γκέο βαγκέο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος φυσικά προέρχεται εκ των λέξεων, γέρος και νεολαία. Και, όπως η νεολαία, έτσι και η γερολαία απαρτίζεται απ' άτομα και των δύο φύλων. Ο όρος μπορεί να έχει είτε ειρωνική είτε χιουμοριστική χροιά.

Εκφέροντας τον όρο θα μπορούσαμε να αναφερόμαστε:

1) Σε άτομα της τρίτης ηλικίας (π.χ: ένα ραμολί, μια ομάδα καπήδων, κλπ) και ειδικότερα σε άτομα αυτής της κατηγορίας που νεανίζουν (π.χ: ένας γεροξούρας, μια που είναι πιο μεγάλη απ' την Ακρόπολη και στοκάρεται για να καλύψει τα σημάδια του χρόνου).

Σχετικά λήμματα: γερομπισμπίκης, γριέντζω, παππουδέλι, γιαγιούμπα, γιαγιόνι, λυκόπουλο, πίτα του παππού, Χαϊλάντερ, παραδίδω πινακίδες. Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 1.

2) Σε άτομα που θεωρούνται μεγάλοι για να ασχολούνται πλέον, με κάποια συγκεκριμένη δραστηριότητα (π.χ: ξεσταχιασμένοι ποδοσφαιριστές). Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 2.

3) Για νέους ανθρώπους που, είτε εκ του φυσικού τους (π.χ: μπούληδες, μπουλούκοι, παιδιά του μπαμπά, κλπ), είτε λόγω συνθηκών ζωής (π.χ: προσβολή από δυοξύνη λόγω εργασίας σε εταιρεία του δημοσίου τομέα,γύμναση κοιλιακών, κλπ), παρουσιάζουν χαρακτηριστικά που δεν συνάδουν με τη νεότητα (δράση, ενεργητικότητα, κλπ). Για να το σπάσουμε σε κέρματα: μιλάμε για νωθρότητα, χαλαρότητα, ατολμία, βαριεστημάρα, κλπ. Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 3.

4) Για νέους ανθρώπους που ενώ διάγουν μια ζωή που χαρακτηρίζεται από δράση και ενεργητικότητα σύμφωνα με τα στάνταρντ της εποχής, στην οπτική κάποιων γεροντότερων, όπου οι νέοι ήταν πιο ανθεκτικοί σε δυσκολότερες συνθήκες (που υπήρχαν τότε) τα πράγματα δεν φαίνονται έτσι. Τους θεωρούν νωθρούς και αδρανείς. Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 4.

Αποτείνω ευχαριστίες στον συνάδελφο Jona που είχε την ιδέα, αλλά και στην ironick, αφού από το παράδειγμα αυτού του λήμματος της, ξεκίνησε ο δρόμος για το λήμμα αυτό.

Σημείωση:
1) Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε περιστασιακά, ή μόνιμα, σε μεμονωμένα άτομα, σε συγκεκριμένη ομάδα ατόμων και γενικότερα σε θέματα που αφορούν, κάποια εκ των προαναφερομένων κατηγοριών.

2) Για λόγους καλύτερης εκφραστικότητας, θα μπορούσαμε να κουνήσουμε αργά το κεφάλι, προς τα δεξιά και προς τα αριστερά για να προσδώσουμε «άρωμα» γηρατειών στο λόγο μας. Για ακόμα καλύτερη εκφραστικότητα, θα μπορούσαμε να παρατείνουμε την προφορά του «ρ», κατά την εκφορά του όρου «γερολαία».

1) Στα Θέρμα Ικαρίας, στις ιαματικές πηγές.
- Μην τρέχεις πολύ με τ' αμάξι εδώ. Υπάρχει αρκετή γερολαία. Άσε μη χτυπήσεις κανέναν και τον πληρώνεις για χρυσό.

2) Ήρθε επιτέλους η ώρα να βγει στην σύνταξη ο ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΙΧΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ και όλη η γερολαία της ομάδας μαζί. Όπως έπρεπε να είχε γίνει απο το 2004, μετά την κατάκτηση του Euro.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ
Από το troktiko.blogspot.com
Παράδειγμα από λήμμα:Παλαιών Παιχτών Γερμανός

3) Επιτρέπεται ρε εσύ, στα εικοσιπέντε σου, να δείχνεις τέτοια βαριεμάρα και τέτοια ατολμία; Στη γερολαία είσαι;

4) Α ρε... νέοι είναι αυτοί; Ένα οχτάωρο, καφετέρια, υπολογιστής... Ε εμείς στην ηλικία τους παίρναμε την πέτρα και τη στίβαμε. Αυτοί γέρασαν πριν την ώρα τους. Νεολαία σου λέει ο άλλος. Γερολαία είναι.

Μάργκαρετ, Υπουργός γερολαίας στη νέα κυβέρνηση; (από GATZMAN, 30/09/09)Σύνταξη στα 120... (από HODJAS, 01/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο επικεφαλής αξιωματικός του περιπολικού 100.

Με σταμάτησε ο εκατόνταρχος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αράπης, για όσους σαν τον Ράλλη δεν λένε το ρο. Πρβλ.: οι μισοί Έλληνες θα μάθουν τέχνες, οι άλλοι μισοί γάματα, ταγαμάς κ.ο.κ. Ένας ευαίσθητος και γαλλικής κουλτούρας τρόπος να πεις κάποιον αράπη.

Αγάπη! Αγάπη! Αγάπη μου! Σε παγακαλώ μου φέγνεις μια πίτσα και δυο μπύγες!

(Από το γνωστό ανέκδοτο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified