Further tags

Επίσης, η έκφραση χρησιμοποιείται για να περιγράψει την απόχρωση του αυτοκινήτου (συνήθως τόνοι του γκρι, ασημί ή ποντικί) που έχει την ικανότητα να μη προδίδει τη σκόνη και την απλυσιά που χαρακτηρίζει (όχι μόνο τον κάτοχο αλλά και) το όχημα.

- Να ρε συ, έχω τα γιούρια για την πρώτη δόση μετά από 60 μήνες, διάλεξα και το μοντέλο, αλλά κωλύομαι στο χρώμα.
- Για να το σβαρνάς στα χωράφια δεν το θέλεις; Κοίταξε το χρώμα να σκων' σκον'.

σκων΄σκον΄ (από allivegp, 20/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κάνω όλα μόνος μου, δίνω τα ρέστα μου, σηκώνω την ομάδα στις πλάτες μου, ζωγραφίζω, κάνω παπάδες, είμαι μια ορχήστρα μόνος μου. Ενίοτε από ανάγκη γιατί κανείς συμπαίκτης μου δεν τραβάει (όλοι τρομπάρουν) και ενίοτε γιατί είμαι μερακλωμένος και γουστάρω. Σημειωτέον, όταν ο παίχτης σολάρει, όλοι κάθονται ανάμερα άουτ οφ ρισπέκτ και ενίοτε τον σιγοντάρουν χτυπώντας παλαμάκια. Α, τώρα που είπα παλαμάκια, ο πραγματικός σολίστας-μόρτης δεν τα σηκώνει γιατί -και καλά- νιώθει ότι τον μετατρέπουν σε σπετάκολο-περφόρμερ, ενώ αυτός την ώρα του σολάζ κάνει κατάθεση ψυχής.

  1. - Ευτυχώς που έχουμε τον καραφλό να σολάρει από τα δεξιά και ας είναι στα τριανταφεύγα του. Μεγάλη παιχτούρα σου λέω - αν είχε και κεφάλι θα έπαιζε στη Ρεάλ.
    - Σιγά το πάγκρεας που ξεθαρρεύτηκε με το τσικό που έχει απέναντι του. Αν ρίξουν πάνω του τον Σολάρι, θα πάψει να σολάρει.

  2. (σε μάθημα σολφέζ)
    - Όταν εγώ στο πιάνο, εσύ σολάρεις. Δυο, τρία, πάμε!

solaris (από allivegp, 15/05/09)Mount Solaro, Capri, Italy (από allivegp, 15/05/09)Santiago Solari (από allivegp, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την ετήσια ποσότητα αιδοιοφόρων που αλληλεπίδρασαν με την κάτω κεφαλή ενός ατόμου.

-στάνταρ, τσιμπούκ λουκούμ,πισωκολλητό κ.α.

Στελέχη του υπουργείου οικονομικών εξετάζουν τη θεσμοθέτηση του εν λόγω εισοδήματος στη φορολογική δήλωση.

- Και το κάτω κεφαλήν εισόδημα οκ;
- Γάμησέ τα, χειρότερα κι απ' το κανονικό....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για λολοπαίγνιο επί του Freudian slip, το οποίο μεταφράζεται πιο δόκιμα ως Φροϋδικό ολίσθημα.

Το φροϋδικό σλιπάκι κάποιου «φαίνεται» όταν αντί να πει αυτό που θέλει, εκ παραδρομής (ή λόγω παιχνιδιών του υποσυνείδητου ) του ξεφεύγει αυτό που πράγματι εννοεί, συνήθως σεξουαλικής φύσεως. Εξ ου δηλαδή και το σλιπάκι.

Βέβαια, πολύ πριν διανύσει ο Sigmund την πρωκτική του περίοδο, η λαϊκή σοφία διαπίστωνε πως γλώσσα λανθάνουσα αλήθεια λεει.

Το φροϋδικό σλιπάκι της Ελένης Μενεγάκη έχει ιδιαίτερη φωτογένεια! Δύο κλασσικά παραδείγματα:

- Έχω στηθεί και περιμένω να πάρω τον επόμενο καλεσμένο μας.

Ασκητής: - Και επίσης θα ήθελα να τονίσω ότι δεν πρέπει ποτέ να καταπίνετε το σπέρμα στον στοματικό έρωτα...

Μενεγάκη: -Πω πω, αλήθεια; Δεν το ήξερα!

(από xalikoutis, 11/05/09)"Αντιπολίτευση" αντί για "μεταπολίτευση", βαρβάτο φροϋδικό σλιπάκι από την Όλγα Κεφαλογιάννη. (από Khan, 21/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Γίνομαι φραπόγαλο»: ταρακουνιέμαι πολύ (από την άτσαλη οδήγηση κάποιου, από το καράβι όταν έχει κύμα, από κενά αέρος κατά την πτήση κλπ.).

Μην το πας από τις λακκούβες ρε Γιάννη, φραπόγαλο γίναμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει ήδη γίνει αναφορά στο ακαφελόγιστο εδώ. Εκεί το πράγμα εστίαζε στην επίδραση της καφεΐνης στον ανθρώπινο οργανισμό.

Τα πράγματα όμως εξελίσσονται. Αφού δημιουργήθηκε νέα διάσταση στην έννοια του καφέ, μοιραία δημιουργείται νέα διάσταση για τον όρο του ακαφελόγιστου.

Η ατάκα μπορεί να απευθυνθεί σε κάποιον, που είναι μέσα στα νεύρα, ενώ παράλληλα γνωρίζουμε πως έχει το... πάθος με τα flocafe, στα οποία σημειωτέον έχει καιρό να πάει.

Όταν λοιπόν τον βλέπουμε να 'χει τα νεύρα τσατάλια, του λέμε φίλε έχεις το ακαφελόγιστο, θέλοντας να τον χαλαρώσουμε (μέσω αυτής της χιουμοριστικής νότας) αλλά η/και να του προτείνουμε και καλά... άμεση καφεθεραπεία από ειδικευμένη ορθοπεϊκό, που μπορεί να του κάνει τον λαϊκό μπαργαλάτσο του, τζέντλεμαν στο πι και φι. Μια τέτοια θεραπεία... μπορεί να τη γουστάρουμε και εμείς άλλωστε.

- Πάλι βρίζεις κι αστράφτεις σήμερα, τον έναν και τον άλλον στο λογιστήριο, για ψύλλου πήδημα. Έχεις το ακαφελόγιστο, δε λέω. Έχεις να πας σε ορθοπεϊκό των flocafe, από τότε που βγήκαν οι λάσπες. Αλλά τι σου φταίω κι εγώ που δε μ' αφήνεις να χαλαρώσω, έτσι που σε βλέπω... χα χα χα! - Πού το πας;
- Θυμάσαι πόσο συχνά πηγαίναμε στο παρελθόν; E αυτό να κάνουμε και τώρα. Γιαυτό προτείνω τιγκανά για φραπενείογια να 'ρθουμε στα ίσα μας... χε χε χε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης του σνιφαρίσματος. Πρβλ. μυτιά, μύτινγκ, κι αν τα ρουθούνια μου μείνουν μισά, κανένα πρόβλημα, θα βάλω χρυσά.

Πηγή: Vrastaman.

Για τρεις αριθμούς ρεκόρ έμεινε διάσημος ο John Holmes: για τα 25 εκατοστά του πέους του, για τις 14.000 ερωμένες του (κατά τον ίδιο, 3000 οι πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις) και για τις ρουθουνιές του. Η γυναίκα του είχε να λέει ότι δεν έπαθε AIDS από σύριγγα, γιατί δεν χρησιμοποίησε ποτέ σύριγγα, μόνο ρουθουνιές...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πηδοβολάω, -ιέμαι: Εμφατικό θαμιστικό του «πηδάω, πηδιέμαι». Δηλώνει διάρκεια και συχνότητα της πράξης. Σχηματίζεται σε σύνθεση με το βολάω-βολιέμαι < βόλος < βάλλω, όπως σε πολλές άλλες λέξεις, λ.χ.: οπλοπολυβόλο, πολυβόλο, μυδραλιοβόλο, φυλλοβόλος, ακτινοβόλος, ιοβόλος, κεραυνοβόλος, κερατοβόλος (σλανγκιστί), γεννοβολάω κ.ο.κ. Απλώς, το «πηδοβολάω» δεν υπάρχει στα Λεξικά, και γι΄αυτό θεώρησα γλωσσολογικό καθήκον μου να το καταχωρίσω. Σημειωτέον ότι χρησιμοποιείται συνηθέστερα ο παθητικός τύπος «πηδοβολιέμαι» ακόμη και γι' αυτόν που έχει τον «ενεργητικό» ρόλο.

Πώς να μην κολλήσει AIDS ο John Holmes, αφού πηδοβολιόταν με χιλιάδες πορνοστάρ και μάλιστα χωρίς προφύλαξη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified