Further tags

Από το γαλλικό «comme ci, comme ca», σημαίνει «έτσι κι έτσι», αλλά σημαίνει σλανγκικώς και ότι πρέπει να είμαστε κομψοί, να έχουμε προσοχή, κατά το μπιουτιφούλ, beautiful.

- Πώς σου φαίνεται Μένιο αυτή η μπλούζα, δεν ταιριάζει που αφήνει να φαίνεται το τατουάζ μου;
- Κομψί κομψά...

Comme ci comme ça - French Affair (από poniroskylo, 03/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θεωρώ πιο σωστή τη γραφή «κομσί κομσά», γιατί έρχεται πιο κοντά στην προφορά της γαλλικής απ' όπου και προέρχεται. Ελληνικά αποδίδεται με το «έτσι κι έτσι». Έκφραση που χρησιμοποιείται από άτομα που θέλουν να ξεφύγουν από τα κλασσικές αγγλικούρες και θέλουν να δείξουν κάτι πιο εκλεπτυσμένο πιο φίνο στον προφορικό λόγο.

- Πώς πήγε το ίντερβιου για την δουλειά;
- Κομψί κομψά... θα δείξει... περιμένω απάντηση σε τρεις μέρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψευδοαγγλική, ακόμη πιο σλανγκ, εκδοχή του «μας κούφανες».

Προς σλαγκιστή που άστραψε με κουφό λήμμα:
-You koufed us, μεγάλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται με γκρήκλις προφορά από Ελληνάρα, που πετάει υπονοούμενο σεξουαλικού συνήθως περιεχομένου.

Συνοδεύεται από ανάλογες κινήσεις, όπως περιστροφική κίνηση δακτύλου μπροστά απ' το στόμα για να μπει ο άλλος στο νόημα.

Η Λάουρα ξέρει από καλό ελαιόλαδο, ιφ γιου νόου γουάτ άι μην!...

ψιλο-άσχετο αλλά καλό! (από MXΣ, 06/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια αμερικανιά, που χρησιμοποιείται πάρα πολύ συχνά στα φόρα και γενικά στα διαδίχτυα για να δηλώσουμε ότι είμαστε ενοχλημένοι από έναν τρολεατζή ή από κάποιον που γράφει τεράστια σεντόνια. Υπονοείται ότι ο τύπος είναι Geek, φύτουκλας, ιντερνετο-μπακούρης και ότι θέλουμε να πάρει τα κουβαδάκια του και να πάει σ' άλλη παραλία (βλ. σχετικό λήμμα), ή απλώς να κάνει κάτι από την πραγματική ζωή, ας πούμε σεξ, γυμναστική, φλερτ κτλ, αντί να βγάζει τα απωθημένα του στο ιντερνέτι σαν ιντερνετομαλάκας.

Γράφεται και ως αρκτικόλεξο gal.

Φόρουμ Αθηνοράματος:

Εγώ δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μία ταινία επειδή είναι ρεαλιστική και βγαλμένη απ'τη ζωη είναι αυτόματα και αριστούργημα. Και δώστου 5 αστεράκια ο Μήτσης ο οποίος δεν βάζει πάνω απο 3 αν για παράδειγμα δεν έχουμε να κάνουμε με πακιστανικό πειραματικό κινηματογράφο οπου ο παραγωγός πάσχει από ελονοσία και ο καμεραμαν έχει γάγγρενα και το ένα του μάτι είναι γυάλινο.

GET A LIFE!!!!!!!!!

(από Khan, 11/03/14)Get a life (από Khan, 12/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Σιγά το πράγμα, δεν τρέχει και τίποτα.

- Έμαθες; Χώρισε ο Χρήστος με την δικιά του...
- Κλάιν μάιν ρε μαλάκα, αύριο θα έχει καινούργια γκόμενα...
(κάπως έτσι τέλος πάντων)

(από Vrastaman, 29/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το διάσημο lol, στα γερμανικά.

- Για. Ιχ σπέχεν ντόιτς.
- Λόλεν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο των αγγλοελληνικών εκφράσεων που έχει καταχωρήσει ο Vrastaman, με τη διαφορά ότι χρησιμοποιείται και αυτόνομο σαν έκφραση, και όχι στα πλαίσια χιουμοριστικής ανασκόπησης των ανωτέρω εκφράσεων.

Προέρχεται από το αγγλικό «piece of cake» και χρησιμοποιείται ανάλογα, για να καταδείξει δηλαδή το πόσο γελοία εύκολο είναι ένα εγχείρημα.

- Πώς το βλέπεις, θα τα καταφέρεις να τη ρίξεις τη Θέκλα στο κρεβάτι;
- Εεεε καλά τώρα! Κομμάτι από τούρτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «ευχαριστώ». Συγχώνευση του γαλλικού «merci» και του ελληνικού «ευχαριστώ». Το ύφος αυτό ταιριάζει σε ευγενίμαγκα. Ιδίως σε ευγενίμαγκα των παλιών καλών καιρών, που η κύρια επίδραση στο Ελλαδέξ ήταν απ' την γαλλική κουλτούρα, κι όχι απ' την αγγλοσαξονική. Είναι ο τύπος που θα έλεγε και «μανδάμ» ή «μανταμίτσα». Δηλαδή κατά βάση ένας λαϊκός τύπος, αλλά όχι χυδαίος που θα σου έλεγε γαλλικά, μα ευγενής. Αν το πει κορασίς, ίσως αποτελεί ένδειξη ότι έχει ανατραφεί με γαλλικά και πιάνο. Επίσης, η έκφραση χρησιμοποιείται πολύ στο slang.gr, ως μια ήπια μορφή συγκατάβασης στα σπέκια και τους αστερίες των συσλαγκιστών.

Υπερθετικός: καραμερσώ (μια δόση πιο ελληνικό), μιλ μερσώ (μια δόση πιο γαλλικό).

Μερσώ την Μαρία, που μου χάρισε το λημματάκι. Η ομορφιά της μας έχει λείψει τις τελευταίες μέρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολυσχιδής χαρακτηρισμός προσώπων, εμπνευσμένος από τον ομώνυμο δικαστή (δημιουργία των John Wagner και Carlos Ezquerra, δημοσιευόμενο επί σειρά ετών στο πάλαι ποτέ «Αγόρι». Οι φήμες λένε ότι υπάρχει και ταινία με τον Σταλόνε, αλλά δεν το πιστεύω).

Ο Ντρεντ γενικώς αποδίδει δικαιοσύνη στο δρόμο, κοινώς δικάζει. Είναι ο τσαμπουκαλής, ο ευφυής και ετοιμόλογος, ο απρόσκλητος σχολιαστής και ένα σωρό άλλα.

Ειδική κατηγορία στην αντισφαίριση: Αυτός που καθαρίζει άσσους αφήνοντας τον αντίπαλο παγωτό!

Παρερχόμενος ταξιτζής σε προπέτη και ζοχαδιασμένο αποβιβαζόμενο:
- Άμα σου πάρω την πόρτα, θα σε αρέσει;
- Άμα σου σπάσω τα μούτρα, θα σε αρέσει;
Συνεποχούμενος: Ώπα, σιγά ρε ντρεντ!

Προσηνής συνταξιούχος σε νεαρό δικυκλιστή:
- Με συγχωρείτε νεαρέ μου, αλλά δεν επιτρέπεται η είσοδος μετά της μηχανής.
- Και συ ποιος είσαι ρε, ο Ντρεντ;

Θεατές αγώνος αντισφαίρισης:
- Ρε συ τι μπουμ σερβίς έχει η γκόμενα!
- Ντρεντ! Την δίκασε εντελώς την άλληνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified