Further tags

Γουαναμπής είναι αυτός που wanna be, ο φιλόδοξος από ματαιοδοξία ένα πράμα, σε βερσιόν και προφορά ελληνική και μάλιστα κλίνεται: ο γουαναμπής, του γουαναμπή, πληθ: οι γουαναμπήδες. Πάντα και μόνο στο αρσενικό.

Για περισσότερα, παραπέμπω στον πληρέστατο ορισμό του sarant εδώ και κατά τ' άλλα απλώς καταγράφω στο σλανγκρ τη λέξη παραθέτοντας και παραδείγματα από το νέτι.

  1. Τέλος πάντων, πνευματικός άνθρωπος γουαναμπής, δεν δίνω σημασία σε ελάσσονα πολιτικά ζητήματα, και σπεύδω να διαβάσω το όντως αξιοδιάβαστο ένθετο για τον πολιτισμό, τις τέχνες και το βιβλίο...

  2. Στην δεύτερη φωτό είναι κάποιος πρώην χορευτής μπρέηκ-ντάνσινγκ από το πρώην ανατολικό μπλοκ που βλέπει πρώτη φορά τόουνλαμπ, δεν ξέρει τι κάνει αλλά έχει χεστεί από την χαρά του που έχει κάτι που δεν ξέρει τι στο διάλο κάνει. Αγνός νεοκαπιταλισμός, ροκ-γουαναμπής και κ***ς φινιστρίνι.

  3. Διαμαρτυρόμεθα εντόνως διότι το δράμα που ζει στις φυλακές του Κορυδαλλού ο Ντάφυ Ντακ δεν συγκινεί κανέναν! Αλλά έτσι είναι βέβαια, ο Πόρκυ που είναι μικροαστός γουαναμπής να βγει, ο Ντάφυ να σαπίσει διότι είναι αναρχοαυτόνομος

από το δίχτυ όλα κι άλλα πολλά.

(από Khan, 25/11/11)(από Khan, 25/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερθετικός βαθμός του έχω χάσει επεισόδια, ήτοι είμαι εκτός των πραγμάτων, χωρίς ενημέρωση, εδώ και πάρα, πάρα, πάρα πολύ καιρό.

Από το αγγλικό season (στην προκειμένη, κύκλος επεισοδίων τηλεοπτικής σειράς).

- Κολλητή τα μαθες; Η Λίτσα χώρισε!
- Καλά, έχεις χάσει σήζον μου φαίνεται. Τα 'φτιαξε με τον Μπάμπη τον σιδερά!
- Σοβαρά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιλότος (pilot) λέγεται και το πρώτο επεισόδιο μιας σειράς.

- Έχεις να μου προτείνεις καμιά σειρά να δω;
- IT Crowd! Από τον πιλότο και μόνο θα καταλάβεις πόσο τέλεια είναι.

I hear the ballet in Prague is excellent this season... (από Pirate Jenny, 29/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ατάκα πέφτουλα σε Ισπανίδες τουριστριούλες ακολουθούμενη ενίοτε από πονηρό γελάκι καθότι ο μούτσος παραπέμπει σε άλλα παλαμάρια.

Ετυμολογία: από το ισπανικό te quiero mucho.

Βασικά Ισπανικά για μπουρδελιάρηδες
Πείτε και κανένα Te quiero mucho (Τε κιέρο μούτσο) ή κανένα πιο λαϊτ... Te gusto mucho (τε γούστο μουτσο) ή στην χειρότερη mucho gusto (χάρηκα για τη γνωριμία) τι σόϊ greek lovers είσαστε;

(από Khan, 29/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσφαλμένη έκφραση έκτυπο (calque) εκ της αγγλικής tea and sympathy.

Στα ελληνικά πρόκειται για στοργή και προδέρμ, παρηγοριά στον άρρωστο ή πολύ απλά για καφέ και κουβεντούλα.

Παραπέμπει σαφώς σε παλαιά αριστοκρατία και κυρίες που πίναν το τσάι με προτεταμένο το μικρό δαχτυλάκι. Ζαμπούνη, πόσο περήφανος πρέπει να είσαι!

Πάλι χώρισε η Πέπη, μας κάλεσε για τσάι και συμπάθεια μη χέσω! Πού θα πάμε, στο Μπάκινγχαμ;!;!

(από crystal_k, 29/11/11)drinking tea with pinky finger (από crystal_k, 29/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός προς παιδάκι των πρώτων τάξεων του Δημοτικού από συμμαθητές του, τουλάχιστον 2-3 δεκαετίες πίσω, όταν το παιδάκι αυτό διέθετε πεταχτά αυτιά, ή, επί το επιστημονικότερο, αφεστώτα ώτα.

Η ανατομική αυτή παραλλαγή του πτερυγίου του ωτός, συνήθως -αλλά όχι πάντα- αμφοτερόπλευρη, προκύπτει από δυσπλασία ή ατελή κύρτωση των ελίκων (μείζων-ελάσσων) της χόνδρινης μοίρας του ωτός και προσδίδει στο παιδάκι την εικόνα εξωγήινου, όπως ο Σποκ του Σταρ-Τρεκ. Δυστυχώς, η παιδική ηλικία έχει την τάση να εμφανίζει μικρή ανοχή στη διαφορετικότητα κι έτσι τα παιδάκια με αφεστώτα ώτα συγκεντρώνουν τα σκώμματα των υπόλοιπων παιδιών, πράγμα που μπορεί να επηρεάσει σε ένα βαθμό και τον ψυχισμό τους τουλάχιστο μέχρι να ενηλικιωθούν.

Σήμερα, η πάθηση διορθώνεται χάρη στο νυστέρι των πλαστικών χειρουργών και/ή των ωτο-ρινο-λαρυγγοφάγων που εσχάτως φτιάχνονται με το να αποκαλούν αυτάρεσκα εαυτούς «χειρουργούς κεφαλής-τραχήλου» (άρα των πτερυγίων περιλαμβανομένων).

Άλλοι παραπλήσιοι χαρακτηρισμοί είναι: ραντάρ και πρόσφατα GPS.

Δεν ανεβαίνει, ως φόρος τιμής προς όλα τα παιδιά που αποκαλέσαμε Σποκ όταν ήμασταν μικροί (και ανώριμοι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό leak (= διαρρέω). Το χρησιμοποιούν οι τζαμπατζήδες που κατεβάζουν από το ίντερνετ για να δηλώσουν ότι ένα άλμπουμ ή μια ταινία υπάρχει στο ίντερνετ ενώ δεν έφτασε η επίσημη ημερομηνία κυκλοφορίας. Συνήθως μιλάμε για πέντε έξι μέρες πιο νωρίς.

- Άκουσα το νέο άλμπουμ των Mars Volta!!!!
- Τώρα; Έχει λικάρει δω και μια εβδομάδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O κλασσικός μουνόδουλος που σέρνεται στα πόδια μιας κοπέλας -σαν καλό σκυλάκι που είναι- στην προσπάθειά του να του κάτσει (Μπούμπη φώναζαν οι «παλιοί» οποιοδήποτε μπάσταρδο σκύλο).

Κατεβαίνει το επίμαχο πρόσωπο τις σκάλες και κρατάει ένα μπαλάκι στο χέρι το οποίο ξεφεύγει από τον έλεγχο της και απομακρύνεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα με συνέπεια να δημιουργείται σύγχυση.Όμως ο Μπούμπι σαν από μηχανής θεός ξεχύνεται με στόχο να επανακτήσει το μπαλάκι και να το επιστρέψει στην ιδιοκτήτριά του, η οποία παρακολουθεί έντρομη την όλη φάση.
(Mπράβο αγόρι μου!!)

(από Khan, 02/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυχοδιώκτης, ο αεριτζής.

Λόγω της σπανιότητάς της και του αξιοπερίεργού της, η λέξη εμφανίζεται και με χίλιες δυο σημασίες, πάντα αρνητικές και σχετικές με τον τυχοδιωκτισμό. Πιτσικόμης μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμα και ο καπάτσος κομπιναδοράκος, ή ο μπιστικός κάποιου λαμογιάρη, ή ακόμα και ο πολύ δήθεν (εκεί πρόκειται περί παρανόησης μάλλον εξαιτίας της κατάληξης της λέξης που παραπέμπει στον Κόμη).

Εγώ την άκουσα με την έννοια του τζαμπατζή υπερμποέμ, αυτού δηλαδή που διαμένει μια εδώ μια εκεί, σε διάφορα σπίτια που δεν είναι δικά του αλλά φίλων και γνωστών, που κάνει πολλές «στάσεις» για μικρά χρονικά διαστήματα: ο περιπλανώμενος εκ πεποιθήσεως ή επειδή δεν έχει μία και τη βγάζει τζάμπα με τον τρόπο αυτόν.

Η λέξη έχει αγγλική προέλευση (beachcomber) και η αρχική της σημασία στα αγγλικά παραμένει «ο ρακοσυλλέκτης των ακτών», όπως μας εξηγεί πολύ ωραία η Λεξιλογία εδώ. Επίσης η [Βίκυ](http://www.slang.gr/definition/9827-biky) το αναφέρει επισήμως ως ελληνική μετάφραση της αγγλικής.

Στον γούγλη βγάζει πολλά χτυπήματα, όπως θα δείτε παρακάτω.

  1. Το πιτσικόμης το έχει εντοπίσει κανείς σας σε οποιοδήποτε λεξικό, έντυπο ή διαδικτυακό; Εγώ τουλάχιστον όχι. Το πιο αστείο μάλιστα είναι ότι την πληροφορία για την ελληνική λέξη τη βρήκα στο λήμμα “beachcombing” της αγγλικής Wikipedia.
    Ούτε στο slang.gr δεν έχει περάσει.
    (από σχόλιο σε ποστ του Sarant εδώ)

  2. Ο Κώστας Καίσαρης κόβει τη φάτσα του Βλάση Τσάκα και βγάζει συμπέρασμα: Με σκουλαρίκια στα αυτιά, τατουάζ, πέτσινο παντελόνι και γιλέκο, για αναβάτης harley davidson ανατολικά του Κεντάκι κατηφορίζοντας για Οκλαχόμα. Για έμπιστος ή έστω για πιτσικόμης του Λάτση της Σαουδικής Αραβίας, αδύνατον. εδώ

  3. ΜΟΝΟ αμα έχεις γνωριμίες ή πληρώσεις κάνα χιλιάρικο κάποιον πιτσικόμη πράκτωρα κάτι θα κάνεις
    εδώ

  4. Ο Κοτσακάς είναι πιτσικόμης, μπιστικός του Ακη που διώκεται γιατί τον έχουν βάλει οι πασοκόγυφτοι πρώην «σύντροφοί» του σε τροχιά Μένιου

  5. Μπαίνουμε ΦΙΡΟΜ, έλεγχος διαβατηρίων από βλοσυρούς υπάλληλους και πρώτη εικόνα ένα άθλιο καζίνο κι ένας ταξιτζής με τον αέρα του πιτσικόμη ! εδώ

  6. (κυριολεκτική σημασία): Πριν χρόνια συναντιότανε ένας μάστορας με έναν πιτσικομη πχ πάνω από ένα καμένο αγκυροβόλο. Ο πιτσικόμης έλεγε είναι άχρηστο, και ο μάστορας το έφτιαχνε, με τα μισά χρήματα του καινούριου. Σήμερα η επισκευή του στοιχίζει 2000€ και καινούριο 300€.
    εδώ

...και πολλά άλλα.

(από Jonas, 05/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «IMO» είναι ακρωνύμιο του «in my opinion» που σημαίνει «κατά τη γνώμη μου».

Με το IMHO λες «in my humble/honest/holly opinion» δηλαδή «κατά την ταπεινή μου γνώμη».

Τα συναντάμε και με ελληνικούς χαρακτήρες και με μικρά γράμματα.

  1. Τα μελομακάρονα είναι πιο νόστιμα απ' τους κουραμπιέδες ιμχο.

  2. IMO πρέπει να πας να του πεις τι νιώθεις.

(από Khan, 08/12/11)Imhotep (από Khan, 08/12/11)

βλ. και κττμγ / κουτουτουμουγού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified