Further tags

Ο καψούρης, ο ερωτευμένος, ο λιώμας, ο αγκαλίτσας. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός, εκ του αγγλικού loverman.

- Δες τον λαβερμάνο, πάλι γλείφεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η απίστευτη βρώμα από ιδρωμένα, ακούρευτα (απεριποίητα), άπλυτα αρχίδια και ιδρωμένο κώλο μετά από πολύωρη ταλαιπωρία (τρέξιμο, shopping, περπάτημα στη ζέστη, συνωστισμός κλπ...). Γίνεται ακόμη πιο ανυπόφορη για σένα και τους γύρω σου, όταν προσπαθήσεις να στεγνώσεις με το πιστολάκι (τον αέρα, στο ζεστό!).

- Γυρίσαμε απ' την αγορά Καλλιόπη μου πτώματα... Τι ήταν να βγάλει τα ρούχα του ο άχρηστος! Με πήρε η ουρδεσάνς και λιποθύμησα...

Βλέπε και ούρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι λίρες στερλίνες. Λέξη των Ελλήνων φοιτητών της Αγγλίας.

Υποκοριστικό, τα λιρόνια.

- Κωλυόμενα τα βλέπω όλα. Είχαμε κατεβεί Μπράιτον το Σάββατο, πήγαμε καζίνο κι έσπρωξα χίλια πεντακόσια λιριά. Δεν υπάρχει σάλιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κατάσταση αναμονής, αργά-αργά, χαλαρά.

- Δεν σε βλέπω και πολύ καλά...
- Είμαι λίγο στο ρελαντί, αλλά θα πάρω μπρος, πού θα πάει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουρό που το παίζει νέος. Μερικά χρόνια πριν στις ειδήσεις έγιναν πρώτο θέμα τα ρέιβ πάρτυ. Τότε υποτιθέμενη μητέρα παραπονιόταν στην τηλεόραση με γυρισμένη πλάτη και από κάτω οι σουπερατζούδες γράφανε: μάνα ρέιβερ. Σε λίγες μέρες άρχισε να κυκλοφορεί στην καθομιλουμένη ο χαρακτηρισμός πουρέιβερ.

Ο κύριος Γιώργος ο δικηγόρος είναι τελείως πουρέιβερ. Τον έχεις δει πώς βγαίνει τα βράδυα ντυμένος;

(από patsis, 07/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστικό στυλ τύπου τρέντυ.

Δες πώς πάνε στο σχολείο! Όλα τρεντυφατσουλάκια.

Δες και -φατσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή της λέξης κυριλέ - προέρχεται από το εκκλησιαστικό Κύριε ελέησον.

Η κατάληξη -έησον πιθανόν να υιοθετήθηκε και από την ομόηχη αγγλική κατάληξη -ation.

- Πολύ κυριλέησον είσαι ντυμένος σήμερα βρε αδερφάκι μου. Γιατί δεν μου το είπες και ήρθα με τα σκισμένα τζίν;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας με το υπερβολικά μεγάλο πέος.

Ο όρος προέρχεται από την γνωστή ασφαλιστική εταιρία INTERAMERICAN, με το ιστορικό πλέον σλόγκαν 'Μεγάλη και σίγουρη!', ο οποίος καθιερώθηκε μετά από την πρεμιέρα της ομώνυμης τσόντας 'INTERARAPICAN: Μεγάλη και σίγουρη', όπου πρωταγωνιστές ήταν μαύροι με αλογίσιες ψωλές.

Χρησιμοποιείται κυρίως για τύπους για τους οποίους έχει κυκλοφορήσει φήμη ότι την έχουν 2 μέτρα, ή για άτομα που κυκλοφορούν απίστευτες γκόμενες, που όμως είναι δυσανάλογες σε σχέση με τα εμφανή χαρακτηριστικά τους (π.χ. κοντοί, φαλακροί, χοντροί, κ.τ.λ.) οι οποίες όμως ΔΕΝ ξεκολλάνε από πάνω τους και συνήθως τους τρίβουνε το πόδι όπου και να βρίσκονται.

Επίσης, παίζει πολύ και η χρήση του όρου για interracial ζευγάρια (όπου ο άντρας είναι μαύρος). Ειδικά σε χώρες όπου η mixed λογική δεν είναι και πολύ αποδεκτή (βλ. Ελλάδα), όταν βλέπουμε ένα τέτοιο ζευγάρι, το πρώτο πράγμα που σκεφτόμαστε είναι στάνταρ αυτό.

- Ρε ψηλέ, τσίμπα με να δω αν είμαι ξύπνιος!!! Τι δουλειά έχει αυτή η μουνάρα με τον αράπακλα;;;
- Πού ζεις αγόριιιι μουυυυ;;; Δεν τον βλέπεις τον τύπο; 'ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ: Μεγάλη και σίγουρη'!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξύπνιος, ανοιχτομάτης, παμπόνηρος, μεγάλη αλεπού.

Προέρχεται από το Ιταλικό furbo - που σημαίνει ακριβώς το ίδιο πράγμα. Τη λέξη υιοθέτησαν οι Έλληνες φοιτητές και στην κυριολεξία της αλλά, κυρίως, ως απαξιωτικό χαρακτηρισμό για κάποιον που, ανεπιτυχώς, προσπαθεί να τα παίξει μάγκας και να εκμεταλλευθεί τους άλλους. Δηλαδή, για κάποιον που δεν είναι πονηρός αλλά κουτοπόνηρος.

  1. - Ο Μπερλουσκόνι, αγόρι μου, είναι μεγάλος φούρμπος. Όχι μόνο δεν τον κάτσανε στο σκαμνί αλλά να δεις που θα τις πάρει πάλι τις εκλογές.

  2. - Κάτσε ρε φούρμπο ... Πάσχα έφυγες, πήγες να ψήσεις στο χωριό ... της Παναγίας τό 'κανες πενθήμερο γιατί γιορτάζει η γυναίκα σου ... τώρα θες να φύγεις κι όλα τα Χριστούγεννα γιατί έχει προσφορά ο Μάνος για Μπάλι ... κι εμείς πότε θα πάρουμε άδεια, δηλαδή; Του Αγίου Πούτσου ανήμερα; Φούρμπο ... α, φούρμπο ... ντροπή ρε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γενναιοδωρία, από το λαρτζ = γενναιόδωρος.

Παράγγειλε κι απ' το 'να, πήρε και τ' άλλο, όλους μας χόρτασε. Τι λαρτζερία είναι αυτή;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified