Selected tags

Further tags

Προέρχεται από την σύνθλιψη των λέξεων μπάφος / μπαφάρα και αφάνα. Αναφέρεται στις δυσάρεστες στιγμές κατά τις οποίες είσαι ανέμπαφος και μες την απελπισία σου ψάχνεις στο πάτωμα τρίμματα, άσχετα αν καταλήγεις ένα γάρο με τρίχες του φρίσκυ, του ζαμπόν ή της Αλίκης, συνθέτοντας έτσι, αισίως, μία μπαφάνα.

Μαλάκα Μανώλη, δεν μου έχει μείνει τίποτα, εκτός αν διατίθεσαι να καπνίσεις πιτυρίδα, να έχει λίγα τρίμματα κάτω από το ψυγείο, φτάνει για ένα μονοφυλλάκι μπαφάνα...

(από allivegp, 14/04/11)Bafana Bafana λέγεται η εθνική ομάδα της Νότιας Αφρικής. Bafana στα Ζουλού σημαίνει αγόρια. (από poniroskylo, 17/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την λέξη «κολατσ(ι)ό» και στην αργκό των skateάδων δηλώνει φούντα, μαύρο, χορτί, βρομά, γλάρο, ρο, τσιγαρλίκι.

Καλά μάγκες, χθες ρούφηξα ένα τσιό με τον Κυριάκο, πάω να κάνω ένα 360 και έφαγα τα μούτρα μου. Πιάνο η οδοντοστοιχία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γιαννιώτικος ιδιωματισμός, αποτελεί εφαλτήριο για BMX.

Ώρε χρηστάρα, φέρε μπύρα, πάτα Γάρα, να γίνει πά'ι της καραπουτανάρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από παράφραση της λέξης Φέος και παραπέμπτει σε φενγκ σούι λόγω της χαλάρωσης που επιφέρει.

Νικολάκη, αυτό το Φενγκ που έφερες με έχει κάνει Βούδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάφος που έχει καβατζωθεί στα αρχίδια κάποιου προς αποφυγή δυσάρεστων αποκαλύψεων από τσέους, λήττες ή αστυνομικά ντόγκια.

Ως εκ τούτου διακρίνεται από μία γαργαλιστική υποψία αρχιδίλας.

- Μανώλο, κοίτα, για να' μαι ειλικρινής μου' χει μείνει ένα παπάδι, αλλά παίζει να ναι αρχιδόφεος πλέον. Σόρρυ μαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της σοκολάτας, ήτοι, το χασίς.

Επίσης γνωστό ως τσοκό, τσοκάδι, πλαστελίνη, κουράδι.

- Λοιπόν Κούλη φτιάξε βανατζί, Μήτσο κόλλα, όσο εγώ θα μακαρονιάζω την λάτα!

(από doodoon, 15/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή: Mπάφος με Ξίδια, συνδυασμός επιβλαβέστατος για την το κεφάλι και την αντίληψη εν γένει.

- Πάλι BMX ρε πούστη μου; Πουρές έχει γίνει ο εγκέφαλός μου. Πρώτα τα σκάγκια, μετά μαστίχα με γρεναδίνη... έχασα την μπάλα σου λέω!

(από doodoon, 15/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλβανικό χόρτο, γνωστό επίσης ως μπάμπανος, μπαμπάνι.

Διακρίνεται από την ελεεινή γεύση πέραν φωτεινών εξαιρέσεων, μηδενικό κλάσιμο, χαμηλή τιμή, αρρωστιάρικο διαρροιές χρώμα και πληθώρα σπορακιών που παραπέμπουν μάλλον σε συσκευασία από φακές.

- Καλά Βασιλούκο, φέραμε μια αρχι-μπαμπάνα...σκέτη ρίγανη μαν!

(από doodoon, 15/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζάκιας, ζέουλο, πρέζακλας, ή πιο απλά πρεζάκιας. Η χρήση των όρων αυτών ποικίλει ανά περιοχές, με την τελευταία να συναντάται σε περιοχές όπως Νεάπολη, Εξάρχεια, Μοναστηράκι.

- Φάε μια μπύρα ζέος στην γωνία εκεί! Αραχτός και cool!

(από doodoon, 15/04/11)(από doodoon, 15/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος μεταξύ 35-50 με φαλακρίτσα, λαδωμένο μαλλί που ασπρίζει, ψηλόλιγνος με υποψία καμπούρας πενταβρώμικα ρούχα.

Συναντάται σε περιοχές όπως δικαστήρια, μουσείο, Αχαρνών, καβατζωμένα παρκάκια και συνδέσμους οργανωμένων ανά την επικράτεια. Δεν μπλέκεται σε σκηνικά και dealιές, παρά επιβλέπει αθόρυβα. Αγαπημένες του συνήθειες η φέρμα, το άραγμα για πρωινό καφεδάκι στην Μενάνδρου και χοροπηδητό σε κάγκελα σταδίων.

- Χθες βραδάκι που βόλταρα Αθηνάς με τον Μιχαλιό, παίζει να είδα φευγαλέα τον πρύτανη!

(από doodoon, 15/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified