Selected tags

Further tags

Ψωλοντανιάστρα ή πουτσοντανιάστρα αποκαλούμε τη γυναίκα ή τρανς, που συνηθίζει να παίρνει όχι μόνο ένα και δύο ανδρικά εργαλεία συγχρόνως, αλλά και ... βάλε, δίκην ντανιάσματος, οπότε άκρως ξεχαρβαλωμένη. Συγγενεύει γλωσσικά με την ψωλοαποθήκη και την πουτσοπνίχτρα.

- Ρε φίλε, άστα, χαλβαδιάζω τη γυναίκα του Ριρή του πούστη ... κι έχω μείνει! Τί χαμηλοβλεπούσα η κουφάλα... Ευχαρίστως της πετούσα ένα κομμάτι μόριο!
- Χαμηλοβλεπούσα η γυναίκα του Ριρή; Ρε αυτή είναι ψωλοντανιάστρα κι εσύ μιλάς για ένα τεμάχιο; Ούτε που θα το καταλάβει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπονοεί απαξίωση, σε όποιον αναφέρεται, αφού του αποδίδει μόνο την δυνατότητα μαλακισμού, άντε και τινάγματος ψωλών και τίποτε παραπάνω. Παρόμοια έκφραση είναι «μαλακοπαίχτης ακρωτηριασμένων» (κουλών) και ο (η) «κλάστης /-τρια αρχιδιών».

Συγγενικά γλωσουργήματα είναι το «μωρή λουλού» και τσουτσουνοπαίχτης /-τισσα.

- Άμα κατέβω κάτω, θα σου πω εγώ ρε φλώρε!
- Κατέβα μωρή ψωλοτινάχτρα, να μας τα κλάσεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κρυόκωλη, η ξενέρωτη, η σπαστικιά, η ανοργασμικιά. Αυτή που φοβάται να χύσει γιατί νομίζει πως θα κατουρηθεί. Μετά, αναρωτιούνται γιατί το γατάκι τους έχει πιάσει αράχνες. Πού πας αγάπη μου; Αφού είσαι άσχετη! Αν το πιάνεις το καυλί λες και είναι σακούλα σκουπιδιών, πώς να μην ξενερώσει ο άλλος.

Μια σπαστικιά που δουλεύει μαζί μας στο μαγαζί, και έχει μονίμως ξινισμένη φάτσα, κλασική στραβογαμημένη.

Αυτο το μήδι ως δώρο.Εχει κακές λεξούλες το λημματάκι... (από perkins, 31/05/10)(από Khan, 31/05/10)

βλ. και κακογαμημένη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με διαφορά από την κανονική πίπα που γίνεται αμφάς, μετωπικά δηλαδή με το αντρικό μόριο, η κοτομπέικον συνεπάγεται από το τύλιγμα (πλαγίως) της γλώσσας γύρω από το αντρικό «ζαμπόν», παίρνοντας τη μορφή της γνωστής κοτομπουκιάς (γλώσσα=μπέικον).

Στη συγκεκριμένη φάση είθισται να μην βάζουμε οδοντογλυφίδα...

Έλα ρε μωρό μου, ξεκίνα με ένα κοτομπέικον γιατί μου μύρισε -και μετά θα κάνω ό,τι θες εσύ...

Πίπες γαριδομπέικο (από Vrastaman, 02/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στα γυναικεία στήθη.

Είχα πνιγεί στο βυζόκρεας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να φτάσει σε οδυνηρό αδιέξοδο με κίνδυνο να μην ολοκληρώσει καν την προσπάθεια που ξεκίνησε. Να την πατήσει, να τα βρει μπαστούνια αφού πρώτα φοβηθεί.

Χρησιμοποιείται αποκλειστικά για άτομα που έχουν υπερεκτιμήσει τις δυνατότητές τους ή έχουν άγνοια των δυσκολιών που πρόκειται να αντιμετωπίσουν.

'Ασ' τον τον μαλάκα να δει και αυτός του κώλου του την τρύπα, που το παίζει μάγκας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η οδός Π. Τσαλδάρη ή Που. Τσαλδάρη. Προφέρεται έτσι για πλάκα και ειδικά αν η ερώτηση προέρχεται από γιαγιούμπα που θέλουμε να την σοκάρουμε με την απάντησή μας.

Τι μαλάκες που υπήρξαμε θεέ μου!

- Ορέ καλόπαιδο μήπως ξέρεις που είναι το ΙΚΑ;
- Στην Πούτσα Λδάρη θείτσα, στην Πούτσα Λδάρη (το λέμε δύο φορές μήπως και δεν το κατάλαβε).

Που Τσαλδάρης. (από perkins, 04/06/10)ο εγγονός του Πούτσα, ο Κούτσα Λδάρης.Τα ιδια σκατα... (από perkins, 04/06/10)(από Vrastaman, 05/06/10)Π.Τσαλδαρη (από perkins, 06/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση εμψυχωτικής φύσεως, συνήθως χρησιμοποιείται για να δηλώσει και την υπερβολή. Είναι συνώνυμη του και τα αρχίδια μέσα.

  1. - Τι έγινε με τη γκόμενα ρε μαλάκα χθες; Την πήρες;
    - Ναι ρε, χαλαρά! Και τα καρούλια μέσα!

  2. (σε αγώνα ποδοσφαίρου)
    - Έτσι αγόρι μου... έτσι...! Και τα καρούλια μέσα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πάρτυ στο οποίο είναι έντονη, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, η παρουσία του γυναικείου φύλου.

-Τι έλεγε χθες το πάρτυ της Μαρίας;
-Άστα να πάνε... Φουλ μουν πάρτυ! Όπου και να κοίταζες, βυζί και κώλος...

φουλ μουν (από GATZMAN, 06/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη εκδοχή της εκφράσεως διαφοροποιείται από το έλα κούτσα κούτσα και πιάσε μου την πούτσα καθώς παραπέμπει στην Σισύφεια ματαιότητα.

Η ειδοποιός διαφορά είναι το «κλάσε» (χωρίς σεξουαλικά υπονοούμενα) από το «πιάσε» (που παραπέμπει σε φραπέδες κιέτσ'). Αναλύοντας τα επί μέρους:

  • Έλα: αποτελεί πρόκληση σε αγώνα ή αναμέτρηση.
  • …κούτσα - κούτσα: για να αντιπαρατεθεί, ο αποδέκτης της πρόκλησης θα ταλαιπωρηθεί είτε από αντικειμενικές δυσκολίες ή από δικά του μειονεκτήματα.
  • …και κλάσε μας τη μπούτσα: Ο εκστομίσας την φράση δεν έχει λόγο ανησυχίας λόγω των γνωστών περιορισμών του προκληθέντος. Το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο.

Ταυτόσημη σημασία έχουν οι φράσεις: θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια, κλάσε μας τα αρχίδια, στ' αρχίδια μου σε γράφω και κάνω τον ζωγράφο, κουτουλού.

Εν κατακαυλείδι, άπαξ και ο προκληθείς τελικά καταφέρει να περάσει τον λάκκο με τα κωλοδάχτυλα, θα βρεθεί εκεί απ' όπου ξεκίνησε, στην ανυποληψία, την ταλαιπωρία και τον εξευτελισμό.

.#
@gatti201 ΕΛΑ ΚΟΥΤΣΑ ΚΟΥΤΣΑ ΚΑΙ ΚΛΑΣΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΠΟΥΤΣΑ. ΚΟΙΤΑ ΠΟΙΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΝΙCΚΝΑΜΕ;!!! AKOY GATTI... HAHAHAHAH!!! (σχόλια από το συσιφόνι)

(από perkins, 07/06/10)κουτσα κούτσα αλλά με όπλο (από perkins, 07/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified