Selected tags

Further tags

Προσβλητικό , επίθετο για Αμφισεξουαλικό άτομο , δηλαδή για αυτόν που νιώθει έλξη και για τους άντρες καθώς και για της γυναίκες . Βγαίνει από αυτό που φωνάζουν οι πλανόδιοι πωλητές όταν βγαίνουν στους δρόμους για να πουλήσουν την πραμάτια , αν αυτή πρόκειται για καρπούζια

Όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω

Επειδή λοιπόν και κάποιος ο οποίος είναι αμφισεξουαλικός , ΄΄ όλα τα σφάζει , όλα τα μαχαιρώνει ΄΄ για αυτόν τον λόγο και βγήκε αυτό το προσβλητικό , επώνυμο

Got a better definition? Add it!

Published

- Ρε τον Πανάγο, πάλι μπήκε ο μπαγάσας! - Ισχύει έχει στραβώσει το πέος του.

Ο ιδιαίτερα, σε βαθμό παρεξηγήσεως, σεξουαλικά ενεργός νέος, συνήθως στην τρίτη δεκαετία της ζωής του, που επιδίδεται ευχερώς στην τέχνη της αποπλάνησης κάθε ηλικίας θήλεων. Το αμάξι του αποτελεί το κέντρο της δραστηριότητας του, όπου και πραγματοποιεί συνήθως ερωτικά προκαταρτικά(πεολειχία κτλ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το καλλιτεχνικό όνομα του Δημήτρη Μεντζέλου λίγα χρόνια πριν δημιουργηθούν τα Ημίζ (Ημισκούμπρια). Με αυτό το όνομα κυκλοφόρησε την περιβόητη Μεντζελοκασέτα το 1992, πετυχαίνοντας κάτι το μοναδικό για τα δεδομένα της εποχής: Να κυκλοφορήσει τη δουλειά του σε όλη την Ελλάδα (κυρίως Γυμνάσια, Λύκεια και στρατόπεδα), με αντιγραφές κασετών από χέρι σε χέρι, χωρίς τη συμμετοχή δισκογραφικής εταιρείας.

Πολύ καλά τα Ημίζ, αλλά ο Βρωμύλος ήταν σε άλλο επίπεδο!

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν πολλές γκόμενες κάνουν μπάνιο όλες μαζί σε πισίνα, σε τζακούζι ή σε κάποιο σημείο της θάλασσας.

Θα βουτήξω στη μουνόσουπα

λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published

Περιφρονητικός χαρακτηρισμός χρησιμοποιούμενος κυρίως στην ελληνική επαρχία. Η ρίζες της προέρχονται από την εποχή της Τουρκοκρατίας όταν ο "παλουκισμός" ήταν πολύ διαδεδομένος τρόπος βασανιστηρίου των παραβατών. Σήμερα διατηρείται για να χαρακτηρισει νεαρές και ευπαρουσίαστες κυρίως κοπέλες με ελεύθερα ήθη που αναζητούν τις χαρές του άνευ δεσμεύσεων έρωτα με πάσης λογής σύντροφο. Δεν είναι σπάνιο να διατηρούν παράλληλους δεσμούς ή να επιδίδονται σε διονυσιακά όργια. Πολλές φορές παρουσιάζουν σοβαρό προσωπείο άμεμπτης και πιστής γυναικός που γίνεται πιστεπτό από ανυποψίστους ερωτοχτυπένους άντρες. Συνώνυμα η "τσούλα" , η "εξόλης και πρόολης".

Παράδειγμα εδώ

- Πατέρα ερωτεύτηκα ! - Μπράβο γίε μου! Ποιά αν επιτρέπεται? - Την Χ ! Αλλά δεν την ξες... - Πως δεν την ξέρω! Όλο το χωριό την "ξέρει"! Αυτή γιε μου είναι του σκοινιού και του παλουκιού !!! Που έμπλεξες!!!

Got a better definition? Add it!

Published

Στη φανταρίστικη αργκό, κάποιας εποχής τουλάχιστον, το ειδικό εργαλείο γραφείου για το τρύπημα των εγγράφων προκειμένου στη συνέχεια να αρχειοθετηθούν.

-Πιάσε ρε σύ τον κωλομπαρά να ταχτοποιήσω λίγο αυτά τα χαρτιά, γιατί σε λίγο θα βγούνε φίδια εδώ μέσα!

λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published

Το αποτριχωμένο - ξυρισμένο αιδοίο, το αιδοίο δηλαδή που δεν έχει τρίχες. Έτσι λέγεται επίσης και η αποτρίχωση του αιδοίου δηλαδή το "full brazilian".

Της κατεβάζω το στριγκάκι και βλέπω το υπέροχο μαδομούνι της.

. -Που είναι η Ελένη;

-Πήγε στην αισθητικό για μαδομούνι.

Got a better definition? Add it!

Published

Παράδειγμα εδώ - Πω πω ρε μάγγα τι σκυλαίουρος ήταν αυτός? Να πιω τα ζουμιά της και ας πάθω ζάχαρο - Πούτσα και ξύλο ρε μάγγα, πούτσα και ξύλο.

Σώμα αιλουρίσιο, πρόσωπο σκυλί.

Φονικός συνδυασμός για πολύ ματομούνι.

Got a better definition? Add it!

Published

Τελικά γούσταρε το γκομενάκι και μάλιστα νομίζω ότι άρεσα και στην φίλη της οπότε ό,τι και να γίνει έχω και καβλάτζα.

Καβάτζα σε γκόμενα. Ρήμα: Καβαλατζώθηκα

Got a better definition? Add it!

Published

Μην μπερδεύεστε. Το λήμμα δεν αποτελεί ούτε προσταγή, ούτε προτροπή. Είναι επιθετικός προσδιορισμός που χαρακτηρίζει περιφραστικά μια γυναίκα θελκτική, παθιάρα, με ωραίες αναλογίες και καμπύλες, με σαγηνευτικό ντύσιμο και βλέμμα, έναν κόμματο, μια μουνάρα, μια θεογκόμενα και πάει λέγοντας.

Ο αφηγητής στην αντροπαρέα: -Κι εκεί που καθόμαστε στο καφέ, σκάει η Σούλα μαζί με την ξαδέλφη της απ το χωριό, που ήρθε να την δει στην Αθήνα. Μια γκόμενα, μα τι γκόμενα ?! :"μαζευτείτε να την παίξουμε".

Got a better definition? Add it!

Published