Selected tags

Further tags

Ο τόπος (χώρα, πόλη, τοποθεσία, μαγαζί ή γαμαζί) που έχει πολλές και όμορφες γυναίκες, όντας ένας λειμών, ένας παράδεισος για άνδρες που θέλουν να νοτίσουν τη χλόη με το σπέρμα τους. Αντώνυμο: αρχιδόκαμπος.

  1. Λόγω της ουκρανικής επικαιρότητας, αναρωτιέμαι αν είναι δυνατόν να διαμορφωθούν νέα μουνολίβαδα και σεξοπροορισμοί. Είναι τα βαλκάνια μία εναλλακτική και ποια μέρη; Ποιοι παράγοντες διαμορφώνουν ένα μουνολίβαδο/σεξοπροορισμό; Ποιοι είναι οι καλύτεροι influencers? Πώς θα το μάθουν οι γκόμενες, ώστε εκτός από τις ντόπιες να έρχονται κι από άλλα μέρη; Τι λέτε για Δαλματία; - Τουρκικα παραλια και Κυπρος σιγουρα θα γινει πανζουρλισμος απο Ρωσιδες φετος το καλοκαιρι. (Ομώνυμο θρεντ στο Μπου).
  2. Καθόσον τι να τα κάνεις τα λεφτά άμα δεν έχεις φράγκο; Ενώ ένας κήπος με γυναικεία κορμιά, είναι πιο προσιτό όνειρο. Αυτός θα είναι ο παράδεισός μας. Ενα μουνολίβαδο. Το εισιτήριο για τον παράδεισο είναι τα τεράστια βυζιά της. Στο οποίο μουνολίβαδο μπαίνεις μέσα και τι βλέπεις; Γυμνά κορμιά, μπούτια, κώλους, μουνιά και βυζάρες. Πέφτεις πάνω σε δυο τεράστια βυζιά, σε δυο βαριά βυζιά με πολύ μεγάλες ρώγες, στα βυζιά της Anya Zenkova. (Από το Bodies).
  3. Εχω πει πως οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ είναι μουνολίβαδα. Και στην άλλη μεριά του Ατλαντικού όμως, βρίσκεις american star. (Bodies).
  4. Oι παλαιοί ονομάζουν με σοφία 'μουνολίβαδο'. Αφού έκανα τις πρώτες μου επαφές στη σχολή, δεν χόρταινα να αφηγούμαι το παραμύθι του Μεγάλου Μου Έρωτα. (Γιώργης Φιλίππου, Άγιος Ψεύτης ο Κυψελιώτης).

Got a better definition? Add it!

Published

Σλανγκισμός του Αστερομάτα, άσματος της Κλαυδίας Παπαδοπούλου, που μας εκπροσώπησε στη Eurovision το 2025, εννοείται γυναίκα με αιδοίο που εκτυφλώνει με τη λάμψη του.

Αστερομουνα μου γυμνη Γειρε να σε γαμησω Στα αγια μου τα σπερματα Tα χειλη σου να πνιξω. (Δημοτικό δύστυχο στο Χ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο μουνόδουλος που λαχταρά πολύ το γυναικείο αιδοίο.

Λίγο με το μαλακό, δεν πρέπει να δείχνεις πολύ λαχταρομούνης.

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για υπαρκτό διαδεδομένο ελληνικό επώνυμο, το οποίο, όμως, ανανοηματοδοτείται και χρησιμοποιείται για να μεταφέρει στα ελληνικά κάπως πιο φυσικά τον αγγλικό όρο mangina, εκ του man= άνδρας και vagina= μήτρα, ο οποίος σημαίνει σκωπτικά και αποδοκιμαστικά τον άνδρα που θεωρείται ως εκθηλυσμένος, ως έχων φεμινιστικές ανησυχίες λόγω εκθηλυσμού και ως μάταια κολακεύων τις θηλυκότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με το να παρουσιάζεται ως μη τοξική αρρενωπότητα, αλλά ως σύμμαχος (το θηλυκό αντίστοιχο στην τελευταία περίπτωση που παρουσιάζεται ως σύμμαχος των ανδρών ενάντια στις γυναίκες λέγεται pick me). Κάπως πιο κυριολεκτικά είναι ο άντρας που κρύβει το πέος του ανάμεσα στα μπούτια του, ώστε να φαίνεται σαν να έχει αιδοίο.

Διαμαρτυρήθηκε ότι της έκανε κάποιος καμάκι στο νησί με παρενοχλητικό τρόπο και έχουν βγει όλοι οι μαγγίνες να τη γλείφουν.

Got a better definition? Add it!

Published

Από τη λέξη της Ρομανί mindž, που σημαίνει το αιδοίο, είναι έκφραση των καλιαρντών για τη γυναίκα, ενώ στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε και για τη λεσβία που έχει στερεοτυπικά θηλυκά χαρακτηριστικά, που είναι φαμ ή γυναικάκι. Ο αντίθετος αρρενωπός ρόλος λέγεται τζίβα ή μπουτς ή νταλίκα.

Δεν είναι "ομόφυλο" ζευγάρι, είναι τζίβα και μούντζα. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 46).

Got a better definition? Add it!

Published

Η λεσβία με στερεοτυπικά αρρενωπά χαρακτηριστικά. Από το αγγλικό dyke που ετυμολογείται πιθανόν από το bull-dyke και μαρτυρείται από το 1921.

Ούτε τις ντάικ είχα, δηλαδή έπρεπε να έχω νταραβεριστεί; Φασωθεί, αν έχω φασωθεί με ντάικς, ε με κάνα δυο. Αποτυχημένα. Είναι σαν να είμαι εγώ. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 65).

Got a better definition? Add it!

Published

Από τη λέξη της Ρομανί mindž, που σημαίνει το αιδοίο, είναι έκφραση των καλιαρντών για τη γυναίκα, ενώ στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε και για τη λεσβία που έχει στερεοτυπικά θηλυκά χαρακτηριστικά, που είναι φαμ ή γυναικάκι. Ο αντίθετος αρρενωπός ρόλος λέγεται τζίβα ή μπουτς ή νταλίκα.

Δεν είναι "ομόφυλο" ζευγάρι, είναι τζίβα και μούντζα. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 46).

Got a better definition? Add it!

Published

Το ορθογώνιο κομμάτι από το τριχωτό του εφηβαίου που αφήνουν ορισμένες γυναίκες, ενώ έχουν αποτριχώσει το υπόλοιπο άκα διάδρομος προσγείωσης.

Δεν είχε κάνει πλήρη αποτρίχωση, διατηρούσε ένα τριμαρισμένο μουστάκι του Χίτλερ.

Got a better definition? Add it!

Published

Το ορθογώνιο κομμάτι από το τριχωτό του εφηβαίου που αφήνουν ορισμένες γυναίκες, αφού έχουν αποτριχώσει το υπόλοιπο άκα μουστάκι του Αδόλφου.

Δεν ήταν φουλ αποτριχωμένη, αλλά είχε έναν περιποιημένο διάδρομο προσγείωσης πάνω από το μουνί της.

Got a better definition? Add it!

Published

Το προεξέχον και κρεμάμενο δέρμα συνήθως προερχόμενο χείλη του αιδοίου, ομοιάζοντας με τις άκρες του κασεριού που προεξέχει του τοστ. Χρησιμοποιείται μόνο σε πληθυντικό αριθμό. λεζάντα εικόνας

-Έβαλα το Ντινάκι χθες. -Έλα ρε, σφιχτό μουνι: -Τι σφιχτό μωρέ, μες στα κασέρια ήταν το παρτάλι

Got a better definition? Add it!

Published