Further tags

Το αιδοίο.

Ο Μήτσος είπε στον άλλον «της μάνας σου το πρικιδώνι». Φαγώθηκε ο άλλος να μάθει τι σημαίνει πρικιδώνι. Σιγά μην το έμαθε!

από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τρίχες πάνω από τα γεννητικά όργανα της γυναίκας, το τρίχωμα του αιδοίου.

Ο αέρας σήκωσε την φούστα της και επειδή δεν φόραγε βρακί φάνηκε για λίγο ο μπούφος της.

Got a better definition? Add it!

Published

Ρατσιστικό και σεξιστικό 2 σε 1, πρόκειται για μια -μούνα με σαφή εθνική καταγωγή, που προέρχεται δηλαδή από τη Ρουμανία.

Θα περιοριστώ προς το παρόν σε ένα παράδειγμα (σεξιστικό) από τον χώρο της οικονομίας:

Στην κόψη του ξυραφιού η Κύπρος. Η λαίμαργη Ρουμούνα θέλει διαρκώς νέα κόλπα! Δεν είμαστε σε αχτίνα συμφωνίας με την τρόικα, δήλωσε πριν από λίγο στο ΚΥΠΕ ανώτερο στέλεχος της κυπριακής πλευράς, το οποίο θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του. Ο ίδιος αξιωματούχος, απέδωσε την υπάρχουσα κατάσταση αποκλειστικά στην άκαμπτη στάση της εκπροσώπου του ΔΝΤ, η οποία όπως μας λέχθηκε χαρακτηριστικά, «κάθε μισή ώρα προβάλλει και νέες απαιτήσεις». (Από εδώ, τα λίνκια δικά μας).

Ντέλια Βελκουλέσκου, η Ρουμούνα που στραπονιάζει ολόκληρες χώρες με ΔοΝηΤή

Νταξ, το λολοπαίγνιο είναι μπανεύκολο, αλλά μην ξεχνάμε και τις συμπαθείς Αρωμούνες, που έχουν οδηγήσει στην εύλογη απορία γιατί είναι προσβολή το να πουν ότι είσαι βλαχάρα, αν αυτό που κατά βάθος εννοούν είναι ότι είσαι αρωμουνάρα; Μην ξεχνάμε επίσης ότι η Ρουμανία σε πολλές σλαβικές γλώσσες λέγεται Ρουμούνια.

Εν πάση περιπτώσει, το Ρουμούνα οδηγεί σε διάφορους αντίστοιχους σχηματισμούς, αναλόγως του τι ακριβώς -μούνα είναι η εκάστοτε Ρουμούνα. Λ.χ.

  1. - πως λενε την ρουμουνα φιλη σου?
    - Αα την ρουσλανα λεει.. Ρουμουναα ναι (Ινσέψιο: μιλάει για Ρουμούνα η Βλαχάκη).
  2. Ρουμουνάρα για πάντα ρε! (Από σχόλιο εδώ).
  3. Δεν πήγαινες για ύπνο ρουμουνακι; (Από το websta.me).
  4. Η Μάγια είναι μια νεαρή πανέμορφη Ρουμουνίτσα, κοντούλα, με πολύ ωραία μικρά πατουσάκια. Έσκασε ξυπόλυτη στο σαλόνι και με καύλωσε τρελά μόλις την είδα. (Από σάιτ για ενήλικες).

Όπλο το Dacia φίλοι τουκανιστές!

Μεταξύ ανατολικομπλοκελάγνων, οι Ρουμούνες/ Ρουμούνια είναι το αντίπαλον πέος από τα Ρωσίδια, έτσι ώστε να υπάρχουν εντέλει δύο μεγάλες κατηγορίες παρόμοιων -λάγνων, οι σλαβόφιλοι/ ρωσόκαυλοι και οι Ρουμουνόφιλοι (ως γνωστόν (;) οι Ρουμούνες δεν είναι Σλάβες). Ονείρωξη των τελευταίων είναι να πάρουν το Λίλιαν εξπρές για να βρουν την τύχη τους:

Lilian Express. Από τον άγιο Παντελεήμονα στο Βουκουρέστι Λίλιαν: Ελλάς- Ρουμανία συμμαχία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το θεόμουνο, ο μουνάγγελος, ο καυλάγγελος. Άλλη μια λατρευτική σλανγκιά του σλανγιωτάτου ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου.

Βλ. επίσης: -μούνα.

«Ωωωωωχ!... Άααααχ!...» έκαμνε συνεχώς και ο θαυμαστής της, τρίβων αδιακόπως την ψωλήν του επί του σφύζοντος προ αυτού ανοικτού μουνέττου, λέγων μεταξύ των στοναχών του γλυκασμού που εδοκίμαζε: «Μουνίτσα μου!... Μικρή μου Μίς:... Αγγελομούνα μου!... Φλώσσυ!... Φλώσσυ!... Μουνάγγελε!... Ψωλέττα μου! Ψωλήνα!...»
(Μέγας Ανατολικός, Κεφ. 13 σ. 38)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει γεννάω στα καλιαρντά. Εκ του μουτζό που σημαίνει το αιδοίο και προέρχεται από τα ρομανί (mindž). Η γέννηση, λοιπόν, περιγράφεται ως μια αφόδευση του μουνιού. Σημειωτέον ότι εδώ έχουμε το αντίστροφο από ό,τι στο κωλοπαίδι κ.τ.ό. Στο τελευταίο ο κώλος γεννάει (αναλαμβάνοντας μια ιδιότητα του μουνιού) το κωλοπαίδι, ενώ στην πρώτη περίπτωση το μουνί χέζει (αναλαμβάνοντας μια ιδιότητα του κώλου) το μουτζόχεσμα.

Εαν δε κάποιος ξεστομίσει τη λέξη «μουτζοχέζω» που σημαίνει ...«γεννάω» , βλέπω τη Γενική Γραμματέα Ισότητας των Φύλων, Μαρία Στρατηγάκη να παθαίνει την ίδια σύγχυση που της προκάλεσε η περίφημη διαφήμιση με τις μπάμιες και να ζητάει την άμεση παρεμβαση των κρατικών αρχών! (Προσοχή! Τα καλιαρντά διεγείρουν εχθροπάθεια!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψωλογλειφίδα η οποία κατά την διάρκεια του μινέτου μετουσιώνεται από κοινή μούνα, κυριολεκτικά, σε στόμα και μουνί ένα πράμα.

Άλλη μια λατρευτική σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου

...Τι γλύκα!... Τι γλύκα!... Φλώσσυ μου είναι Πα... ΠΑράδεισος αυτό που κάνεις!... είσαι, λοιπόν, και πούτα... πουτίτσα... Άγγελος μαζύ και πούτα!... Αγγελοπούτα!... Στοματομούνα!..... Ψωλογλείφα!.... Ώωωωωχ!.... Ώωωωωχ!.... Μουμούνα μου!.... Άααααχ!... Ωωωωωχ!...
(Ἀνδρέας Ἐμπειρῖκος «Ὁ Μέγας Ἀνατολικός», Τόμος Β', σελ. 25)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που χύνει τρελά ή αυτή που προκαλεί μεγάλης ποσότητας και έκτασης εκσπερμάτωση στον άνδρα. Κατά μια παραπλήσια έννοια αυτή που είναι τόσο καυλιάρα ώστε να προκαλεί την ανδρική επιθυμία για εκσπερμάτωση στο μουνί της.

  1. Πο πο, τι χυσομούνα η Καλλιόπη φίλε μου. Με στέγνωσε...

  2. - Τι γκομενάκι είναι αυτό ρε Βλάση;
    - Χμ, την είδες τι χυσομούνα είναι η ψώλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολυγαμημένος και ταλαιπωρημένος γυναικείος κόλπος, ο οποίος από τα πολλά πουτσίδια έχει ανοίξει και έχει χαλαρώσει σαν ξεφούσκωτη σαμπρέλα. Ο όρος χρησιμοποιείται και απαξιωτικά για τη γυναίκα που αλλάζει συχνά εραστές.

  1. Τι να γαμήσω ρε Γιώργο από τη γυναίκα μου πλέον; Σα σαμπρέλα είναι το μουνί της!

  2. Μ' αυτή τη σαμπρέλα πήγες και παντρεύτηκες; Νά μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μουνάρα στα ποδανά. Δεν περιγράφω άλλο.

Άρθρο: Μισό αιώνα ζωής κλείνει σήμερα η Μόνικα Μπελούτσι. Το απόλυτο θηλυκό, η υπέροχη Ιταλίδα...
Σχόλιο αναγνώστη: το λάκαμα: «υπέροχη...» Τι «υπέροχη» ρε κακομοίρη; ΝΑΡΑΜΟΥΝ ΑΤΕΛΕΙΩΤΗ
(εδώ)

Χρόνια πολλά, Μόνικα. (από σφυρίζων, 01/10/14)H Ναραμουν-τίν και το σερνικό μπίμπο. (από σφυρίζων, 01/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα η οποία δε στροφάρει και πολύ, ειδικά στο σεξουαλικόν. Την κοζάρεις και νομίζει ότι της έφυγε η μάσκαρα, της την πέφτεις δια το πονηρόν και νομίζει ότι πας να της πουλήσεις τάπερ.

-Ρε Δημήτρη, ο Χρήστος μου είπε πριν αν θέλω να πάμε μαζί τουαλέτα. Τι να κάνουμε και οι δύο εκεί μέσα;
-Τι να θέλει να κάνετε ρε Γιώτα, να χέσετε; Πωωω είσαι εντελώς αγαθομούνα κορίτσι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified