Ιατρικά και μη παραφερνάλια που αφορούν στο μουνί, τα λεγόμενα και μουνικά.

Δεν βρήκα σχετική παραπόμπα στο γούγλε γούγλε, αλλά καταγράφω από μνήμης σχετικό ποιηματάκι μου λέγαμε στο δημοτικό τότε που η Ακρόπολη ήταν στα μπετά:

Γιατρέ που γιατρεύεις τα κορίτσια

Πάρε τα σύνεργα, τα μούνεργα

και πιάσε μου την πούτσα

και χώς' τηνα στο κώλο σου

να κάνει πλάτσα-πλούτσα..

Λολοπαίγνιο εκ των μουνί και σύνεργα.

Ιατρικά μούνεργα Παραϊατρικό μούνεργο άκα συμπλήρωμα διαστροφής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαιοπρεπής νεολογισμός ή ζουραρισμός (κατά το κλαυσαυχενίζομαι) που σημαίνει :

κλαψομουνιάζω [δες σχετικό λήμμα].

Φυσικά συνοδεύεται από τα σχετικά παράγωγα όπως:

- κλαυσαιδοιασμός (κλαψομούνιασμα) - κλαυσαιδοιακός (κλαψομούνικος) - κλαυσαιδοιαζόμενος (κλαψομούνης) κλπ.

Συνώνυμα (κατ' αντιστοιχίαν):

- αιδοιοθρηνώ - αιδοιοθρήνος - αιδοιοθρηνητικός - αιδοιοθρηνών

Αντώνυμα (κατ' αντιστοιχίαν):

- πεογράφω (γράφω στο πούτσο μου) ή ορχεοθετώ (στ'αρχίδια μου) - πεογραφία ή ορχεοθέτησις - πεογραφικός ή ορχεοθετικός - πεογράφος ή ορχεοθέτης

-Τον παράτησε η γκόμενα και έχει πέσει στα πατώματα. Όλη μέρα Αντώνη Βαρδή, αφοί Κατσιμίχα και λοιπαί κλαυσαιδοιακαί (αιδοιοθρηνητικαί) δυνάμεις.

-Τι κι αν τον παράτησε, αυτός πεογραφία!

-Την ορχεοθέτησε κανονικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρόπος διακίνησης ναρκωτικών (κυρίως ζαπρέ ή χαπιώνε), συνήθως σε φυλακές.

Το πράμα τοποθετείται σε καλά λιπασμένη καπότα, προσεκτικά δεμένη στην άκρη με σπάγκο. Το υπόθετο χώνεται στην σούφρα ή / και στην μουνότρυπα του βαπορακίου, ενώ ο σπάγκος κρέμεται απ έξω για εύκολη αφαίρεση. Αμα τη αφίξει στον προορισμό, το υπόθετο καθαρίζεται από μεζέδες και η άσπρη προωθείται στους αδημονούντες ζέους.

1. Ταξίδευε από τον Πειραιά στη Σύρο έχοντας μέσα της ένα… υπόθετο γεμάτο «σκληρά» ναρκωτικά, μια νεαρή γυναίκα που εντοπίστηκε από άνδρες της Ασφαλείας Ερμούπολης κατά την άφιξη της στο νησί με το πλοίο της γραμμής!

2. Ταξίδεψαν μαζί στην Αθήνα για να αγοράσουν ναρκωτικά οι δύο φίλοι από τον Βόλο. Για να μην τους εντοπίσουν οι αστυνομικοί, ο μεγαλύτερος τα έκρυψε σε ευαίσθητο σημείο του σώματός του ως… υπόθετο και ανέθεσε την οδήγηση στον ανήλικο φίλο του!

3. Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής έρευνας, προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν διαχωρίσει την ποσότητα ηρωίνης και την είχαν μετατρέψει σε οκτώ υπόθετα.

Βλ. επίσης: Το λεξικό της ντάγκλας, Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου (Εκδόσεις Opera 1995), σελ.91.

Υπόθετο με μεζέ (από σφυρίζων, 22/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται έτσι συχνά ο μεγάλος δονητής, ο γαμπρός.

  1. περιεργασου πρωτα την περιοχη και μετα χρησιμοποιησε το δονηταρι....παιξε συγχρονος ενω μπαινοβγαζεις το ντιλντο και δες αν εχεις οργασμο.... θα ελεγα να συνεχισεις αυτη την συνηθεια ακομα και εαν βρεις κανονικη τσαπου....καλους οργασμους..
    στο ερωτημα αν εισαι παρθενα η οχι καλυτερα να πας στο ερωτοδικιο.... (Εδώ).

  2. Η ΜΙΑ ΣΦΑΛΙΑΡΑ ΠΙΣΩ ΑΠ ΤΗΝ ΑΛΛΗ,ΕΧΕΙ ΠΑΡΕΙ ΕΝΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΜΕΧΡΙ Κ ΤΟ ΑΕΚΑΚΙ Κ ΕΣΕΙΣ ΕΝΑ ΔΟΝΗΤΑΡΙ... (Εδώ).

Για όλη την οικογένεια (γαμιόμαστε). (από Khan, 10/01/12)Θου Κύριε... (από σφυρίζων, 11/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πηκτά κομμάτια αίμα που «πέφτουν» από το αιδοίο κατά τις ημέρες της περιόδου.

Είναι μικρού μεγέθους και συνήθως επιπλέουν στη λεκάνη ή βολτάρουν στη μπανιέρα (ανάλογα το που βολεύεται κάποια να πλένεται). Το χρώμα τους κυμαίνονται ανάμεσα στα traffic red, rose, strawberry και coral red. Στην Κρήτη, συναντώνται και «μπριτζόλες», κατά την τοπική διάλεκτο.

- Όταν κατούρησα μου έπεσε μια μπριζόλα σκέτο σίχαμα.

Μπριζόλα συνομοταξίας "σταβλίσια" (από Vrastaman, 22/08/11)

Βλ. συμπληρωματικά και καφέ, ροζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το τριχωτό του αιδοίου. Αρχαιοκαυλιστί:λόχμη.

  2. Το αιδοίο που δεν είναι ξυρισμένο, αλλά διατηρεί το τριχωτό του. Αρέσει σε ρετροσέξουαλ τύπους. Πιθανόν αγγλιά από το bush/ full bush.

  3. Επίσης, η μεταφορά στα ελληνικά του ονόματος των George Bush πρεσβυτέρου και νεωτέρου.

1.Τα φιλιά μου πίσω από τ’αυτιά και στο λαιμό της την έκαναν να ριγάει καυλιάρικα και να μου παραδίδεται ενώ το ένα μου χέρι χαίδευε μιά ρώγα από το στήθος της και το άλλο ψαχούλευε μέσα στο θάμνο του μουνιού της ν’αποκαλύψει τις λεπτομέρειες ενός καλοσχηματισμένου μουνιού όπου ξεχώριζαν τα μικρά μουνόχειλα που σκέπαζαν μια τεντωμένη κλειτορίδα. (Εδώ).

2α.Μουνάκι: Ξυρισμένο ή θάμνος; Πως το προτιματε; Γιουλ Μπρινερ ή χιπις;
- ... Σαν αυγο καθαρισμενο
- Ξυρισμενα μονο τα μουνοχειλα
- Οπως το εφτιαξε η φυση
- Μουνι ναναι κι οτι ναναι.

- Παιδια SOS. Ψαχνω να γαμησω και να γλυψω ενα παρα πολυ τριχωτο θαμνος μουνακι. Δεν με ενδιαφερει η ηλικια αρκει να ειναι μεχρι 47 χρονων η γυναικα.Ψαχνω να βρω κατι παρομοιο με την Super Pornostar της Δεκαετιας 80's Kay Parker που εχει το ποιο μαλλιαρο τριχωτο θαμνος μουνακι που ειδα ποτε στην ζωη μου. Μου αρεσει παρα πολυ να γλυφω τριχωτα μουνακια τρελενομαι παρα πολυ οταν τα γλυφω. [...] Εχω προβλημα δεν με ερεθιζουν και δεν με αναβουν και δεν με γεμιζουν με ηδονη τα ξυρισμενα μουνακια. Δεν μου σηκωνεται με τιποτα. Παρακαλω μονο σοβαρες προτασεις και οχι μπουρδες παρακαλω. Το θεμα αυτο ειναι αφιερωμενο μονο στα ΤΡΙΧΩΤΑ ΑΞΥΡΙΣΤΑ ΜΑΛΛΙΑΡΑ ΘΑΜΝΟΣ ΜΟΥΝΑΚΙΑ . Παρακαλω παρα πολυ Οσοι δεν σας αρεσουν τα τριχωτα μουνακια και οι ασχετες ερωτησεις - απαντησεις σε αυτο το θεμα να μην απαντησουν. (Νήμα εδώ).

2β.Αξύριστο ή θάμνο;
- Μαγκες. Γνωριζει κανενας απο εσας κανενα μπουρδελο με κοπελα που να εχει αξυριστο η θαμνο 100% το μουνακι της;

-Φιλαρακι,οι σωστες επαγγελματιες δεν αφηνουν θαμνο για λογους υγειας.Ενα αξυριστο αιδοιο ειναι εστια μολυνσεως για μια γυναικα που πηγαινει με πολλους αντρες.Δυσκολο πολυ αυτο που ψαχνεις εως ακατορθωτο.

-όπως να είναι μουνί να παίζει.τι καραφλό τι με μαλλιά σκοπός του είναι να ρουφάει καυλιά. (Νήμα εδώ).

3.Ο George Bush aka Γιωργος Θαμνος, ξαναγραφει ιστορια. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κουτί είναι το μουνί ως αγγλιά, ενώ ο Βικάριος ισχυρίζεται ότι «το μουνί λέγεται κουτί και στην Ελλάδα, κυρίως στα μπεμπεδίστικα ή γιαγιαδίστικα (ποιά η διαφορά των δύο αυτών ακριβώς, δεν έχω αποφανθεί ακόμα)» (δες) (σ.ς.: προφάνουσλυ τα μπεμπεδίστικα είναι η γλώσσα που οι γιαγιάδες επιβάλλουν στα καημένα τα μωράκια).

Ο όρος αν εξαιρεθεί η όποια γιαγιαδομπεμπεδίστικη αθωότητά (;) του, είναι αρκούδως σεξιστικός, καθώς παραπέμπει σε χώρο εναπόθεσης δίκην σπερματοδοχείου ή τσιμπουκότρυπας.

Ωστόσο, αν δούμε ότι κουτί είναι και το φέρετρο κατά τον εναλλακτικό ορισμό του Μάρκο ντε Σαντ, τότε ο όρος γίνεται γιαλομιά ολκής. Το κουτί γίνεται κουτί, ο έρως συμπίπτει με τον θάνατο, in delicato flagranto morto, όπως σε κάποια έντομα, όπου το θηλυκό εξοντώνει το αρσενικό ακριβώς κατά την στιγμή της γονιμοποίησης. Το κουτί που γίνεται κουτί είναι άλλωστε και ο πυρήνας της παλαιοδιαθηκικής ιστορίας της Ιουδίθ, που απασχόλησε πολλούς σύγχρονους γιαλομολόγους, όπως ο Michel Leiris, αλλά και ο Αρκάς, που συμπέρανε ότι το σεξ ταυτίζεται με τον θάνατο, γιατί:

  • Και τα δύο γίνονται παντού, αλλά το συνηθέστερο είναι στο κρεβάτι,
  • Και στα δύο βογγάς, όταν τελειώνεις,
  • Και στα δύο μετά είσαι πτώμα.

Kουτί από κουτί, βέβαια, διαφέρει. Υπάρχουν κουτιά που σου κάθονται κουτί, κουτιά του κουτιού, αλλά και χαζοκουτία.

Ασίστ: Vrastaman, Vikar, Bubis (το μήδι).

Δες το βλόγιο για την πλήρη σύγκριση:

Mπύρα vs. Μουνί

Η Mπύρα είναι πάντα μούσκεμα. Ενα Μουνί χρειάζεται δουλειά για να μουσκέψει..
- Πλεονέκτημα: Mπύρα.

Η ζεστή Mπύρα είναι απαίσια. Το ζεστό Μουνί είναι τέλειο.
- Πλεονέκτημα: Μουνί.

Παγωμένη Mπύρα = απόλαυση.
Παγωμένο Μουνί = Πάω να δω Champions League κα.Γιαννάκου
- Πλεονέκτημα: Mπύρα.

Αν πίνοντας το Μουνί, βρεις τρίχα στα δόντια σου, δεν αηδιάζεις και τόσο
- Πλεονέκτημα: Μουνί

Οι Mπύρες μπαίνουν σε κούτες. Το Μουνί είναι κουτί στο οποίο μπαίνει βάζεις τον μουσηκώ σου..
- Πλεονέκτημα: Μουνί.

Ιουδίθ διά χειρός Gustav Klimt. (από Khan, 07/10/09)Συσκευασία των 6 συμφέρει περισσότερο... (από BuBis, 07/10/09)

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέτρα της θάλασσας η οποία έχει πιάσει φύκια (μαλλιά). Συνηθίζεται να την μαζεύει ο κόσμος την ημέρα της Αναλήψεως, κατά την οποία ημέρα προτιμούσαν παλιότερα οι Έλληνες να κάνουν το πρώτο μπάνιο στην θάλασσα.

Μεταφορικά βέβαια σημαίνει το αιδοίο της γυναίκας λόγω προφανούς ομοιότητας στο... τρίχωμα.

Οπότε έχουμε την πρωτομαγιά που πιάνουν οι γυναίκες το μαγιόξυλο και της Αναλήψεως που πιάνουν οι άντρες την μαλλιαρή. Ουδείς παραπονούμενος!

- Πού πήγατε της Αναλήψεως κυρ-Κώστα;
- Στη Σαλαμίνα πήγαμε κυρα-Μαίρη, μπας και πιάναμε καμία μαλλιαρή να την στολίζαμε στην σερβάντα, αλλά τζίφος, τις πρόλαβαν άλλοι.
- Ε, του χρόνου να πάμε μαζί κυρ-Κώστα μου, μπας και σου φέρω γούρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρακί [sic] αυτοκινήτου / εσώρουχο με τρύπα: αποκαλείται το εσώρουχο με τρύπα στο επίμαχο σημείο (βλ.μήδια).

Η σχετική τρύπα προσφέρει εύκολη πρόσβαση χωρίς να χρειαστεί να ξεβρακωθείς εντελώς σε αυτό το τόσο άβολο (αλλά και τόσο ερεθιστικό κατά περίπτωση) χώρο διεξαγωγής σεξουαλικών περιπτύξεων.

Απλά σηκώνεις το μινάκι και γίνεται η δουλειά όπως πρέπει.

Βεβαίως το ίδιο εσώρουχο μπορεί να φορεθεί παντού, στο σπίτι, στο γραφείο, στην εκδρομή και προσφέρει την αβάντα της άμεσης αρπαχτής.

Ας σημειωθεί ότι οι κυρίες καλύτερα να το δοκιμάζουν πρώτα, δεδομένου ότι η τρύπα του βρακιού δεν είναι απαραίτητο ότι θα συμπέσει με την τρύπα του αιδοίου. Αν διαθέτουμε μεγάλο κώλο ή είμαστε ψηλές, μπορεί η τρύπα να βρεθεί στο ηβικό οστό, οπότε τσάμπα τα λεφτά.

(στο κατάστημα εσωρούχων)
- Ρένα μου, ήρθα με κέφια για κάτι καλό, τί μου 'χεις;
- Έλα, ήρθες στον άνθρωπό σου, έχω φέρει κάτι καλά αυτοκινήτου να τον αφήσεις σέκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified