Κοινώς ο πουτσοκέφαλος.

Αυτός που έχει ανοιχτό το μουνοθηρευτικό του ραντάρ 24 ώρες το 24ωρο. Είναι ελληνάρας, λάγνα υστερόβουλος, ζει για να γαμάει, αναπνέει για να καβλαντίζει. Παραμένει ανάλγητος και απτόητος σε αποτυχίες και στραβοπατήματα, χαλάκι να γίνει θα το φτάσει στα άκρα για να μπει στην τρύπα που θέλει. Αντιπροσωπεύει επί το πλείστον εφήβους αμφισβητήσιμης νοημοσύνης οι οποίοι ενδίδουν στα φυσικά ζωώδη ένστικτά τους για ασύμμετρη συνουσία.

Σε αντιδιαστολή με τον πουτσοκέφαλο ο οποίος χρησιμοποιείται σε ευρύτερες φράσεις εντός πλαισίων χαβαλέ, ο ψωλοδορυφόρος αποτελεί μια σπανιότερη υποκατηγορία η οποία εμφανίζεται αποκλειστικά σε τετ-α-τετ ανδρικές συζητήσεις για ένα μουνί, ΤΟ μουνί, το οποίο έχει καθηλώσει ολόκληρη ομάδα από πουτσοκέφαλους, μεν σκόπιμα, δε απουσίας προφανούς σκοπιμότητας, τους δουλεύει όλους ψιλό γαζί.

- Έχω τρελαθεί με τη Μόνικα. Χτες στέλναμε όλη μέρα μηνύματα. Λες να ψήνεται;
- Μην είσαι χαζός. Θα σε κάνει μπαλάκι της η καριόλα. Αυτές το μόνο που θέλουν είναι 10 ψωλοδορυφόροι πάνω απ' το κεφάλι τους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καδρόνι είναι η σανίδα, και συνήθως αναφέρεται στη σανίδα που μπαίνει πάνω στις σκαλωσιές. Αυτό το κομμάτι του ξύλου έχει την ιδιότητα να είναι γερό (ώστε να αντέχει το βάρος του πτωχού πλην τίμιου οικοδόμου), αλλά και μακρύ για να πατάει στις δύο άκρες της σκαλωσιάς.

Το ρήμα καδρονιάζω, σλανγκικώς αναφέρεται στο ανδρικό μόριο, και στην ικανότητά του να γίνεται ντούρο και μακρύ -ή όχι.

- Ρε μαλάκα, τον τελευταίο καιρό είμαι χάλια...
- Ψυχολογικά;
- Ναι, μιλάμε με παρακαλάνε τα κοριτσάκια, κι εγώ δεν έχω όρεξη να τα συγυρίσω. Τι να πω...
- Σοβαρή κατάσταση. Δλδ δεν σου σηκώνεται;
- Μου σηκώνεται, αλλά...
- Ρε καδρονιάζει το εργαλείο;
- Καδρονιάζει, αλλά θέλει την ώρα του...
- Τότε μπορεί να είναι και θέμα διατροφής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καυλί είναι το πραγματικό. Επίσης, υπάρχει και το ερώτημα «καύλα ή κάβλα». Και τα δύο υπάρχουν, αλλά εννοούν άλλο πράγμα. «Καύλα» λέμε όταν κάποιος έχει την ανάγκη για σεξ. Αν και χρησιμοποιείται και για όταν έχουμε άλλες ανάγκες (π.χ. «τώρα σου 'ρθε η καύλα για βόλτα;»). «Κάβλα» είναι η πλήρης στύση στο πέος του άντρα. Για το τέλος υπάρχει και το «καυλωμένος ή καβλωμένος». Η απάντηση είναι ξεκάθαρη σύμφωνα με όσα είπα πριν.

- Κοίτα το καυλί μου πώς κάβλωσε. Γλείψ' το.
- Πω ρε... τώρα σου 'ρθε η καύλα για παιχνίδια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified