Further tags

(θηλυκό: καταπιόλα) Αυτός / -ή που καταπίνει σπέρμα.

- Γλείφ' τα από χάμου, (μωρή) καταπιόλα.

Υπαρξιακή κραυγή (από Khan, 13/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκόμενα που της αρέσει να τον παίρνει ολη μέρα...
Λέξη που δημιουργείται απο τα συνθετικά καυλί και θήκη.

-Καλα Μήτσο, η Νένα είναι και γαμώ τα κορίτσια.
-Καλή καυλοθήκη είναι....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρώμα, αντικείμενο ή συμπεριφορά που καταδεικνύει άμεσα τις ομοφυλοφιλικές προτιμήσιες και διαθέσεις κάποιου.

- Καλά, τι είναι αυτό το μπλουζάκι ρε Μπάμπη; Και κολλητό και ροζ πουστριλέ;
- Δεν είναι ροζ πουστριλέ ρε ανώμαλε. Ζαχαρί πουστριλέ είναι. - Σωστόστ τοτε. Πάω πάσο.
- Τα ρέστα.
- Δικαίωμα.

(από GATZMAN, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντόμευση του όρου σιλικονάτο.

- Μαλάκα τι βυζί είναι αυτό! Τρελάθηκα!
- Σιγά ρε μαλάκα, κονάτο είναι, δεν την θυμάσαι πώς ήταν πριν με κάτι μπανανόβυζα μέχρι το πάτωμα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα τατουάζ πάνω από τα οπίσθια έκλυτων γυναικών. Πολλοί τα ερμηνεύουν ως σαφή πρόσκληση για αξέχαστες στιγμές στον νότιο πόλο.

Γνωστό και ως ξεκωλοτυπία ή ξεκωλόσημο.

- Ρε συ, τί είναι αυτά τα κέρατα που ξεπροβάλλουν από το παντελόνι της Μαρίκας;
- Είναι προς τιμήν του άντρα της του Σάκη. Αυτός της πρόσφερε το κέρας της αφθονίας και εκείνη του ανταπέδωσε την αφθονία των κεράτων.

Τσουλόσημο (από Vrastaman, 06/07/08)40 χρόνια μετά... (από Khan, 02/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα τατουάζ πάνω από τα οπίσθια έκλυτων γυναικών. Πολλοί τα ερμηνεύουν ως σαφή πρόσκληση για αξέχαστες στιγμές στον νότιο πόλο.

Γνωστό και ως τσουλόσημο ή ξεκωλόσημο.

- Κάθε ξεκωλτέ που σέβεται τον εαυτό του οφείλει να έχει και την αντίστοιχη ξεκολοτυπία!

Ξεκωλοτυπία (από Vrastaman, 06/07/08)(από Vrastaman, 23/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βασική γυναικεία ορμόνη, χάρη στην οποία μια γυναίκα, που μπορεί να μην ξέρει να πάει ούτε από την Ομόνοια στο Σύνταγμα, εντοπίζει με κλειστά μάτια όλα τα υποκαταστήματα της αλυσίδας Hondos Center σε ακτίνα 150 ναυτικών μιλίων.

Βλέπε επίσης Χοντοθεραπεία

Σημείωση καταχωριστή: Ο ορισμός της συγκεκριμένης ορμόνης, αποτελεί μέρος του επιστημονικού κειμένου «Γυναικείες Ορμόνες», το οποίο δυστυχώς κυκλοφόρησε χωρίς τα ονόματα των επιστημόνων/ερευνητών. Πάσα βοήθεια για την απόδοση των απαραίτητων ευσήμων είναι ευπρόσδεκτη.

Επιστημονικός όρος - αποτελεί παράδειγμα εξ ορισμού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για τατουάζ πάνω από τα οπίσθια έκλυτων γυναικών. Πολλοί σπεύδουν να το ερμηνεύσουν ως σαφή πρόσκληση για αξέχαστες στιγμές εκεί που δεν πιάνει ήλιος.

Γνωστό και ως τσουλόσημο ή ξεκωλοτυπία.

- Μπρέ σύντεκνε, ίντα γρικούν τα μάθια μου;
- Ξεκολώσημο, Μανούσο, πιάσε την λύρα επειγόντως!
- Ωωωωωω ... είδα το ξεκωλόσημο κι εζήτηξά του χάρη, πριν βασιλέψει εγώ και συ να γίνουμε ζευγάρι... Ωωωωω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικό τέχνασμα γυναικών με [/I] σωματότυπο αχλαδιού που δένουν ένα πουλόβερ ή μια ζακέτα στην μέση με σκοπό να υποβαθμίσουν τον ευμεγέθη ποπό τους. Το ότι πρόκειται για τερτίπι προκύπτει και εκ του γεγονότος ότι οι φέρουσες [I]κωλόκρυψη δεν θα φορέσουν την ζακέτα όταν πέσουν τα μπιλοζίρια.

- Ποιον πας να κοροϊδέψεις μωρή κωλαρού; Η κωλόκρυψή σου είσαι τόσο πειστική όσο και το καραφλάζ του θείου Βρασίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ανδρικοί όρχεις (γιατί, υπάρχουν και γυναικείοι;) και ιδίως αυτοί που έχουν ένα σεβαστό μέγεθος που κάνει το σακκούλι να κρέμεται και να ταλαντώνεται όπως οι καμπάνες (όχι τα παντελόνια, της εκκλησίας). Η λέξη είναι κολακευτική για τον κάτοχό τους και συνήθως χρησιμοποιείται από τον ίδιο όταν αναφέρεται στα του εαυτού του.

- Πω ρε φίλε τι έπαθα προχθές!
- Τι ρε; Μίλα που να πάρει ο διάολος! Μίλα επιτέλους!
- Σκάσε ρε να σου πω! Ήμουν σ'ένα ασανσέρ και μπήκα μαζί μ' ένα μανάρι απ' τα λίγα που με έκοβε από πάνω ως κάτω.
- Και;
- Κι εκεί που ήμουν έτοιμος να κάνω κίνηση, με πιάνει μια φαγούρα στα καμπανέλια... άλλο πράμα!
- Και;
- Ε, τι να κάνω, το πάλεψα αλλά δεν άντεξα: τα έξυσα μπροστά της και επί τη ευκαιρία άλλαξα και θέση στον «Μήτσο» μου!

Γιώργος Καμπανέλης (από GATZMAN, 22/06/10)

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified