Η πολύ άσχημη γυναίκα.
Παλαιά συνθηματική έκφραση, παραπέμπει στον Κώδικα του Χαμουραμπί.
- Είναι να μασάς κουκιά και να φτύνεις!
- Άσ' τα, ανήκει στον Κώδικα!
Η πολύ άσχημη γυναίκα.
Παλαιά συνθηματική έκφραση, παραπέμπει στον Κώδικα του Χαμουραμπί.
- Είναι να μασάς κουκιά και να φτύνεις!
- Άσ' τα, ανήκει στον Κώδικα!
Got a better definition? Add it!
βλ. και χριστιανοσλάνγκ
Got a better definition? Add it!
Αγοράκι των βορείων ως επί το πλείστον προαστίων με λεπτά χαρακτηριστικά, προσεγμένο μαλλί, λεπτεπίλεπτη συμπεριφορά και καμιά φορά διακριτικό μακιγιάζ. Ξεχωρίζει για τη γλυκύτητά του και τις χαριτωμένες κινήσεις του. Τον όρο πρώτος χρησιμοποίησε ο άρχοντας Κωστόπουλος στο περιοδικό NITRO.
- Κοίτα τον Γιαννάκη, πολύ γλυκό αγορίτσι...
- Τσάμπα τα λεφτά που έδωσε ο πατέρας του στο μαιευτήριο όταν έμαθε ότι έκανε αγόρι...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ατίθασος και έχων μικρό πέος ομοφυλόφιλος, με παρουσιαστικό παραπλήσιο με αυτό ενός τρωκτικού που επιδίδεται με ιδιαίτερη επιτυχία στον στοματικό έρωτα.
- Αχ καλέ Γιάννη ομόρφυνες πολύ!!!
- Πωωωω!!! Πάλι να μου πάρεις τσιμπούκι θες ρε πουσταρά τσιμπουκομικρούλη;
Got a better definition? Add it!
Κάποιος που είναι γκέι και σαδομαζοχιστής ταυτόχρονα.
- Τά 'μαθες, ο Γιώργος είναι γκεϊστάπο!!!
- Έλα ρε από πότε;
- Από τότε που τον γάμησα κανονικά και μετά τον γάμησα και στο ξύλο.
- Εμ τα ήθελε ο κώλος του.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η εκθαμβωτική, προκλητική, ψηλή πολυκάμπυλη μακρυμάλλα γκομενάρα που τερματίζει τα λιμπιντόμετρα στο πέρασμα της, προκαλώντας: αύξηση των καρδιακών παλμών των αρσενικών που συναντά στο διάβα της, αύξηση των επιπέδων της τεστοστερόνης και πεοφλεβίτη ένεκα της πεοορθοστασίας που προκαλεί. Όσο πιο αργά και προκλητικά κινείται και κοζάρει τόσο πιο έντονα είναι τα αποτελέσματα.
- Ρε δικέ μου κοίτα εκείνο το αφηνιασμένο άτι που 'ρχεται κατά δω.
- Αν αυτή είναι άτι, έχω και εγώ Βουκεφάλα. Δεν βλέπω την ώρα να τον αφήσω ξέφρενο να ιππεύσει το άτι.
- Μαλάκα όλο λόγια είσαι. ήδη μας προσπέρασε και πάει για αλλού. Γι 'αυτό λέω: άσε το άτι και πιάσε το ραχάτι.
Got a better definition? Add it!
Κυρία, συνήθως νεόπλουτη, με μαλλί kevlar (ξανθή έκδοση) ή carbon fiber (καστανή έκδοση), συχνότατα κακή οδηγός, με φουλ σετ αξεσουάρ (τσάντα LV, χρυσαφικά, Rolex, γυαλιά μάσκα αερίων με στρας), η οποία οδηγεί Mercedes «μεγάλης» σειράς που της έχει πάρει ο σύζυγος, με τον ίδιο τρόπο που κάνει κομμωτήριο και κουτσομπολεύει: με μεγάλη διάρκεια και ιδιαίτερα αμφίβολο αποτέλεσμα.
Οι Μερσεντοσουσούδες συχνάζουν συνήθως στο Κολωνάκι όπου ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν σχετική φωλιά στην περιοχή. Οι παλαιότερες οδηγούν «κούρσες» αλλά έχουν πληθύνει ανησυχητικά οι περιπτώσεις με μεγάλα SUV, χωρίς να περιορίζονται αναγκαστικά σε οχήματα με το αστεράκι στο καπώ (230, X5, X3, Tuareg, Cayenne).
Μπορεί εμφανισιακώς να μοιάζουν του σαλονιού, αλλά μέσα τους κρύβουν την πεμπτουσία του μικροαστισμού, της κατινιάς και του νεοπλουτισμού, όπως μπορεί κάλιστα να διαπιστώσει κανείς αν «κοντραριστεί» προφορικώς μαζί τους στο δρόμο.
Εναλλακτική: Μπεμβεδοσουσού (με όχημα BMW). Τελευταία, απαντώνται νεότερες ηλικιακά εκδόσεις με ύφος τσαμπουκαλίδικο και πιο σπορ εκδόσεις αυτοκινήτων, περιλαμβανομένων SLK (φυσικά!) Audi TT, Mazda RX-8 και MX-5, Z3 καθώς και διάφορα είδη μεσαίων SUV.
Σίγουρα παράδειγμα προς αποφυγή.
- Τι έπαθες ρε Μήτσο;
- Πήγαινα με τη μηχανή και μου πετάχτηκε μια Μερσεντοσουσού από ένα στενό... κόντεψε να με λιώσει η ρουφιάνα. Είχε και στοπ και μου ζητούσε και τα ρέστα.
Got a better definition? Add it!
Η μάπα γκόμενα, το επονομαζόμενο και μπάζο. Η πατσαβούρα ούτως ή άλλως χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του μπάζου, αλλά γνωρίζουμε όλοι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι η φύση του Έλληνος είναι ανικανοποίητη. Προκειμένου λοιπόν να αποδώσει αρτιότερα το μέγεθος της ασχήμιας μίας συγκεκριμένης γκόμενας και να εστιάσει στο ψητό, προσθέτει αφενός το κατά τ' άλλα συμπαθές και νοστιμότατο φρούτο που όμως έχει την ατυχία να είναι αισθητικά αποτυχημένο και αφετέρου το μουνί διότι κάνει καλό liaison που λένε κι οι Γάλλοι και εστιάζει ακόμη περισσότερο στο πρόβλημα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η έκφραση συνδέεται ιδιαίτερα με την περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου, όπου το φαινόμενο της σταδιακής μεταμόρφωσης των γυναικείων σωμάτων σε κάτι που θυμίζει το προαναφερθέν φρούτο είναι πολύ συχνό. Συγκεκριμένα το κέντρο βάρους μετακομίζει νότια και η συσσώρευση λίπους δημιουργεί έναν δυσανάλογα μεγάλο όγκο στην περιοχή της περιφέρειας σε σχέση με το άνω μέρος του κορμού.
Κάργα σχετικό (και κατά βάση αντίθετο) λήμμα με την αχλαδομουνοπατσαβούρα είναι η τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα, αν μη τι άλλο διότι και τα δύο αντλούν αρχικά από τη φύση (χλωρίδα/πανίδα), αναφέρονται στο ψητό (μπρος/πίσω) και περιγράφουν σουρεαλιστικά πλην όμως με χρηστικά αντικείμενα (πατσαβούρα/σφυρίχτρα) το σύνολο.
- Ρε συ Βρασίδα, την είδες τη Μερόπη; Ρε πώς έγινε έτσι αυτή;
- Γάμησε τα. Όταν τη γνωρίσαμε ήταν τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα και τώρα έχει γίνει αχλαδομουνοπατσαβούρα...
- Άτιμη κενωνία. Άλλους τους ανεβάζεις κι άλλους τους κατεβάζεις στα τάρταρα.
- Κάπως έτσι...
Βλ. και αχλάδω, αχλαδομούνα
Got a better definition? Add it!
κινέζος με πούστη, πούστης με κινέζο
Στο στρατιωτικό συσσίτιο, το κοτόπουλο (πούστης) με ρύζι (κινέζος). Παρεμφερές με/του πούστης με γύφτο.
- Τι θα φάμε σήμερα;
- Ό,τι τρώμε τέτοια μέρα: πούστη με κινέζο.
Got a better definition? Add it!
Η υπολειπόμενη ομορφιάς συνοδός αιθέριας ύπαρξης.
(παρατηρείται συχνά όμορφη νεανίς να συνοδεύεται από μη συνάδουσα φίλη).
Όταν οι ζεύγω δρώντες θηρευτές εντοπίσουν το θύμα, ρίχνουν τον κλήρο ποιος θα επωμισθεί το πακέτο.
Γενικότερα όταν είς εκ των θηρευτών ενδιαφέρεται ιδιεταίρως για την μία εκ των δύο, ο έτερος καλείται να ασχοληθεί με το πακέτο.
- Λοιπόν, εγώ την Λίτσα, εσύ το πακέτο!
- Να χαρώ το φιλαράκι μου!
Got a better definition? Add it!