Further tags

Κατούρημα με έμφαση στο κανάλι εξαγωγής των υγρών. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την παρατεταμένη προφορά του -ε- της λέξης πεο κατά την προφορική εκφορά της.

Στον ορισμό αυτό δίδεται ασαφής πληροφόρηση για τον ποσοτικό προσδιορισμό της υγρής κατάστασης αφού δεν παρέχεται η διάσταση του μήκους του πέους.

Πάω να ρίξω ενα πέ..ε..ο κάτουρο και φύγαμε.

Βλ. και πουτσοκάτουρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παγκοσμίου φήμης σκηνοθέτης με τάση προς στην κοπρολαγνία.

Εκ του Francis Ford Copprola.

- Γάμησε με από κώλο και μετά έλα να σου γλείψω την τσαπού.
- OMG ρε Κόπρολα!

(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που λέγεται στη θέα προκλητικών, τουρλωτών, ωραιότατων, αρμονικά κινούμενων γυναικείων οπισθίων, ώστε να τονιστεί πως ακόμα κι ένας κλανιοβομβαρδισμός, κι ακόμα ακόμα ένας ανελέητος τέτοιου είδους χημικός πόλεμος, που θα μπορούσε να προέλθει σε ένα κλειστό δωμάτιο από τα καπούλια ενός τέτοιου μανιτσομάνουλου, μόνο ως βάλσαμο θα μπορούσε να λογιστεί. Θέλει να πει αλληγορικά ο ποιητής πως είναι τέτοια η σαγήνη της όρασης που θολώνει ο νους, ώστε και ένας ανελέητος κλανιοβομβαρδισμός να μπορεί να θεωρηθεί άρωμα.
Η λέξη βάλσαμο θα μπορούσε να λεχθεί και ως μπάλσαμο ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη εκφραστικότητα.

Ένα κάποιο μεσημέρι σε πολυσύχναστο δρόμο της Αθήνας. Τίποτα δε μαρτυρούσε πως η ρουτίνα σε λίγο θα έσπαγε καθώς εθεάθη στην άκρη του δρόμου ένας κόμματος... μα τι κόμματος.
Δυο φίλοι κεραυνοβολούνται από το θέαμα. Ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος:
- Πω....πω...πω
- Αυτό μόνο έχεις να πεις; Άσ' τα πω... πω ... πω και κοίτα τον ποπό. Φάε ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει. Κοίτα ... κοίτα ρε... Σταμάτησε η κυκλοφορία... Κοίτα οφθαλμόλουτρο που πέφτει, ώρα μεσημέρι ρε... Κοίτα κωλομέρια... Κοίτα πρωκτική κίνηση... Κοίτα αρμονία... Και η κλανιά της βάλσαμο, αδελφέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κραυγή απελπισίας ανθρώπου που αδυνατεί να ανταποκριθεί στα δέοντα καθώς το αντικείμενο του πόθου του είναι χοντρό, πνιγμένο μες το λίπος, ένα απαίσιο και αιμοβόρο κήτος.

- Καλά τα ορεκτικά Σάκη, αλλά μήπως ήρθε η ώρα να περάσουμε στο κυρίως πιάτο;
- Ουγκ. Γκασπ. Κλάσε μωρή να προσανατολιστώ!

Jabba πράγμα! (από Vrastaman, 09/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.

- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τόσο κοντά που δεν αξίζει να το συζητάς.

- Ρε συ, πήγαινε να μου πάρεις τσιγάρα από το περίπτερο...
- Πού να τρέχω τώρα... Άσε...
- Έλα ρε, απ' το μουνί στον κώλο είναι. Μέχρι να πας, γύρισες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εστιν ουν ξέκωλο, ανήρ έχων αιμοροεές εκ του πρωκτού κατερχόμενες, αιτιωδώς συσχετιζόμενες μετά των ερωτικών προτιμήσεων.

Ο Δημήτρης είναι ξέκωλο. (τελεία)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που άκουσα από στρατιώτη οδηγό Καναδέζας, όταν αντίκρυσε πανέμορφη νεαρά κορασίδα, να περπατά στο δρόμο με μίνι. Ως γνωστόν, όταν μεταλαμβάνουμε πίνουμε το αίμα του Κυρίου (κρασί) και τρώμε το σώμα του (ψωμί-μεταλαβιά). Η βέβηλη αυτή φράση αναφέρεται στην γυναικεία περίοδο, η οποία αν προέρχεται από πανέμορφη γυναίκα, φαντάζει ωσάν το κρασί της μετάληψης.

Πω πω κωλόψαρα, τι μουνί είναι αυτό που έρχεται... Αγάπη μου, πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη από τους εκλεκτούς αναγνώστες για την εικόνα που θα περιγράψω, αλλά τι να κάνουμε, πρέπει να χαρτογραφήσουμε τη νεοελληνική αργκό χωρίς ντροπές...

Μεζές λοιπόν είναι το σκατό που μετά το πρωκτικό σεξ ο άνδρας ανακαλύπτει ότι έχει μείνει πάνω στον παργαλάτσο του, όταν τον βγάζει έξω και τον περιεργάζεται υπερήφανος... Η λέξη συναντάται στην έκφραση τσιμπάω μεζέ, όπου το πέος παίζει τον ρόλο πιρουνιού / οδοντογλυφίδας / whatever.

- Χθες φίλε μου έδωσε κώλο το Χριστινάκι...
- Έλα ρε... Καύλα!
- Μόνο που σε κάποια φάση τσίμπησα μεζέ και ξενέρωσα...
- Έλεος!!

(από electron, 14/12/09)Μεζές για μερακλήδες (από σφυρίζων, 17/06/13)

Βλ. και πισωκολάτα, σεράνο, μερέντα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικός και ευγενικός - κωδικοποιημένος τρόπος, προκειμένου η γυναίκα να δηλώσει ότι έχει αρχίσει η περίοδός της. Η Ρωσία κάποτε ταυτιζόταν με το κόκκινο χρώμα, όπως και η έμμηνη ρύση.

- Γιατί μωρό μου δεν με αφήνεις να βάλω το χέρι μου εκεί που θέλω;
- Μη με παρεξηγείς, σήμερα ήρθαν οι Ρώσοι και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.

Avanti popolo! (από Vrastaman, 10/09/08)Ήρθαν οι ρώσοι, ήρθε η λύση. (από Galadriel, 31/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published