Tο γενικότερο κλίμα καλού και άφθονου μουνιού σε ένα μέρος... Το κλίμα που σπανίζει δηλαδή.
Πήγα σ' αυτό το πάρτυ με την δικιά μου χθες και γινόταν της τουμπανίασης... Έπρεπε να την αφήσω σπίτι!
Tο γενικότερο κλίμα καλού και άφθονου μουνιού σε ένα μέρος... Το κλίμα που σπανίζει δηλαδή.
Πήγα σ' αυτό το πάρτυ με την δικιά μου χθες και γινόταν της τουμπανίασης... Έπρεπε να την αφήσω σπίτι!
Got a better definition? Add it!
Το όνειρο κάθε άγαμου λιγούρη που βγαίνει σαββατόβραδο με την ελπίδα να γαμήσει. Ένας μουνόλακκος απαρτίζεται από πολλά άτομα γένους θηλυκού και από κανένα αρσενικό ον. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΟΜΟΡΦΕΣ ΚΟΠΕΛΕΣ!!!
Άκου να δεις τι έπαθα χθες που βγήκα με την Μαίρη. Μου λέει: θα περάσουν και οι φίλες μου να σε γνωρίσουν. Ε, μετά από 10' σκάει μύτη ένας μουνόλακκος άλλο πράγμα!!!
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άθλημα στο οποίο έχουν έφεση γυναίκες με μεγάλο και κατά κανόνα πεσμένο στήθος, τόσο ώστε να μπορούν να το κλοτσούν καθ' ομοίωση του δημοφιλούς ποδοσφαίρου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κουνιέμαι υπερβολικά περπατώντας δημοσίως.
Σιγά ρε παιδί μου, μην κουνιέσαι τόσο, θα χυθεί ο αφρός του φραπέ.
Got a better definition? Add it!
Γνωστή και σαν μουνοθύελλα και θεομουνία...
Καλά, χθες το βράδυ χτυπήσαμε βόλτα με το Βαγγέλη σε ένα άπαιχτο μαγαζί... σκέτη μουνοπλαγιά σου λέω!!!
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δηλώνει μια πονηρή πράξη που κάνει κάποιος και ιδιαίτερα την σεξουαλική.
Της αρέσει το σουλουμουτούκουμ τσιτσιρί.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνεχής απασχόληση με το σεξ.
Όλη μέρα ο νους του είναι στο καυλομαχητό. Κολλημένη πυξίδα.
Got a better definition? Add it!
Δεν έχω γκόμενα και βολεύομαι μόνος.
Από τότε που τα χάλασε με την Καίτη κρατάει την κατάσταση στο χέρι.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που περιγράφει μία εξαιρετικά δύσκολη και φορτική κατάσταση για το άτομο, παρόμοια με ερωτική συνεύρεση παρά φύσιν, αλλά και στοματικώς.
Είχαμε πολλή δουλειά την εβδομάδα που μας πέρασε στο υπουργείο. Καθημερινά φεύγαμε κατά τις επτά το απόγευμα, πίπα κώλο μας πήγαν....
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
- Έκανα χτες μια ξεπέτα...
- Καλή η γκόμενα; - Μπα, μόνο για ξεπέτα.
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!