Selected tags

Further tags

Ομοιοκαταληκτική παροιμία, που εφιστά την προσοχή σε ανεξαρτήτως φυλετικού προσήμου συγχρωτιζομένους επί μακρών, ότι επίκειται λούτσος. Δηλαδή, αραίωνε και λίγο για θα πιάσουμε κορέους!

Στη «γαλάζια λίμνη» τα ξεμοναχιασμένα παιδάκια, από 'δω το φέρανε, από 'κει ήρθε, της τόνε φόρεσε της Μπρουκ ο τζες, n'est-ce pas;

Θυμίζει παλιό (40'ς-50'ς) μαθητικό κολομπαρίστικο (πάλι) πείραγμα: «Παράτα τα πηδήματα στο λέω για καλό σου, είμαστε συνομήλικοι τον ξέρω τον καημό σου»...

- Πού πάς;
- Πάω στου Γιώργου να διαβάσουμε.
- Πάλι στο Γιώργο; Γιατί εδώ σ' ενοχλεί κανένας; Το πολύ το σμίξιμο φέρνει και το μπήξιμο, αυτό λέω εγώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει επικείμενον λούτσο (μεταφορικά ή και κυριολεκτικά). Μερικώς παρόμοιο με την φράση κάνε χωρίστρα κι έρχομαι, δεδομένου ότι, μόνον η έκφανσή της: ετοιμάσου κι έρχομαι να σε γαμήσω έχει εδώ εφαρμογή, ενώ το ρήμα μεριάζω βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τη λέξη κωλομέρια, ως προς την προετοιμασία - αναμονή ψωλιάς...

Εκ του γνωστού ποιήματος Ο βράχος και το κύμα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, όπου προσωποποιείται ο βράχος ως Τούρκος και το μανιασμένο κύμα ως Έλλην, που αποζητεί διψασμένος το λυτρωμό του! Όλως παραδόξως, μια απλή αντικατάσταση του βράχου σε κώλο και του κύματος σε λούτσο, αρκεί, ώστε να αποδίδεται διττώς το ίδιο νόημα (κοίτα ο διάολος!). Ιδού το ποίημα.

- Έξι-πέντε! Αφήνεις παραμαμά! Έτσι και φέρω πεντάρες, την πούτσισες!
- Ωχ! Πεντάρια! Σκατά έφαγες;
- Μέριασε κώλε να διαβώ!

(από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστή μαθητική έκφραση, κατά πρωκτών θηλέων συγγενών οιουδήποτε βαθμού συγγενείας απονενοημένη, βλ. «της μάνας σου ο κώλος» (ή «της μάνας σου» σκέτα), «της θείας σου ο κώλος (mutatis mutandis)», «της γιαγιάς σου (ομοίως)», «της μητέρας σου (για μοσχαναθρεμμένους)» κ.α. ενώ, προκειμένου για αδερφή, προτιμάται παραδόξως μόνον το αιδοίο: (βλ. «το μουνί της αδερφής σου») μάλλον διότι, είναι και νεότερη όσο να' ναι... Στις ανωτέρω εκφράσεις υπονοείται το ρήμα «γαμιέται».

Ο ανθοστόλιστος απηυδυσμένος (sic), παραπέμπει ευλόγως στο γνωστό: «Κώλος με τρίχες - μπαξές με λουλούδια» και το «Θα σου κάνω τον κώλο τριαντάφυλλο» ή μαργαρίτα, (προκειμένου να τον μαδήσει ο επιβήτωρ και να μάθει τα μυστικά της καρδιάς)! Η ποικιλία δεν βλάπτει.

Οι νεοέλληνες, δεν κατέχουν το προνόμιο της καθυβρίσεως συγγενών και θείων. Οι Ισπανοί και οι Ιταλοί λόγου χάρη, διαθέτουν θαυμάσια σχετικά μπινελίκια, με την διαφορά όμως ότι οι πρώτοι δεν απειλούν ότι «θα γαμήσουν», αλλά ότι «θα χέσουν» βλ. «me cago en tu madre», ενώ οι δεύτεροι αποκαλούν γουρούνια τους οικείους του υβριζομένου, ως ύστατον εξευτελισμόν. Καθείς και τα όπλα του... Ιδίως όμως οι Ναπολιτάνοι, διαθέτουν εξόχως ευρύ υβρεολόγιο, (το οποίο μάλλον κληρονομήσανε κι οι Κεφαλλονίτες) με ευφυέστατα και βαρύτατα αυτοσχέδια μπινελίκια, τα οποία εκτοξεύουν ταχύτατα στη μάπα του ταλαίπωρου, που θα τους προκαλέσει την μήνιν. Ειδικώς για συγγενικά προσώπατα, οι Ναπολιτάνοι σε περνάνε γενεές δεκατέσσερες, όπως π.χ. «a mammeta – zitta – sorreta – nonnata – papata - fratteta κ.τ.λ.» (δηλ. της μαμάς – θείας – αδερφής – γιαγιάς – πατέρα - αδερφού σου κ.τ.λ.).

Ακούστε το εξαιρετικό: «Io mammeta e tu» απο τον Domenico Modugno ή τον Renato Carosone, στο u-tube στα ναπολιτάνικα, που στο τέλος, ουσιαστικά στέλνει στο διάολο τη γυναίκα του μαζί με το πολυπληθές σόι της!

- Του’ πες του Μιχάλη να σου δώσει τα κλειδιά απ’ το σπίτι στην Κρήτη;
- Του’ πα, αλλά δεν τα δίνει λέει, γιατί την τελευταία φορά του ανακατέψαμε τα σι-ντι, που τα’ χε με αλφαβητική σειρά και τα πήρε!
- Της θειάς του ο πάτος γαρούφαλα γιομάτος, πές του μαλάκα!

(από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σου γεμίζει το στόμα περισσότερο από ό,τι ο γαμίκλας, ή ο γαμίκος, από την άλλη είναι λιγότερο συνοπτικός. Είναι κάτι μεταξύ του γαμιά της γειτονιάς και του γκραν γαμάω.

Το γουγλάρισμα έδειξε ότι συχνότατα το λέμε καυστικά για να ασκήσουμε κριτική.

Ασίστ: Bubis.

  1. Ο πιο “γαμίκουλας” (στα λόγια) λαός της Ευρώπης, διαθέτει και την μικρότερη τσαπού (M.O. 12,50 cm) κατά τας διεθνείς έρευνας! Χα! Έτσι είναι. Όταν διαθέτεις το μικρότερο μόριο απ’όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, ”μαμάς” μόνο με το στόμα καθημερινά… Μ’ αυτόν τον ευφάνταστο τίτλο: “Δωδεκάμισυ εκατοστά” ο “εθνικός” μας στιχουργός Ελευθέριος Παπαδόπουλος κυκλοφορεί ένα βιβλίο. Από το manolisvardis.wordpress.com.

  2. Σε κάποια φάση μου ανέφερε ότι συγκατοικεί με 3 γκόμενες, οπότε θεώρησα λογικό να ρωτήσω αν παίζει κάτι (είπαμε, είναι και γαμίκουλας) και γυρνάει και μου λέει «Όχι ρε, δεν ασχολούμαι πια με γκόμενες» κάτι το οποίο εσκεμμένα παρερμήνευσα, γιατί έτσι με σύμφερε :P

Από το keenonboys.blogspot.com

  1. Ο μέσος Έλληνας «επιχειρηματίας» είν' εκείνος που προωθεί στην πορνεία μετανάστριες μέσω trafficking κι ο μέσος Έλληνας γαμίκουλας είν' εκείνος που θέλει «φρέσκο και φτηνό» πράμα.

Από Forum.gr

Γαμί-κουλας (από Khan, 01/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστικό σύνθετο εκ του σεξ + σπυρί = καυλόσπυρο /«IEK ακμή»/«boutons de jeunesse» (σπυριά της νεότητος για τις Σουσούδες).

Ο μακαρίτης ο γνωστός μου στην Αυστραλία (καλός άνθρωπος θεοσχωρέστον), είχε λέει ακούσει, πριν χρόνια κάτι Μαόρι, που δεν τους πολυήξερε, να λένε οτι τα σπυριά αυτά εμφανίζονται όταν κάνεις πολύ σέξ (μόνος σου) και ότι εξαφανίζονται όταν αποφασίσεις να παίξεις και με άλλα παιδάκια ή κάτσεις σ' ένα τρίστρατο με πανσέληνο, μ' ένα πνιγμένο κουνέλι στο χέρι και κάνεις μιαν ευχή.

Το clearasil, εξαφανίζοντας τις αντενδείξεις των κατά μόνας ηδονών, δημιούργησε αυταπάτες περί το σεξ σε μια ολόκληρη γενιά...

Να μην συγχέεται με μέγα ποιητή της αλβιόνος, που άλλωστε λέγεται Σακεσπήρος (όπως Γλάδστωνας, πλατεία Κάνιγγος, Βάκωνας, Καρτέσιος κ.λπ.).

- Τί την καλαφατίζεις τη μάπα σου έτσι μωρή; Θα σε πάνε μέσα για πλαστοπροσωπία!
- Άσε, έχω βγάλει κάτι σέξσπυρ και δε φεύγουνε με τίποτα! Πώς θα κυκλοφορήσω έτσι;

Ο εθνικός τρομπαδούρος της Αγγλίας. (από Khan, 24/07/09)

Βλ. και καυλόσπυρο / καβλόσπυρο, Καυλόσπυρος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Αρκάς μπαργαλάτσος, ένα από τα εκατοντάδες συνώνυμα του πέους, που κυκλοφορεί ειδικά στην Αρκαδία, σλανγκομάνα πολλών επιφανών σλανγκιστών. Προς το παρόν δεν έχουν μαρτυρηθεί τύποι, όπως δαυλιάρης, μου δαυλώνει, στραβοδαύλιασα. Σημειωτέον ότι και στην Κρήτη υπάρχει η έκφραση δαυλός στον κώλο σου με ανάλογο περιεχόμενο. Σύγκρινε με λαμπάδα, πήρε φωτιά ο κώλος μου κ.τ.λ.

Στις Ευρωεκλογές η Ν.Δ. έμεινε με το δαυλί στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συναφές προς το στραβοψωλιάζω. Όμως το έχω ακούσει και με αρνητικές σημασίες. Ήτοι,

  1. Με την καλή έννοια, στραβώνει το καυλί μου από την μεγάλη ποσότητα γαμησιού, οπότε εννοείται ότι είμαι γαμίκλας, γαμίκουλας, έως και γκραν γαμάω.

  2. Αφεδύο, κυριολεκτικά στραβοκαυλιάζω λόγω στενότητας οπής, ιδίως πρωκτικής (δεν με χάλασε), ή με την χειρότερη έννοια λόγω πουτσοκεφαλοκλειδώματος, δαγκανόμουνου Rapex, φραπομούνας τύπου Manus Unguis, και άλλων ηρωϊδων από ταινίες τρόμου (με χάλασε).

  3. Σε περίπτωση vaginae dentatae ψυχολογικού τύπου, δηλαδή ευνουχιστικής γκόμενας στο ψυχολογικό επίπεδο που σου βγάζει το μαμήσι ξινό, επειδή είναι ξινομούνα ή υπερβολικά εξουσιαστική ή για άλλους λόγους.

  4. Συνεκδοχικά, σε περιπτώσεις σπασαρχίδη ή σπαμαρχίδη ή σλανγκαρχίδη που μας σπάει τα δύο ή δώδεκα καλαμπαλίκια μας, μπορούμε να πούμε ότι μας στραβοκαύλιασε, στα όρια όμως της σλανγκικής ορθότητας, καθώς η καθαυτό σημασία αφορά σε γαμήσι.

  1. - Θα φέρει λέει και την αδερφή της! Καλά με βλέπω να στραβοκαυλιάζω το σου κου!
    - Όπα ρε γαμίκο! Κατούρα και λίγο

  2. Ήθελα νά 'ξερα, ο καλλιτέχνης που φιλοτέχνησε αυτοπροσωπογραφία του να γαμεί καρπούζι (με τίτλο «ο βιασμός της φύσης» Outlook 2003) δεν στραβοκαύλιασε απ' τα κουκούτσια;

  3. Δεν είναι περίεργο που βγήκε γκέι. Τον στραβοκαύλιαζε από μικρό η μητέρα του στο οιδιποδοφραπέ. Οιδίπους τις είναι και η περίπτωσή μας.

  4. Λέγεται ότι ακόμη και με τη νέα του ταυτότητα, ο Khan συνεχίζει να στραβοκαυλιάζει τους ιστομάστορες με συνεχείς αναφορές ορισμών. Καλά το λέει ο λαός μας, πρώτα βγαίνει το άβαταρ του χρήστη, και μετά τα χούγια του...

Με την κακή έννοια... (από Khan, 26/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία προκύπτει από την ενστικτώδη διάγνωση ότι τα υγρά του αντικειμένου του πόθου διακρίνονται από την γλυκιά τους γεύση, την ωραία μυρωδιά και ενδεχομένως από θεραπευτικές ιδιότητες. Παίζει επίσης και η προσμονή της αγιοσύνης μετά την κατάποση, ιδιότητα που, αν και αποδίδεται από την εκκλησία στην μαυροδάφνη, εντούτοις και άλλες ουσίες την διεκδικούν.

Τυχόν ταύτιση του λήμματος με την πασίγνωστη έκφραση: «Σφάξε με αγά μου να αγιάσω» είναι υπό συζήτηση.

-Πω ρε μάγκα τι κόμματος είναι τούτος;
-Πού ρε συ;
-Να πίσω σου. Χύσε πασά μου να μεταλάβω!!!

(από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλάρα που σε κολάζει... Με το που την βλέπεις νιώθεις το πυρ το εξώτερον στην μαλαπέρδα σου. Από το μυαλό σου περνάν όλες οι ακολασίες που μπορείς να της κάνεις.

Τα μαρτύρια δεν λείπουν βέβαια από την κόλαση, αφού ξέρεις ότι αυτήν την θεσπέσια κωλάρα όσο και αν καίγεσαι δεν μπορείς να πας να την γραπώσεις!

(βλ. φωτό)

(από beth, 27/07/09)(από beth, 27/07/09)

Δες και κώλος αναφοράς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του Πονηρόσκυλου, η βασική σημασία της έκφρασης είναι ξεπουλάω όσο-όσο, για να ξεφορτωθώ κάτι. Αρχικά πρόκειται για κυριολεκτική σημασία - στις εκπτώσεις τα μαγαζιά έβγαζαν το στοκ που ήθελαν να διώξουν σε πανέρια, μερικές φορές και στο δρόμο. «Απ' τα πανέρια το πήρα» σημαίνει το πήρα πάμφθηνα μεν αλλά από ποιότητα άσε καλύτερα... Στην δε περίπτωση των υφασμάτων, στα πανέρια έβγαιναν τα ρετάλια.

Ίσως σε σπάνιες χρήσεις της, όπως στο τραγούδι του Πανούση (βλ. παράδειγμα) να μπορεί να νοηθεί σε σχέση με το βγάζω στο κλαρί δηλαδή εκπορνεύω. Οπότε αναφέρεται, μάλλον, περισσότερο στον εκπορνευόμενο σε φτηνή τιμή, ή στον εξευτελισμό της πράξης του να εκπορνεύεται.

Ετυμολογία: πανέρι < μεσαιωνικό πανάριον < λατινικό panarium = αρτοφόριο, καλάθι για το ψωμί < panis = ψωμί.

Trivia: Παραδόξως, το όνομα των υπερπολυτελών ρολογιών Panerai ετυμολογείται από το «paneraio», τον κατασκευαστή πανεριών στη διάλεκτο της Φλωρεντίας.

Πηγή: Vrastaman.

Το Μουνί και το Δελφίνι (Τζίμης Πανούσης)

Μια αφίσα Τσε Γκεβάρα,
λίγα γελαστά τσιγάρα,
κλείνω στο δωμάτιο μου
παίρνω τον ομμάτιων μου
κάνω κότσο το μαλλί μου
και μαθαίνω στο παιδί μου
να μισεί το Φρανκ Σινάτρα
να τη βγάζει τσάτρα-πάτρα

Θέλω να σε κάνω ταίρι
να σε βγάλω στο πανέρι
να σε δώσω όσο όσο
από σένα να γλιτώσω
Το μουνί και το δελφίνι
να ησυχάσω δε μ' αφήνει
πότε τρύπα πότε ψάρι
δε μου κάνουνε τη χάρη

Όταν δεν μπορώ, το θέλω
κι όταν το μπορώ, δε θέλω
Πώς να παίξω τον Οθέλλο
με καουμπόικο καπέλο;
Κρέας μπαίνει, κρέας βγαίνει
η ζωή μας ακριβαίνει
Ζήτω η παχυσαρκία
τα πολύ χοντρά αστεία

Τίποτα, τίποτα δεν έχω να σου πω
Τίποτα, τίποτα, είναι όλα στο κενό
Τίποτα, τίποτα, μια τρύπα στο νερό

Θέλω να σε κάνω τέρι, να σε βγάλω στο πανέρι (από Khan, 29/07/09)(από Khan, 29/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified