Οι όρχεις. Χρησιμοποιείται συνήθως κατά την σεξουαλική πράξη.
- Έλα τώρα μωρή. Γλύψε μου και τις μπάλες να γουστάρω!
Οι όρχεις. Χρησιμοποιείται συνήθως κατά την σεξουαλική πράξη.
- Έλα τώρα μωρή. Γλύψε μου και τις μπάλες να γουστάρω!
Got a better definition? Add it!
Το γκομενάκι.
- Μάριε, Αντώνη... Που πάτε τέτοια ώρα;;;
- Πάμε για πιπίνια, μάνα...!!!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Η πόρνη. Μπορεί να λειτουργήσει και ως ευφημισμός. Επίσης, μεταφορικά για μια γυναίκα που δεν είναι πόρνη με την κυριολεκτική έννοια, αλλά επιδεικνύει πολύ επαγγελματισμό στο σεχ ή είναι πολύ εύκολη ή γνωρίζει όλα τα τερτίπια τα σεξουαλικά. Η συχνότερη φράση, όπου χρησιμοποιείται είναι το πέσαμε σε επαγγελματία, που συνήθως λέγεται με χαρμολύπη, χαρά γιατί το μεναγκό κάνει καλό σεχ ή είναι πολύ εύκολο, λύπη γιατί υποθέτουμε ότι αυτά τα αεροπλανικά δεν τα έχει κάνει μόνο με εμάς, ούτε και πρόκειται να τα κάνει μόνο με εμάς.
- Μωρή μαλακισμένη, σ' έχουνε γαμήσει τέτοια ώρα;
- Γιατί, τι ώρα είναι;
- Κατάλαβα, πέσαμε σε επαγγελματία....
(εδώ).
Το σεξ είναι πολύ σημαντική υπόθεση για να το αφήνουμε σε ερασιτέχνες...
(Μότο ζωής μπουρδελιάρη λάτρη επαγγελματιών).
Got a better definition? Add it!
Δεν μιλάμε για την εταιρεία Μικρομαλάκιον και τα παράθυρά της, αλλά για το πεουλίνι που είναι μικρό και μαλακό και ωσεκτουτού δεν κάνει καλά την δουλειά του. Νταξ, σεφερλιά, αλλά λέγεται.
Πάσα: Νακοβία.
- Είναι κρίμα να τραβά τέτοιο κορμί ο Microsoft, πρέπει να έρθει από μας η κοπέλα, να δει λίγη χαρά στα σκέλια της.
Got a better definition? Add it!
Ο ιδιαίτερα ικανός και ενεργός, ίσως και ακούραστος, σεξουαλικά άντρας.
Εγώ φίλες θέλω γυναίκα να αντέχει πολλές ώρες στο κρεβάτι, όλη τη νύχτα αν χρειαστεί! Είμαι καραφωτιάς εγώ!
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται συχνά ως συνώνυμο του αρχίδια. Ιδίως σε δύο περιπτώσεις:
Για την πεολειχία υπάρχουν οι εκφράσεις ρουφάω τα νεφρά ή καθαρίζω τα νεφρά τινός, που σημαίνει ποσότητα πεοθηλασμού τοσούτην, ώστε να εκκενωθούν τα μπαλάκια του εραστού.
Έχω νεφρά ως συνώνυμο του έχω αρχίδια, δηλαδή είμαι πολύ άντρας, γενναίος, έχω κορασόν.
Είναι αξιοσημείωτος ο συμφυρμός μεταξύ των δύο διαφορετικών σετ από μπαλάκια, που εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες του οργανισμού, όπως επίσης ότι κττμγ τα νεφρά θεωρούνται σύμφωνα με μια πρωτόγονη ιατρική αντίληψη ως έδρα σημαντικών ζωτικών δυνάμεων.
Got a better definition? Add it!
Η μάνα του Μήτρου. Και του Μητρούση. Και του Κίτσου η μάνα κάθονταν στον λάκκο με τις πούτσες. Γενικά η γυναίκα που θέλει να έχει συνέχεια κάτι μέσα στη μήτρα βαθιά, η μητρομανής/νυμφομανής, η λυσσάρα που χρειάζεται ένα στρατόπεδο φαντάρους για να την ικανοποιούν και που, αν έκανε παιδιά με τον ρυθμό που θέλει πήδημα, θα γινόταν μάνα πολλών λόχων και μάλιστα στην κυριολεξία. Ξεπατώστρα του άντρα της και χαρά του κουμπάρου, του ηλεκτρολόγου, του υδραυλικού, του γείτονα και όλων γενικά των αρσενικών γύρω της, εντελώς ανεπηρέαστη από αλεξικέρατο οποιουδήποτε είδους.
- Πω ρε φίλε, πήγα χθες στο σπίτι εκείνης της βυζαρούς... Σιλικόνη φουλ... Στο δίλεπτο της είχα βγάλει τα ρούχα και για τρεις ώρες γινόταν το έλα να δεις, τσόντα σκέτη η γκόμενα! Τα έκανε όλα, τελείωσε καμιά τριανταριά φορές και ήθελε κι άλλο!
- Τι λες ρε μαλάκα! Και άντεξες τόση ώρα να γαμάς;
- Έπεσε και δάχτυλο πολύ... Και τα πέντε δάχτυλα για την ακρίβεια! Δεν γινόταν αλλιώς, αυτή θέλει δέκα για να την κάνουν καλά ρε!
- Άπαπα, τι μητρομάνα είναι αυτή!!
(από αγγελία)
«eimaste treis filoi penintarides psaxnoume mia ginaika mitromana gia partouza .
tha prepei na antexeis poli to pidima giati kai oi treis eimaste barbatoi .
na eisai etoimi gia kseskisma apo pantoy.
i ilikia den exei simasia simasia exoun oi antoxes soy.
den einai toso efkolo prepei na eisai axortago kai etoimi gia ola.»
(από επικολυρικό ποίημα)
«Τα χείλια σου τα κόκκινα, που μοιάζουν σαν μπουμπούκι
θέλουν κι αυτά να γαμηθούν, με 'να καλό τσιμπούκι.
Τρόποι υπάρχουνε πολλοί, όρια και Sex να ζήσεις
είναι στο χέρι σου, αν θες, τη καύλα σου να σβήσεις.
Αν δεν σε φτάνουν όλα αυτά, του γαμησιού τα πλάνα τότε,
με συγχωρείς κυρία μου, θα είσαι μητρομάνα.
Για συμβουλή σου συνιστώ, να ψάξεις αραπάδες
ν' ανοίξει η μουνάρα σου, με τέτοιους ψωλαράδες»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όρος της μπουρδελιάρικης ιδιολέκτου. Προκύπτει από τα στρίπερ (stripper), τρύπα και τρίπα- τριπάκι. Πρόκειται, επομένως, για την χορεύτρια σε στριπτητζάδικο, το παιδί του σωλήνα. Γράφεται και ως τρύππερ, τρίπερ, τρίππερ.
Κατ΄ αρχήν, ανταποκρίνεται στην ανάγκη χάλκευσης ενός όρου που να αντιστοιχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Το γαλλικό στριπτιζέζ είναι μπαμπαδοπαππουδισμός που θυμίζει Belle Epoque και Toulouse-Lautrec. Το stripper είναι αμερικλανιά που θυμίζει Demi Moore και Las Vegas. Παραπέμπει σε κιτσογκλαμουράτο αφραπάζ με βλαχάρες Αμερικάνες σιλικονάτες, και όχι στο περιβάλλον φτωχού πλην τίμιου φραπενέ με βιοπαλαίστριες που μοχθούν για το φραπέ ημών το επιούσιον (μιλάμε εξάλλου για τελείως διαφορετικούς σωματότυπους από τα αμερικανικά ευαγή ιδρύματα, συνήθως κυριαρχούν ουκρανάιζερ και τσοκολάτες και όχι οι Αμερικλανοειδείς μπαγκατέλες). Βεβαίως το χορεύτρια είναι υπερβολικά ευφημιστικό, το λικνιτζού λόγιο και το παιδί του σωλήνα άβολο. Οπότε έχει πλέον καθιερωθεί ως κυρίαρχος όρος το τρύπερ, τουλάχιστον στο γνωστό μπουρδελοσάη.
Δεν μπορώ να αποφύγω την ντιριντάχτα προσπέλαση του όρου. Όταν η στρίπερ ορίζεται ως φραπεδιάρα ορίζεται από αυτό που προσφέρει, από την ανάγκη ή, έστω, την κατάφαση. Όταν ορίζεται ως τρύπερ ορίζεται από αυτό που δεν προσφέρει, από την ουτοπική επιθυμία.
Πράγματι, η τρύπα είναι το μόνο που δεν προσφέρει μια στρίπερ. Μπορεί να επιδαψιλεύει φραπέ, ποδοφραπέ, βυζομαλακία, σε οριακές περιπτώσεις μπουκιτσί (με την κρίση βέβαια όλα επαναδιαπραγματεύονται), γκουφουέ γλωσσόφιλα, και γενικά να βγάζει μια διαθεσιμότητα σε όλο το σώμα πλην του αιδοίου. Συνήθως, αν δεν πρόκειται για full nude ούτε καν το δείχνει. Το αιδοίο της κωλοτριβάδος, λοιπόν, καθίσταται κυριολεκτικά η μαύρη τρύπα, που ρουφάει αλλά και συνιστά την αλυσιτελή και πολυδάπανη επιθυμία του στριπτητζόφιλου. Με όρους του Roland Barthes, θα έλεγα ότι το φραπέ είναι το studium, ενώ η τρύπα είναι το punctum της λικνιτζούς, η οποία ορίζεται από την ουτοπία (γαμήσι με στρηπτιτζού) την πυροδοτούσα το τριπάκι της διαλεκτικής της επιθυμίας.
Για τον Έλληνα αγαπούλη, πρόκειται πραγματικά για τριπάκι και όχι μόνο για χαβαλέ ή για κολακεία του ανδρικού εγωισμού, όπως στην Εσπερία, ή για μπριζόλιασμα όπως αλλού. Ο Έλληνας κυνηγάει την τρύπα της τρύπερ και αυτή έχει εκπαιδευτεί σε μία διαλεκτική όπου πάντα τάζει όλο και κάτι περισσότερο για να κρατάει τον αγαπούλη στην πρίζα, ενώ η τρύπα ολοένα και αναβάλλεται. Νταξ μπορεί και να γαμήσεις στρηπτιτζού αν είσαι ωραίος, πλούσιος και στυλάτος, όπερ άτοπον, γιατί τότε δεν θα είχες πατήσει στο φραπενείο ιν δε φερστ πλέης. Ή αν την πρήξεις τόσο πολύ, ώστε στο τέλος αυτή (και το μαγαζί από πίσω) να ενδώσει στο στυλ, «άντε να σου κάτσω, να δούμε ρε μαλάκα επιτέλους τι θα καταλάβεις», όπερ ξυνουσία τις ξινή. Ο αμετανόητος, ωστόσο, στρηπτιτζόφιλος δεν χαλιέται, αφού η τρύπερ του έδωσε το ωραίο τριπάκι (για να παραφράσω τον Καβάφη). Υπάρχει, εξάλλου, πάντα και το Μετάξι για σβήσιμο.
Καβουρευθέντα στον βούρκο εγκρίτου μπουρδελοσάη:
- Τρύπερς, η λέξη τα λέει όλα. Τα λοιπά περί νύχτας, μέρας, απογεύματος, κατηγορίες, λίγκες κλπ τα προσπερνώ. Πληρώνονται για να δείχνουν κώλο και βυζιά (και παραπάνω...), το ίδιο κάνει είτε το κάνουν 3 χρόνια ή μέσω πρακτορείου και δίμηνα ανά περιοχή.
οι τρυπερ σου βγαζουν τα κυνηγετικα σου ενστικτα..
ως γνωστον του κυνηγου & του ψαρα το πιατο,σπανιως γεμιζουν..
προφανως εχεις μπουκωσει απο την ελλειψη τρυπεροθεαματος..
οχι ρε..το εχω κοψει πλεον..εχω κανει ταμα στην αγια τρυπερ την σωληνου,να ξαναγαμησω οταν ξανασηκωσουμε κουπα..
άντε μη σε βάλω κ πληρώσεις κ τα τρυπεροκεράσματα...(τα σεμνά..μη φοβάσαι, δε θα σε φαληρίσω...
Got a better definition? Add it!