Selected tags

Further tags

Yet another υποκοριστικό το προσφιλούς σε όλους και όλες μουνιού, κείνου που μας τρώει, κείνου που μας σώζει.

1.
- Για μουνέλα φόρα παρτίδα στην αμμουδιά.

2.
- Ένα µουνέλο όλο µέλι!... Ένα µουνάκι θαύµα!

3.
- Εντάξει, η κοπέλα ήταν μέτρια εμφανισιακά, με όχι τόσο καλές υποκριτικές ικανότητες και ευρύ(χωρο) μουνέλο. Από την άλλη ήταν ευχάριστη...

4.
- το τριχωτό του άγγελου μουνέλο

5.
Ἀμέσως, ἕνα καταρρακτῶδες, ἠλεκτρικὸ κῦμα ἡδονῆς ξεκίνησε ἀπὸ το κεφάλι τῆς Σελὶν καί, ἀφοῦ διέσχισε τὸ κορμί της κάθετα, ἐκτονώθηκε βίαια στὸ στενὸ καὶ τρυφερὸ μουνέλο της μὲ ἕνα χειμαῤῥῴδη ὀργασμό, ποὺ τὴν ὑποχρέωσε νὰ σπαρταρᾷ σὰ καμακωμένη ζαργάνα, καθὼς μούγκριζε ἀκατάληπτα καὶ ἀνίερα λόγια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσιμπουκλού εις την σλανκολογιοτατικήν αργκό του Ανδρέα Εμπειρίκου.

Εκ της ψωλήςκαι του λείχω.

- Ο Γκρεγκουάρ πανευτυχής και καυλοπυρέσσων, αναστενάζων και λαγνοβοών από τήν µεγάλην ηδονήν που εδοκίµαζε, ευρίσκετο εις τόν Παράδεισον και, καµµύων τούς οφθαλµούς του, έλεγε εις τήν ξανθήν ψωλογλειφίδα λόγια αισχρά, αισχρότατα, ανάµικτα µε τρυφεράς εκφράσεις και επαίνους.

- Κάθε λεπτόν που παρήρχετο έφερνε τόν Αιµίλιον Μπερτιέ και τήν χαρίεσσαν ψωλογλειφίδα πλησιέστερα προς τήν επιδιωκοµένην περιπαθώς ευτυχή έκβασιν.

- Η αγγελική ψωλογλειφίς, καταφανώς εν διεγέρσει πάλιν διατελούσα, εξηκολούθησε με αύξουσαν ζέσιν τήν τρυφεράν της πράξιν.

(όλα από τον «Μέγα Ανατολικό» του Ανδρέα Εμπειρίκου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά σε άτομο που (δέχεται να) κάνει πρωκτικό σεξ.

- Η Μαρία τραγουδάει Πάριο.
- Άντε ρε δεν της το 'χα.

Διαδόθηκε πολύ ύστερα από αυτό το σχόλιο του Θανάση Χειμωνά στο Φέισμπουκ. (από Khan, 26/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηθενιά που επικαλείται το μέλος μιας παρέας που έχει ξεπεράσει κάθε όριο ευπρέπειας/σεβασμού και έχει βουτήξει για τα καλά στο τέλμα της χυδαιότητας στην επικοινωνία των μελών της, πλην όμως προσποιείται πως κάπου τραβάει μια γραμμή.

Συνήθως δεν λέγεται κυριολεκτικά, αλλά ειρωνικά σε κάθε ευκαιρία.

–Τι θα φας σήμερα;
–Μου έστειλε ένα γιουβετσάκι η μάνα μου—
–Όχι μάνες.

–Ναι, ρε φτωχόπουστα, κάτσε άνεργος να περιμένεις το μάννα εξ ουρανού—
–Όχι μάνες.

–Πήγα να ανοίξω τον υπολογιστή και είδα πως μου κάηκε η μητρική, γαμώ τον Χ—
–Όχι μάνες.

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα νοσοκομεία η απλή αδερφή (νοσοκόμα) λογοδοτεί και υπάγεται στην δικαιοδοσία της προϊσταμένης ορόφου, της αρχι-νοσοκόμας που είναι υπέυθυνη για την ομαλή νοσηλεία των ασθενών ενός ορόφου ή τομέα του νοσοκομείου.

Κατ'αντιστοιχία λοιπόν, η απλή αδερφή δεν φτουράει μια μπροστά στην προϊσταμένη ορόφου. Μιλάμε για την αρχιαδερφάρα, τελειωμένη, κραγμένη, gay over, ξεφωνημένη, τρίπουστα, αδελφή του ελέους, καταπιόλα, τελειωμένη μέχρι το στρίφωμα.

Οι απλές αδερφές απλά κάνουν στην μπάντα και παίρνουν μαθήματα όταν η προϊσταμένη ορόφου επιτελεί έργο. Εντός και εκτός νοσοκομείων.

Συναντάται και ως σκέτο προϊσταμένη.

  1. (ενδονοσοκομειακή χρήση) Από το δωμάτιο σας μπορείτε να επικοινωνείτε με την Προισταμένη του Ορόφου πατώντας το κόκκινο κουμπί της τηλεφωνικής συσκευής του δωματίου σας. εδώ.

2.i (εξωνοσοκομειακή χρήση) -Ααααπ δε τα σηκώνει αυτά ο Ψινάκης. Άκου πρωτοπαλίκαρο!
-Ε μα ναι! Από προισταμένη ορόφου να καταλήξει πρωτοπαλίκαρο;;; Ε όχι! Έχει και ένα επίπεδο! εκεί

2.ii (εξωνοσοκομειακή χρήση) αλεξανδρος (πουσταρα, κραγμενη, αγριοπουστα, αδερφαρα, προισταμενη οροφου, τρελη, που να του αρεσουν τα ντραγκ σοου και να βαφει τα νυχια. παραπέρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιά μουσικής προέλευσης για να δηλώσει μεταφορικά τον άντρα που έχει μεγάλη έκταση όχι στη φωνή αλλά στο μουνί, ήτοι κυνηγάει με επιτυχία και τις χαμηλές ηλικίες (πιπίνια, λολίτες, καυλάκια), αλλά και τις υψηλές (μιλφάρες, μιλφομάνες ή και τζιλφάκια αν είναι κοντρατενόρος). Πρόκειται για έναν άντρα τ. γαμεί ό,τι κινείται: και μανιώδης πιπινοκυνηγός λολιτοφάγος με τις μικρές, και μερακλής στρατηγός Μιλφιάδης με τις μεγάλες. Συχνά, φευ, καταλήγει ως πεθεραστής, δηλαδής κυνηγά barely legal νυμφίδιο με κίνδυνο να κατηγορηθεί ως παιδεραστής, πλην όχι για αυτήν, αλλά για τη φουκαριάρα τη μάνα της, κινούμενος από την ελπήδα της πεθεραστίας.

- Μπέντζαμιν Μπάτον ο Κώστας. Παλιά του άρεσαν οι ώριμες και γοητευτικές αντάρες. Όσο μεγαλώνει, όμως, πάει όλο και πιο χαμηλά στις προτιμήσεις του.
- Δεν αφήνει, όμως, και τις αντάρες.
- Ναι την έχει δει τενορομπάσος κιέτσ'.
- Αφού μπορεί.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που σκέφτεται περισσότερο με το γεννητικό του όργανο παρά με το κεφάλι του. Γενικότερα όταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον ανόητο που κάνει συνέχεια γκάφες η που έχει χαμηλή νοημοσύνη.

Χρησιμοποιείται και ειρωνικά για όσους αυνανίζονται συχνά (για αυτούς που ασχολούνται υπερβολικά με το πετσάκι του πέους τους)

Ρε πετσάκιας είσαι, όλη μέρα πορνοταινίες στο διαδίκτυο κάθεσαι και βλέπεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γνωστή πράξη της πεολειχίας με εξτραδάκι την χρήση μαντιλιού να αγκαλιάζει και να τρίβει με περιοδικές κινήσεις τη βάση του πέους. Καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται με τη χρήση μαντιλιού Hermes η έστω Luis vuiton...

Και την είπα τη Τζένη, μαντιλόπιπα μόνο με μεταξένιο μαντίλι. Μου 'κάνε εγκαύματα στον πούτσο με το πλαστικό Hermes που πήρε απ´ το πανηγύρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο τύπος που πηδάει σούπερ γκόμενες.

  2. Γαμώ υπέροχα.

  1. Είδες ο Γιαννάκης τι θεογκομενάρα έριξε πάλι. Είναι σουπεργαμάω ο τύπος.

  2. Την σουπεργάμησες πάλι την Ελενίτσα χθες βράδυ. Σας άκουσε όλη η πολυκατοικία.

(από Khan, 30/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για μεγάλο καβλιάρη που τον ακουμπάει όπου βρει όταν του δοθεί η ευκαιρία.

- Ρε Μήτσο,τι τρέχει με τον Γιώργο; Την περασμένη βδομάδα τον είδα να σαλιαρίζει
με ένα μελαχρινό θεόμουνο, και χθες τον πέτυχα τυχαία σ΄ένα μπαρ με μια
κακάσχημη. Πάει καλά;
- Ο Γιώργος, Νίκο παιδί μου,δεν είναι σαν και εμάς. Γαμεί ό,τι κινείται

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified