Η εντυπωσιακή, προκλητική, πρόστυχη και λάγνα θηλυκή ύπαρξη.

- Καλά χτες στο μπαράκι γνώρισα μια βρωμερή. Ήθελα να την δαγκώσω σου λέω. Αλλά με περίμενε η δικιά μου στο σπίτι...
- Άστο φίλε, γενικά κυκλοφορεί πολλή βρωμιά εκεί έξω τώρα που καλοκαίριασε. Πόσο να αντέξει ένας άντρας;

Dirty Girls - Courtney Love  (από tryager, 29/07/10)Το «Subbacultcha» απο Πίξιζ. (από vikar, 29/07/10)(από GATZMAN, 31/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπερβολικά άσχημη με μια δόση δυσωδίας.

Και να με πλήρωναν δεν θα πήγαινα μ' αυτή τη βρωμομούνα!

Βλ. και βρωμόμουνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κατά κανόνα βρωμόσκυλο που συμμετέχει με μεγάλη χαρά σε κάθε είδους μουχαμπέτι. Είθισται να έχει ύψος άνω του 1,70, αδύνατο σώμα και έντονα χαρακτηριστικά προσώπου (σκυλί). Πολλές φορές είναι τόσο βρωμερά που δεν κάνουν ούτε για μουχαμπέτι.

- Ρε γέμισε η Θεσσαλονίκη βρωμόμουνα! Έλεος!
- Η παναγιά μαζί σας!
- Παναγία τριάς ελέησον ημάς!

Βλ. και βρωμομούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το θράσος που επιτρέπει η σημερινή καταχώριση, ρισκάρω ένα νεογνό αυτοσχέδιο λήμμα. Προέκυψε από ένα σύμπτωμα το οποίο συζητείται εδώ και μέρες, στα σχόλια εδώ. Στην κρίση και στην χρήση σας, ωσεκτουτού.

Γαμησομασχάλης λοιπόν, είναι ο φετιχιστής γαμιάς ο οποίος τη βρίσκει με τις μασχάλες της/του παρτενέρ του –αυτά είναι!. Είτε για προκαταρκτικά ή για την τελική φάση, η αμασχάλη του ετέρου ημίσεος είναι το πεδίο δράσης του φετιχιστού.

Μα τον γούγλη! –που με έβγαλε ασπροπρόσωπη, θεματικά τουλάχιστον:

[I]α. Σεξ στη Μασχάλη: Πρόκειται για κείνους που αρέσκονται να κάνουν σεξ στη μασχάλη. Αλλιώς την ονομάζουν και «Τσεπάκι του Παραδείσου».

β. Εχετε σεξουαλικα φετιχ και αν ναι τι;
Εγω εχω με τις πατουσες !!
Ο κολλητος μου με τις μασχαλες!!![/I]


Το κόπυράιτ μεν δικό μου, αλλά η έμπνευσις από τον αναγραμματισμό του Γκάτσειου λήμματος που περιμένει την τύχη του στο ΔΠ.

Βρε τον Γιαννάκη τον γαμησομασχάλη... Από το πολύ τρίψιμο, του συγκάηκε ο πέοντας του μαλάκα... φαίνεται η γκόμενα είχε ξηγηθεί ξυράφι κι όχι χαλάουα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της αντρίλααας... Ψεκάζω κάβλα, ανάβω.
Δοσμένο εξαιρετικά από τον Τάκη Ζαχαράτο - εύσημα στον καλλιτέχνη.

- Σήμερα καβλοψέκασες (!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα ελευθέρων ηθών.

Φέρε κανά καρακλανίδι στο πάρτυ να γουστάρουμε.

Got a better definition? Add it!

Published

Η πολύ κοντή γυναίκα, τόσο κοντή, που όταν κλάνει σηκώνεται σκόνη Πηγή: ανώνυμος θεσσαλονικιός ταξιτζής.

Άιντε μωρή κλανοσκονίστρα, το μίνι σε μάρανε!

βλ. και σκων' σκον'

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παγκοσμίου φήμης σκηνοθέτης με τάση προς στην κοπρολαγνία.

Εκ του Francis Ford Copprola.

- Γάμησε με από κώλο και μετά έλα να σου γλείψω την τσαπού.
- OMG ρε Κόπρολα!

(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψευτόμαγκας που κάνει τον καμπόσο εκεί που τον παίρνει.

Κοίτα να δεις που μόλις τα βρίσκει δύσκολα γίνεται λούης, ο κουραδόμαγκας.

Γιά μάντεψε σκατόμαγκα, ο κώλος μου τί μυρίζει», Θανάσης Παπακωνσταντίνου, «Καντηλανάφτης» (1993) (από vikar, 17/08/11)

βλ. και κουραδόμπεης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ μπουχέσας.

Είσαι σαν κουραδομηχανή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified