Further tags

Συνοψίζοντας προκειμένου να μη λείπει αυτό καθαυτό το λήμμα απ’ τη συλλογή.

Α. Το πέος, κι όλα τα σχετικά αυτού, με συναφέστερο όλων την ψωλή (βλ και σχ. του HODJAS).

Εξού και τα:

  1. «Τραβάω μια ξερή», που σημαίνει ό,τι και το «τραβάω μαλακία» κι όλα τα συναφή, (αναφορά, και εδώ).

  2. «Έμεινε/τον άφησε με την ξερή στο χέρι», που σημαίνει πως πήγαινε για γαμήσι, αλλά κάτι πήγε στραβά (μπορεί να έφαγε χυλόπιτα αλλά όχι απαραίτητα) κι ο στόχος δεν επετεύχθη (μπορεί και στο παραπέντε). Και φυσικά, με πιο ευρεία έννοια, σημαίνει τη μεγάλη απροσδόκητη απογοήτευση / ξενέρα για ο,τιδήποτε.

Ακριβώς όμοιο με τα έμεινε με την ψωλή στο χέρι, έμεινε με τον πούτσο/ το πουλί /καυλί στο χέρι. Πολύ κοντά το: «Έμεινε / τον άφησε στα κρύα του λουτρού».

Β. Το γνωστότατο χαρτοπαίγνιο. Αναφορές γίνονται στα: ξερός σχ. panos1962, δεν κόβει ούτε με βαλέ, καμάντσο, χαρτωσιά, το δέκα το καλό σχ. acg, πατινή βλ. σχ.

Α.1. Βρε δενν πα να τραβήξεις μια ξερή να ξεθολώσεις λέω ‘γω, μπας και συγκεντρωθείς να τελειώσουμε καμιά δουλειά; Άντε, γιατί η αγαμία σ’ έχει χτυπήσει στο κεφάλι μου φαίνεται.

Α.2. «Κι εκεί που θα βάζαμε υπογραφές και το ‘χα για τελειωμένο, γκρεμίζεται το γαμημένο το χρηματιστήριο και ‘μείναν όλοι άνευροι κι εγώ με την ξερή στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί στην σημερινή γλώσσα να σημαίνει ότι κάνω κάτι χωρίς συνέπειες, αλλά προήλθε από την τύχη κάποιου να την βάλει μέσα στον γυναίκειο πρωκτό και να την βγάλει καθαρή.

Βλ. και τη σκαπουλάρω.

  1. - Τελικά πάλι καθαρή την έβγαλες...
    - Νομίζεις... 5 μέρες κράτηση έφαγα...

  2. Καλά μιλάμε χθες πήγα και γάμησα μια βρωμοκώλα και την έβγαλα καθαρή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λαμόγιο ή και λαμόγιας, είναι συνώνυμο του απατεώνα ή κομπιναδόρου.

Η λέξη προέρχεται από το ιταλικό «la moglie» (λα μόγιε - η γυναίκα), και συγκεκριμένα από τους χαρτοπαίκτες της Νάπολης. Όταν κάποιος απο αυτούς κέρδιζε και ήθελε να φύγει από το τραπέζι για να μη χάσει πάλι τα λεφτά του, έλεγε «la moglie, la moglie», ότι τον φώναζε δηλαδή η γυναίκα του, και τα έπαιρνε κι έφευγε.

Πω ρε πούστη, πάλι μ' έκλεψε στα ρέστα αυτό το λαμόγιο στη λαϊκή!

moglie (από GATZMAN, 16/11/10)Le Carte Nnapoletane (από HODJAS, 17/11/10)

Βλ. και λαμόγια, moya.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται από συφιλιασμένους ταβλαδόρους μετά τη γκαντεμοζαριά. Σημαίνει φέρνω μεγάλη, μικρή ζαριά αντίστοιχα.

Συνοδεύεται συνηθέστατα από ηχηρό πλατάγισμα από πούλια πάνω στην τάβλα και μπόλικα μπινελίκια για την τύχη του παίχτη και την κωλοφαρδία του αντιπάλου.

(Ασσόδυο) - Δε μακροκατουράει το γαμημένο, γαμώ την παραμάνα σου γαμώ!! (ΤΣΑΑΚΚ!! ΜΠΑΜ!!)
- Θα 'χει προστάτη ΚΙ αυτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος /-α που έχει γεμίσει με πολλές τρύπες.

Μερικές υποπεριπτώσεις:

  1. Κάποιος που έχει φάει πάρα πολλές σφαίρες. Λέγεται σαν γκανγκστερική απειλή: «Θα σε κάνω σουρωτήρι». Σε μη πραγματικές συνθήκες χρησιμοποιείται και από gamers. Βλ. και θα σε γεμίσω κουμπότρυπες, ράβω.

  2. Κάποιος που έχει κάνει πολλά piercing. Υπάρχει και η έκφραση γκόμενα- σουρωτήρι.

  3. Στα ομαδικά αθλήματα (ιδίως ποδόσφαιρο και μπάσκετ) μια διάτρητη άμυνα ή το τέρμα του τερματοφύλακα, ή συνεκδοχικώς, ο τερματοφύλακας.

  4. Παρ' όλο που δεν στέκει ακριβώς (πολλές τρύπες), σουρωτήρι χαρακτηρίζεται ενίοτε και ο πολυγαμημένος κώλος, ιδίως σε υβριστικές απειλές τ. «θα σου κάνω τον κώλο σουρωτήρι».

  5. Θεσμοί, διαδικασίες που είναι διάτρητοι ως μη έδει. Λ.χ. νομοθεσία, σύνορα, σφράγιση θεμάτων σε εξετάσεις κ.τ.ό.

  1. Ίσως το καταλάβουν μόνο αν τους απειλείσεις ότι θα τους κάνεις σουρωτήρι έτσι και ξαναπεράσουν τα σύνορα παράνομα (εδώ)

  2. δυστηχως δεν με συγκινει καθολου η ιδεα πλεον να κρυβομαι πισω απο αντικειμενα προκειμενου να φαω καποιον αθορυβα, προτιμω να ερχομαι face 2 face και να τον κανω σουρωτηρι αδιαφορωντας αν θα χτυπησει συναγερμος (εδώ)

  3. Γυναίκα- σουρωτήρι: Η Elaine Davidson μπήκε στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες γιατί έχει επάνω της 6.005 σκουλαρίκια από τα οποία τα 1500 είναι βαλμένα σε εσωτερικές κοιλότητες!
    (εδώ).

  4. Το αποτέλεσμα είναι οτι από το 70' και μετά παρουσιάσαμε μια μεσαία γραμμή Ελβετικό τυρί και μια άμυνα σουρωτήρι που έμπαζαν από παντού (εδώ).

  5. ΟΣΟ ΜΕ ΚΟΙΤΑΖΑΝ ΚΑΥΛΩΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΠΕΡΝΑ ΚΙ ΕΓΩ ΣΤΗΝ ΚΡΑΝΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΕΓΑ ΟΤΙ ΘΑ ΤΗΣ ΚΑΝΩ ΤΟΝ ΚΩΛΟ ΣΟΥΡΩΤΗΡΙ (εδώ)

  6. Ελλήνων αφύπνιση. Σουρωτήρι η νομοθεσία από τον κάθε επιτήδειο (εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το γεμάτο ζάρι, λέγεται και καραγκιοζάκι.

  1. ... έχω μια μεγάλη ρέντα κι όλοι οι μάγκες απορούν
    και στη τσόχα καραγκιόζη
    ψάχνουν άδικα να βρουν...

(στίχος από το λαϊκό άσμα «Μεσ' στον πράσινο το μύλο»
του Μπάμπη Μαρκάκη).

(από iwn, 31/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ζάρια στο μπαρμπούτι.

Φέρ' τα κόκαλα ν' αρχίσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άθρωπας που έκαψε το νεοχιτώνιό του στην προσπάθεια του, να εμπεδώσει επικερδείς, το μάλλον ή ήττον, έννοιες μέσω αριθμολογίας, astrolozy, I ching, και άλλα συναφή μη εναλλάξιμα.

- Τυχαίο; Δε νομίζω!!
- Πάνε ρε επέρα, ρόιδα του λότο, κίνο κλπ κλπ, που σου έχουν αποφλοιώσει τον εγκέφαλο ελπίδα και αριθμολογία. Δε πα να σε πατήσει νταλίκα με ρυμούλκα, σημασία δε θα δώσεις.

Για την πλήρη κατανόηση του ορισμού είναι απαραίτητη η αναφορά στο σχόλιο του allivegp παρακάτω και μάλλον και στα links.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τεσσάρες των ζαριών.

Στο απαγορευμένο τυχερό παίγνιο μπαρμπούτι αξιολογούνται ως κακή ζαριά, ζαριά που χάνει.

Μεταφορικά οι ατυχίες, οι αναποδιές.

Από το τούρκικο dort=τέσσερα.

...φέρε και καμμιάν εξάρες
φτάνουν πια ντόρτια και δυάρες φτάνουν πια τόσοι καυμοί...

τραγουδάει στη ζωή, ο αείμνηστος σερ Μπιθί.

(από iwn, 23/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στέλεχος ή ο υποστηρικτής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είτε ξένος είτε εγχώριος. Και γενικότερα όποιος πιστεύει ότι «ένας δονητής μας χρειάζεται» κατά το «ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται» ή «αν δεν υπήρχε δονητής θα έπρεπε να τον εφεύρουμε». Συχνά το βλέπουμε στην πάγια φράση Βρυξελλιώτες και Δουνουτάδες, όπου πρόκειται για δύο αλληλοπεριχωρούμενες/ αλληλεπικαλυπτόμενες πλην διακριτές οντότητες, όπως λέμε κλέφτες κι αρματολοί ή Γραμματείς και Φαρισαίοι ένα πράμα. Ήτοι, ενώ και οι δύο είναι υποστηρικτές των κουτόφραγκων, ο βρυξελλιώτης διατηρεί κάποιο σεβασμό για τον ευρωπαϊκό θεσμικό πολιτισμό, είναι γενικά πιο ευρωκεντρικός, ενώ ο Δουνουτάς είναι πιο αμερικανάκι και οι φίλοι του τον φωνάζουν Τζέφρι.

  1. Εκείνο το σύνθημα έξω οι Αμερικανοί τι έγινε, πήγε να πάρει οδηγίες;
    Κατά τα άλλα ο Παπαδόπουλος ήλθε από τους Αμερικάνους,οι σημερινοί από ποίους ήλθαν; Ερωτημα μήπως ήταν καλλίτερα με Παπαδόπουλο χωρίς ΔουΝουΤαδες;
    Μέχρι τότε η χώρα δεν χρωστούσε τίποτα, ήλθαν οι κλέφτες και μας τα έφαγαν, ΦΕΡΤΕ ΛΟΙΠΟΝ ΤΑ ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΠΙΣΩ.
    (εδώ).

  2. Σεβαστέ μου Μίκη, [...] Δεν σας κρύβω ότι ένιωσα χαρά και ανακούφιση που βρέθηκε ένας μεγάλος Έλληνας σαν εσάς και όρθωσε το λόγο του στην λαίλαπα των ΔουΝουΤάδων και των εγχώριων υποτακτικών της. (εδώ)

  3. Σύντροφοι ένα είναι το μνημόνιο και πέρασε από την βουλή, μπορείτε να το διαβάσετε και στη γλώσσα των Δουνουτάδων και στην δική μας...σε άλλη γλώσσα δεν μεταφράσθηκε. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published