Λέγεται για αυτούς που κάθονται τόση ώρα και τα ξύνουν, κοινώς τεμπέληδες, ή γι' αυτους που κάθονται επι ώρες μέχρι να τους πρηστεί ο κώλος.

Συνήθεις ύποπτοι: Δημόσιοι υπάλληλοι, πελάτες του Ι.Κ.Α και άλλων υπηρεσιών, δυσκοίλιοι και μη στην τουαλέτα κλπ.

- Χτές πήγα στο Ι.Κ.Α και βλέπω τον Γιώργο που δουλεύει εκεί να κάθεται και να πίνει φραπέ και να έχει μια ουρά ίσαμε το δρόμο!
- Καλά, είναι και αυτός ένας κωλοπρήχτης.....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι και πολύ τσιγκούνης όμως!

Φράγκα+φόνος.

Κανονικά θα σήμαινε ότι κάποιος είναι πολύ σπάταλος και «σκοτώνει», δλδ ξοδεύει τα φράγκα, αλλά έχω δύο εξηγήσεις:

Α: Το λέμε ειρωνικά
Β: Σκοτώνει τον σκοπό των χρημάτων, δλδ να τα ξοδεύσουμε.

(βλ. και φραγκοκίλερ, φραγκοκτόνος, ταλιροφονιάς)

Το λήμμα ήταν μια προσφορά στο δημόσιο πρόχειρο.

Καλά μιλάμε ο Γιάννης πολύ φραγκοφονιάς! Στα γενέθλιά του μας κέρασε γκαζόζες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απ' ότι ξέρω, ο μπουλκουμές είναι ένας άλλος χαρακτηρισμός του πέους, κοινώς πούτσος. Προέρχεται από τον μπούλο και από μια κατάληξη που δεν γνωρίζω την καταγωγή της.

Το λήμμα ήταν μια προσφορά στο δημόσιο πρόχειρο.

Λοιπόν Κωστή αν θες μου λες
τι να 'ναι τάχα ο μπουλκουμές.

"Αμέρικαν κλαρινέ" το λέει ο Μπουγάς. (από Khan, 28/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατινικής καταγωγής γυνή που είναι και άσχημη και όμορφη, και τραγουδάει και είναι ηθοποιός, και είναι ατάλαντη και είναι διάσημη με εκατομμύρια. Μια άλλη δύναμή της είναι να ελέγχει τα μυαλά κοριτσιών και αγοριών αναγκάζοντάς τα να κάνουν ίδιες χορογραφίες με αυτή, να τραγουδούν στον ίδιο τόνο και ταυτόχρονα με αυτή. Άλλη ιδιότητά της είναι να κάνει ξαφνικές εφόδους σε εκπομπές και να τραγουδάει και να ζητάει 200.000 ευρώ για να πάει στην Λάρισα.

- Μετά της χώνω ένα χαστούκι και χτυπάει στην ντουλάπα δυο μέτρα μακριά!
- Σιγά ρε, κατούρα και λίγο! Εσύ κι Patty είστε!

(από Άγης, 19/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος που αναζητώντας ένα ταξί επί ώρες, τελικά το βρίσκει και κάνει υπερβολικά νευρικές κινήσεις για να του τραβήξει την προσοχή.

Αποτέλεσμα: ο ταξιτζής τρομάζει και απομακρύνεται ή τον θεωρεί τρελό και πάλι απομακρύνεται.

- Άντε ρε,γιατί άργησες;
- Δεν έβρισκα ταξί και, όταν το βρήκα, αυτός τράκαρε σε μια κολόνα και έφυγε περνώντας με κόκκινο!
- Αμάν ρε μλκ, έχεις μέσα σου τον ταξιδιώκτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την ερώτηση αυτή την χρησιμοποιούμε για να δείξουμε ότι κάποιος είναι και πολύ μαλάκας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως συνώνυμο του παπούστης.

  1. - Κοίτα κοίτα ρε συ πώς πηγαίνει αυτος! Ή μάλλον αυτή! - Ναι ρε μλκ σαν παπούστης παει!
  1. (διευθυντής)
    - Δεν ακούω κουβέντα νεαρέ!Η αποβολή σου ισχύει! (μαθητής) - Α ρε πούστηριζεται η γη ρε γμτ! (αφού έχει απομακρυνθεί ο διευθυντής)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί στην σημερινή γλώσσα να σημαίνει ότι κάνω κάτι χωρίς συνέπειες, αλλά προήλθε από την τύχη κάποιου να την βάλει μέσα στον γυναίκειο πρωκτό και να την βγάλει καθαρή.

Βλ. και τη σκαπουλάρω.

  1. - Τελικά πάλι καθαρή την έβγαλες...
    - Νομίζεις... 5 μέρες κράτηση έφαγα...

  2. Καλά μιλάμε χθες πήγα και γάμησα μια βρωμοκώλα και την έβγαλα καθαρή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(ρημ. αορ. παθητικής φωνής)

Γκάνιαξα ή Εγκάνιασα.

Χρησιμοποιείται για να δηλώσουμε ότι μια κουραστική εργασία μας έκανε να διψάμε. Χρησιμοποιείται κυρίως από κατοίκους ορεινών περιοχών. Επίσης μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για να δείξουμε πως κουραστήκαμε.

- Κουράστηκες; -Ναί, εγκάνιασα[ να τρέχω γύρω-γύρω....

(από Άγης, 04/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας χαρακτηρησμός του πέους, κοινώς πούτσος.

  1. (Πάνω στην σεξουαλική πράξη)
    - Μη Γιάννη, δεν είμαι έτοιμη...
    - Βρε πάρε τον τσολιά!

  2. - Τι έγινε ρε χθες με το πρόσωπο;
    - Τι να σου λέω! Ο τσολιάς με έβγαλε ασπροπρόσωπο με το θάρρος του!

(από Άγης, 04/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε μια ωραία κοπελίτσα, συνήθως μικρή σε ηλικία, και δεν θέλουμε να την χαρακτηρίσουμε μουνάρα!. Όσοι δεν καταλάβατε το λογοπαίγνιο, πείτε το γρήγορα, δυνατά.

- Ψσσσσστ! Κοίτα πίσω απ' το μπλε αμάξι... - Τι ρε;
- Το μικρό μου νύχι ρε!

(από Άγης, 04/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified