Further tags

Το άτομο που δεν ξέρει τίποτα, το κούτσουρο.

- 124 ευρώ διά 10 άτομα;
- ...
- Πες ρε μαλάκα, αφού είμαι σκράπας στα μαθηματικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τοn γνωστό Κύκλωπα της μυθολογίας. Χαρακτηρισμός για στραβούς, τυφλούς, κυρίως οδηγούς.

- Πού πας ρε ηλίθιε; Δε βλέπεις το STOP; Πολύφημε!

να πα να βαλ\'ς γυαλιά ρεεεεε (από xalikoutis, 20/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφέρεται και γράφεται σα μία λέξη. Σημαίνει... το κέρατό μου, συντομία για γαμώ το κέρατό μου, έκφραση αγανάκτησης, τσαντίλας, θυμού.

- Κλείσε επιτέλους να πάρω ένα τηλέφωνο τοκερατόμου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας, στα κρητικά. Χρησιμοποιείται με την αρνητική έννοια του μαλάκα.

- Κοίτα με έναν γρόθο που έχουμε μπλέξει επαέ πέρα. ©2006(Φυλάκιο Δ.Β. Αστυπάλαιας)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει μουνόπανο. Γράφεται έτσι στον online γραπτό λόγο, χάριν συντομίας. Χαρακτηρισμός με αρνητική χροιά, που αναφέρεται σε κάποιον που επιδίδεται στην πουστιά, που δεν έχει μπέσα.

- Giati banarate ton takis_7654;
- Giati itan mnpn...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χειρότερη. Απο το «χάλι» και «καλλίτερη».

Πολύ χάλι η γκόμενα -- η χαλίτερη του μαγαζιού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δειλός άνθρωπος.

  1. - Ααα ρε κότα λυράτη...

  2. - Θα έρθεις ρε μαλάκα να μιλήσουμε στις γκόμενες, ή θα κάνεις πάλι την κότα;

  3. - Τι μιλάς ρε κότα;

μάγκας ή κότα ; (από xalikoutis, 23/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τράβα και γαμήσου. Μάλλον υπερθετικός του «σύρσου και γαμήσου».

α. (gorgonotaverna.blogspot.com) - Σάλτα και γαμήσου ρε φλώρε που τολμάς και σηκώνεις τα μάτια σου πάνω μου, καράβλαχε.

β. (Λέντης) -Σάλτα και γαμήσου και γάμα και την είσπραξη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψεύτης. Αυτός που λέει μούσια.

α. (www.alfisti.gr) Μην αρχίσετε τώρα να με λέτε φιδέμπορα , αλήθεια λέω , πιστέψτε με!

β. (www.say.gr) Φοβάμαι ότι θα με παρεξηγήσει και θα με περάσει για κανένα φιδέμπορα

(από Hank, 28/06/09)

Βλ. και αρχιδέμπορας, ψωλέμπορας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλέπε κάγκουρας...

Πλακώσαν κάτι πιτσιρικάδες μολυντήρια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified