Further tags

Ιδιαίτερα περιφρονητικός χαρακτηρισμός ανθρώπων χαμηλού αναστήματος, συνέπεια ημιτελούς εκσπερμάτισης. Υπάρχει και η πιο χυδαία παραλλαγή, μισοχυσιά.

- Ο Τάπερμαν εθεάθη να πίνει εσπρεσούμπα στο Da Capo!
- Ρε την μισοριξιά, τον τάπερμαν!

Συνώνυμα: ένα κι ένα milko, μισή μερίδα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεψωλιάρα γυναίκα με αποκρουστικά καυλωτική εμφάνιση, εκ των μουνί και σκυλί.

- Η Amy Winehouse έχει γαμώ τις φωνές.
- Κατά τα λοιπά είναι σαν την Βασιλειάδου νέα με τατουάζ - μουνόσκυλο του κερατά!

(από Khan, 22/02/15)(από Khan, 22/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Ουσιαστικό: Γυναίκα σε απελπισμένη αναζήτηση ερωτικού συντρόφου.

2. Επίθετο: Κατάσταση υστερίας που πλήττει σεξουαλικά ενδεείς γυναίκες.

Εκ των μουνί και λύσσα.

- Γιατρέ μου, είναι σοβαρό;
- Νομίζω ότι μπορώ να σας θεραπεύσω άμεσα, αλλά θα χρειαστούν περαιτέρω εξετάσεις. Παρακαλώ γδυθείτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θλιβερά αξιοθρήνητο άτομο ή ζώο, όταν βλέπεις ένα αλλάζεις πεζοδρόμιο. Αποτελεί τον τελευταίο κρίκο της δια(σ)τροφικής αλυσίδας.

Εκ των κοπρίτης και αλητάμπουρας.

Ασίστ: Vrastagirl.

Εγώ δεν ήμουνα κοπριτάμπουρας, κοπριτάμπουρα μ' έκανες εσύ...

its a doggy-dog world (από Vrastaman, 31/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κακογουστιά στον υπέρτατο βαθμό, στερούμενη ωστόσο της γοητείας που το κιτς μπορεί ενίοτε να επιφέρει (kitsch value).

Παραδείγματα: Οι 4 Εποχές του Βιβάλντι, οι πανταχού παρόντες και πανομοιότυποι πίνακες του Σταθόπουλου και του Μυταρά (με «προσωπικές» μάλιστα αφιερώσεις), κεραμίδια πάνω στους τσιμεντόλιθους, το νυχάκι στο μικρό δάχτυλο για να ξύνουμε και να ξυνόμαστε, τα Cohibas, η ανδρική καδένα φάκα ντόρο, κοκ)

- Άτσα ο Νώντας με την Cayenne και το φυμέ τζάμι!

(από Vrastaman, 06/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται από τους επαρχιώτες για να περιγράψει μια μεγάλη παρέα Αθηναίων. Οι επαρχιώτες βέβαια δεν δυσκολεύονται να καταλάβουν την καταγωγή των πρωτευουσιάνων, καθώς έχουν μεταξύ τους σίγουρα και μερικούς emo, αν είναι νέοι, και μερικούς εκνευριστικούς σπασαρχίδηδες που σχολιάζουν την παραμικρή έλλειψη αθηναϊκης άνεσης που παρατηρούν (ούτε ένα internet cafe ρε γαμώτο δεν υπάρχει σε αυτό το σκατοχώρι;). Γενικά, αν και στα τουριστικά μέρη οι άνθρωποι ζουν από κάτι τέτοιους, δεν έχουν κατορθώσει να τους συμπαθήσουν ποτέ.

- Και εκεί που καθόμασταν ήσυχα ήσυχα στην ταβέρνα του κυρ-Λάζαρου, σκάει μύτη το νέφος και πάει όλη η ηρεμία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Πατρινή εκδοχή του γνωστού χαρακτηρισμού μαλάκας. Χρησιμοποιείται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.

Τον είδες τον μινάρα πως μου χώθηκε πάνω στην προσπέραση; Χαλκομανία θα γινόμασταν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικό για γυναίκα.

Ίσα μωρή πιρόγα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτιμος άνθρωπος, αχρείος, κάθαρμα. Παλαιάς κοπής βρισιά, απειλούμενη με εξαφάνιση. Κρίμα, διότι είναι από τις λέξεις που γεμίζουν το στόμα.

Κερχανατζής αρχικά σημαίνει το αφεντικό οίκου ανοχής, ο προαγωγός. Προέρχεται από το κερχανάς ή κιρχανάς και αυτό από το τούρκικο kerhane = μπουρδέλο.

  1. - Α, ρε κερχανατζή, κορνάρεις και κορνάρεις ... κόκκινο είναι ακόμα, ρε κερατά ...

  2. Σήμερα έστειλα τη γυναίκα μου να φτιάξει, μπάλωμα, ένα λάστιχο στο ΜΙΝΙ. Τελευταία φορά που επισκεύασα λάστιχο μου έβγαλαν πρόκα, βάλανε την «τσίχλα», 5 λεπτά, 5 ευρώ. Ο κερχανατζής αυτός για να μπαλώσει, έβγαλε το λάστιχο, μου σμπαράλιασε το χείλος της ζάντας γιατί το runflat βγαίνει δύσκολα, της είπε ότι θέλουν όλοι οι τροχοί ζυγοστάθμση και τη χρέωσε 45 ευρώ!!! (από www.bmw-motorsport.gr/forums)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεαρός πούστης (πούστης + παιδαρέλι).

Κοίτα κούνημα το πουσταρέλι. Ε, ρε και να σε έβλεπε η μάνα σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified