Further tags

Ούλτρα-σούπερ-ντούπερ υπερθετικός του «σου γαμάω».

Μην συγχέεται με περιπτώσεις σε φάση «το μάτι μου», που είναι ιδιαιτέρως λάιτ, δηλαδή σιγά και τί έπαθε το θύμα τώρα, ρίχνει λίγο νεράκι και πάει πέρασε. Όοοχι, εδώ μιλάμε για μεγάλες ζημιές. Το «σου γαμώ τα μάτια» χρησιμοποιείται σε προχώ περιπτώσεις, όταν τα βάρδουλα, το ταμτιριρί, το φελέκι, το μουνί της Εύας που τον πέταγε, το κέρατο, το σόι, τα χάλια του, είναι πλέον ξεπερασμένα και δεν αρκούν για να εκφράσουν το μέγεθος της ζημιάς που έχει ήδη, ή θα πάθει ο καημένος ο γαμηθείς.

Εννοείται ότι για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, σου 'χω γαμήσει ήδη ό,τι τρύπα ή ό,τι άλλο έχεις και δεν έχεις (περιλαμβανομένων σπιτιών κ.λπ. περιουσιακών στοιχείων), όποιον αγαπάς και δεν αγαπάς, γενικώς σου χω γαμήσει τα πάντα όλα. Ακολουθώντας (γαμιώντας) σπειροειδή ανοδική πορεία, επανέρχομαι να γαμήσω μέλη του σώματός σου, αλλά πλέον, περνώντας σε μια ανώτερη σφαίρα, δεν περιορίζομαι στις ανοιχτές γνωστές διόδους, αλλά διεισδύω και στις πιο ασυνήθιστες και εξεζητημένες: ακόμα και σε εκείνες που δεν αποτελούν καν δίοδο, ούσες φραγμένες με διάφορα εμπόδια. Στην περίπτωση του λήμματος, υπάρχουν τρύπες υποδοχής μεν, φραγμένες από τους γνωστούς λιπώδεις βολβούς δε.

Ο γαμών δεν κωλώνει, σου γαμεί τα μάτια, να τα δεις όλα. Ή, το πιο πιθανό, να χάσεις το φως σου.

Εννοείται, η φράση παίζει και με την γνωστή έννοια «γαμάω και δέρνω», όπως και στο παράδειγμα.

Τέλος, το μά-τι, παίζει να χρησιμοποιείται και ως πιο σεμνό υποκατάστατο της μά-νας, όπως η πανα-χαϊκή υποκαθιστά στο μπινελίκι την πανα-γία (αίσχος).

Ασίστ: Χανκ από ΔΠ, που πήρε την ασίστ από μένα, ντίλι ντίλι ντίλι.

Από εδώ (αφού το χω έτοιμο, μην διασπαθίζουμε πόρους τώρα):

«Το παοκοσύνθημα τα σπάει το χω ξαναπεί κι αλλού, τί τα σπάει, τα σμπαραλιάζει, τί τα σμπαραλιάζει, τους γάμησε τα μάτια χαχαχαχ»

Ρασοφόρος βυζαντινός δήμιος γαμάει τα μάτια βούλγαρου αιχμαλώτου, μετά τη μάχη στο Κλειδί, 1014.  (από johnblack, 21/07/09)I fuck, you fuck, we all fuck for eye fuck (από Vrastaman, 21/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τους Ελληνοαμερικάνους, ο βλάκας, ο φελλός.

Εκ του αφροαμερικανοσνουπντογκικού dumbass («μπουμπουνοκώλης»).

- Γυναίκα, έδωσες κώλο στο ρουφιάνο;

- Του 'δωσα, αλλά ακόμα να 'ρθει ο ντάμπας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ινοβατίφ γηπεδική έκφραση, που σημαίνει το γνωστό: «Γαμώ την οικογένειά σου», «το σόι σου», «το ντι-εν-έι σου», «το μουνί της οικογένειάς σου!» κ.τ.λ.

Αναφέρεται στο οικογενειακό βιβλιάριο ασφαλίσεως υγείας.

- Πέναλτυ!
- Πέτσινο δίνει ο πουλημένος στο 90, γαμώ το οικογενειακό του βιβλιάριο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

γτπ: για τον πούτσο.

Στο Youtube υπάρχει σίγουρα, μπήκε και στο slang.gr.

-Τη βλέπεις εκείνη τη γκόμενα εκεί κάτω; Τρελό καβλί.
-Κόψε κάτι ρε, γτπ είναι, πλάκα βυζί, χάλια μούρη, μην το ψάχνεις, θέλει πολύ σιλικόνη για να στρώσει

Και στο slang.gr με άλλους δύο ορισμούς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγαμε στο σχολείο μου τους κοκκινοτρίχηδες, επειδή το χρώμα των μαλλιών τους παρέπεμπε στα κόκκινα φανάρια των μπουρδέλων (ο αγαπητός Κάνινγκ έχει ήδη πραγματευθεί εδώ τη χρήση του όρου προκειμένου για άψυχα).

Τα οποία μπουρδέλα, παρεμπίπταμπλυ, σπανίως πλέον φέρουν κόκκινη λάμπα άνωθεν της εξωτερικής θύρας, έναν γυμνό γλόμπο έχουν όλο κι όλο. Η ταύτιση κόκκινου χρώματος και οίκων ανοχής έχει περάσει στη σφαίρα της μυθολογίας του αγοραίου έρωτα, βλ. και την κλασική ταινία του Β. Γεωργιάδη.

Οι μπουρδελέδες λοιπόν, που δεν ήταν πάνω από 2-3 άτομα σ' ολόκληρο το σχολείο, έτρωγαν τρελό κράξιμο, ως μειονότητα, ως διαφορετικότητα. Και οι μειονότητες πάντα δαιμονοποιούνται, υφίστανται τη δικτατορία της πλειοψηφίας, την καταπίεση των «φυσιολογικών» και των «κανονικών». Τα παραδείγματα πάμπολλα ανά τους αιώνας: Οβραίοι, λωβιάρηδες, γκέουλες, αιρετικοί κλπ. Ο μετα(σο)δομιστής Michel Foucault έχει περιγράψει τους τρόπους με τους οποίους οι σχέσεις εξουσίας διεισδύουν στη σφαίρα της καθημερινής ζωής, εν προκειμένω στο μικρόκοσμο του σχολείου, παράγοντας περιθωριοποιήσεις και απομονώσεις. Ακόμη ο Zακ Δεριδάς, ο θεωρητικός της διαφωράς, εκδιπλώνει την δανεισμένη απ' τον Ρουσσώ έννοια του συμπληρώματος (supplement): αυτό που προστίθεται σε κάτι που υποτίθεται πως είναι ήδη πλήρες και τέλειο. Η Εύα στον Αδάμ, η μαλακία στο γαμήσι, οι κοκκινοτρίχηδες και λοιπά φρικιά σ' όλους εμάς τους «νορμάλ» (τρομάρα μας). Πιο απλά, με το να κράζουμε και να κανιβαλίζουμε τους αδύναμους, δομούμε τις ταυτότητές μας, ατομικές ή συλλογικές..

Για την ιστορία του πράγματος, να προσθέσω ότι λόγω της κοκκινίλας τους, θεωρούσαμε τα παιδιά αυτά γενικώς κουλά, εκθηλυσμένες φλωράντζες, ήτοι φλωρόπουστες. Είναι βέβαια αξιοσημείωτο, το πως ένα εξωτερικό χαρακτηριστικό που παλαιότερα σχετιζόταν με τη δύναμη και τη λεβεντιά (π.χ. Φρειδερίκος Βαρβαρόσσας, Πειρατής Κοκκινογένης), κατέληξε να έχει τόσο αρνητικές συνδηλώσεις.

Ό,τι πάνω-κάτω ίσχυε για τους μπουρδελέ, ίσχυε και για τη μακρά χορεία των κάθε λογής απόκληρων και παραγκωνισμένων του σχολείου, το οποίο btw - τί σύμπτωσις άραγες! - κι αυτό μπουρδέλο το λέγαμε: γυαλαμπούκες ή γυαλάκιες, τα σιδερένια χαμόγελα, οι σπασίκλες ή φύτουλες ή φυτούκλες ή χλωροφύλλη power, οι πολύ χοντροί, οι πολύ κοντοί, οι μπιμπικιάρηδες ή πίτσα faces κ.ο.κ

  1. - Ωχ μαλάκα, περνάει ο μπουρδελές, ετοιμάσου για τρικλοποδιά.
    - Α γαμήσου ρε, όλο εγώ βγάζω το φίδι απ' την τρύπα. Κάντου κι εσύ καμιά φορά κανά καψόνι.. Τι φοβάσαι στην τελική, μη σε κάνει ντα ο πουστράκιας;

  2. - Μαλάκα το 'μαθες πως ο μπουρδελές ο Βάϊος έβγαλε γκόμενα;
    - Άλατις κουστουμιά ο ανάπηρος! Φαντάζομαι κανά σαλάχι θα είναι, καμιά φώκια του κερατά. - Όχι ρε, μια Εύη απ' το Β3, ωραία καυλίτσα είναι...

Ο κοκκινοτρίχης Γερμανός ποδοσφαιριστής Mattias Sammer (από allivegp, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστή μαθητική έκφραση, κατά πρωκτών θηλέων συγγενών οιουδήποτε βαθμού συγγενείας απονενοημένη, βλ. «της μάνας σου ο κώλος» (ή «της μάνας σου» σκέτα), «της θείας σου ο κώλος (mutatis mutandis)», «της γιαγιάς σου (ομοίως)», «της μητέρας σου (για μοσχαναθρεμμένους)» κ.α. ενώ, προκειμένου για αδερφή, προτιμάται παραδόξως μόνον το αιδοίο: (βλ. «το μουνί της αδερφής σου») μάλλον διότι, είναι και νεότερη όσο να' ναι... Στις ανωτέρω εκφράσεις υπονοείται το ρήμα «γαμιέται».

Ο ανθοστόλιστος απηυδυσμένος (sic), παραπέμπει ευλόγως στο γνωστό: «Κώλος με τρίχες - μπαξές με λουλούδια» και το «Θα σου κάνω τον κώλο τριαντάφυλλο» ή μαργαρίτα, (προκειμένου να τον μαδήσει ο επιβήτωρ και να μάθει τα μυστικά της καρδιάς)! Η ποικιλία δεν βλάπτει.

Οι νεοέλληνες, δεν κατέχουν το προνόμιο της καθυβρίσεως συγγενών και θείων. Οι Ισπανοί και οι Ιταλοί λόγου χάρη, διαθέτουν θαυμάσια σχετικά μπινελίκια, με την διαφορά όμως ότι οι πρώτοι δεν απειλούν ότι «θα γαμήσουν», αλλά ότι «θα χέσουν» βλ. «me cago en tu madre», ενώ οι δεύτεροι αποκαλούν γουρούνια τους οικείους του υβριζομένου, ως ύστατον εξευτελισμόν. Καθείς και τα όπλα του... Ιδίως όμως οι Ναπολιτάνοι, διαθέτουν εξόχως ευρύ υβρεολόγιο, (το οποίο μάλλον κληρονομήσανε κι οι Κεφαλλονίτες) με ευφυέστατα και βαρύτατα αυτοσχέδια μπινελίκια, τα οποία εκτοξεύουν ταχύτατα στη μάπα του ταλαίπωρου, που θα τους προκαλέσει την μήνιν. Ειδικώς για συγγενικά προσώπατα, οι Ναπολιτάνοι σε περνάνε γενεές δεκατέσσερες, όπως π.χ. «a mammeta – zitta – sorreta – nonnata – papata - fratteta κ.τ.λ.» (δηλ. της μαμάς – θείας – αδερφής – γιαγιάς – πατέρα - αδερφού σου κ.τ.λ.).

Ακούστε το εξαιρετικό: «Io mammeta e tu» απο τον Domenico Modugno ή τον Renato Carosone, στο u-tube στα ναπολιτάνικα, που στο τέλος, ουσιαστικά στέλνει στο διάολο τη γυναίκα του μαζί με το πολυπληθές σόι της!

- Του’ πες του Μιχάλη να σου δώσει τα κλειδιά απ’ το σπίτι στην Κρήτη;
- Του’ πα, αλλά δεν τα δίνει λέει, γιατί την τελευταία φορά του ανακατέψαμε τα σι-ντι, που τα’ χε με αλφαβητική σειρά και τα πήρε!
- Της θειάς του ο πάτος γαρούφαλα γιομάτος, πές του μαλάκα!

(από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H φράση αυτή αποδίδει σε κάποιον το χαρακτηρισμό του βλάκα (ηλίθιου, ανεγκέφαλου, κ.τ.ο.), ανατρέχοντας στην αρχή του κακού, δηλαδή στην εγκυμοσύνη της μητέρας του.

Παράλληλα, παρηγορούμε τον εαυτό μας για το ότι έμπλεξε με έναν ηλίθιο, αφού με τις κυοφορίες ηλιθίων να είναι πολύ συχνές, αναπόφευκτα θα βρίσκαμε κάποιον στο δρόμο μας.

- Δες τον ανεγκέφαλο που ανέβηκε πάνω στo προστατευτικό δίχτυ για να πετάξει τη φωτοβολίδα ψηλοκρεμαστά μέσα στο γήπεδο αλλά του γύρισε πάνω του και έσκασε στα μούτρα του.

- Ε, του βλάκα η μάνα είναι πάντα έγκυος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυπάς που προσπαθεί να το παίξει μάγκας λέγοντας μαλακίες, τις οποίες δεν τις πιστεύει ούτε ο ίδιος, τις λέει όμως έτσι για να υπάρχουνε...

Ρε φλώρε, πάνε πες τα σε κανένα σαν τα μούτρα σου αυτά, όχι εδώ. Στραβοστόμη.

Στο 1:18. (από patsis, 16/09/11)(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συνδυασμός χοντρού, χαζού και χέστη ψευτόμαγκα.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο απόλυτος συνδυασμός. Σαλιάρης + χαλιαμούτρας. Συνήθως είναι και σαπιοκοιλιάς.

-Ποια θα κάτσει ρε να τη γαμήσεις ρε; Σε βλέπουνε οι γκόμενες και κόβουνε λάσπη ρε σαλιαμούτρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified