Το ζέουλο που γίνεται με χάπια, ο χαπάκιας που τρώει κουμπιά οποιουδήποτε είδους. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός που λέγεται από τα άλλα πρεζάκια που δεν πολυπάνε τους χαπάκηδες.

-Ρε ψηλέ, σου περισσεύει καμιά ευρού; Είμαι τελείως ρέστος ρε μαν...
-Παρ' τον λοπού ρε κωλοχάπατο! Ό,τι έχω στην καβάντζα το φυλάω για παραμύθα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαρχαιωμένος χαρακτηρισμός του πρεζάκια. Αυτός που «πίνει» λάβδανο, παραμύθα, ζουζού κ.ά. Σήμερα έχει λίγο πολύ περιπέσει σε αχρησία.

- Τζάσε τον λαβδανάκια από τη μέση γιατί κάνει στα χάπατα τη ζωή πατίνι!! (έκφραση των πρεζάκηδων)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρεζάκι.

- Τσεκάρισε τον κόμη τζάνκουλα, σέρνεται το λείψανο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρεζάκιας (αυτός που παίρνει ζαμπόν).

- Δεν τον βλέπω καλά τον Μήτσο τώρα τελευταία ρε... Έχει τίποτα;
- Χαζός είσαι ρε; Πώς να ναι καλά ο ζαμπονιάρης... 'Εχει λιώσει στην πρέζα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους πάσης φύσεως υποχθόνιους, η Δίωξη Ναρκωτικών (για τους φίλους, απλά «δίωξη»). Διδάκτορες της ρουφιανιάς, οι ναρκόμπατσοι δεν είναι και τίποτα τζιμάνια (όπως άλλωστε και τα περισσότερα στρουμφάκια). Αν ξαφνικά ανοίξει ο ουρανός και χιονίσει ναρκόμπατσους, το ψάρωμα αντενδείκνυται. Όλο και κάποιος τρόπος θα βρεθεί να τη σκαπουλάρεις, αν βέβαια δεν κοιμάσαι όρθιος. Φουντάρισμα και ξεφόρτωμα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε περίπτωση μπαστ...

Η νάρκα ποντάρει κυρίως στην τσαπατσουλιά και την αποθράσυνση των νταραβεριτζήδων. Η νάρκα φυσικά κυνηγά τους φτωχομπινέδες, όχι τα μεγάλα κεφάλια. Η νάρκα είναι οργανικό μέρος του συστήματος εξουσίας που συντηρεί την απαγόρευση των ναρκωτικών. Απ' την κάθε σύλληψη όλοι κονομάνε: μπάτσοι, δικηγόροι, δικαστέοι, φυλακές, δημοσιογράφοι, ταξιτζήδες και πάει λέγοντας...

- Τι έγινε με το θεματάκι που λέγαμε; Θα βρούμε καμιά άκρη να την κάνουμε λαχείο;
- Φιλαράκι, τι να σου πω, ο δικός μου έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης τελευταία.
- Κατάλαβα, θα έσπρωξε τίποτα πακέτα και κρύβεται μην αρπάξει καμιά ξώφαλτση... Θα πάρω το Μπάμπη τον κατσαρίδα να δω αν μου 'χει κάτι.
- Ρε συ, δεν ξέρω... Πρόσεχέ τον αυτόν. Έχει βγει βρώμα ότι είναι ρουφιάνος της νάρκας.
- Όχι ρε, καθαρός είναι, τον ξέρω απ' το σχολείο...
- Εγώ μαλάκα μια φορά στο είπα.

Γαμώ το σπίτι σας γαμώ! (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κουβαλά ναρκωτικά ή άλλα παράνομα είδη.

-Μαλάκα, μπάτσοι! Κόψε δεξιά όπου βρεις!
-Φορτωμένος είσαι;
-Όχι.
-Στ' αρχίδια μας λοιπόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρεζάκιας με την έννοια του κουταλάκια, από το κοχλιάριον ή χουχλάρι στα πιο λαϊκά, επειδή το κουτάλι είναι ανάμεσα στα σέα του πρεζάκια.

Πηγή: John Black.

ΑΣΜΑ
«Ο κοχλαράκιας» (1935)
στ.: Γ. Βιτάλης
Μουσ.: Β. Μεσολογγίτης
Ερμηνεία: Β. Μεσολογγίτης

-Ρε πώς έτσι μ’ αδερφούλη μου σαν μπαγιάτικος παστουρμάς είσαι να πούμε
-Ανακριτή σ’ έβαλα ρε ε Αν είμαι παστουρμάς ή αν είμαι σουτζούκι
-Όχι ρε, από φιλικά σε ρωτάω. Να ξέρεις δηλαδή
-Φίλος δεν υπάρχει σ’ αυτό τον κόσμο. Συμφέρον μοναχά
Ο καλύτερος φίλος του εμαυτού σου είναι ο εμαυτός σου, για να ξέρεις
-Καλά ντε, συγνώμη ρε αδερφούλη μου

Τι σας νοιάζει αν έγινα πρεζάκιας
Και γυρίζω στους δρόμους κοχλαράκιας
Τι σας μέλει που με περιφρονάνε
Δεν με ξέρουνε και πια δεν μου μιλάνε
Αν γυρίζω στους δρόμους κουρελιάρης
Τιποτένιος τεμπέλης και αλανιάρης
Μη ρωτήσεις κοσμάκη την αιτία
Το πώς έπεσα κι εγώ στην αλητεία

Απλά κορυφαίο! (από Khan, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρεζάκιας που ειδικεύεται στην τοξοβολία, δηλαδή στο «σουτάρισμα ηρωίνης, δηλαδή, στη λήψη ηρωίνης με σύριγγα, ενδοφλεβίως ή (κατ' ανάγκην) ενδομυϊκώς». Όπως παρατηρεί ο Χότζας, ο τοξότης είναι ο φτωχομπινεδιάρης πρεζάκιας, που δεν έχει την πολυτέλεια να χάνει μέρος της ουσίας, όπως γίνεται με το κάπνισμα, την κατάποση ή την εισπνοή κ.τ.ό., αλλά επιδιώκει την μεγιστοποίηση της απορρόφησης από τον οργανισμό του.

Σ' αυτόν πάντως τον δυστυχώς εξαθλιωμένο συνάνθρωπό μας, η σλανγκιά έρχεται να προσδώσει αίγλη αρχαίου ήρωα. Ωστόσο, καλύτερα να είστε απλώς τοξότες στο ζώδιο.

Ασίστ: John Black, HODJAS.

- Τι ζώδιο είναι ο φίλος σου;
- Τοξότης.
- Δεν βλέπω και πολύ μέλλον...

Στην αρχή, Ζωρζ Πιλαλί ρουλζ! (από Khan, 29/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Πρεζάκιας που τραβάει χαρμάνα, σε κατάσταση στέρησης

  2. Τελειωμένο πρεζόνι.

Προέρχεται από την αρρώστια της πρέζας δηλαδή το σύνδρομο στέρησης και την τάση που έχουν τα ζάκια να τα υποκορίζουν όλα (και να μιλάνε γενικά και με ψιλή φωνή).

Παράγωγο: το ταλαιπωράκι της Αννίτας.

  1. Ο εξαρτημένος γενικότερα (καψούρα, νετ, τζόγος και τέτοια)
  1. - Φιλαράκι μήπως έχεις ένα πεντάευρο; Είμαι δυο μέρες αρρωστάκι!

  2. - Μην ξαναπαρκάρεις Μεταξουργείο. Είναι τίγκα στα αρρωστάκια! Σου σπάνε τζάμι για τα κέρματα που έχεις στο χειρόφρενο!

  3. - Αρρωστάκι ο Τζες με τη Μαρία!
    - Ε φυσικά, αφού τον έχει στο φτύσιμο!

(από Khan, 25/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων που αποκαλούνται τοιουτοτρόπως:

Α' μεγάλη κατηγορία
1.
πρεζάκιας - Συνώνυμα: (...) 8. φιξάκιας / ξάκιας (από το φιξάκι = ένεση, ποδανιστί ξάκιφι)

Β' μεγάλη κατηγορία
2. Αν βάλετε έναν άπειρο ποδηλάτη με το καλύτερο τούμπανο δισκοφρενάτο ποδήλατο κι ένα τυπάκι της Bondex να κάνουνε μια κοντρίτσα στην Αθήνα της μεσημεριανές ώρες της κίνησης, θεωρώ πως περισσότερο ασφαλής (και γρηγορος) θα είναι ο φιξάκιας

3.
Aρέσουν στα κορίτσια οι φιξάδες; Μπαα! Απλώς τους κάνει εντύπωση το χωρίς φρένα ή τα ποδήλατα που έχουν ωραία χρώματα!

Γ' κάπως μικρότερη κατηγορία
4.
κανονικά έπρεπε να είμαι επίτιμος καλεσμένος που έμαθα στους ΦΙΞάδες να φτιάχνουν μπύρα...αλλά εντάξει, είμαι υπεράνω ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified