Χρησιμοποιείται κυρίως από φοιτητές για την επίδειξη σεξουαλικών προσόντων και τη δυνατότητα διαχείρισης μεγάλων μαζών.

  1. - Μαλάκα χτες γνώρισα μια βουβαλίτσα ό,τι πρέπει για τα κυβικά σου.
    - Ε κάνε τα κουμάντα σου, πιστεύω πως την κατέχω τη φυγοκέντριση.

  2. - Ε ψιτ μεζεδάκι
    - Σε εμένα μιλάτε κύριε,
    - Ναι, πώς θα σου φαινόταν να σου περάσω μια φυγοκέντριση;
    - ΠΣΣΣ (σπρέυ πιπεριού)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν για ένα θέμα υπάρχουν πολλές διαφορετικές γνώμες και έτσι δεν παράγεται αποτέλεσμα.

Δεν θα βγάλουμε άκρη με τα κοινόχρηστα. Εδώ μέσα είναι κάθε πούτσα και τυρόπιτα.

(από σφυρίζων, 09/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε πλήρη ανάπτυξη: μας πιάνει κωλοπρεμούρα.

Ξαφνικό, έντονο και όψιμο μπρίζώμα / κωλοπιλάλα προκειμένου να ολοκληρωθεί κάτι για το οποίο μέχρι πρότινος έπεφτε το κωλοβάρεμα τση της αρκούδας.

Επίσης, η υστερόβουλη και ανειλικρινής σπουδή να προβληθεί κάποια θέση ή να ολοκληρωθεί κάποια πράξη επειδή πουλάει, άσχετα εάν την γράφουμε εκεί που δεν πιάνει ήλιος.

Εκ του ιταλογενούς πρεμούρα και του γαμοσλανγκοπροθήματος κωλό-.

1.
ΑΝΕΒΑΙΝΕΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΣΑΣ ΕΧΕΙ ΠΙΑΣΕΙ ΚΩΛΟΠΡΕΜΟΥΡΑ ΔΙΑΣΡΕΒΛΩΝΕΤΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΤΕ ΝΑ ΠΕΙΣΕΤΕ ΤΟΥΣ ΑΦΕΛΕΙΛΕΙΣ! ΚΑΤΑΝΤΑΤΕ ΓΕΛΟΙΟΙ!

2.
ο Δένδιας και όλο του το σκυλολόϊ,έχει τελευταία μια κωλοπρεμούρα με τους ρομά. Τί σκατά θέλει ο κατήγορος των μπουκαλιών μπύρας ; Προφανώς να αρπάξει ψηφαλάκια από την χρυσαυγίτικη φάρμα ασπόνδυλων και να ικανοποιήσει τα μισανθρώπινα ένστικτα τόσο τα δικά του,όσο και του αφεντικού του μονόφθαλμου βουτυρομπεμπέ Σαμαρά.

3.
Εσυ Ποπαρα μου δεν γουσταρεις τους Ελληνες γιατι εισαι βολεμενο μουνόπανο και σε επιασε ο πονος και η κωλοπρεμουρα για τους αλλοδαπους. Να τους παρεις ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτεΐνη του τρίτου κύκλου του Κρεμπς, της ανοσιοδιασταλτικής γονιδιακής φωσφατίνης, της οικογένειας των φεϊσμπουκιδών.

Εμφανίζεται σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης είτε με απλή ενεργητική μορφή, είτε στην βαρύτερη αυτοάνοση και αυτοπαθή. Πρόκειται για την ανάγκη κάποιου να βγάζει στη φόρα τα σώψυχα, τα σώβρακα και τα γκαγκά του προς άγραν μερικών like, να δημοσιεύει hoaxes τόσο προφανή όπως «Σοκ, δείτε τον άνθρωπο που έφαγε 2.5 κιλά φασολάδα βραστερή και δεν έκλασε» ή «chain messages» σαν το κλασικό «στα 12 shares που θα γίνουν απ το δικό σου μεγαλώνει ο παργαλάτσος σου 12micron».

Η δράση της είναι άμεση, καταπραϋντική και αντιγηραντική. Εκλύεται ακόμη με δημοσίευση τραγουδιών με άποψη και σπάνιων, που κανείς δεν ξέρει όπως το «nothing else matters», «losing my religion» αν πρόκειται για ξαναμμένο ροκά ή τη «συννεφιασμένη κυριακή» αν είναι λαϊκό παιδί. Από κάτω βάζει πρώτος το like παίρνοντας την ημερήσια συνιστώμενη δόση του. Αυτή είναι και η βαριά μορφή της μεταλλαγμένης likeίνης, εφάμιλλη του αυνανισμού μπροστά σε καθρέφτη με φαντασίωση φτασμένου γαμιάς.

Ρε μαλάκα θα τη μπλοκάρω την Τασούλα απ το φουμπου, έβγαλε φωτό την πρώτη ματωμένη σερβιέτα της, τζάνκι για likeίνη έχει καταντήσει.

(από Khan, 28/11/13)(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των χαρτόμουτρων της δηλωτής. Είναι λίγο δύσκολη η περιγραφή. Χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν 3 φύλλα κάτω και ο πρώτος μαζεύει ένα, ο δεύτερος ρίχνει, ο πρώτος ξαναμαζεύει, και συνεχίζεται έτσι, οπότε αυτός που συνέχεια ρίχνει και δεν μαζεύει δεν μπορεί να στεριώσει μπάζα.

Χρησιμοποιείται και εκτός παιχνιδιού φυσικά. Όποτε κάποιος τον παίρνει συνεχώς, όποτε οι ατυχίες διαδέχονται η μία την άλλη, η φράση «πίπα κώλο εμπλοκή» θα είναι εκεί για να ονομάσει ποιητικά την κατάσταση.

- Πάλι έχασες ρε;
- Άσε μας μωρέ με την κωλόμπα, 4 πόντους είχα στο χέρι και με πήγε πίπα κώλο εμπλοκή όλο το παιχνίδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γρήγορο, διεκπεραιωτικό και χωρίς περικοκλάδες τσιμπούκι-ξεπέτα. Μινιμαλιά, αλλά όχι με την καλή έννοια.

Συμπλήρωμα στον ορισμό του Ξεροσφύρη.

1.
Η πρόφαση του κατουρήματος για μια γλωσσοπανήγυρη στιγμών, για ένα μεθυσμένο ξεροτσίμπουκο στα όρθια από γυναίκες μάνες της δουλειάς , το τρεμούλιασμα στα πόδια από την ηδονική εκείνη κούραση της ξενυχτισμένης σάρκας

2.
Ρεπορτάζ: «Αθώοι κρίθηκαν από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης ο αντιπρύτανης του ΑΠΘ, Γιάννης Παντής και ο πρώην διευθυντής της εταιρείας αξιοποίησης και διαχείρισης του ΑΠΘ, Γιώργος Δημητριάδης. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι δύο άντρες εμπλέκονταν σε δωρεά ενός κινητού τηλεφώνου i Phone προς την ηθοποιό, Ναταλία Δραγούμη».
Κακεντρεχή σχόλια πιο κάτω:
- Τη γάμησε τουλάχιστον;;;;
- Μπα με ένα ξεροτσίμπουκο την έβγαλε.

3.
Ρεπορτάζ: «Εμφανίστηκε δημόσια με ναζιστικό τατουάζ και με τη νέα του σύντροφο. Ο λόγος για τον βουλευτή της Χρυσής Αυγής, Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος εθεάθη σε... παραλία της Αθήνας με περιβολή παραλίας, αποκαλύπτοντας έτσι τη σβάστικα που βρίσκεται χαραγμένη στο αριστερό του μπράτσο».
Κακεντρεχή σχόλια πιο κάτω: - Τώρα αν είσαι άντρας με απίδια όχι με φτιασίδια και τύχει να βρεθείς εκεί ....το ενδιαφέρον σου θα εστιαστεί στον τατουάζ του Κασίδα η στο τούμπανο που κυκλοφορεί ;;;;;:rolleyes:
- Τι οξυζενέ-πατσουρόγρια είναι αυτή ρε Λιάκοοοοοό ; (...) Εντάξει εν ολίγοις είναι σαβουροσπρώχτης ο Λιάκουρας , ούτε ξεροτσίμπουκο δεν της έδινα της πατσούρως εκτός εαν μου έκανε πάσα καμιά καλή φίλη της :p

Got a better definition? Add it!

Published

Παροιμιακή έκφραση.

Το ερώτημα είναι ρητορικό βεβαίως, αφού η απάντηση είναι προφανής, και ως τέτοιο χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε άτομα που είναι τόσο κολλημένο σε κάποια συνήθειά τους, ώστε να θεωρούμε ότι είναι αδύνατον να την κόψουν.

- Το καλύτερο έγινε στο τέλος: παίρνει το τελευταίο τσιγάρο από το πακέτο το ανάβει και μας λέει: «Το βλέπετε; Αυτό είναι το τελευταίο τσιγάρο που καπνίζω, από σήμερα τέρμα το κάπνισμα!»
- Ποιος ρε θα κόψει το τσιγάρο; Ο Γιάννης; Ναι, καλά! Κόβει η πουτάνα το γαμήσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εντατικό και μεθοδικό γλύψιμο αιδοίου ή πρωκτού, σε εναλλασσόμενες κινήσεις πάνω-κάτω / δεξιά-αριστερά.

Συνοδεύεται από κίνηση του χεριού σε στυλ Καράτε Κιντ.

Εναλλακτικά, μπορεί να χαρακτηριστεί και ως πινέλο.

- Ρε 'συ κοίτα ένα μουνί... Του έγλυφες την κωλοτρυπίδα;
- Φίλε το σπατουλάριζα...

(από fighting_falcon, 04/11/13)(από fighting_falcon, 04/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γλειφοκώλι, το υπερβολικό γλείψιμο με κολακίες, ψεύτικους επαίνους και στήσιμο κώλου, αλλά λέγεται και για μέρη και καταστάσεις που είναι κάτσε καλά, πολύ γκλαμουριά και χαϊλίκι. Είναι δηλαδή και επίθετο «κωλομεγλειφάτος».

  1. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα πάει και πολύ μακριά στην καριέρα του. Όλοι το βαριούνται το κωλομεγλειφάτο από ένα σημείο κι έπειτα.

  2. Ε, για το πρώτο μας ραντεβού την πήγα σε ένα κωλομεγλειφάτο εστιατόριο, μην με πάρει και για κανά λέτσο.

Στο 0.20 ο Μητσικώστας το λέει μάλλον "κωλομελογλειφάτο". (από Khan, 14/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενοχλώ κάποιον, γίνομαι πιεστικός, του πρήζω τ' αρχίδια / τον μπούτσο.

Έλα ρε αυτέ να π'μ', μη μου ζαλίζεις τη μπάλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified