Further tags

Κλασσική μεν, παλαιομοδίτικη δε, έκφραση σεξιστικού χαρακτήρος. Ως γνωστόν, σε πολλές μάτσο κοινωνίες η παρά φύσιν ερωτική συνεύρεση μεταξύ ανδρών θεωρείται μειωτική για τον παθητικό εταίρο, αλλά αντιθέτως δείγμα ανδρισμού για τον ενεργητικό. Θεωρείται ότι το να δώσει κάποιος κώλο, είναι συνώνυμο της άνευ όρων παράδοσης και του απόλυτου εξευτελισμού.
Συχνά η έκφραση χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του «δίνω γη και ύδωρ».

  1. - Είδες τι γίνεται στη Σερβία, την έχουν γαμήσει τη χώρα οι αλήτες.
    - Βέβαια, δαιμονοποιούν τον Μιλόσεβιτς, αφού είναι ο μόνος που δεν έδωσε κώλο στους Αμερικανούς.

  2. - Κώστα, θα μου δώσεις το αυτοκίνητο για το Σάββατο το βράδυ;
    - Σώπα ρε αδελφέ, εσύ σε λίγο θα μας ζητήσεις να δώσουμε και κώλο. - Νομίζω ότι υπερβάλλεις, δεν είναι δα και τόσο τραγικό.
    - Είναι ρε φίλε, αφού ξέρεις ότι αν είναι να χρειαστεί κανείς το αυτοκίνητο, η μέρα είναι το Σάββατο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λάιτ απόδοση του γαμάω. Η ρετρό αυτή έκφραση αρχικά παρέπεμπε συνειρμικά σε βουκολικές περιπτύξεις με βοσκοπούλες, αλλά στην υπό εξέλιξη μετα-απαυτό αναβίωσή πέραν του κουτουπώνω αποτελεί πασπαρτούτου τα κάνω μουνιόθ καπέλο.

..εγώ πάντως έχω να πω πως για μένα το gps είναι μια απογοήτευση. αν μπω σε μικρά στενάκια μέσα στην αθήνα τελείωσε την μάμησα και την απαύτωσα

Σοβαρέψου Μήτσο, το απαύτωσες το επίπεδο.

Όχι μόνο απαύτωσες την κόρη μου, αλλά κάθε ελπίδα συμμαχίας με τη Νορμανδία

Συγνώμη και για το οφ τόπικ , ελπίζω να μην απαύτωσα τη κουβέντα πάνω που πάει να ξαναξεκινήσει. ...

(Από την βλακόσφαιρα)

Tην τσίμπησα στα δυο βεζιά σκούζει φωνάζει "κερατά!" και μου λέει παρακάτω απ\' τα δυο βεζιά πιο κάτω... (από Vrastaman, 16/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη βιβλιογραφία, γήπεδο αναφέρεται ο μεγάλος, συνήθως ανοιχτός, επίπεδος χώρος ειδικά διαρρυθμισμένος για αθλητικούς αγώνες. Η έννοια κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό είναι ο χώρος τέλεσης αθλητικών δραστηριοτήτων, που σαν τέτοιες εδώ θεωρούνται οι σεξουαλικές περιπτύξεις.

Στο συγκεκριμένο ορισμό λοιπόν, μιλάμε για το κρεβάτι καθώς και για οποιοδήποτε χώρο στο οποίο μπορεί να τελεστούν σεξουαλικές περιπτύξεις (π.χ.: πολυθρόνα, καναπές, νεροχύτης, μπανιέρα, γρασίδι, θρανίο, αμάξι, πολυέλεος, αιώρα και όπως λέει η ρήση: όπου γη και πατρίς) μεταξύ δύο ή περισσοτέρων εραστών (παρτούζα).

Ένα τέτοιο ματς μουτς ματς δε διαρκεί ενενήντα λεπτά, αλλά όσο πάει και έχει ημίχρονα, όσα κάτσουν στην περίσταση. Σε ένα τέτοιο ματς τα θέματα διαιτησίας και προπονητή περνάνε στην αυτοδιοίκηση των παικτών. Όχι παίζουμε. Σε ένα τέτοιο γήπεδο δεν υπάρχουν διαφορετικές ομάδες, γι' αυτό οι παίκτες ως κοινή ομάδα, συμμετέχουν αμοιβαία στην κοινή προσπάθεια, στην οποία ο επιθετικός παίκτης υποβοηθείται από τον κάτοχο του αφύλακτου τέρματος (αιδοίο, κώλος), για να σκοράρει.

Κοινό θα μπορούσε να υπάρχει έμμεσα, στην περίπτωση που κάποιος βιντεοσκοπήσει το ματς, ή το ανεβάσει στο ίντερνετ. Επίσης κοινό θα μπορούσε να εμφανιστεί απρόοπτα (π.χ: απατημένος σύζυγος πιάνει επ’ αυτοφώρω το έτερο του ήμισυ, παρέα με το συμπαίκτη στο εν λόγω γήπεδο).

Σε ένα τέτοιο αγώνα μπορεί να γίνουν τρίπλες, στα πλαίσια προσωρινών ανατροπών σεναρίου (π.χ.: σε περίπτωση κάποιας που είναι πιο άπαρτη κι απ' την κορυφή των Ιμαλαϊων και προσπαθεί να κάνει λαμογιά στο ενενήντα, περίπτωση προσπάθειας κάποιου για αλλαγή στάσης με στόχο τη σεξουαλική ευχαρίστηση και το σπάσιμο της ρουτίνας).

Στην περίπτωση παρτούζας όμως, μπορεί να συμβούν κι άλλου είδους τρίπλες (για αλλού πας κι αλλού βγαίνεις). Γι' αυτό, προκειμένου να επιτευχθεί ικανοποίηση των παικτών, πρέπει να γίνει σεβαστή η αναγνώριση των επιθυμιών τους. Μην πάει δηλαδή κάποιος για μαλλί και στο τέλος βγει κουρεμένος (π.χ.: σε περίπτωση γέφυρας ποταμού γαμάει μπορεί ο ένας να σκίζει τα δίκτυα, ενώ ταυτοχρόνως, κάποιος να επιχειρεί να κάνει τρύπιο σουρωτήρι το τέρμα του).

Σύμφωνα με τα παραπάνω, σε ένα τέτοιο γήπεδο, επικρατεί πολυμορφία μεθόδων, κανόνων και πρακτικών σε σχέση με ένα κλασικό γήπεδο.

Σημείωση:
Σε ένα τέτοιο μάτς η ατομική προπόνηση προ του ματς (μαλακία) ελαττώνει τη δύναμη του επιθετικού, κάτι άλλωστε που μπορεί να συμβεί στην περίπτωση που επιχειρηθεί προπόνηση πριν από ένα ποδοσφαιρικό ματς. Αντιθέτως ένα ζεσταματάκι με καμιά κατάλληλη Μπεν Χουρ ταινία, μαζί με το συμπαίκτη θα μπορούσε να βοηθήσει τα πράγματα, αν υπάρχει ανάγκη για επίδειξη, πριν την πήδηξη.

Από forum
1.
Έχεις τόση φωταγωγία κατά τη διάρκεια του σεξ, που ο καλός σου μπορεί να δει και την πιο μικρή φακίδα ή ελιά του προσώπου σου. Έχεις μεγάλη εμπιστοσύνη στο σώμα σου και η λέξη ντροπή δεν έχει καμία θέση στο λεξιλόγιο σου. Είσαι ανοιχτή στο να δοκιμάζεις νέες τάσεις και στάσεις στο κρεβάτι, εκπληρώνοντας κάθε επιθυμία του παρτενέρ σου. Όλα αυτά σημαίνουν πως είσαι μια καυτή γυναίκα που προκαλεί σεισμό απόλαυσης στο σεξ. Ευλογημένος και τυχερός είναι ο άντρας που θα μπλέξει μαζί σου. Διεκδικείς τον οργασμό κάθε φορά και δεν φεύγεις από το γήπεδο αν δεν τον πάρεις και μία και δύο και όσες φορές αντέξεις. Πρόσεξε βέβαια, μην φοβίσεις τα αρσενικά που θα βρεθούν δίπλα σου, γιατί στη θέα μιας τόσο δυναμικής γυναίκας, μπορεί να το βάλουν στα πόδια.
http://www.womenonly.gr/article.asp;catid=13302&subid=2&pubid=1478661

  1. Το κρεβάτι είναι και δικό της γήπεδο, όχι μόνο δικό σας!
    http://www.gaygreece.gr/news/070312/4girls-labrini.html

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εύγε νονέ acg, το λεξικό σ' ευχαριστεί για την πρότασή σου κι εγώ άλλο τόσο.

Μουνίλα λοιπόν, όπως είπε κι ο νονός, είναι η λέξη-βασίλισσα στο βασίλειο των -ίλα. Ευωδιαστή και βρωμερή βασίλισσα συνάμα και όχι σαν την κωλίλα που, βεβαίως, είναι μόνο δυσάρεστη (υποθέτω ακόμα και για τους κοπρολάγνους). Κατά κοινή παραδοχή όμως, δεν πρόκειται για καμιά υπέροχη οσμή, αλλιώς δεν θα τελείωνε σε -ίλα. Τό 'χουν αυτό όλες οι μυρωδιές που βγαίνουν από το σώμα ή όσες, όπως η φαγητίλα, κατευθύνονται προς αυτό. Η μουνίλα είναι μάλλον η μόνη σωματική μυρωδιά που ακόμα διατηρεί και θετικές πλευρές. Δεν τις έχει χάσει, όπως η ιδρωτίλα, η ποδαρίλα, η κωλίλα, η στοματίλα, κλπ. Σαν την φαγητίλα ή την ψητίλα, μπορεί να αρέσει και να προκαλέσει, τουλάχιστον μέχρι να περατωθεί η πράξη για την οποία σε καλεί. Μετά, όταν μένει πάνω σου, μπορεί και να γίνει εφιάλτης.

Είναι λοιπόν η μυρωδιά που βγαίνει από τα γυναικεία κολπικά υγρά και, κατ' επέκταση, απ' όλη την σχετική περιοχή του γυναικείου σώματος. Μπορεί να έχει μικρό βεληνεκές (δηλ. να πρέπει να φτάσουμε κοντά στην πηγή της για να την οσμιστούμε) αλλά και ευρύτατο, όπως όταν πχ. μπαίνουμε σε γυναικεία αποδυτήρια σε μέρα ζέστης, υγρασίας και συνωστισμού. Είναι κάτι αντίστοιχο της βαρβατίλας, με τη διαφορά ότι έχει μόνο κυριολεκτική σημασία ενώ η λέξη βαρβατίλα μπορεί να χρησιμοποιείται και μεταφορικά. Προσωπικά μου έχει τύχει να ακούσω μόνο από έναν άνθρωπο τη μεταφορική χρήση της λέξης («μου κάνει για μουνίλες αυτό το μέρος» είπε, και εννοούσε κάτι αντίστοιχο του αρχιδόκαμπου). Η λέξη χρησιμοποιείται στον πληθυντικό για εμφατικούς λόγους ή υποτιμητικά (βλ. παρ. 2)

Θετική όψη του φαινομένου:
η φρεσκοσαπουνισμένη ή αρωματισμένη μουνίλα (η γκόμενα μόλις έχει βγει από το ντους), όπου το σαπούνι υπερτερεί της σωματικής μυρωδιάς
η φρέσκια ή νεανική (η γκόμενα δεν είναι πάνω από 22), όχι τόσο βεβαρημένη από ουσίες συσσωρευμένες στον οργανισμό από τον χρόνο η μουνίλα της καβλοπυρέσσουσας γυνής (πρώτο πράμα, σε ποσότητα, άρα πάει έτσι και με την οσμή. Χτυπάει κάθε νεύρο της αντρικής ύπαρξης)
η μουνίλα υγιεινής διατροφής (της γυναίκας που τρέφεται μόνο με καρατσεκαρισμένες τροφές που κάνουν το μουνόχυμα να ευωδιάζει και μόνον. Σπάνιο είδος που συνεπάγεται μάλλον υστερική γκόμενα αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα.)

Η αμφισβητούμενη όψη του φαινομένου:
η μουνίλα της αγάμητης (άσπιλη, ανόθευτη, ιδανική, ή μήπως μπαγιατεμένη και βρωμούσα;;;)
Η μουνίλα της παρθένας (το ότι μας φτιάχνει είναι ιδέα μας ή τό 'χει;;;)

Τέλος, για όσους αντέξουν, η αρνητική όψη του φαινομένου:
Η άπλυτη μουνίλα (ξινή, επιθετική, με έντονη την απομυρουδιά των ούρων)
η σπερματομουνίλα (συνδυασμός σπερματίλας και μουνίλας. Φτούκακα. Ιδιαίτερα την επόμενη μέρα.)
η των τελευταίων ημερών της περιόδου μουνίλα (καμένο ντουί)
η μετά από κατανάλωση ψαρικών και θαλασσινών μουνίλα, κυρίως μετά την πέψη (καμένο ντουί)
η μουνίλα του τσιγάρου - σε ηλικίες άνω των 40 (δημόσια ουρητήρια)
η αλκοολική μουνίλα (σε γυναίκες άνω των 50)
η ιδρωμένη μουνίλα (μετά από πολύωρο περπάτημα το καλοκαίρι)
και το χειρότερο: η άρρωστη μουνίλα (από μύκητες και λοιπούς επισκέπτες του αιδοίου)

Γενικά: όποια ουσία πίνει ή καταπίνει η γυναίκα, μυρίζει και στα υγρά της όπως και στα ούρα της -και το σαπούνι δεν βοηθάει ιδιαίτερα στην περίπτωση αυτή. Πώς όταν, γυναίκες- άντρες, κατουράμε κόκκινο μετά από παντζάρι; Ή καλύτερα: πώς, όσο και να πλύνουμε τα δόντια μας, η σκορδίλα παραμένει; Οι άντρες οφείλουν να έχουν υπ' όψιν πως, καμιά φορά, όταν η γυναίκα λέει όχι είναι γιατί έχει τους λόγους της τους οποίους δεν γίνεται να εξηγήσει και πως η περιέργεια σκοτώνει τη γάτα.

Για πολλούς άντρες κάθε είδος μουνίλας είναι ευπρόσδεκτο αρκεί που είναι μουνίλα.
Για πολλούς άλλους είναι καταναγκαστικό έργο η επαφή μαζί της.
Γνωρίζω και κάποιον ο οποίος σιχαίνεται το σαπουνισμένο και θέλει το άπλυτο.

Όσο για τις γυναίκες, δεν έχουν και την πιο άριστη σχέση μαζί της. Κάνουν ό,τι μπορούν να την καλύψουν, με αποτέλεσμα μερικές φορές να δημιουργούν γυναικολογικά προβλήματα εκ του μη όντος. Υπάρχουν κοπέλλες, κυρίως οι νεότερες, οι οποίες λόγω απειρίας και έλλειψης ενημέρωσης, κινούμενες από την επιθυμία «να μη μυρίζουν», κάνουν τακτικά εξωτερική αλλά και εσωτερική πλύση του κόλπου με αντισηπτικά, με αποτέλεσμα να ξηραίνεται ο κόλπος και να είναι πιο ευάλωτος σε μικρόβια πάσης φύσεως. Έτσι φτάνουν ακριβώς στο αντίθετο αποτέλεσμα.

Αλλά για να τελειώσουμε ευχάριστα, η μουνίλα κάνει ωραίο χαρμάνι στα χέρια με άρωμα και μυρωδιά τσιγάρου. Ακόμα κι αν τα χέρια έχουν πλυθεί, βαστάει αρκετή ώρα. Και είναι μια ωραία ανάμνηση της στιγμής που μόλις πέρασε. Ίσως να έπρεπε να λέγεται αλλιώς εν τοιάυτη περιπτώσει και να μη φέρει αυτό το -ίλα.

Βασανίζω το μυαλό μου μήπως παρόλη τη διατριβή κάτι έχω ξεχάσει, αλλά if so, πιστεύω πως θα συνεισφέρετε αν χρειαστεί...

  1. - Καλά είσαι σοβαρός, δεν έχεις κάνει ποτέ σου γλειφομούνι;
    - Όχι κι ούτε πρόκειται. Σιχαίνομαι τη μουνίλα.
    - Μεγάλε, θες βοήθεια εσύ...

  2. - Πλύνε ρε μαλάκα τα μούτρα και τα χέρια σου, θα μυρίζεις μουνίλες και θα σε καταλάβει η Φρόσω ότι ξενοπήδηξες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση των γυναικών για να πούνε α. ότι είχαν μεγάλη αιμορραγία κατά την περίοδό τους ή β. ότι είχαν μεγάλη έκκριση κολπικών υγρών (από κάβλα ή... από μόλυνση).

  1. Πήρα ο μαλάκας καταλάθος ασπιρίνη αντί για παναντόλ για τον πόνο της περιόδου και πλημμύρισα, έντεκα σερβιέτες άλλαξα μες τη μέρα.

  2. Χθες στο καφέ έπεσε τέτοιο μπαλαμούτι με τον Πάνο που είχα πλημμυρίσει. Μέχρι να πάμε σπίτι του είχα γίνει μούσκεμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα αποδημητικά πουλιά κατά τη βιβλιογραφία πετάνε σε θερμότερους τόπους για να ξεχειμωνιάσουν. Έτσι κι ο παντρεμένος άνδρας που γουστάρει να ξενοκοιτάει, κατά καιρούς αναζητάει να αποδημήσει πετώντας σε άλλες φωλιές προκειμένου να ικανοποιήσει τις ερωτικές ορμές του (λέγε με βιολογικές ανάγκες), μέσα σε θερμές αγκαλιές. Ο άνδρας δηλαδή που θέλει να κάνει πράξη αυτά που αναφέρονται στο τραγούδι «το πουλί», τραγούδι που πρωτοερμηνεύτηκε από τον Χρηστάκη. (βλ. σχόλιο στο «επαναληπτική καραμπίνα»).

Έτσι κατά τη γνώμη κάποιων, κάποιος μπορεί να καταντήσει σαβουρογαμίκουλας. Κατά κάποιους άλλους όμως, επειδή αυτός, αισθάνεται φυλακισμένος και σεξουαλικά καταπιεσμένος (κατά αυτούς που διαβάζουν γιαλομιές, ή κατά τον καθηγητή Μίλλερ, στο έργο: «Η γυναίκα μου τρελάθηκε», με την Αρώνη και τον Κωνσταντάρα) και επειδή δεν μπορεί να τρώει συνέχεια πατάτες, πατάτες, πατάτες, αποφασίζει να τερματίσει αυτή τη μονόπλευρη αντιμετώπιση, που του προσδίδει ποικίλες επιπτώσεις στο νευρικό του σύστημα.

Έτσι αναγκάζεται να σπάσει τη ρουτίνα και να δώσει άλλο νόημα στη μέρα του ενδίδοντας στις ποικίλες επιδράσεις που δέχεται. Και αφού ο άνθρωπος, αποδημητικό πτηνό θα ξεδίνει σε άλλες αγκαλιές θα 'ναι πιο χαρωπός.(Η Ζαρώκοστα ψύλλιαζε την Αρώνη, στο «η γυναίκα μου τρελάθηκε», υπογραμμίζοντας ότι η χαρωπή όψη ενός πρώην σκυθρωπού άνδρα, μπορεί να λειτουργεί ως στάχτη στα μάτια της γυναίκας του, ώστε η γυναίκα του να μη βλέπει τις περικοκλάδες ακόμα και στο καταχείμωνο.).

Ε, κι όπου κι αν πάει, στο τέλος θα τιμήσει το λιμανάκι του. Έτσι κι ο Οδυσσέας, μπορεί ακουσίως να αποδήμησε (τουλάχιστον έτσι ξέρουμε), αλλά ωστόσο πήδηξε εκουσίως με την ψυχάρα του Κίρκη, Καλυψωλού, Ναυσικά και τις άλλες ψωλαρπάχτρες. Έτσι έκανε επαρκώς update στο σεξουαλικό ταμπεραμέντο του και μετά γύρισε στην Πηνελόπη του, για να την ικανοποιήσει με την τεχνογνωσία που απέκτησε. (Άλλο τι μας λέει ο Ομηρος, ή από τι φίλτρο πέρασε ο λόγος του, για να αποκτήσει παιδαγωγική προσέγγιση. Αλλιώς ο λόγος του δε θα μπορούσε να διδαχθεί στα σχολεία, ούτε θα υπήρχε λογική να δίνει κανείς τέτοια Αρχαία για να μπει στο πανεπιστήμιο. Ίσως σε καμιά «σωματεμπορική Μετσόβου», σε καμιά «ανωτάτη ξεκωλιαστική Λαρίσης», ή στη «μεγάλη των Μπουρδέλλων σχολή»).

Κι αν θεωρήσουμε πως ισχύουν αυτά που λένε οι Λιάκουρες, πως πήγε δηλαδή, σε Αμερική, σε Αζτεκους, σε Μάγια κ.λπ., τόοοτε... το πέος του δεν ήταν απλό πέος. Πολιτισμικό χωνευτήρι ήταν και προσωποποιούσε τη σεξουαλική παγκοσμιοποίηση μέσα από την πανσπερμία της κουλτούρας των γυναικών, των λαών πού πήδηξε.

Ο άνθρωπος, αποδημητικό πτηνό βάζοντας το πηδάλιο στα έμπειρα χέρια (ορμές) του κάτω κεφαλή πιλότου και με το διπλωματικό δαιμόνιο του πάνω κεφαλή πιλότου (για να φάει λάδι και να..., προκειμένου να τη βγάλει λάδικαι να γλυτώσει από την παντόφλα), πετάει από κανάρα σε κανάρα. Ρε άμα έχεις επιδέξιους πιλότους δε φοβάσαι τίποτα.

Έκαστος στο είδος του, κι οι δυο μαζί στη σεξουαλική τέρψη και στην ελευθερία του ατόμου. Έτσι ακριβώς προσπαθούσε να λειτουργήσει κι ο Ακάλυπτος (Καφετζόπουλος), στο σήριαλ «κι οι παντρεμένοι έχουν ψυχή» στο ομώνυμο σήριαλ (στη λέξη ψυχή, όπου υ διάβαζε ω, κι όπου χ διάβαζε λ, ψωλή δηλαδή).

Διάλογος παντρεμένων:
-Τον βλέπεις ρε... τον Μητσάρα; Πάλι σ' άλλη γκόμενα πάει σήμερα.
Όχι... θα κάτσει να σκάσει.
-Ρε το χει πιάσει το νόημα. Χίλιες φορές έτσι ρε... έτσι... Να 'σαι αποδημητικό πτηνό και να αναπνέεις ελευθερία από το να αισθάνεσαι φυλακισμένος και να σαπίζεις.
-Ναι ρε... Ναι. Πόσο θα ζήσουμε; Αφού η φύση μας είναι πολυγαμική... γιατί θα πρέπει να ελέγχουμε τη στύση μας;

"Η γυναίκα μου τρελάθηκε" (από GATZMAN, 22/11/08)Ο γιατρός διαβάζει κέιμενα του καθηγητή Μίλλερ (από GATZMAN, 22/11/08)Ακάλυπτος (από GATZMAN, 22/11/08)Συμπρωταγωνιστριες του Ακάλυπτου, από το έργο :"Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή" (από GATZMAN, 22/11/08)Και οι παπαγάλοι είναι αποδημητικά! (από Dirty Talking, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Ωχ, το μάτι μου!» είναι συνήθης κραυγή αγωνίας ελληνίδων λίγο μετά την εκσπερμάτωση, καθώς δέχονται πιτσιλιές που τσούζουν. Για το ευχαριστώ, οι γουρνάρηδες σύντροφοί τους αναρτούν τα σχετικά φιλμάκια στο διαδίκτυο δίκην candid camera.

  1. «Το μάτι μου! Θεέ μου! Πάνω στο μάτι μου μού πάει! (…) Δεν μπορώ να καθαρίσω το μάτι μου (…) Να το βάλω για μάσκαρα αυτό;». (ατάκα από βίντεο με προσωπικές σκηνές που κάποιος ανήθικα ανήρτησε στο διαδίκτυο).

  2. «...όχι στο πρόσωπο, θα ξεφλουδίσω (…), όχι στα μάτια και τέτοια, όπως την προηγούμενη φορά, μετά δεν βγαίναν και τσούζαν τα μάτια μου…». (Προειδοποιητική βολή από σχετικό βίντεο με προσωπικές σκηνές που κάποιος ανήθικα ανήρτησε στο διαδίκτυο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκομενοφύλακας, ο γκομενοβοσκός, ο καληνυχτάκιας, ο ποτεγαμήσης, ο ανέραστος, άτομο που κοντεύει να στραβωθεί από την πολλή μαλακία. Οι σεξουαλικές του εμπειρίες μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Και σίγουρα η τελευταία φορά που είδε μουνί live ήταν σε τίποτα βαφτίσια.

- Αυτός ο Μηνάς γαμάει ποτέ;
- Ποιός να γαμήσει ρε; Αυτός έχει να δει μουνί από βάφτιση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ώς εναλλακτικό του γαμάω.

- Τι έγινε με την Ελπίδα χτες ρε; Έβαλες;
- Αρχίδια....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στάση του σεξ η οποία είναι εφαρμόσιμη μόνον αν παρευρίσκονται τουλάχιστον δύο άντρες και μία γυναίκα στην πράξη. Το όνομα της στάσης αυτής προέρχεται από την τοπολογική παράταξη των τριών σωμάτων κατά τη διάρκεια της συνουσίας η οποία θυμίζει τον γνωστό σε όλους Πύργο του Άιφελ στο Παρίσι. Ένας από τους δύο άντρες ικανοποιεί την γυναίκα από πίσω καθώς αυτή, σκυμμένη, κάνει στοματικό έρωτα (κοινώς πίπα ή τσιμπούκι), στον άλλον άνδρα. Καθώς λαμβάνει χώρα η παραπάνω πράξη, οι δύο άντρες κολλάνε τα χέρια τους φιλικά και συγχαρητήρια πάνω από την γυναίκα (το ξενικά λεγόμενο high-five), συμπληρώνοντας έτσι το σχήμα του πύργου του Άιφελ.
Λιγότερο διαδεδομένο αλλά εξίσου σωστό και χρήσιμο είναι το ρήμα που παραπέμπει στην παραπάνω πράξη: αϊφελοπυργώνω.

Αϊφελοπυργώσαμε ένα γκομενάκι εγώ και ο Περικλής χθες, της πόναγε η μέση όλη μέρα σήμερα.

(από DT Jesus, 24/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified