Further tags

Ολόκληρη η έκφραση είναι «θα σου δώσω μία, θα γράψεις δέκα κάσα».

Σημαίνει ότι θα φας μια γροθιά τόσο δυνατή που θα γράψεις δέκα κάσα.

Το δέκα κάσα αναφέρεται στη βαθμολογία που γράφει κάποιος στη πρέφα. Τα δέκα κάσα τα γράφει όταν χάνει και χρεώνεται με αυτά.

Πρόσεξε πώς μου μιλάς γιατί θα σου δώσω μία και θα γράψεις δέκα κάσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρικό, εμπνευσμένο από την ξερή. Ο άσχετος αμυντικός.

- Καλό το σέντερ μπακ του Πανακρατηριακού;
- Μπά, δεν κόβει μπάλα ούτε με βαλέ...

Got a better definition? Add it!

Published

Ποδοσφαιρική σλανγκιά που αναφέρεται σε παντελώς ατάλαντο αμυντικό χαφ.

Η βασική λειτουργία του αμυντικού χαφ (ή εξάρι) είναι να τρέχει σκυλίσια και να ανακόπτει όποια μπάλα μπορεί - γι' αυτό και κάποιοι αναφέρονται στα καθαρά εξάρια και ως «κόφτες». Πρέπει να βγαίνει πάντα πάνω στα μακρινά σουτ και να κόβει το πεδίο του σουτέρ, να βγαίνει πάνω σε μια πάσα πριν τον αποδέκτη της και να σταματάει τις αντεπιθέσεις πριν γίνουν επικίνδυνες.

Ένα εξάρι που δεν κάνει τίποτα από όλα αυτά - συνήθως επειδή είναι προχωρημένης ηλικίας και δεν έχει τρεξίματα ή επειδή είναι πολύ σοφτ το παιχνίδι του - δεν μπορεί να κόψει ούτε στην ξερή, ήτοι με βαλέ.

Πήγε ο άλλος και έβαλε αμυντικό χαφ το Μάκο, και τους ρίξανε 3 κόντρες στο κεφάλι. Αφού δεν μπορεί να κόψει ούτε με βαλέ ο τύπος.

(από HardcoreGR, 07/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που απευθύνει ένας ταβλαδόρος στον αντίπαλό του όταν τον έχει σκίσει, αλλά, παρά το στραπάτσο, αυτός δεν παρατάει το παιχνίδι, αλλά επιμένει να συνεχίσει μέχρι τέλους μπας και φέρει 3 εξάρες στο μάζεμα και γλιτώσει το διπλό. Με αυτή την έκφραση ένας καλός ταβλαδόρος δηλώνει τη βαρεμάρα του (μια και το παιχνίδι έχει κριθεί και δεν έχει κανένα νόημα να συνεχιστεί μέχρι τέλους) αλλά και την αναξιοπρέπεια του αντιπάλου του ο οποίος δεν παραδέχεται τη συντριβή του, αλλά τραβάει μέχρι τέλος μπας και ξεκωλωθεί και σώσει τα προσχήματα. Η έκφραση αυτή ακούγεται κατά κόρον στα φοιτητικά στέκια της Θεσσαλονίκης. Προέρχεται από κάποιο φυλακισμένο ο οποίος μετά την έξοδό του τη διέδωσε στον έξω κόσμο. Οι φυλακισμένοι, ως γνωστόν, μια που δεν έχουν να κάνουν τίποτα όλη μέρα και έχουν άφθονο ελεύθερο χρόνο, ασχολούνται με διάφορα αθλήματα (τάβλι, πρέφα, παπάς). Ο Ρωχάμης, σαν ισοβίτης που ήταν, είχε όλη τη ζωή μπροστά του. Δεν ξέρω αν ήταν καλός ταβλαδόρος, όμως φαίνεται ότι είχε κάποια αξιοπρέπεια γιατί λέγεται ότι τις παρτίδες που έχανε τις παρατούσε αναγνωρίζοντας την ανωτερότητα του αντιπάλου. Έτσι βγήκε αυτή η έκφραση της οποίας η χρήση κάποιες φορές ίσως αδόκιμα επεκτείνεται σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που κάποιος προσπαθεί να αποτρέψει κάποιον άλλον από το να κάνει κάτι το οποίο είναι καταδικασμένο να αποτύχει, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται αντιληπτό από τον δεύτερο.

Τι θα γίνει ρε Νικολάκη, θα πάμε καμιά φορά σπίτια μας; Σου έχω πιάσει την παραμάνα... Τι περιμένεις για να τα παρατήσεις; Αυτή την παρτίδα δικέ μου δεν την παίζει ούτε ο Ρωχάμης, πάρ' το χαμπάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα χρηματοοικονομικά, διαφυγόντα κέρδη θεωρούνται κάποιες απώλειες από τα κέρδη, οι οποίες δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, βάσει κάποιου αρχικού πλάνου. Ουσιαστικά αφορούν ζημιές που οφείλονται σε αστάθμητους παράγοντες. Σας τα εξηγώ ωραία;

Πάμε τώρα στον τζόγο... Θα έχετε ακούσει σίγουρα κάποιον τζογαδόρο να λέει την εξής φράση:

- Ρε μαλάκα μου, χθες έχασα 5.000 ευρώ!! Τι καντεμιά ήταν αυτή! Άνευ προηγουμένου!!!

Και δικαίως θα σκεφθείτε, ότι το τυπάκι μάλλον πήγε χθες στο καζίνο και έχασε 5.000 ευρώ από τις οικονομίες του ή από κληρονομιά ή από τα δεδουλευμένα του προηγούμενου μήνα... Εάν όντως έτσι έγινε, έχει καλώς. Έλα όμως που το τυπάκι μπορεί να εννοεί τα διαφυγόντα κέρδη από δελτίο (π.χ. του στοιχήματος), που κατά τη γνώμη του θα έπρεπε να είχε κερδίσει!!

Ανακεφαλαίωση: Ο φίλτατος τζογαδόρος πήγε και έπαιξε ένα δελτίο στοιχήματος, αξίας 30 ευρώ. Το οποίο, αν τελικώς κέρδιζε θα του απέφερε 5.000 ευρώ. Αλλά για έναν αγώνα που χάθηκε (το -παρά λίγο- που λέμε), χάθηκε και όλο το δελτίο. Ο τύπος λέει «έχασα 5.000 ευρώ», αλλά ουσιαστικά δεν τα είχε ποτέ!!! Έχασε 30 ευρώ, τα οποία ποντάρισε. Αυτό λοιπόν το ποσό που ο τύπος θεωρεί χαμένο (το πέντε χιλιάδες), είναι τα διαφυγόντα κέρδη!!!

- Άσ' τα πάλι. Χθες έχασα ίσα με είκοσι χιλιάρικα... - Εσύ ρε τελειωμένε, μας έλεγες μέχρι χθες, ότι δεν έχεις φράγκο, πού βρήκες τα είκοσι, και τα έχασες κιόλας;
- Όχι ρε βλάκα. Η γαμημένη η Αϊντχόφεν, στο 92' έστειλε στον κουβά δελτίο που έβγαζε είκοσι χιλιάρικα.
- Α, για διαφυγόντα κέρδη μιλάμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ρέστα είναι το υπόλοιπο. Αυτό που μένει. Ό,τι έχει μείνει και δεν μείνει. Ό,τι έχω και δεν έχω. Από το ιταλικό resto αλλά η λατινογενής ρίζα της λέξης υπάρχει σε πολλές Ευρωπαϊκές γλώσσες.

Η έκφραση δίνω ρέστα είναι άκρως πολυσήμαντη.

  1. Στην μη σλανγκ εκδοχή της, σημαίνει απλά επιστρέφω στον πελάτη τη διαφορά ανάμεσα στα χρήματα που μούδωσε και την αξία αυτού που αγόρασε. (παρ. 1)

  2. Στην γλώσσα της πόκας, δίνω ρέστα σημαίνει ποντάρω τα πάντα, ως και την τελευταία μάρκα. Επίσης λέγεται και λέω τα ρέστα μου, πάω τα ρέστα μου, βάζω τα ρέστα μου, παίζω τα ρέστα μου ή - για όσους έμαθαν πόκα απ'το ίντερνετ - all in. (παρ. 2) Φυσικά, όταν πάω τα ρέστα μου, είμαι, ή θέλω να δείξω ότι είμαι, απόλυτα βέβαιος για το φύλλο μου. Έτσι, από την πόκα η έκφραση έχει περάσει και αλλού για να δείξει την τέλεια σιγουριά. (παρ. 3)

Όταν λέω ρέστα μένω, εννοείται, ταπί - ή, και ταπίν.

  1. Δίνω ρέστα στην τρέχουσα αργκό σημαίνει ενθουσιάζομαι, τρελλαίνομαι με κάτι, κόβω τις φλέβες μου, μ' αρέσει κάτι όσο δεν πάει. (παρ. 4 & 5)

  2. Επίσης στην τρέχουσα αργκό, δίνω ρέστα σημαίνει και κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, υπερβάλλω τον εαυτό μου, κάνω καταπληκτική εμφάνιση. (παρ. 6 & 7)

  3. Σπανιότερα, δίνω ρέστα μπορεί να σημαίνει το ίδιο από την αρνητική του πλευρά - δηλαδή, κάνω υπερπροσπάθεια, το παρακάνω και, κατά συνέπεια, εξαντλούμαι. Η φράση εδώ χρησιμοποιείται περίπου ως συνώνυμο του τα φτύνω ή τα παίζω. (παρ. 8 & 9)

Πολύ διαφορετική είναι η έκφραση ζητάω (τα) ρέστα - ενώ φταίω για κάτι, προσπαθώ να μεταθέσω την ευθύνη και να βγω κι από πάνω.

  1. Ένας ταξιτζής στην Ελλάδα δεν θα καταφέρει ποτέ να σου χαλάσει το χαρτονόμισμα που του δίνεις. Κι ας είναι υποχρεωμένος από το νόμο να μπορεί να σου χαλάσει ακόμα και 100 ευρώ, σαν κατάστημα ... Θα απαιτήσει να στρογγυλοποιηθεί η τιμή του ταξιμέτρου, και δεν θα σου δώσει ποτέ τα ρέστα σου ακριβώς - μα ποτέ! - κάτι σαν με-το-έτσι-θέλω μπουρμπουάρ! (Από το fug.gr)

  2. Λέω ντούκου και πίνω μια γουλιά καφέ, εκείνος με περιμένει να αφήσω την κούπα κάτω και ανοίγει με 1000. Χτυπάει με φοβερή συνέπεια από την αρχή, δεν μπορεί να κάνει πίσω τώρα (σκέφτομαι). Αν θέλει να με βγάλει θα έβαζε ρέστα, άρα τι θέλει να μου πεί; Έχω μπερδευτεί. Πιθανότατα έχει φουλ, ξέρει ότι είναι δυνατός, αλλά δεν υπολογίζει ότι εγώ είμαι ακόμη πιο δυνατός!! (Από το http://valtanapane.wordpress.com/)

  3. - Εμένα δεν μου το βγάζεις απ' το μυαλό ... πάω ρέστα ότι γαμιέται αβέρτα κουβέρτα κι ας το παίζει παρθενοπιπίτσα ...

  4. Λάτρεψα πολλές ταινίες, αυτή που με σημάδεψε όμως είναι το «Άνθρωπος στο φεγγάρι'' (Μan on the moon) με τον Τζιμ Κάρευ. Δίνω τα ρέστα μου γι' αυτόν τον ηθοποιό ... (Από το www.giapraki.com)

  5. Από τα άλλα μου αρέσει πάρα πολύ η κοτόσουπα, η φασολάδα και οι φακές αλλά δίνω ρέστα για πίτες όλων των ειδών (ποντιακές και βλάχικες) πλην της γαλατόπιτας, αυτή δεν μπορώ να την φάω με τίποτε. (Από το www.neos-forum.com)

  6. Θεϊκό!!!! Έδωσες ρέστα!!! (Σχόλιο σε φόρουμ από το www.lifo.gr)

  7. Κι επειδή την Μαριάντα Πιερίδη δεν αρκεί μόνο να την ακούμε αλλά επιβάλλεται και να την βλέπουμε, το παρόν single περιλαμβάνει και το video clip του τραγουδιού «Θα δώσω ρέστα» που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Γκάβαλος! Η νέα Μαριάντα Πιερίδη κυριολεκτικά δίνει ρέστα! Δεν έχετε παρά να το διαπιστώσετε! (Από το air.greekradio.de)

  8. Είμαι ψώνιο γενικά, το παραδέχομαι, εκεί όμως που δίνω τα ρέστα μου είναι στην επιλογή των αεροπορικών εταιριών... εκεί φτάνω στον κολοφώνα του ψώνιου μου... Δόγμα μου είναι «όσο πιο περίεργα, πιο μπερδεμένα, πιο μυστήρια, πιο στραβά τόσο πιο καλά...» (Από το www.travelstories.gr)

  9. Έδωσα ρέστα σήμερα και η μέρα δεν έχει πάει ακόμη για ύπνο. Που σημαίνει ότι μπορεί να το παρακάνω… κι άλλο! (Από το www.blogosfaira.com)

Βάζει τα ρέστα του. Συγκεκριμένα, τα σπρώχνει. (από poniroskylo, 21/12/08)Η Μαριάντα δίνει ρέστα (από poniroskylo, 30/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ασσόδυο παραπέμπει σε μία παραλλαγή του ταβλιού, στην οποία επιδίδονται οι κατηγορίες ανθρωπίδων λούμπεν, ρεμπεσκές,αυτοφωράκιας, και τεκετζής. Ως εκ τούτου είθισται να αναπαράγεται από τους γνήσιους ομογάλακτους των από πάνω, τον ελεμέ και το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη.

Το «δύο κι άσσος» στα περισσότερα παιχνίδια έχει ταυτιστεί με την πιο άτυχη ζαριά, γι' αυτό λοιπόν και αναπαράγεται σε πληθώρα τραγουδιών ως καταδίκη της μοίρας. Λέγεται πως είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στις φυλακές, αν και μερικοί θα ισχυρίζονταν ότι ούτε για φυλακή δεν κάνει.

Θα μπορούσε να υποτεθεί ότι το συγκεκριμένο παιχνίδι γεννήθηκε όταν τα χρόνια ήταν δύσκολα και ο λαός μας άκουγεκαζαντζίδη και τα 'ριχνε στη μαύρη του τη μοίρα. Στην προσπάθειά του, ο κόσμος διεκδικεί την έκφρασή του μέσα από τις παραδόσεις και τους πολιτισμικούς θεσμούς, ώστε να εκφράζουν τα δικά του συμφέροντα, τη δική του πραγματικότητα.

Το ασσόδυο έτσι ενδέχεται να εφοδίασε όλους τους κατατρεγμένους και μουτζωμένους απ' τη μοίρα με το δικό τους παιχνίδι, ένα παιχνίδι όπου η ζαριά αυτή, που στη ζωή σου έφερνε δυστυχία, εκεί στα χάριζε όλα.

Ρέα: - Πρώτη φορά ακούω γι αυτό το παιχνίδι...

Ματίλντα: - Κοίτα Ρέα μου, αυτό το παιχνίδι ούτε ο κουφοντίνας στη φυλακή δεν το 'παιζε, μέχρι που δεν είχε τι να κάνει και το 'ριξε στο ασσόδυο, γι' αυτό και την έκανε ο παλαιοκώστας επειδή έπαιζε μόνο φεύγα και σπάστηκε ο άνθρωπος.

(από το διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπατίρισα, χρεοκόπησα, έμεινα ταπί και ρέστος, μου ’φαγες όλα τα δαχτυλίδια.

«Στα ‘δωσα όλα και έμεινα στον άσσο
έτσι θέλησα να σου εκφράσω
πως τη μέρα που θα φύγεις θα καταστραφώ»
(Η γυναίκα του Ντέμη)

Άσσος στα χρέη (από Vrastaman, 11/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τον όρο καθιέρωσε ο Γιάννης Μηλιώκας με το ομώνυμο τραγούδι, όπου το ρήμα κλινόταν σε όλα τα πρόσωπα.

Η επωδός ήταν ως εξής:

«Κι εν τω μετα-ξύνομαι, ξύνεσαι, ξύνεται,
ξυνόμαστε, ξυνόσαστε, ξύνονται,
και όλοι γενικά είναι στο ξύσιμο,
και σύννεφο πάει το βρίσιμο»!

Προφανώς, παράγεται απ' το αρχαίζον «εν τω μεταξύ» και το αγαπημένο ρήμα του Νεοέλληνα, το «ξύνομαι».

Λέγεται για μεταβατικές περιόδους, όπου έχουμε χάσει κάτι σημαντικό, ελπίζουμε σε κάτι σημαντικότερο, κι εν τω μεταξύ τα ξύνουμε. Εφαρμόζεται ιδιαίτερα στην επαγγελματική, ερωτική και πολιτική ζωή. Πιστεύω ότι για την κυριαρχία του ρήματος στην καθημερινή ζωή του Νεοέλληνα έχει παίξει ρόλο η θρησκευτικότητά του. Με τους απωλεσθέντες παραδείσους και τα μεγάλα εσχατολογικά οράματα, στο μεσοδιάστημα των οποίων εντωμεταξύνεται, περιμένοντας τον Γκοντό, τον Μπψηλό, τον Χοντρό ή όποιον άλλο. Έχει παίξει ρόλο και η γραφειοκρατία μας, με θεσμούς, όπως το αλήστου μνήμης ΔΙΚΑΤΣΑ (το ΔΟΑΤΑΠ έχει κάπως βελτιωθεί προς τιμήν του), την θητεία στο στρατό που πετσοκόβει κάθε επαγγελματική συνέχεια, και δημιουργεί κάπου μια τριετία ξυσαρχιδιού πριν, κατά την διάρκεια και μετά. Επίσης, οι κυβερνήσεις που ούτε κάνουν την δουλειά τους, ούτε πέφτουν (και δεν εννοώ μόνο το προφανές παράδειγμα, τό 'χουμε ξαναδεί το έργο). Αλλά και οι αναποφάσιστες γκόμενες που σε κρατάνε στο περίμενε, μια στο καρφί και μια στο πέταλο. (Υποθέτω ότι υπάρχουν κι αντίστοιχοι άντρες). Δηλαδή οι γκόμενες που θες να τις ματώσεις, αλλά εν τω μεταξύ τα ματώνεις...

Για όλους τους παραπάνω λόγους το κράτος και το σύστημα είχαν ενθαρρύνει το εθνικό μας παιχνίδι, το ΞΥΣΤΟ, ώστε να ποιούμε την ανάγκη φιλοτιμία. Αφού τα ξύνουμε, που τα ξύνουμε, να κερδίζουμε και τίποτα...

-Αλήθεια, τι κάνει ο γιος σας ο Λαλάκης;
-Τι να κάνει το παιδί; Γύρισε απ' την Οξφόρδη με το Μάστερ του και περιμένει ένα χρόνο το ΔΟΑΤΑΠ να του το αναγνωρίσει. -Κι εν τω μεταξύ;
-Εν τω μεταξύ, εντωμεταξύνεται. Άνεργος είναι...

-Και πώς πάει η ερωτική σου ζωή ρε Μένιο;
-Γάμησέ τα! Με παράτησε στα κρύα του λουτρού η Μαριλού. Κι έχω απ' την άλλη και την Λίλιαν, που την πολιορκώ δυο χρόνια, και μου κάνει τα γλυκά μάτια μα δεν λέει να ενδώσει...
-Κι εν τω μεταξύ;
-Εντωμεταξύνομαι!

-Ένα πράγμα θέλω ρε πούστη μου! Να ξημερώσει μια μέρα που δεν θα μας κυβερνάει Καραμανλής, Παπανδρέου ή Μητσοτάκης!
-Κι εν τω μεταξύ;
-Εντωμεταξύ, εντωμεταξυνόμαστε όλοι μας...

Γ. Μηλιώκας: Εντωμεταξύνομαι (από Ο ΑΛΛΟΣ, 18/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται κυρίως στο χαρτοπαίγνιο, αλλά όχι μόνο. Σημαίνει αυτόν που κάθεται άπραγος πολύ ώρα, όχι επειδή δεν έχει τι να κάνει, αλλά επειδή δεν βοηθάει το φύλλο, ή κάποιοι τον έχουν ξεχάσει στην αναμονή κλπ.

Η ετυμολογία της έκφρασης δεν είναι γνωστή, αλλά εικάζω ότι είναι η προφανής. Φυσικά το λέμε καθήμενοι, καθώς το να πεις περιμένοντας δυο ώρες στην ουρά στην πολεοδομία: «Εγώ φεύγω. Δυο ώρες τώρα ζεσταίνω καρέκλα» θα ερμηνευθεί από τους συμπάσχοντες ως φυρομυαλιά ή γενικότερη βλάβη.

  1. Τι θα γίνει ρε σεις, μοιράστε κανα κωλόφυλο, δυο ώρες ζεσταίνω καρέκλα!

  2. - Παίζεις άλλο;
    - Μπα, βαρέθηκα, σήμερα ζεσταίνω καρέκλα.

  3. - Πώς πήγε χθες στο μπριτζ;
    - Άσ' τα, καρέκλες ζεσταίναμε με τον Ηλία. Πέσαμε κατηγορία να φανταστείς!

(από panos1962, 31/10/09)Καρέκλα "θερμαινόμενη" (από panos1962, 31/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified