Further tags

Αποτελεί αναπόφευκτη μετα(π)αύτωση των εκφράσεων «τι πίνεις και δεν δίνεις;» και «θα μας τρελάνεις;».

Ειδοποιός διαφορά: Δεν συμβιβαζόμεθα με το να πίνει κάποιος και να μην μας δίνει και ωσεκτουτού διαπραγματευόμαστε στην ψύχρα το τίμημα της κυριολεκτικής τρέλας, αντιπαρερχόμενοι κάθε ρητορικό «θα μας τρελάνει;»

Η έκφραση αυτή αντικατοπτρίζει το angst των καμένων μας καιρών και φοριέται αρκετά.

Ασίστ: Πάτσης.

- Δεν μπορώ όμως να μη σχολιάσω τα καταπληκτικά αποτελέσματα χτεσινού γκάλοπ στο MEGA. Απευθύνεται και ρωτάει τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ μεταξύ Βενιζέλου - Παπανδρέου:

* Ποιον θεωρείτε καταλληλότερο αρχηγό; Τον Βενιζέλο. * Ποιον θεωρείτε πιο ειλικρινή; Τον Παπανδρέου. * Ποιος είναι πιο αποφασιστικός; Ο Βενιζέλος. * Ποιος είναι πιο ενωτικός; Ο Παπανδρέου.

Διαβάζω κάτι λάθος ή ν' αλλάξω γυαλιά, γιατρέ μου; Απλό το συμπέρασμα: Οι εμπλεκόμενοι στα του ΠΑΣΟΚ και οι ενασχολούμενοι με το ποιος θα 'ρθει, ποιος θα φύγει, προτιμούν, λέει, για αρχηγό έναν που να λέει ψέματα, αλλά με αποφασιστικό τρόπο καθότι ως διασπαστικό στοιχείο είναι ο ικανότερος!! Πόσα θέλετε να μας τρελάνετε;;
(από εδώ)

- Με δηλώσεις του στα βραζιλιάνικα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ο Ριβάλντο αναφέρθηκε με απαξιωτικά σχόλια για το ελληνικό πρωτάθλημα, χαρακτηρίζοντας το πρωτάθλημα του Ουζμπεκιστάν ως καλύτερο!! Πόσα θες να μας τρελάνεις, Ρίμπο;
(από εδώ)

- EΡT: Πόσα θες να μας τρελάνεις; 1,2 εκατ. € έδωσε η ΕΡΤ για νέα εταιρικά σήματα!
(από εδώ).

Σχετικό σουξέ, νομίζω? (από Vrastaman, 05/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Μου έφυγε ο τάκος» είναι ταυτόσημο του «μου έφυγε η ψυχή».

Τάκος είναι ένα τρίγωνο κομμάτι ξύλου, ή σιδήρου, ή και πλαστικού, που τοποθετείται στον τροχό του αυτοκινήτου όταν αυτό είναι σταθμευμένο σε επικλινές έδαφος και προκειμένου να το ασφαλίσει, σε περίπτωση το χειρόφρενο αποτύχει να εκτελέσει την αποστολή του, που είναι να κρατήσει το αυτοκίνητο φρεναρισμένο όταν αυτό βρίσκετε σε ακινησία.

Όταν λοιπόν φύγει ο τάκος από τον τροχό του αυτοκινήτου και όταν αυτό είναι σταθμευμένο σε επικλινές έδαφος και αρχίσει να κυλά, την έχεις γεμίσει από χείρα.

- Κοίτα πίσω σου ρε! Το φορτηγό σου! Κυλά πίσω!
- Αχχχ! Παναγια μουυυ! Το φορτηγό μου!... αχχχ πάει ο γέρος!... αχχχ πάει και η γριά!... και... και... και... η πορσε... αχχχ και το ζαχαροπλαστείο... αχχχχ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά η εμπροσθοφυλακή γαλλιστί (avantgarde), μεταφορικά είναι το κάτι τις το προχωρημένο, το μοντέρνο. Ξεκάθαρα διαφορετικό από το μεταμοντέρνο όμως. Είναι αυτό που λέμε το ψαγμένο, το σπέσιαλ, το κάτι άλλο.

Μέχρι και η Mercedes- Benz το υιοθέτησε για αυτούς που δεν τους φτάνει το μοντέλο Elegance, (π.χ. δεν τους αρκεί το απλό δερμάτινο σαλόνι, αλλά θέλουν δέρμα από μοσχάρι γάλακτος ραμμένο στο χέρι). Σλανγκιστί χρησιμοποιείται για να περιγράψουμε προχωρημένες και ψαγμένες καταστάσεις.

(Μεταξύ κολλητών)

- Πώς τα περάσατε χθες με το καινούργιο το μωρό;
- Άσ' τα, πού να στα λέω, έπεσε πολύ ξύλο....
- Τελέρε Μπάμπη τσακωθήκατε;
- Όχι ρε φίλε, η γκόμενα καυλώνει με το ξύλο, αυτή μου ζήτησε να την πλακώσω την ώρα που το κάναμε!
- Ασταδιάλα!!!! Σοβαρά το λες;
- Πολύ ανωμαλιάρα η τύπισσα! Δε μιλάμε για κανα χαστουκάκι στον κώλο, ήθελε μπουνιές και κατακέφαλα. Μεγάλη μαζόχα!!!!
- Και δεν της φαίνεται ρε Μπαμπίνο...
- Γάμησε τα, μιλάμε για πολύ αβανγκάρντ καταστάσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζιεμπικός (GMP-ικός): Από το GMP (Good Manufacturing Practice).

Έτσι χαρακτηρίζεται οτιδήποτε καλύπτει με ασφάλεια τα συγκεκριμένα κριτήρια που έχουμε δώσει.

Με λίγα λόγια είναι GMP compliant.

- Είδες την νέα αναλύτρια;
- Tζιεμπικό μωρό μεγάλε μου.

- Απόψε παίζει παρτάκι στου Αποστόλη του engineer, θα έρθεις;
- Πάντα κάνει τζιεμπικές καταστάσεις ο Τόλης. Μέσα είμαι.

(από northwind, 12/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεχνικούρα χρησιμοποιείται για να δηλώσει την υπερβολική χρήση τεχνικής ορολογίας και επαγγελματικής-τεχνικής ιδιολέκτου αναφορικά με θέματα που ενώ θα μπορούσαν να εξηγηθούν ή να περιγραφούν με πιο απλό και κατανοητό απ' όλους τρόπο, εν τέλει απλά αφήνουν το κοινό με ερωτηματικά πάνω από το κεφάλι τους. Επίσης, η τεχνικούρα χρησιμοποιείται αναφορικά με θέματα που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες και κατέχει ο εκάστοτε ειδικός του τομέα. Τέλος, παρατηρείται η χρήση του όρου ως επιθετικός προσδιορισμός αποκλειστικά αρσενικού γένους για ανθρώπους που συγκεντρώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Η τεχνικούρα είναι παρεμφερής και εν μέρει συνώνυμη της μπολικούρας, με μία όμως ειδοποιό διαφορά: Η τεχνικούρα είναι εξεζητημένη μεν, αλλά δεν ξεφεύγει ποτέ (ή μάλλον σχεδόν ποτέ) από το συγκείμενο, οπότε με αυτή την έννοια δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανούσια. Αυτό όμως δεν κρύβει τα ενίοτε άκρως ελεεινά κίνητρα του τεχνικούρα, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την επίδειξη γνώσεων, την τεχνοκρατική του ποζεριά και εν τέλει το ατελείωτο ψώνιο του.

Βέβαια, υπάρχει και το σπάνιο είδος ανθρώπων οι οποίοι παρουσιάζουν μία εμφανή και ειλικρινή αδυναμία να εκφραστούν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Αυτούς τους άδολους τεχνικούρες η κοινωνία θα πρέπει να τους αγκαλιάσει με συμπόνια και κατανόηση... χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι με αυτό τον τρόπο θα γίνουν πιο δημοφιλείς.

Τελικά, όπως είχε πει και ο τρισμέγιστος Μπουκόφσκι, «μεγαλοφυΐα είναι να λες εξαιρετικά δύσκολα πράγματα με εξαιρετικά απλό τρόπο», δήλωση με την οποία θα συμφωνήσει ο κάθε μαθητής, φοιτητής, αναγνώστης, ερευνητής, και γενικά ο κάθε ένας από εμάς που αναγκάζεται να ζητήσει την βοήθεια ειδικών για να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα που προέκυψε...

  1. Πάω που λες να πάρω ένα λάπτοπ και έρχεται ο πωλητής και μ' αρχίζει στις τεχνικούρες... Κάτι επεξεργαστής Intel Menlow Atom Z530 (1.6 GHz) με 512KB L2 cache στα 533 MHz οθόνη 13,4'' WXGA TFT LCD, Glare Type με LED backlight και ανάλυση 1366 x 768 μνήμη 2048MB (1 x 2048MB) DDR2 και σκληρό 250 GB SATA και τα' καψα όλα... Ευτυχώς που μία πελάτισσα τον διέκοψε να τον ρωτήσει κάτι και την έκανα μ' ελαφρά πηδηματάκια...

  2. Ρε συ, τι λέει πάλι εδώ; Δεν βγάζω άκρη με αυτές τις τεχνικούρες. Τ' είναι ο παλινδρομικός αναδευτήρας 4000/356 στα 500 rpm;
    — Εμ αφού πας και ψωνίζεις κινέζικα...

  3. — Πώς τον βλέπεις σαν κιθαρίστα;
    — Καλός είναι μωρέ, αλλά και μπολικούρας και τεχνικούρας. Χίλιες φορές John Lee. Παίζει μία νότα και σε στέλνει καρφί στο μπαρ για ένα ακόμη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Η συνεχής ελαφρά σύσπαση των μυών, που φυσιολογικά υπάρχει ακόμη και σε κατάσταση ηρεμίας, ονομάζεται μυϊκός τόνος. Σπαστικότητα είναι η παθολογική αύξηση του μυϊκού τόνου, που εκδηλώνεται ως αντίσταση τύπου ελατηρίου στην κίνηση», λέει το νετ.

Είναι σαφές ότι η πάθηση αυτή θα εντοπιζόταν από τους «υγιείς» του κόσμου τούτου και θα έμπαινε στις διάφορες σλανγκ για να κακοχαρακτηρίσει κάποιον. Οι αμερικλάνοι και οι εγγλέζοι το χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τον φύτουκλα, τον καθυστέρα, τον βλάκα, τον ανίκανο, τον τον τον...

Σε μας, η έκφραση πήρε τυχαία μια πιο ήπια αρνητική χροιά (που λέει ο λόγος θα μπορούσε να την χρησιμοποιεί και ένας πραγματικός σπαστικός), μάλλον επειδή αφετηρία της υπήρξε η έκφραση «την σπάω σε κάποιον», ή το «σπάω τα νεύρα κάποιου» (πλάκα-πλάκα σπασμένα νεύρα έχουν κι αυτοί...) κλπ, και σημαίνει τον υποχόνδριο ή απλώς ενοχλητικό άνθρωπο (ή, σπανιότερα αντικείμενο / κατάσταση).

Είναι πολύ παλιά έκφραση, μάλλον ξεπερασμένη, χρησιμοποιείται δε αβέρτα από τα παιδιά.

Νονός: BuBis

  1. - Έπλυνες τα χέρια σου πριν βάλεις παγάκια;
    - Ρε μαλάκα, μην γίνεσαι σπαστικός, σιγά τα λάχανα, το οινόπνευμα σκοτώνει τα μικρόβια...

  2. - Κυρία, κυρία, ο Μιχάλης με πειράζει!
    - Τι σου έκανε, παιδί μου;
    - Είναι πολύ σπαστικός!

(από BuBis, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην κυριολεξία της, η λέξη προέρχεται από την κτηνοτροφία και την γλώσσα της κουράς των προβάτων. Σημαίνει το μαλλί του ζώου που προέρχεται από την κοιλιά και τα πόδια του, το οποίο είναι κοντύτερο και προφανώς κατώτερης ποιότητας από το μαλλί που προέρχεται από τα άλλα, πλουσιότερα σε τριχοφυΐα μέρη του ζώου, π.χ. πλάτη.

Στην σλαγκική χρήση της, συναντάμε την λέξη στην αργκό της διαφθοράς και συναλλαγής που κυριαρχεί στο δημόσιο. Ιδιαίτερα συναντάται η χρήση της στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων, (χώρος που έχει δική του περιορισμένη πλην ενδιαφέρουσα αργκό). Κολόκουρα είναι τα λεφτά που παίρνει εργολάβος – υποψήφιος ανάδοχος δημοσίου έργου, σε στημένο και προσυνεννοημένο ως προς το αποτέλεσμά του δημόσιο διαγωνισμό, προκειμένου να μην υποβάλει προσφορά ή να υποβάλει προσφορά, η οποία σίγουρα θα απορριφθεί, με σκοπό να αναλάβει το έργο συγκεκριμένος εργολάβος, ο οποίος δίνει και τα κολόκουρα στους άλλους. Λογικά υποθέτω ότι η χρήση της λέξης στον τομέα αυτόν, προέρχεται από το ότι ο εργολάβος ο οποίος κατόπιν συνεννοήσεως αναλαμβάνει τελικά το έργο, λαμβάνει το μακρύτερο και καλύτερο «μαλλί», (η ανάθεση της σύμβασης), ενώ οι υπόλοιποι εργολάβοι, πάντα κατόπιν συνεννοήσεως, αρκούνται στα κολόκουρα.

Φυσικά σε επόμενο διαγωνισμό, άλλος θα είναι αυτός που θα λάβει το κυρίως μαλλί, (σύμβαση) και άλλος θα αρκεστεί στα κολόκουρα, ώστε να διατηρείται η ισορροπία μεταξύ των επιχειρηματιών.

Αφορμή για το παρόν λήμμα, έδωσε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του γνωστού καθηγητή του πολυτεχνείου Θ. Π. Τάσιου, «Ετεροδοσοληψία», το οποίο είναι δημοσιευμένο και στην ιστοσελίδα του ΤΕΕ www.library.tee, και το οποίο παρουσιάστηκε σε συνέδριο του ΤΕΕ για τα δημόσια έργα το 2005. Ο ανωτέρω καθηγητής, παραθέτει σειρά λέξεων που αφορούν την διαφθορά στον χώρο αυτό, μεταξύ των οποίων και τα «κολόκουρα». Στο γκούγκλ βρίσκεται αμέσως, εάν γκουγκλάρουμε την λέξη «ετεροδοσοληψία»». Σημειωτέον ότι στο άνω ενδιαφέρον άρθρο, ο άνω συγγραφέας προσπαθεί να εισαγάγει επιστημονικούς όρους στο φαινόμενο της διαφθοράς και εκεί έγκειται το ενδιαφέρον του, για τους φιλοπερίεργους που επιθυμούν περαιτέρω έρευνα αυτών των θεμάτων.

Σήμερα τα κολόκουρα έχουν περιορισθεί αλλά όχι εξαφανισθεί, υποτίθεται επειδή άλλαξε το νομοθετικό καθεστώς και συνεπώς μειώθηκε η διαφθορά (βλ. άλλαξε ο Μανωλιός), αλλά στην πραγματικότητα επειδή έδωσαν την θέση τους σε πιο «μονδέρνους» και εξελιγμένους τρόπους.

(Το ανωτέρω κείμενο, εστάλη στον υποφαινόμενο απο άγνωστο στρατιώτη μαχόμενο στα χαρακώματα της καθημερινόπιτας, ο οποίος επιθυμεί κατανοητώς να διατηρήσει την πλήρη ανωνυμία του και του οποίου το στόμα δεν προτίθεμαι να βουλώσω, δίκην Μυριβήλη βλ. εισαγωγή στο «Η Ζωή εν Τάφω»).

Παράδειγμα 1, από την ιστοσελίδα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, 22-2-2006:

O ΔHKTHΣ Tα «κολόκουρα», το ΠAΣOK και οι σακούλες εργολάβων
Tι άλλο θα ακούσουμε; «Το προηγούμενο σύστημα (μαθηματικός τύπος) ήταν το πλέον αντικειμενικό σύστημα, όπως ομολογείται από τους ειδικούς”, αναφέρεται σε ανακοίνωση του τομέα Oικονομίας του ΠAΣOK. Mάλιστα, προσθέτουν ότι «αντίθετα, σήμερα, οι συμφωνίες των εργολάβων και τα “κολόκουρα” τείνουν να γίνουν καθεστώς». Oι έχοντες μνήμη θα θυμούνται ότι όταν καταργήθηκε ο μαθηματικός τύπος, που ευνόησε τους αεριτζήδες και διόγκωσε τις αθέμιτες συναλλαγές στα δημόσια έργα, ουδείς «ειδικός» τον υπερασπίστηκε μέσα και έξω από τη Bουλή. Mε καθυστέρηση δεκαετιών θυμήθηκαν στο ΠAΣOK τα «κολόκουρα» (έτσι αποκαλείται η αμοιβή του εργολάβου που συμμετέχει στο στήσιμο ενός διαγωνισμού), όταν επί των ημερών τους οι προσφορές κατετίθεντο όλες μαζί, ακόμα και σε σακούλες απορριμμάτων, γραμμένες από το ίδιο χέρι. Eίχε δε αποφασιστεί εκ των προτέρων το ύψος κάθε προσφοράς, προκειμένου το έργο να πάει σε συγκεκριμένο εργολάβο, με τη βοήθεια του περίφημου μαθηματικού τύπου. Ξεχνούν, επίσης, ότι στο τέλος παρενέβη και η Eυρωπαϊκή Eπιτροπή και τους ανάγκασε να προχωρήσουν σε αλλαγές, οι οποίες ολοκληρώθηκαν με την αλλαγή κυβέρνησης και την κατάργηση του μαθηματικού τύπου.

Παράδειγμα 2:

(Αληθής στιχομυθία):

Υπάλληλος Α: Που πας ρε με τόσα λεφτά στην σακκούλα ;;;

Υπάλληλος Β: Άσε, αύριο έχει διαγωνισμό και πάω να μοιράσω τα κολόκουρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η φυλακή. Βλ. για τα σίδερα.

  2. Έτσι αποκαλείται και η γνωστή μέθοδος ορθοδοντικής, ή υποκοριστικά «σιδεράκια».

  3. Για χρήσεις σχετικές με μπόντι-μπίλντινγκ βλ. σιδεράς και σιδεράδικο.

  1. Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες.

  2. Νιώθω σαν κάτι κοριτσάκια πού 'χουνε σίδερα στα δόντια ή σπυράκια.

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Στη ναυτική ορολογία, τρίτσα λέγεται ο τρόπος μετακίνησης κάποιου αντικειμένου που, λόγω βάρους, δεν μετακινείται με το χέρι, ούτε από έναν μόνο άνθρωπο. Χρειάζονται δύο ή περισσότεροι ναύτες και κάποιο ξύλο ή μαδέρι ή λοστός που θα μπει κάτω από το αντικείμενο, θα το ανασηκώσει και έτσι θα καταστεί εφικτή η μετακίνησή του. Συντάσσεται με το ρήμα κάνω.

  2. Σημαίνει και το παραδοσιακό ψάθινο κερκυραϊκό καπέλο, από την ιταλική λέξη treccia = πλεξίδα, όπως μας πληροφορεί το korfiatika.gr

  1. Χρήστο! Φέρε και τον Αντώνη και έλα να κάνουμε τρίτσα!
    (σ.σ. δεν τόλμησα να ρωτήσω τον ναυτικό που μου έμαθε τη λέξη αν στη ναυτοσύνη σλανγκίζεται η έκφραση. Αν κάποιος ξέρει, ας μας πει...)

  2. Δε λέμε για το Δεγαμή*, μονάχα το καπέλο
    οπού εφιλοξένησε τέτοιο σοφό τσερβέλο
    Θα γένεις περιζήτητη αφού την τρίτσα θά'χεις
    τόμου κι αυτός συχωρεθεί όβολα θε να πιάκεις...

*ενδιαφέρον όνομα που επίσης σλανγκίζεται υπέροχα, αν δεν είναι αποτέλεσμα λογοπαιγνίου και το ίδιο, όπως υποπτεύομαι...

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Ο οπαδός της hardcore / punk μουσικής (ευρωπαϊκής και αμερικάνικης).

  2. Ο σκληροπυρηνικός. Ο ακραίος ως προς τις απόψεις του, τις ενέργειες του και γενικά τις αντιδράσεις του. (Βλ. εδώ Hardcore)

  3. Η σκληρή πορνογραφία (σήμανση ΧΧΧ, αλλά αυτά είναι πλέον ξεπερασμένα πράγματα... )

Λέγεται και χαρντκόρι, χαρντκόρ.

  1. Τώρα σειρά έχει να εκπροσωπήσει την Κύπρο ένα άλλο group, οι Hardcore Heads (HCH). Όπως φανερώνει και το όνομά τους, παίζουν πιο σκληροπυρηνικό hip-hop...

  2. Σύμφωνα με τον κύριο Κουίκ, hardcore σημαίνει σκληρό πορνό!!! Μάλιστα! Θα θέλαμε να μάθουμε τότε, ο πυρήνας πώς λέγεται στα αγγλικά;

  3. Πήγα να τους μιλήσω μπας και καλμάρω λίγο τα πράγματα, αλλά οι δικοί σου είναι χαρντκοράδες σε κάτι τέτοια. Αν ο Μάκης δεν βρει τα γκαφρά λίαν συντόμως, τότε βλέπω να κελαηδάνε τα σίδερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified